Διοικητικό / Δημόσιο / Προσφυγές / Αναστολές

Διοικητικό / Δημόσιο / Προσφυγές / Αναστολές (28)

Α. Ένσταση παραγραφής όλων των οφειλών που ανάγονται, σύμφωνα με τον έλεγχο και αφορούν τα έτη 2006 έως 2011, άλλως για τα έτη 2006,2007 και 2008 του ελέγχου, και συναφώς  του δικαιώματος του καθ΄ου να βεβαιώσει οφειλές για αυτά.

Με την υπ΄αριθμ. 1833/2021 απόφαση της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας, που εκδόθηκε με τη διαδικασία της «πρότυπης» ή «πιλοτικής» δίκης, κρίθηκε ότι ο θεσπισθείς με το άρθρο 95 παρ. 1 του ν. 4387/2016 γενικός κανόνας της εικοσαετούς παραγραφής των αξιώσεων για την καταβολή εισφορών των εντασσόμενων στον Ε.Φ.Κ.Α. φορέων κοινωνικής ασφάλισης, αντίκειται στις συνταγματικές αρχές της αναλογικότητας και της ασφάλειας δικαίου. Ειδικότερα, κρίθηκε ότι η θεσπιζόμενη με την ανωτέρω διάταξη παραγραφή αντίκειται στην αρχή της αναλογικότητας, καθόσον χρόνος παραγραφής είκοσι ετών δεν συνιστά εύλογη διάρκεια της οικείας προθεσμίας, η οποία απαιτείται να είναι σχετικά σύντομη, δεδομένης και της αυξανόμενης ταχύτητας και πολυπλοκότητας των σύγχρονων βιοτικών σχέσεων και συναλλαγών, που αξιώνουν, καταρχήν, ταχεία εκκαθάριση των εκάστοτε τρεχουσών υποχρεώσεων των διοικουμένων. Εν σχέσει προς την οργάνωση και τη λειτουργία των ασφαλιστικών φορέων, ο προβλεπόμενος χρόνος παραγραφής πρέπει να επαρκεί, ώστε, με τη συνδρομή και των σύγχρονων δυνατοτήτων της τεχνολογίας, να διενεργούνται, στο πλαίσιο της ορθολογικής οργάνωσής τους, επίκαιροι και αποτελεσματικοί, από την άποψη της εισπραξιμότητας, έλεγχοι με στόχο την προστασία του ασφαλιστικού κεφαλαίου και τη διασφάλιση της βιωσιμότητάς τους, χωρίς να εκτείνεται σε μεγάλη διάρκεια, η οποία, λόγω της χρονικής απόστασης από την παράβαση δεν συμβάλλει στην ορθή, κατά τον χρόνο ισχύος της, εφαρμογή της διαρκώς μεταβαλλόμενης ασφαλιστικής νομοθεσίας και τη δημιουργία συνείδησης συμμόρφωσης προς αυτή, οδηγεί αναγκαίως, δεδομένης και της σοβαρής υποστελέχωσης των υπηρεσιών, σε ανεπίκαιρους και για τον λόγο αυτό μειωμένης εισπραξιμότητας ελέγχους, συνεπάγεται μη διαχειρίσιμο φόρτο για τις υπηρεσίες και, ενδεχομένως, ενθαρρύνει την απραξία των ασφαλιστικών φορέων.

Εν σχέσει προς τους βεβαρυμένους με τις ασφαλιστικές εισφορές υπόχρεους, ο χρόνος της παραγραφής απαιτείται να είναι ο αναγκαίος, ώστε, αφενός, να διασφαλίζεται το δικαίωμα άμυνας αυτών έναντι δυσχερειών απόδειξης περιστατικών αναγόμενων στο απώτερο παρελθόν, αφετέρου δε να μην οδηγούνται οι οφειλέτες σε οικονομική εξουθένωση λόγω της υποχρέωσης ταυτόχρονης καταβολής συσσωρευμένων οφειλών περισσότερων ετών, με περαιτέρω δυσμενείς επιπτώσεις στην απασχόληση και την εθνική οικονομία γενικότερα. Τα ανωτέρω ισχύουν δε, λαμβανομένου επιπλέον υπόψη ότι η μη καταβολή ή πλημμελής καταβολή ασφαλιστικών εισφορών δεν συνδέεται αναγκαίως με πρόθεση αποφυγής τους, αλλά δύναται να οφείλεται σε δυσχέρειες κατά την ερμηνεία της ασφαλιστικής νομοθεσίας, αποτέλεσμα των συνεχών τροποποιήσεων και του κατακερματισμού των επί μέρους ρυθμίσεών της. Αντιθέτως, απαιτείται να εξασφαλίζεται η έγκαιρη και σε σχετικά σύντομο χρόνο γνώση των υποχρεώσεών τους, ώστε να μην αιφνιδιάζονται, αλλά να δύνανται να προγραμματίζουν την επαγγελματική τους δραστηριότητα προς όφελος και της εθνικής οικονομίας. Η διαμόρφωση δε της προθεσμίας παραγραφής υπό τους ανωτέρω όρους, που αποτελούν και εκδήλωση της ειρηνευτικής λειτουργίας του δικαίου, συμβάλλει στην καλλιέργεια της αναγκαίας σε ένα κράτος δικαίου σχέσης εμπιστοσύνης των διοικούμενων προς τη Διοίκηση.

Επιπλέον, κρίθηκε (Ολ ΣτΕ 1833/2021) ότι η ανωτέρω διάταξη αντίκειται στην αρχή της ασφάλειας δικαίου, κατά το μέρος που η εικοσαετής παραγραφή, που θεσπίσθηκε, μάλιστα, σε χρόνο κατά τον οποίο οι υπόχρεοι είχαν ήδη υποστεί διάφορες οικονομικές επιβαρύνσεις για την αντιμετώπιση του δημοσιονομικού προβλήματος της χώρας, ισχύει αναδρομικώς και για απαιτήσεις που είχαν γεννηθεί έως την έναρξη ισχύος της νέας διάταξης και δεν είχαν ακόμη παραγραφεί. Δεν δικαιολογείται δε τόσο μακρός χρόνος παραγραφής ούτε η αναδρομική εφαρμογή της από λόγους που συνδέονται με τις δυσχέρειες κατά την οργάνωση του νέου ασφαλιστικού φορέα και την ένταξη σε αυτόν του συνόλου των φορέων κοινωνικής ασφάλισης, ούτε από την έως την ίδρυση του Ε.Φ.Κ.Α. ενδεχόμενη αδράνεια των φορέων κοινωνικής ασφάλισης να μεριμνήσουν για την είσπραξη των απαιτήσεών τους.

