Αγωγή με βάση την αιτιώδη αναγνώριση χρέους (ΑΚ 361). Διάκριση από την αναιτιώδη-αφηρημένη (873-875ΑΚ).Δοσοληπτικός και αλληλόχρεος λογαριασμός.Διάκριση. Πληρότητα και ορισμένο αγωγής απο αιτιώδη υπόσχεση χρέους.Επικουρική βάση εκ πωλήσεως

ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ …

ΑΓΩΓΗ (χρέους)

Της ανώνυμης εταιρείας ….

ΚΑΤΑ

Διατηρώ στον ανωτέρω τόπο, κατάστημα-επιχείρηση εμπορίας με σκοπό βιοπορισμού και επι κέρδει, διαφόρων ανταλλακτικών και εξαρτημάτων για ανάγκες επαγγελματικών δραστηριοτήτων. Τον Ιούλιο του 2020 συμφωνήσαμε στην έδρα μου (ο νόμιμος εκπρόσωπός μου) να του προμηθεύω-πωλώ, για τις ανάγκες των επαγγελματικών δραστηριοτήτων του, διάφορα ανταλλακτικά και εξαρτήματα. Εν` όψει των συχνών  συναλλαγών πώλησης εμπορευμάτων, συμφωνήσαμε όπως ανοιχτεί μεταξύ μας λογαριασμός με βάση τον οποίο οι μεν απαιτήσεις μου που θα προέκυπταν κάθε φορά από την συμφωνία πώλησης επί πιστώσει κάθε εμπορεύματος προς αυτόν, θα υπάγονται στον ανοικτό λογαριασμό, οι δε μερικές καταβολές που θα πραγματοποιούσε δεν θα συνιστούσαν και δεν θα επέφεραν εξόφληση κάποιας συγκεκριμένης συναλλαγής, αλλά θα αποτελούσαν κονδύλια του ενιαίου και αδιαίρετου λογαριασμού, εις τρόπον ώστε να μην επιδιώκονται ή διατίθενται μεμονωμένα οι απαιτήσεις που προκύπτουν από τις μεταξύ μας συναλλαγές, αλλά να φέρονται σε κοινό λογαριασμό, με σκοπό να εκκαθαρίζονται και να αποσβήνονται κατά το κλείσιμο (είτε με συμφωνία, είτε με πρωτοβουλία του ενός) του λογαριασμού αυτού, έτσι ώστε να αποτελέσει την μοναδική πλέον απαίτηση το κατάλοιπο του λογαριασμού που τυχόν θα υπάρχει και το οποίο αρχήθεν αφηρημένα υποσχέθηκε ότι θα καταβάλλει σε μένα.  Τα ανωτέρω αποτελούν μία πρακτική που κατά κόρον τηρείται στις αγοραπωλησίες του οικείου τομέα συναλλαγών, αφενός γιατί εξυπηρετούνται οι συχνές συναλλαγές πιο αποτελεσματικά με τους κανόνες της λογιστικής, αφετέρου για λόγους οικονομικής διευκόλυνσης του αγοραστή αγρότη, οι οποίοι κατά τις παγιωμένες συνήθειες του οικείου τομέα συναλλαγή, εισπράττουν τα έσοδά τους σε συγκεκριμένες περιόδους του έτους, (π.χ επιδοτήσεις, στο τέλος κάθε καλλιεργητικής περιόδου όταν συγκομίζουν, οπότε και εξοφλούν τις υποχρεώσεις προς τρίτους).  Στο πλαίσιο λοιπόν της ανωτέρω συμφωνίας μας, επώλησα και παρέδωσα σ` αυτόν, δυνάμει συμφωνίας πώλησης κάθε φορά, τα κάτωθι αναλυτικά αναφερόμενα εμπορεύματα και εν γένει είδη,  με το εκάστοτε κάθε φορά συμφωνηθέν κατ` αποκοπή τίμημα, για τα οποία εκδόθηκε και το σχετικό παραστατικό τιμολόγιο κάθε φορά, στα οποία πλήρως αναφέρομαι ως εν ενιαίο και αδιαίρετο όλον μετά της παρούσης και για τα πωληθέντα είδη (εξαρτήματα και ανταλλακτικά γεωργικών μηχανημάτων και εξοπλισμού) και για το τίμημα και για τον χρόνο πώλησης, ήτοι:…

 Συνολικά δηλ. επώλησα και παρέδωσα εμπορεύματα αξίας και συμφωνηθέντος τιμήματος  ..Έναντι των ανωτέρω τιμημάτων κάθε φορά, ο εναγόμενος μου κατάβαλε τα εξής ποσά τους κάτωθι χρόνους, ήτοι… Συνολικά δηλαδή μου κατάβαλε το ποσό των …€. Δηλ. εξόφλησε όλα τα ανωτέρω τιμολόγια μέχρι … για  το τιμολόγιο της …, κατέβαλε εν μέρει το ποσό των ….€ και απέμεινε υπόλοιπο  …. € και έκτοτε τα υπόλοιπα τιμολόγια-πωλήσεις είναι ανεξόφλητα.

Η δε κίνηση του λογαριασμού αυτού (δοσοληψίες), για το χρονικό διάστημα από …, για τις μεταξύ μας ανωτέρω συμφωνηθείσες αγοραπωλησίες, ήτοι τα συγκεκριμένα κονδύλια των χρεώσεων των ποσών-τιμήματος, τα ποσά που κατέβαλε έναντι, τα συνολικά ποσά, τα υπόλοιπα που απέμειναν και αλλά και οι ημερομηνίες αυτών, έχουν αναλυτικά όπως ακριβώς απεικονίζεται στην αμέσως κατωτέρω ενσωματούμενη στην παρούσα ως εν ενιαίο και αδιαίρετο όλο, «Καρτέλα Πελάτη» η οποία αποτυπώνει κατά τους κανόνες της λογιστικής, τις εκατέρωθεν τμηματικές παροχές με την καταχώρηση ως "χρέωση" της αξίας των πωληθέντων υπ` εμού εμπορευμάτων και με την καταχώρηση ως "πίστωση" της αξίας των μετρητών ή άλλων καταβολών που κατέβαλε κάθε φορά και αποτελούν καταβολές απέναντι στις απαιτήσεις μου που προέκυπταν εξ` αιτίας της μη άμεσης τακτοποίησης/εξόφλησης των δοσοληψιών, στην οποία πλήρως αναφέρομαι ως εν ενιαίο όλον μετά της παρούσης και έχει ως εξής,  ήτοι…  

Με την από … εξώδικη καταγγελία μου που επιδόθηκε στον εναγόμενο την …. με την με αρ. … έκθεση επίδοσης του δικ. επιμελητή …, προέβην στο κλείσιμο του ανωτέρω λογαριασμού οπότε και ζήτησα από αυτόν να μου καταβάλει άμεσα το ανωτέρω κατάλοιπο των …όπως αρχήθεν συμφωνήθηκε, πλήν όμως ουδέν κατέβαλε μέχρι σήμερα, αν και η λειτουργία του λογαριασμού αυτού σταμάτησε με το ανωτέρω κλείσιμο και έκτοτε δεν υπήρξε άλλη συναλλαγή.