Κατόπιν της ως άνω κρίσης περί αντισυνταγματικότητας του γενικού κανόνα παραγραφής, που θεσπίστηκε με τη διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 95 του ν. 4387/2016, με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 6 του ν. 4997/2022, τροποποιήθηκε η ως άνω διάταξη του άρθρου 95 του ν. 4387/2016, και αναμορφώθηκε εκ νέου ως εξής:

 «Άρθρο 95. Παραγραφή αξιώσεων Ηλεκτρονικού Εθνικού Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης
1. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος, η αξίωση του Ηλεκτρονικού Εθνικού Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (e-Ε.Φ.ΚΑ.) και των φορέων που εντάσσονται σε αυτόν για την είσπραξη απαιτήσεων από μη καταβληθείσες ασφαλιστικές εισφορές και των πάσης φύσεως προσθέτων τελών, τόκων, προσαυξήσεων, προστίμων και επιβαρύνσεων, καθώς και των λοιπών ποσών που συνεισπράττονται με αυτές, υπόκειται σε δεκαετή παραγραφή που αρχίζει από την πρώτη μέρα του επόμενου έτους εκείνου εντός του οποίου παρασχέθηκε η ασφαλιστέα εργασία ή υπηρεσία, ανεξαρτήτως του χρόνου κατά τον οποίο οι απαιτήσεις αυτές βεβαιώθηκαν. Η παραγραφή διακόπτεται στις περιπτώσεις της παρ. 1 του άρθρου 138 του ν. 4270/2014 (Α' 143), περί του καθορισμού των περιπτώσεων διακοπής της παραγραφής των χρηματικών απαιτήσεων του Δημοσίου, καθώς και με την κοινοποίηση πράξης βεβαίωσης, εν ευρεία ή εν στενή εννοία, προς τον υπόχρεο.2. Για απαιτήσεις που προέρχονται από ασφαλιστέα εργασία ή υπηρεσία που παρασχέθηκε μετά από την 1η.1.2026η παραγραφή της παρ. 1 ορίζεται πενταετής. 3.Απαίτηση, η οποία σύμφωνα με το παρόν έχει υποπέσει σε παραγραφή, δεν λαμβάνεται υπόψη κατά την έκδοση αποδεικτικού ασφαλιστικής ενημερότητας ή βεβαίωσης οφειλής που επέχει θέση ασφαλιστικής ενημερότητας.» Εκ της ως άνω λοιπόν διατάξεως, προκύπτει ότι η ισχύς του χρόνου παραγραφής είναι δεκαετής και ανατρέχει στην ημερομηνία έναρξης ισχύος του ν. 4387/2016, δηλαδή στις 12/5/2016.

Συνεπώς στην προκείμενη περίπτωση η παραγραφή των οφειλών άρχεται για το έτος 2006, από την 1-1-2007, για το έτος 2007, από την 1-1-2008, κ.ο.κ. και φυσικά συνεχίζεται εφόσον δεν επέλθει κάποιο διακοπτικό γεγονός της παραγραφής σύμφωνα με την ανωτέρω παρ. 1 του άρθρου 95 ως πλέον ισχύει.

          Μεταξύ άλλων, για τα οποία δεν πρόκειται εδώ, [δηλ. για τις ανωτέρω περιπτώσεις της παρ. 1 του άρθρου 138 του ν. 4270/2014 (Α’ 143) καθόσον δεν έλαβαν χώρα τα εις αυτή αναφερόμενα διακοπτικά γεγονότα (κατάσχεση κλπ) και σε κάθε περίπτωση τα αρνούμαι], διακοπή της παραγραφής επιφέρει κατά τα ανωτέρω η κοινοποίηση πράξης βεβαίωσης, εν ευρεία ή εν στενή εννοία, προς τον υπόχρεο.

Παγίως δε γίνεται δεκτό (ίδετε ενδ. ΔΠρΚαβ 239/2022, ΝΟΜΟΣ), ότι «Ειδικότερα, η διαδικασία βεβαιώσεως της οφειλής χωρίζεται σε δύο διακριτά στάδια. Το πρώτο στάδιο είναι αυτό της εν ευρεία εννοία βεβαιώσεως της οφειλής, κατά το οποίο ο οικείος ασφαλιστικός φορέας εντοπίζει τις καθυστερούμενες οφειλές και συντάσσει γι’ αυτές, εντός του επόμενου μήνα από τη λήξη της προθεσμίας καταβολής τους και όχι πέραν των έξι μηνών από την ημέρα που αυτές κατέστησαν καθυστερούμενες, Πράξη Βεβαίωσης Οφειλής, η οποία είναι «ειδική διοικητική πράξη καταγραφής οφειλών». Η διοικητική αυτή πράξη συνιστά την καταλογιστική πράξη και τον νόμιμο τίτλο κατά την έννοια του άρθρου 2 του Κ.Ε.Δ.Ε. Από την έκδοση της Πράξης Βεβαίωσης Οφειλής - η οποία εκδίδεται από τον οικείο ασφαλιστικό φορέα σύμφωνα με νέα κοινή διαδικασία [η μορφή, το περιεχόμενο και ο χρόνος εκδόσεως (δηλαδή οι τιθέμενες προθεσμίες) είναι κοινά για όλους τους ασφαλιστικούς οργανισμούς] - η καθυστερούμενη οφειλή καθίσταται ληξιπρόθεσμη. Ακολούθως, οι ληξιπρόθεσμες οφειλές των ασφαλιστικών φορέων διαβιβάζονται από αυτούς στο Κ.Ε.Α.Ο. Με τη διαβίβαση της σχετικής Πράξης Βεβαίωσης Οφειλής στο Κ.Ε.Α.Ο. αρχίζει το δεύτερο στάδιο της διαδικασίας βεβαιώσεως της οφειλής. Συγκεκριμένα δε, οι πράξεις βεβαίωσης οφειλής εντός μηνός από την έκδοσή τους από τους ασφαλιστικούς οργανισμούς διαβιβάζονται από αυτούς (αυτοματοποιημένα, κατά τα ειδικότερον οριζόμενα στην από 29-08-2013 υπουργική απόφαση) στο Κ.Ε.Α.Ο., όπου - μετά την ολοκλήρωση ελέγχου πληρότητας, ορθότητας και συνέπειας των στοιχείων από το πληροφοριακό σύστημα του Κ.Ε.Α.Ο.- κάθε πράξη βεβαίωσης οφειλής λαμβάνει (με ηλεκτρονικό τρόπο) μοναδικό αριθμό και ταυτοχρόνως εγγράφεται στο ειδικό ηλεκτρονικό μητρώο εσόδων του Κ.Ε.Α.Ο. Από και διά της αποδόσεως μοναδικού αριθμού και της εν λόγω εγγραφής, η Πράξη Βεβαίωσης Οφειλής καθίσταται εκτελεστός τίτλος κατά τον Κ.Ε.Δ.Ε. Έτσι διενεργείται η εν στενή εννοία βεβαίωση της οφειλής, ήτοι η ταμειακή βεβαίωση, και με αυτήν ολοκληρώνεται η διαδικασία βεβαιώσεως της οφειλής. Κατόπιν τούτων, εκκινεί το επόμενο στάδιο, αυτό της εισπράξεως της οφειλής (ΣτΕ 2658-2659/2019 7μ, 2617-2618/2018 7μ.).»

Τα ανωτέρω όμως δεν αρκούν. Διότι ναι μεν  η ανωτέρω Πράξη Βεβαίωσης Οφειλής συνιστά την καταλογιστική πράξη και τον νόμιμο τίτλο κατά την έννοια του άρθρου 2 του Κ.Ε.Δ.Ε, πλην όμως για να είναι έγκυρη και όχι άκυρη, πρέπει να......

01 Δεκεμβρίου 2023 Γράφτηκε από Κατηγορία Διοικητικό / Δημόσιο / Προσφυγές / Αναστολές

Αριθμός απόφασης: AO475/2023

TO

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΕΦΕΤΕΙΟ ΛΑΡΙΣΑΣ

ΤΜΗΜΑ Α΄

ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ

(Διαδικασία διοικητικών διαφορών ουσίας)

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 9 Μαΐου 2023, με δικαστή τον Θεόδωρο Τσαλή, Εφέτη Διοικητικών Δικαστηρίων (Δ.Δ.), και γραμματέα τον Χαράλαμπο Κανελλιά, δικαστικό υπάλληλο,

για να δικάσει την έφεση με χρονολογία κατάθεσης …. (Α.Β.Ε.Μ. ΕΦ ……)

του νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου (ν.π.δ.δ.) με την επωνυμία «ΕΦΚΑ.» (…..), ήδη, μετονομασθέντος από ……. σε «…….» (………), ως οιονεί καθολικού διαδόχου του ν.π.δ.δ. με την επωνυμία «………. » (………..) », που εδρεύει στην ……., εκπροσωπείται νόμιμα από τον Διευθυντή του Περιφερειακού Υποκαταστήματος Μισθωτών Καρδίτσας, ο οποίος παραστάθηκε δια της πληρεξούσιας δικηγόρου …….. (Δ.Σ. ….), με την κατατεθείσα στις …… δήλωση περί μη εμφάνισής της, κατ' άρθρο 133 παρ. 2 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (Κ.Δ.Δ.), όπως ισχύει

κατά της ομόρρυθμης εταιρείας με την επωνυμία « ………Ο.Ε.», που εδρεύει στην …….. (……..), εκπροσωπείται νόμιμα και παραστάθηκε δια του πληρεξούσιου δικηγόρου Ανδρέα Βρόντου (Δ.Σ. Καρδίτσας), με την κατατεθείσα στις 8-5-2023 δήλωση περί μη εμφάνισής του, κατ' άρθρο 133 παρ. 2 του Κ.Δ.Δ., και

κατά της ……. απόφασης του Μονομελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου …….

Αφού μελέτησε τη δικογραφία Σκέφθηκε κατά τον Νόμο:

  • Επειδή, για την άσκηση της υπό κρίση έφεσης δεν απαιτείται η καταβολή παράβολου (άρθρο 62 παρ. 3 περ. Θ' του ν. 4387/2016, ΦΕΚ Α' 85, όπως η παράγραφος αυτή αντικαταστάθηκε με το άρθρο 31 παρ. 1 του ν. 4445/2016, ΦΕΚ Α'236).
  • Επειδή, με την υπό κρίση έφεση επιδιώκεται η εξαφάνιση της ………. απόφασης του Μονομελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου …. με την οποία έγινε δεκτή η με χρονολογία κατάθεσης ……. προσφυγή της εφεσίβλητης εταιρείας και ακυρώθηκε η …….. Πράξη Επιβολής Προστίμου υπαλλήλου της Ειδικής Υπηρεσίας Ελέγχου Ασφάλισης (Ε.ΥΠ.Ε.Α.) της Περιφέρειας Αττικής. Με την τελευταία, είχε επιβληθεί σε βάρος της εφεσίβλητης, ως εργοδότριας εταιρείας, κατ' εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 20 του ν. 4255/2014 (ΦΕΚ Α'89) και της …………. απόφασης του Υπουργού και του Υφυπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας (Φ.Ε.Κ. Β' 1551), συνολικό πρόστιμο ύψους 21.601,08 ευρώ και, ειδικότερα, (α) πρόστιμο ποσού 10.550,54 ευρώ για κάθε μία από τις αποδιδόμενες σε αυτήν δύο παραβάσεις της μη αναγραφής στον Πίνακα Προσωπικού (έγγραφο Ε4) των δύο αναφερόμενων στην πράξη αυτή ως εργαζόμενων στην επιχείρησή της εργατοτεχνιτών ηλικίας άνω των 25 ετών και (β) πρόστιμο ποσού 500 ευρώ για την παράβαση της μη τήρησης του ισχύοντος πίνακα προσωπικού.
  • Επειδή, στο άρθρο 92 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (ν. 2717/1999, ΦΕΚ Α' 97) ορίζεται ότι: « 1. Σε έφεση υπόκεινται οι αποφάσεις που εκδίδονται σε πρώτο βαθμό. 2. Δεν υπόκεινται σε έφεση αποφάσεις που αφορούν σε χρηματικές διαφορές, αν το αντικείμενο τους δεν υπερβαίνει το ποσό των πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ. ... Το αντικείμενο της διαφοράς προσδιορίζεται από το αμφισβητούμενο με την έφεση ποσό. Αν αντικείμενο της διαφοράς είναι περισσότερα αυτοτελή και διακεκριμένα μεταξύ τους ποσά, το εκκλητό κρίνεται χωριστά ως προς καθένα από τα ποσά αυτά...... Κατά την έννοια των διατάξεων της παραγράφου 2 του άρθρου 92 του Κ.Δ.Δ., με τις οποίες το όριο του εκκλητού ορίστηκε σε πέντε χιλιάδες (5.000) ευρώ, αν αντικείμενο της διαφοράς είναι περισσότερα αυτοτελή και διακεκριμένα μεταξύ τους ποσά, το εκκλητό κρίνεται χωριστά ως προς καθένα από τα ποσά αυτά, όπως καθορίζονται με την πρωτόδικη απόφαση, και ανεξαρτήτως αν τα αυτοτελή αυτά ποσά καταλογίστηκαν με μία διοικητική πράξη (ΣτΕ 1767/2020, 126/2014, 782/2013, 2202, 3965, 4170/2012, 1591, 4101, 4242/2011, 2171, 3293, 4020/2010, 2870, 3735/2008, 1756/2007 Ολομ., 3163, 3233/2007). Στην προκειμένη περίπτωση, δεδομένου ότι το επιβληθέν πρόστιμο σε βάρος του εφεσίβλητου για την αποδιδόμενη παράβαση της μη τήρησης του ισχύοντος πίνακα προσωπικού, που, σύμφωνα με το άρθρο 2 της αναφερόμενης στην προηγούμενη σκέψη υπουργικής απόφασης, συνιστά αυτοτελή διοικητική κύρωση, ανέρχεται σε 500 ευρώ, υπολείπεται δηλαδή του απαιτούμενου, κατ' άρθρο 92 παρ.2 εδ. α' του Κ.Δ.Δ., για τη δυνατότητα άσκησης έφεσης, ποσού των 5.000 ευρώ, η εκκαλούμενη απόφαση είναι, κατά το μέρος που αφορά το εν λόγω πρόστιμο, ανέκκλητη (ανεξαρτήτως του αν το πρόστιμο αυτό επιβλήθηκε με την ίδια πράξη με την οποία επιβλήθηκαν και τα έτερα ένδικα πρόστιμα). Συνεπώς, κατά το μέρος αυτό, η κρινόμενη έφεση πρέπει να απορριφθεί ως απαραδέκτως ασκηθείσα. Περαιτέρω, η υπό κρίση έφεση ασκείται παραδεκτώς κατά τα λοιπά και πρέπει να γίνει τυπικώς δεκτή και να εξετασθεί ως προς τη βασιμότητά της.
  • Επειδή, στο άρθρο 20 του ν. 4255/2014 (Φ.Ε.Κ. Α' 89) ορίζεται ότι: «Παράγραφος 1: Κατάργηση υποχρέωσης τήρησης Ειδικού Βιβλίου Καταχώρισης Νεοπροσλαμβανόμενου Προσωπικού 1. “ Η περίπτωση στ’ της παρ. 9 του άρθρου 26 του α.ν. 1846/1951 (ΦΕΚ Α' 79), όπως ισχύει, καταργείται από 1.6.2014. ” Παράγραφος 2 : Τροποποίηση αρμοδιοτήτων ΕΥΠΕΑ μετά την κατάργηση του Ειδικού Βιβλίου: 1. Τα δεύτερο και τρίτο εδάφια της περίπτωσης β΄ της παρ. 1 του άρθρου 1 του ν.2556/1997 (ΦΕΚ Α' 270), όπως ισχύει, αντικαθίστανται από 1.6.2014 ως εξής: “ Διενέργεια επιτόπιων ελέγχων σε επιχειρήσεις για τη διαπίστωση της υποβολής και τήρησης, ορθής ή μη, των εντύπων Ε3 (αναγγελία πρόσληψης) και Ε4 (πίνακας προσωπικού), όπως αυτά καταγράφονται στο άρθρο 2 της υπ’ αριθμ. 5072/6/25.2.2013 (ΦΕΚ Β' 449) απόφασης του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας, όπως αυτή κάθε φορά ισχύει, καθώς και για την ορθή εφαρμογή της νομοθεσίας του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ. Ο έλεγχος αυτός αφορά στην επιβολή προστίμου περί μη αναγραφής εργαζομένου στον πίνακα προσωπικού. Σε περίπτωση μη τήρησης και μη ανάρτησης του πίνακα προσωπικού επιβάλλονται πρόστιμα, όπως αυτά ορίζονται με την απόφαση της περίπτωσης 7 της παρούσας παραγράφου. Έλεγχος της ορθής υπαγωγής στην ασφάλιση και της τήρησης της ασφαλιστικής νομοθεσίας.” ... 