 Επειδή, γίνεται δεκτό ότι είναι ισχυρή η σύμβαση με την οποία υπόσχεται/αναγνωρίζει κάποιος το χρέος του από ορισμένη αιτία, η οποία διαφέρει από τη ρυθμιζόμενη από τα άρθρα 873-875 ΑΚ αναιτιώδη υπόσχεση ή αναγνώριση χρέους.. Η πρώτη (αιτιώδης αναγνώριση χρέους),  δεν προβλέπεται μεν ως επώνυμη συμβατική σχέση, εντάσσεται όμως στη γενική αρχή της συμβατικής ελευθερίας κατ` άρθρο 361 ΑΚ, με το οποίο θεσπίζεται γενικώς η ελευθερία της σύναψης ποικίλου περιεχομένου συμβάσεων δεσμευτικών για τους συμβαλλομένους, αρκεί το περιεχόμενο τους να μην προσκρούει σε απαγορευτική διάταξη νόμου ή στα χρηστά ήθη.  Καταρτίζεται ατύπως (δεν υποβάλλεται σε συστατικό τύπο) και εφόσον δεν σκοπεί στην απλή επανάληψη του περιεχομένου της αρχικής σύμβασης, παράγει νέα ενοχή για τον οφειλέτη, η οποία όμως εξαρτάται στενά από την αιτία της η οποία είναι η εξυπηρέτηση της αρχικής οφειλής. (Ν. Λεοντής, ΕρμΑΚ,  2020, τ. Ι, υπο  873.3). Αλλά και νομολογιακά, παγίως γίνεται δεκτό (ενδ. ΑΠ 629/2023, ΑΠ 999/2022, ΝΟΜΟΣ) ότι «Κατά κανόνα δε με την αιτιώδη αναγνώριση χρέους επιδιώκεται η δημιουργία νέας ενοχής, είτε παράλληλα προς την παλαιά είτε σε αντικατάσταση της παλαιάς (άρθρα 421, 436 ΑΚ) και απαλλαγμένης συνεπώς από τις ενστάσεις που μπορούσαν να προταθούν στο πλαίσιο εκείνης, η οποία, νέα ενοχή, δεν υπόκειται επίσης σε τύπο, εκτός εάν με τη σύμβαση αναγνωρίζεται υποχρέωση, για την ανάληψη της οποίας ο νόμος απαιτεί την τήρηση τύπου, οπότε πρέπει να τηρηθεί ο τύπος αυτός και για τη σύμβαση αναγνώρισης (ΟλΑΠ 5/2016).». Γίνεται επίσης δεκτό (ενδ. ΑΠ 629/2023, 878/2018, ΝΟΜΟΣ) ότι «Στην περίπτωση της υπόσχεσης ή της αναγνώρισης της από ορισμένη αιτία οφειλής, έτσι ώστε να δημιουργείται νέα ενοχή, για την πληρότητα της αγωγής, όσον αφορά την αιτία από την οποία προέρχεται το αναγνωρισθέν χρέος, αρκεί η παράθεση στο δικόγραφο αυτής όσων πραγματικών στοιχείων είναι αναγκαία για τον προσδιορισμό της αναγνωριζόμενης ενοχής, ώστε να μη γεννάται αμφιβολία γι` αυτήν (ΑΠ 1086/2017, ΑΠ 1279/2012)»