4. Τα ανωτέρω πρόστιμα που επιβάλλονται από τους ελεγκτές της ΕΥΠΕΑ και τους αρμόδιους υπαλλήλους των υποκαταστημάτων του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ αποτελούν έσοδα του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ. ... Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας που εκδίδεται μέχρι τις 10.5.2014, μετά από γνώμη του Δ.Σ. του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ και του ΣΕΠΕ, δύναται να ρυθμίζεται το ύψος, ο τρόπος υπολογισμού του προστίμου, η διαδικασία, ο συγχρονισμός των ελεγκτικών υπηρεσιών, ο τρόπος και ο χρόνος διαβίβασης των εκθέσεων και δελτίων ελέγχου μεταξύ των αρμόδιων υπηρεσιών και κάθε άλλο ειδικό θέμα ή αναγκαία λεπτομέρεια που αφορά την εφαρμογή των προηγούμενων παραγράφων. 7. Η ισχύς του άρθρου αυτού αρχίζει την 1.6.2014 ...». Κατόπιν, κατ' εξουσιοδότηση της ανωτέρω διάταξης εκδόθηκε η Φ.11321/11115/802/2.6.2014 απόφαση του Υπουργού και του Υφυπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας (Φ.Ε.Κ. Β' 1551), στο άρθρο 1 της οποίας ορίζεται ότι: « α) Ελεγκτές της ΕΥΠΕΑ και αρμόδιοι υπάλληλοι του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ που κατά τον επιτόπιο έλεγχο διαπιστώνουν τη μη αναγραφή εργαζομένου στον ισχύοντα πίνακα προσωπικού που τηρείται από τον εργοδότη, επιβάλλουν διοικητική κύρωση (πρόστιμο) σύμφωνα με το άρθρο 4 της παρούσης, κατά δέσμια αρμοδιότητα, χωρίς προηγούμενη πρόσκλησή του για παροχή εξηγήσεων ως κατωτέρω: Παράβαση: Μη αναγραφή εργαζομένου στον πίνακα προσωπικού. Επιβαλλόμενο πρόστιμο: ο κατώτατος νόμιμος νομοθετημένος μισθός, μη προσαυξημένος για κάθε τριετία προϋπηρεσίας επί (18) δεκαοκτώ μήνες εργασίας για κάθε αδήλωτο εργαζόμενο - υπάλληλο και το κατώτατο νόμιμο νομοθετημένο ημερομίσθιο, μη προσαυξημένο για κάθε τριετία προϋπηρεσίας επί τετρακόσιες τρεις (403) ημέρες εργασίας για κάθε αδήλωτο εργαζόμενο - εργατοτεχνίτη, ανάλογα με την ηλικιακή διάκριση που θεσπίζει η υποπαράγραφος ΙΑ 11 του άρθρου πρώτου του Ν. 4093/2012. Συγκεκριμένα για κάθε αδήλωτο εργαζόμενο: Για υπάλληλο ... Για κάθε εργατοτεχνίτη ηλικίας άνω των 25 ετών ... 10.550,54 ευρώ ...», και στο άρθρο 4 ότι: « α) Για την επιβολή των ανωτέρω κυρώσεων (προστίμων) των άρθρων 1 και 2 της παρούσας, συντάσσεται και επιδίδεται επί τόπου Δελτίο Ελέγχου, με το οποίο βεβαιώνεται το είδος της παράβασης, και συντάσσεται και επιδίδεται άμεσα, και όχι αργότερα από πέντε (5) εργάσιμες ημέρες από το Δελτίου Ελέγχου, Πράξη Επιβολής Προστίμου, με την οποία προσδιορίζεται, σύμφωνα με τα οριζόμενα στα ανωτέρω άρθρα 1 και 2 της παρούσης, το ύψος της κύρωσης (προστίμου) που αντιστοιχεί στην βεβαιωθείσα παράβαση. Η πράξη επιβολής προστίμου κατά τα ανωτέρω κοινοποιείται, με απόδειξη, στον παραβάτη (...), δ) Κατά της Πράξης Επιβολής Προστίμου ασκείται προσφυγή ουσίας ενώπιον του αρμόδιου Διοικητικού Πρωτοδικείου μέσα σε εξήντα ημέρες από την επίδοσή της. ... ». Με τις ανωτέρω διατάξεις θεσπίζεται η τυπική παράβαση της μη αναγραφής εργαζομένου στον πίνακα προσωπικού της επιχείρησης, με έρεισμα την απλή διαπίστωση του αντικειμενικού γεγονότος της μη καταχώρισης του εργαζομένου στον τηρούμενο στην επιχείρηση πίνακα προσωπικού, καθώς και μαχητό τεκμήριο ότι ο αναφερόμενος από τους ελεγκτές της ΕΥΠΕΑ ή τους υπαλλήλους του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ ως εργαζόμενος, που δεν αναγράφεται στον πίνακα προσωπικού, συνδέεται με εργασιακή σχέση με τον εργοδότη. Ο τελευταίος δύναται να ανατρέψει το τεκμήριο αυτό με την άσκηση προσφυγής, αποδεικνύοντας ότι ουδεμία σχέση εργασίας τον συνδέει με το πρόσωπο που τα ελεγκτικά όργανα θεώρησαν ως μισθωτό του (πρβλ. ΣτΕ 2151/2017 7μ.).
  • Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτουν τα ακόλουθα: Στις ….., ημέρα Σάββατο και περί ώρα 12:10, ελεγκτές της Ε.ΥΠ.Ε.Α. …….. διενήργησαν επιτόπιο έλεγχο στην επιχείρηση που διατηρεί η εφεσίβλητη εταιρεία στην ……., με κύριο αντικείμενο δραστηριότητας «………». Κατά τον έλεγχο αυτό, όπως αναγράφεται στα αυθημερόν συνταχθέντα ….. και ….. δελτία ελέγχου, βρέθηκε στις εγκαταστάσεις της επιχείρησης με ρούχα αγροτικής εργασίας ο ……., γεννηθείς στις ……, ο οποίος δήλωσε ότι δεν εργάζεται στην επιχείρηση και ότι είναι ο πατέρας του ομόρρυθμου μέλους της εταιρείας …... Περαιτέρω, βρέθηκαν ο ……., γεννηθείς στις ……., και ο …, γεννηθείς στις ……, πολίτες ……, και όπως αναγράφεται στο ….. δελτίο « βρέθηκαν εντός χώρου εργασίας με ρούχα εργασίας και είναι και παλαιότεροι εργαζόμενοι της επιχείρησης », σημειώνεται δε στο δελτίο ελέγχου ως ημερομηνία πρόσληψης η ημερομηνία διενέργειας του ελέγχου με την ειδικότητα του εργάτη, τέθηκαν δε οι υπογραφές των ανωτέρω στη θέση του δελτίου « υπογραφή εργαζόμενου». Στο σώμα των δελτίων σημειώθηκε, επίσης, η παρουσία του έτερου ομόρρυθμου μέλους της εταιρείας, …….., καθώς και η άρνησή του να υπογράψει και να παραλάβει αντίγραφα αυτών. Με βάση τις παραπάνω διαπιστώσεις και αφού διαπιστώθηκε ότι οι ω άνω φερόμενοι, κατά τον έλεγχο, ως εργαζόμενοι, δεν ήταν αναγεγραμμένοι στον πίνακα προσωπικού της επιχείρησης, εκδόθηκε η ……. Π.Ε.Π. με την οποία, κατ’ επίκληση του άρθρου 20 του Ν. 4255/2014 και των οικείων διατάξεων της Φ.11321/11115/802/2.6.2014 Κ.Υ.Α., επιβλήθηκαν σε βάρος της εφεσίβλητης τα ειδικότερα αναφερόμενα στη δεύτερη σκέψη της παρούσας χρηματικά πρόστιμα.