Επιπλέον επίσης γίνεται δεκτό (ΑΠ 999/2022, ΑΠ 253/2022, ΝΟΜΟΣ) ότι «από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 361 και 874 ΑΚ, 112 ΕισΝΑΚ, 669 Εμπ.Ν. και 64-67 του ν.δ. 17-7/13-8-1923 περί ειδικών διατάξεων επί ανωνύμων εταιρειών, αλληλόχρεος λογαριασμός είναι η σύμβαση με την οποία συμφωνείται από τα μέρη, από τα οποία ένα τουλάχιστον είναι έμπορος, ότι οι εκατέρωθεν απαιτήσεις από τις συναλλαγές τους δεν θα επιδιώκονται μεμονωμένα αλλά θα φέρονται σε κοινό λογαριασμό προς απόσβεσή τους κατά το μέρος που καλύπτονται, ώστε τελικώς το κατά το κλείσιμο του λογαριασμού τυχόν κατάλοιπο να αποτελεί τη μοναδική απαίτηση μεταξύ των μερών. Ο λογαριασμός κλείνει περιοδικά, εκτός αντίθετης συμφωνίας, κάθε εξάμηνο και οριστικά με καταγγελία της συμβάσεως (άρθ. 112 ΕισΝΑΚ παρ.2). Το περιοδικό κλείσιμο του λογαριασμού δεν επιφέρει τη λήξη της σχετικής σύμβασης, ούτε δημιουργεί απαίτηση για απόδοση του προκύπτοντος από αυτό καταλοίπου, το οποίο μπορεί προς λογιστική τακτοποίηση να αναγνωριστεί κατά τους όρους του άρθρου 873 ΑΚ ή με επιβεβαιωτική σύμβαση ή με παροχή αποδεικτικού μέσου. Στην περίπτωση αυτή το από το περιοδικό κλείσιμο κατάλοιπο αποτελεί κονδύλιο του λογαριασμού της νέας περιόδου, έτσι ώστε, μετά το οριστικό κλείσιμο του λογαριασμού, να μην απαιτείται εκκαθάρισή του για την περίοδο, στην οποία αφορά η γενόμενη αναγνώριση. Μόνο μετά το οριστικό κλείσιμο του λογαριασμού, μπορεί να επιδιωχθεί δικαστικώς η απόδοση του οριστικού καταλοίπου (AΠ 267/2021, 97/2020,1437/2014, 910/2010), ενώ το καθένα από τα συμβληθέντα μέρη μπορεί οποτεδήποτε με καταγγελία του να θεωρήσει πως ο αλληλόχρεος λογαριασμός έκλεισε οριστικά, οπότε ο δικαιούχος του καταλοίπου έχει δικαίωμα να το απαιτήσει αμέσως (άρθ. 112 εδ. γ` ΕισΝΑΚ). Η σύμβαση αλληλόχρεου λογαριασμού διαφοροποιείται από την έννοια του απλού δοσοληπτικού λογαριασμού, η τήρησή του οποίου απλώς απεικονίζει, κατά τους κανόνες της λογιστικής και προς παρακολούθηση των δοσοληψιών μεταξύ δύο προσώπων, τις εκατέρωθεν οφειλόμενες παροχές, χωρίς να έχει προβλεφθεί και συμφωνηθεί ότι οι καταχωρούμενες σε αυτό τον λογαριασμό χρεοπιστώσεις θα χάνουν την αυτοτέλειά τους και ότι η αξίωση του δανειστή- δικαιούχου του καταλοίπου που προκύπτει θα γεννάται, μόνο, μετά από το οριστικό κλείσιμο του λογαριασμού (βλ. και ΑΠ 754/2021). Επομένως επί απλού δοσοληπτικού λογαριασμού δεν απαιτείται να χωρήσει καταγγελία για να απαιτηθούν ακόμη και μεμονωμένες απαιτήσεις καταχωρούμενες σ` αυτόν ή το προκύπτον από τις καταχωρίσεις υπόλοιπο (με παράθεση των δοσοληψιών στη σχετική αγωγή) σε περίπτωση εκκαθάρισης των οφειλομένων είτε με συμφωνία των μερών ή και με πρωτοβουλία ενός από αυτά, ενώ και σε αυτή την περίπτωση μπορεί να αναγνωρισθεί από τα μέρη το υπόλοιπο αυτό είτε δι` αφηρημένης αναγνώρισης χρέους, οπότε για τη δικαστική διεκδίκησή του δεν είναι αναγκαία η παράθεση των επιμέρους δοσοληψιών στη σχετική αγωγή, είτε δι` αιτιώδους κατ` άρθρο 361 ΑΚ αναγνώρισης χρέους, οπότε πρέπει να παρατίθεται η αιτία του κατά τα προαναφερόμενα. Περαιτέρω, ο νομικός χαρακτηρισμός της σύμβασης και η επιλογή των εφαρμοστέων κανόνων δικαίου ανήκει στο δικαστήριο, το οποίο αποφαίνεται όμως πάντοτε με βάση τα προτεινόμενα από τους διαδίκους και αποδεικνυόμενα πραγματικά περιστατικά, ενώ είναι αδιάφορη η ονομασία την οποία έδωσαν στη σύμβαση τα μέρη (ΑΠ 754/2021, 772/2012, 1438/1995).»