  • Επειδή, κατά της προαναφερθείσας πράξης επιβολής προστίμου η εφεσίβλητη εταιρεία άσκησε ενώπιον του Διοικητικού Πρωτοδικείου …… στις ……. προσφυγή επιδιώκοντας την ακύρωσή της. Προς τούτο, αναφορικά με τα πραγματικά περιστατικά που στοιχειοθετούν τις αποδιδόμενες σε βάρος της ένδικες παραβάσεις, η προσφεύγουσα και, ήδη, εφεσίβλητη εταιρεία αρνήθηκε την ύπαρξη σχέση εξαρτημένης εργασίας με τους ………., κατά τον κρίσιμο χρόνο του ελέγχου, προβάλλοντας ότι δεν είχε ακόμα συναφθεί μεταξύ τους σύμβαση εργασίας για την επ’ αμοιβή απασχόλησή τους και, επομένως, η ίδια δεν υπείχε υποχρέωση ασφάλισής τους στον ασφαλιστικό φορέα και τήρησης του οικείου πίνακα προσωπικού. Συνομολόγησε μεν ότι οι εν λόγω αλλοδαποί απασχολούνταν κατά τακτά χρονικά διαστήματα στην επίμαχη επιχείρηση, ως εργάτες για την κοπή, στοίβαξη και αποθήκευση της ξυλείας, καθώς και για τη φόρτωση δασικών προϊόντων σε φορτηγά προς διανομή, πλην όμως, υποστήριξε ότι, κατά τον κρίσιμο χρόνο, δεν απασχολούνταν σε καμία σχετική εργασία και ότι απλώς, λόγω της γνωριμίας και της επικείμενης συνεργασίας τους στις αρχές Ιουλίου, βρίσκονταν στις εγκαταστάσεις της προς συνεννόηση με τους υπευθύνους. Ειδικότερα, η εφεσίβλητη εταιρεία υποστήριξε ότι κύρια δραστηριότητά της αποτελεί η εμπορία δασικών προϊόντων (ιδίως ξυλείας που προορίζεται για καύση σε σόμπες και τζάκια), η οποία περιλαμβάνει τη μεταφορά, κοπή, αποθήκευση και την περαιτέρω διανομή των προϊόντων αυτών σε πελάτες της επιχείρησης, ότι λόγω της φύσης της συγκεκριμένης επαγγελματικής δραστηριότητας η εμπορία των καυσόξυλων διενεργείται, κατά κύριο λόγο, από τον Ιούλιο έως τον Δεκέμβριο κάθε έτους, δοθέντος ότι οι εργασίες υλοτομίας αρχίζουν την άνοιξη, όταν δεν υπάρχει πλήρες φύλλωμα, και συνεχίζεται συνήθως έως το καλοκαίρι, ανάλογα με την έκταση και τη δυσκολία της περιοχής. Συγκεκριμένα, κατά τους ισχυρισμούς της, η μεταφορά της ξυλείας από το δάσος στην ιδιωτική της μάντρα δεν μπορεί να διενεργηθεί πριν από τα τέλη Ιουνίου - αρχές Ιουλίου, καθώς, λόγω των βροχοπτώσεων και χιονοπτώσεων, που έχουν, κατά τα συνήθως συμβαίνοντα, προηγηθεί, είναι αδύνατη η ασφαλής προσπέλαση από τις ορεινές περιοχές. Με τα δεδομένα αυτά, υποστήριξε ότι η ανάγκη για την πρόσληψη εργατών, που απασχολούνταν με την κοπή των ξύλων που φτάνουν στη μάντρα, την αποθήκευση αυτών και τη φόρτωσή τους στα φορτηγά προς διανομή, ανακύπτει αρχές Ιουλίου, σε εξαιρετικές δε περιπτώσεις, τέλη Ιουνίου και, πάντως, σε καμία περίπτωση, αρχές Ιουνίου. Στις …….., οπότε διενεργήθηκε ο έλεγχος, δεν υπήρχαν ακόμα ξύλα στη μάντρα και, ως εκ τούτου, δεν υπήρχε ανάγκη απασχόλησης των συγκεκριμένων εργατών. Σε κάθε περίπτωση, η εφεσίβλητη προέβαλε ότι στα οικεία δελτία ελέγχου αναγράφεται μόνο ότι οι εν λόγω αλλοδαποί ήταν ενδεδυμένοι με ρούχα εργασίας, χωρίς να καταγράφεται αν κατελήφθησαν απασχολούμενοι σε συγκεκριμένη εργασία, σχετική με την εμπορική δραστηριότητα της επιχείρησης. Τέλος, η εφεσίβλητη υποστήριξε ότι από την έναρξη λειτουργίας της συγκεκριμένης επιχείρησης τηρεί απαρέγκλιτα τους κανόνες της φορολογικής, εργατικής και ασφαλιστικής νομοθεσίας, εκπληρώνοντας έγκαιρα τις σχετικές υποχρεώσεις της. Η εφεσίβλητη προς απόδειξη των ισχυρισμών της προσκόμισε τέσσερις ένορκες βεβαιώσεις μαρτύρων συνταχθείσες ενώπιον της Συμβολαιογράφου ……., για τις οποίες τηρήθηκε η διαδικασία των άρθρων 184- 185 του Κ.Δ.Δ. και, συγκεκριμένα: α) τις ………. και ………. ένορκες βεβαιώσεις των …….. και ……….., αντίστοιχα, οι οποίοι δήλωσαν ότι ζουν και εργάζονται στην …….. από τα μέσα της δεκαετίας του 1990, ότι τα τελευταία πέντε (5) περίπου έτη εργάζονται στην επίμαχη επιχείρηση ως εργάτες, από τις αρχές συνήθως του Ιουλίου κάθε έτους μέχρι το τέλος αυτού ή τις αρχές του επόμενου, απασχολούμενοι στη μεταφορά, τη στοίβαξη και την αποθήκευση των ξύλων, την κοπή με κορδέλα και τη φόρτωσή τους προς διανομή, ότι η εφεσίβλητη εταιρεία προβαίνει πάντοτε στην προβλεπόμενη εκ του νόμου ασφάλισή τους, και, τέλος, ότι την ημέρα του ελέγχου είχαν βρεθεί αμφότεροι στις εγκαταστάσεις της επιχείρησης προκειμένου να συζητήσουν με τους υπευθύνους για την περίπτωση επαναπρόσληψής τους τον επόμενο μήνα, κατελήφθησαν δε να πίνουν καφέ και όχι να εργάζονται, αφού, σε κάθε περίπτωση, δεν υπήρχαν ξύλα ούτε αντίστοιχες εργασίες να διεκπεραιωθούν, όπως και οι ίδιοι εξέθεσαν στους ελεγκτές, β) την ………. ένορκη βεβαίωση του ………., που γεννήθηκε στις …………, ο οποίος δήλωσε ότι είναι πρώην ομόρρυθμο μέλος της εφεσίβλητης εταιρείας και, ήδη, συνταξιούχος, ότι κατά τον χρόνο του ελέγχου ήταν παρών στον χώρο της επιχείρησης όπου βρέθηκαν οι δύο ως άνω φερόμενοι ως απασχολούμενοι, οι οποίοι συζητούσαν με τον ………. για το ενδεχόμενο της επαναπρόσληψής τους και, πάντως, δεν κατελήφθησαν να εργάζονται, ήτοι να φορτώνουν ή να μεταφέρουν ξυλεία, να οδηγούν οχήματα ή έστω να καθαρίζουν τον χώρο, και ότι, ούτως ή άλλως, κατά τον χρόνο εκείνο, όπως όλοι οι παρευρισκόμενοι επισταμένως εξήγησαν στους ελεγκτές, δεν υπήρχαν ξύλα στη μάντρα, ούτε ήταν δυνατό να υπάρχουν, καθώς η μεταφορά τους γίνεται συνήθως στις αρχές Ιουλίου κάθε έτους, σπάνια δε το δεύτερο δεκαπενθήμερο του Ιουνίου, αφού πρώτα στεγνώσουν οι ορεινοί δρόμοι και εξαλειφθεί ο κίνδυνος να βουλιάξουν ή να ανατραπούν τα φορτηγά, και γ) την ……….. ένορκη βεβαίωση του ………., που γεννήθηκε το έτος 1965, ο οποίος δήλωσε ότι είναι έμπορος δασικών προϊόντων για 27 συναπτά έτη, ότι διαθέτει φορτηγά μεταφοράς ξυλείας και διατηρεί μάντρες πώλησης καυσόξυλων στις περιοχές ……… και …………, ότι, βάσει της εμπειρίας του, τα τελευταία χρόνια η μεταφορά ξυλείας γίνεται πάντοτε μετά το τέλος Ιουνίου κάθε έτους, λόγω της άσχημης κατάστασης των δασοδρόμων της περιοχής, η διάσχιση των οποίων, εξαιτίας των βροχοπτώσεων και της λάσπης, είναι επικίνδυνη, ότι οι έμποροι της περιοχής, κατόπιν σχετικής άδειας από το δασαρχείο, χρειάζεται κάθε χρόνο να ανοίγουν νέους δρομίσκους και, πάντως, όχι πριν από τα τέλη του Ιουνίου, προκειμένου να είναι πιο ασφαλής η διέλευση των φορτηγών, ότι, όχι μόνο στη συγκεκριμένη περιοχή αλλά και σε όλη την Ελλάδα, τα πρώτα ξύλα φτάνουν στις μάντρες, στην καλύτερη περίπτωση, στις αρχές Ιουλίου και, πάντως, όχι πριν από τα τέλη ή τα μέσα Ιουνίου, ότι οι εργάτες, που απασχολούνται στην κοπή των ξύλων με κορδέλα, στη μετατόπιση και στοίβαξη αυτών και στην αποθήκευσή τους σε στέγαστρα μέσα στις μάντρες, προσλαμβάνονται για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα και, συγκεκριμένα, από τον Ιούλιο μέχρι και το τέλος περίπου κάθε έτους, ότι, λόγω της συνεργασίας του με την εφεσίβλητη εταιρεία κατά τα τελευταία έτη, γνωρίζει ο ίδιος προσωπικά ότι οι …….. και ………. απασχολούνται κάθε έτος στη μάντρα της επιχείρησης κατά το συγκεκριμένο ως άνω χρονικό διάστημα, εκτελώντας τις προαναφερόμενες εργασίες, ενώ, τον Μάρτιο του 2017, τους είχε προσλάβει και ο ίδιος για σχετικές υλοτομικές εργασίες, και, τέλος, ότι κατά τον χρόνο του επίδικου ελέγχου δεν υπήρχε ξυλεία στη μάντρα της επιχείρησης και, ως εκ τούτου, δεν υπήρχε αντικείμενο απασχόλησης εργατών, καθώς και ότι ο ίδιος το εν λόγω έτος διενήργησε τις πρώτες μεταφορές ξυλείας εντός του Ιουλίου, βεβαιώνει δε ότι είναι σύνηθες οι εργάτες του είδους να επισκέπτονται τους εμπόρους στις μάντρες και να αναζητούν εργασία πριν από την έναρξη της περιόδου. Η εφεσίβλητη εταιρεία προσκόμισε, επίσης, μεταξύ άλλων, τα εξής: α) τα ΑΠ ………, ΑΠ ……….., ΑΠ ………., ΑΠ ………, ΑΠ ……… και ΑΠ ………. έντυπα αναγγελίας πρόσληψης (Ε3) και, αντίστοιχα, τα ……….. έντυπα καταγγελίας σύμβασης εργασίας (Ε6) και το ……… έντυπο αναγγελίας οικειοθελούς αποχώρησης μισθωτού (Ε5), από τα οποία προκύπτει η απασχόληση του ……… στην επίμαχη επιχείρηση, με την ειδικότητα του υπαλλήλου-αποθηκάριου, 40ώρες/εβδομαδιαίως, για τα χρονικά διαστήματα από …………, καθώς και κατά τις χρονικές περιόδους 6ος/2013 (1 δημέρες απασχόλησης)-11ος/2013 και 6ος/2015 (12ημέρες απασχόλησης) -1 ος/2016, όπως τούτο προκύπτει από τον οικείο λογαριασμό ασφαλισμένου, χωρίς να προσδιορίζεται η ακριβής χρονολογία έναρξης και λήξης της εργασιακής σχέσης, β) τα ΑΠ ………, ΑΠ ………., ΑΠ ……….., ΑΠ ………., ΑΠ ……… και ΑΠ …….. έντυπα αναγγελίας πρόσληψης (Ε3) και, αντίστοιχα, τα ΑΚΧ ……, ………. έντυπα καταγγελίας σύμβασης εργασίας (Ε6) και το ΑΟ ……. έντυπο αναγγελίας οικειοθελούς αποχώρησης μισθωτού (Ε5), από τα οποία προκύπτει η απασχόληση του ……… στην επίμαχη επιχείρηση, με την ειδικότητα του υπαλλήλου-αποθηκάριου, 40ώρες/εβδομαδιαίως, για τα χρονικά διαστήματα από …… και έπειτα, καθώς και κατά τις χρονικές περιόδους 6ος/2013 (15ημέρες απασχόλησης)-11ος/2013 και 6ος/2015 (12ημέρες απασχόλησης)-1ος/2016, όπως τούτο προκύπτει από τον οικείο λογαριασμό ασφαλισμένου, χωρίς να προσδιορίζεται η ακριβής χρονολογία έναρξης και λήξης της εργασιακής σχέσης, γ) τα ……. έντυπα αναγγελίας πρόσληψης (Ε3) και τα ……. έντυπα καταγγελίας σύμβασης εργασίας (Ε6), από τα οποία προκύπτει η απασχόληση των ……. και …….., με την ειδικότητα του εργάτη, 40ώρες/εβδομαδιαίως, στην ατομική επιχείρηση του ……(……… κ.ά.), για το χρονικό διάστημα από 22.3.2017 έως 24.3.2017, δ) μισθοδοτικές καταστάσεις του απασχολούμενου προσωπικού στην επίμαχη επιχείρηση, και ε) βεβαιώσεις ασφαλιστικής ενημερότητας της εφεσίβλητης εταιρείας, χορηγηθείσες με εντολή του Διοικητή του ασφαλιστικού φορέα.
  • Επειδή, ο καθ' ου η προσφυγή και, ήδη, εκκαλών ασφαλιστικός οργανισμός με την έκθεση απόψεών του, καθώς και το κατατεθέν στις …… υπόμνημα, ζήτησε την απόρριψη της προσφυγής υποστηρίζοντας ότι ορθώς εκδόθηκε η καταλογιστική του προστίμου πράξη.