Επειδή συνεπώς, με βάση τα ανωτέρω, ο εναγόμενος μου οφείλει το ανωτέρω ποσό-υπόλοιπο γιατί...

συμφωνήσαμε (ΑΚ 361) από την αρχή ότι σε περίπτωση κλεισίματος και εν πάση περιπτώσει, εκκαθάρισης των οφειλομένων οποτεδήποτε με συμφωνία μας ή και με πρωτοβουλία του ενός, απαιτητό ,οφειλόμενο και καταβλητέο, θα είναι το ποσό του υπολοίπου που θα προέκυπτε κατά τους κανόνες της λογιστικής και την παράθεση των επιμέρους δοσοληψιών, δηλ. από την μία των ανωτέρω συγκεκριμένων πωλήσεων και του συγκεκριμένου κάθε φορά τιμήματος και από την άλλη των μέχρι τότε καταβληθέντων για τις αιτίες αυτές. Σύμφωνα δε με όσα αναφέρθηκαν, πρόκειται για μία καθ` όλα έγκυρη και ισχυρή σύμβαση, άτυπη η οποία έχει ως αιτία τις ανωτέρω αναλυτικά αναφερόμενες αγοραπωλησίες, συνδέεται με αυτές και παράγει νέα ενοχή. Συνεπώς, ακόμη και ένα ήθελε γίνει δεκτό ότι εν προκειμένω τηρήθηκε ένας απλός δοσοληπτικός λογαριασμός και δεν έχουν εφαρμογή οι ανωτέρω διατάξεις περί αλληλόχρεου λογαριασμού, γιατί δεν υπήρχε η δυνατότητα χρεώσεων και από τις δύο πλευρές των συμβαλλομένων, αφού πάντα εγώ θα ήμουν ο δανειστής στην μεταξύ μας σχέση, λόγω των συμφωνιών πώλησης, και πάλι, η ανωτέρω σύμβαση είναι έγκυρη και ισχυρή. Απαιτείται απλά στην σχετική αγωγή να παρατίθεται και η αιτία του υπολοίπου, δηλ. τα στοιχεία των συμβάσεων πωλήσεως και των καταβολών, ήτοι τα πραγματικά περιστατικά της αρχικής οφειλής την οποία εξυπηρετεί η σύμβαση αυτή, όπως εν προκειμένω όλα αυτά τα στοιχεία-αιτία, αναφέρονται αναλυτικά ανωτέρω. Μάλιστα στην περίπτωση αυτή, όπως παραπάνω γίνεται δεκτό, δεν απαιτείται καν να χωρήσει καταγγελία για να απαιτηθούν ακόμη και μεμονωμένες απαιτήσεις καταχωρούμενες σ` αυτόν, ή το προκύπτον από τις καταχωρίσεις υπόλοιπο.

Συνεπώς μου οφείλει το ανωτέρω ποσό από την παραπάνω αιτία.

Άλλως και επικουρικά, εάν ήθελε κριθεί ότι η ανωτέρω συμφωνία μας είναι άκυρη για οποιονδήποτε λόγο, ή ότι δεν συνήφθη, τότε μου οφείλει το αυτό ποσό, ως υπόλοιπο τιμήματος κατά τις διατάξεις περί πώλησης την οποία κάθε φορά συμφωνούσαμε με το συγκεκριμένο ανωτέρω συμφωνηθέν τίμημα για το οποίο σε κάθε περίπτωση, οχλήθηκε να καταβάλει με το ανωτέρω εξώδικό μου. Συγκεκριμένα, πώλησα και παρέδωσα σ` αυτόν, δυνάμει των σχετικών προφορικών συμβάσεων πώλησης τις ανωτέρω συγκεκριμένες ημερομηνίες, τα ανωτέρω είδη, με το συγκεκριμένο τίμημα, όπως αυτό αναγράφεται στα εκδοθέντα κάθε φορά παραστατικά, πλέον φπα, και στα οποία ανωτέρω παραπέμπω προς αποφυγή περιττής επανάληψης. Ο δε εναγόμενος κατέβαλε έναντι τα ανωτέρω κάθε φορά ποσά, τα οποία, εφόσον δεν ορίστηκε κάτι διαφορετικό, καταλογίστηκαν (ΑΚ 422) χρονικά κατά σειρά από το αρχαιότερο προς το νεώτερο χρέος εκ πωλήσεως. Έτσι, όπως ανωτέρω ειπώθηκε, με τις γενόμενες καταβολές, εξόφλησε το τίμημα κάθε πώλησης μέχρι και την  … για  το τίμημα της πώλησης …, κατέβαλε εν μέρει το ποσό των …€ και απέμεινε υπόλοιπο … € και έκτοτε οφείλει το τίμημα για όλες τις υπόλοιπες πωλήσεις. 

Επειδή συνεπώς, μου οφείλει το ανωτέρω ποσό με βάση τις ανωτέρω επικαλούμενες ιστορικές και νομικές βάσεις, νομιμότοκα με το νόμιμο τόκο επιδικίας και υπερημερίας, από την επόμενη ημέρα του ανωτέρω εξωδίκου μου, γιατί από τότε οχλήθηκε, άλλως από την επίδοση της παρούσης, μέχρι την πλήρη εξόφληση.

 Επειδή άλλως, έτι επικουρικώτερον, οφείλει να μου αποδώσει το ανωτέρω ποσό κατά τις διατάξεις περί αδικαιολογήτου πλουτισμού (ΑΚ 904επ), δεδομένου ότι κατέστη πλουσιώτερος εις βάρος της περιουσίας μου και επί ζημία μου, άνευ νομίμου αιτίας, αφού το ανωτέρω ποσό, θα  κατέβαλε αναγκαίως ως ελάχιστο τίμημα για τα εμπορεύματα που αγόρασε, με βάση τις τιμές, είδος του πωληθέντος στις συναλλαγές του οικείου τομέα συναλλαγών αγροτικών εφοδίων την ανωτέρω χρονική περίοδο, εις έτερο έμπορο, αλλά και ως κατάλοιπο-εκκαθάριση δοσοληψιών που υποσχέθηκε την καταβολή του, με βάση τις κρατούσες συναλλακτικές συνήθειες του τόπου και χρόνου συναλλαγής, του πλουτισμού σωζομένου εις χείρας του κατά το χρόνο επιδόσεως της παρούσης.

  ΕΠΕΙΔΗ η αγωγή μου είναι νόμιμη και βάσιμη, συντρέχει δε νόμιμη και βάσιμη περίπτωση να κηρυχθεί η εκδοθησόμενη απόφαση προσωρινώς εκτελεστή, καθ’ ότι οιαδήποτε καθυστέρηση της ικανοποίησης των απαιτήσεών μου θα προξενήσει σε μένα ανεπανόρθωτη ζημία αφού ελλείψει χρημάτων μου δεν θα μπορώ να προβώ στην αγορά υλών και προϊόντων για την συνέχιση της εμπορικής μου δραστηριότητας και άλλωστε από την μέχρι τώρα επιδειχθείσα συμπεριφορά του, προκύπτει με βασιμότητα η αφερεγγυότητα του εναγομένου

Δι ταύτα και τα κατά τη συζήτηση προστεθησόμενα και με την επιφύλαξη παντός νομίμου δικαιώματός μου

                    

ΑΙΤΟΥΜΑΙ: Να γίνει δεκτή η αγωγή μου. Να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να μου καταβάλει με απόφαση προσωρινά εκτελεστή, το ποσό των  ….€ με το νόμιμο τόκο επιδικίας και υπερημερίας από την επόμενη του εξωδίκου-κλεισίματος, ήτοι …., άλλως από την επίδοση της παρούσης, μέχρι την πλήρη εξόφληση και Να καταδικαστεί στην δικαστική μου δαπάνη.

           

Ο ΠΛΗΡΕΞΟΥΣΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΟΣ

Βρόντος Ανδρέας

 

Copyright Βρόντος Ανδρέας © 2013