  • Επειδή, το Πρωτόδικο Δικαστήριο με την εκκαλούμενη απόφαση έλαβε υπόψη ότι « στην προκειμένη περίπτωση η επιβολή των ένδικων προστίμων ερείδεται αποκλειστικά και μόνο επί των …….. δελτίων ελέγχου, τα οποία δεν συνεπικουρούνται από άλλα έγγραφα ή μαρτυρίες. Στα δελτία αυτά, πέρα από τη γενική αναφορά στην ενδυμασία των φερομένων ως εργαζομένων και την προηγούμενη απασχόλησή τους στην επιχείρηση, ουδόλως εξειδικεύονται τα πραγματικά περιστατικά με βάση τα οποία συνήχθη το συμπέρασμα περί παροχής εξαρτημένης εργασίας από τους ……… και ………. κατά τον κρίσιμο χρόνο του ελέγχου, δοθέντος ότι δεν καταγράφεται εάν και πως οι εν λόγω αλλοδαποί κατελήφθησαν εν ώρα εργασίας και σε ποιο ακριβώς χώρο των εγκαταστάσεων. Η θέση δε της υπογραφής τους επί των δελτίων, εφόσον δεν συνοδεύεται από δήλωσή τους σχετικά με το καθεστώς της απασχόλησής τους και τις καταβαλλόμενες σε αυτούς αποδοχές, δεν αρκεί, στην προκειμένη περίπτωση, προς απόδειξη υφιστάμενης εργασιακής σχέσης, δοθέντος, άλλωστε, ότι οι ίδιοι αρνήθηκαν την ύπαρξη αυτής και βεβαίωσαν ενόρκως ότι άρχισαν να απασχολούνται στην επιχείρηση στις αρχές Ιουλίου. Και ναι μεν οι ίδιοι αλλοδαποί είχαν καταληφθεί εργαζόμενοι στην επίμαχη μάντρα σε προηγούμενο ασφαλιστικό έλεγχο, τον Οκτώβριο του 2016 (σχετ. το …….. δελτίο ελέγχου), κατά τον οποίο, μάλιστα, είχε διαπιστωθεί η νομότυπη ασφάλισή τους, πλην όμως από το γεγονός αυτό δεν τεκμαίρεται υφιστάμενη εργασιακή σχέση και κατά τον κρίσιμο χρόνο (10.6.2017), όπως αβασίμως προβάλλεται από τον καθ’ ου. Και τούτο, διότι, όπως αποδείχθηκε, πρόκειται για εποχική εργασία και καίριο ζήτημα, σχετικό με την απασχόληση των εν λόγω εργατών, αποτελεί η έναρξη κάθε φορά της περιόδου εμπορίας ξυλείας, για την οποία, πάντως, όσον αφορά το επίμαχο έτος, ο καθ’ ου η προσφυγή φορέας δεν προέβαλε συγκεκριμένες αντιρρήσεις. Εξάλλου, από κανένα στοιχείο του φακέλου δεν προκύπτει το είδος της παρεχόμενης εργασίας και αν πράγματι στη μάντρα υπήρχαν, κατά τον χρόνο του ελέγχου, δασικά προϊόντα ή αν, εν πάση περιπτώσει, οι εν λόγω αλλοδαποί κατελήφθησαν να ασχολούνται με άλλης φύσης δραστηριότητες ». Ενόψει αυτών, έκρινε ότι μόνη η ενδυμασία των εν λόγω φερόμενων ως απασχολούμενων και η προηγούμενη απασχόλησή τους δεν αρκεί για τη συναγωγή συμπεράσματος περί παροχής εξαρτημένης εργασίας κατά τον χρόνο του επίμαχου ελέγχου. Περαιτέρω, λαμβάνοντας υπόψη τη διαδοχική ασφάλιση των …………. στην επίμαχη επιχείρηση, σε αντίστοιχα χρονικά διαστήματα, κατά τα τελευταία έτη (………….. και έπειτα) και εκτιμώντας ελεύθερα τα προσκομιζόμενα αποδεικτικά στοιχεία και τις ένορκες βεβαιώσεις, κατ’ άρθρο 148 του Κ.Δ.Δικ., το πρωτόδικο δικαστήριο έκρινε πειστικές τις εξηγήσεις της εφεσίβλητης εταιρείας σχετικά αφενός μεν με το είδος της παρεχόμενης εργασίας εκ μέρους των συγκεκριμένων φερόμενων ως απασχολούμενων (κοπή, στοίβαξη και αποθήκευση δασικών προϊόντων στη μάντρα της επιχείρησης και περαιτέρω φόρτωση προς διανομή), αφετέρου δε με τη χρονική στιγμή, κατά την οποία ανέκυψε η ανάγκη για πραγματική απασχόλησή τους το έτος 2017, ήτοι με την έναρξη της περιόδου εμπορίας ξυλείας στις αρχές Ιουλίου, οπότε και η ίδια προέβη στην ασφαλιστική τακτοποίησή τους [σχετ. τα …….. έντυπα αναγγελίας πρόσληψης (Ε3) και τα ……….. έντυπα καταγγελίας σύμβασης εργασίας (Ε6)]. Κατόπιν τούτων, με την εκκαλούμενη το πρωτόδικο δικαστήριο έκρινε ότι δεν στοιχειοθετείται η αποδοθείσα σε βάρος της εφεσίβλητης εταιρείας παράβαση της απασχόλησης δύο εργαζομένων στις ……, χωρίς την καταχώρισή τους στον οικείο πίνακα προσωπικού (Ε4) και, κατ’ αποδοχή της προσφυγής, ακύρωσε την προσβαλλόμενη δια αυτής πράξη επιβολής προστίμου.
  • Επειδή, ήδη, με την υπό κρίση έφεση, όπως παραδεκτώς αναπτύσσεται με το κατατεθέν στις ……… υπόμνημα, το εκκαλούν νομικό πρόσωπο προβάλλει ότι η εκκαλούμενη εκδόθηκε κατ’ εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή των κρίσιμων διατάξεων και κατ’ εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων, ότι από τα στοιχεία του φακέλου και, ειδικότερα, από το ……… δελτίο ελέγχου και από τα έντυπα αναγγελίας πρόσληψης, τα έντυπα καταγγελίας σύμβασης εργασίας και τους λογαριασμούς ασφαλισμένων, προκύπτει αφενός ότι οι ανωτέρω εργαζόμενοι κατά τον κρίσιμο χρόνο απασχολούνταν στην επιχείρηση της εφεσίβλητης συνδεόμενοι με σχέση εξαρτημένης εργασίας αφετέρου οι παραδοχές της εκκαλούμενης παρίστανται εσφαλμένες, ότι από το παραπάνω δελτίο ελέγχου προκύπτει ότι οι ανωτέρω εργαζόμενοι δεν βρέθηκαν σε ένα τυχαίο σημείο της επιχείρησης αλλά εντός του χώρου εργασίας και με ρούχα εργασίας, ήτοι με περιβολή που προσιδιάζει σε εργάτη που εκτελεί χειρωνακτική εργασία σε μια επιχείρηση αυτής της φύσης (παραγωγή- μεταφορά- εμπόριο ξυλείας) και συνεπώς στο εν λόγω δελτίο ελέγχου εξειδικεύονται τα πραγματικά περιστατικά από τα οποία συνήγαγαν οι ελεγκτές υπάλληλοι την ύπαρξη εξαρτημένης εργασίας κατά τον κρίσιμο χρόνο του ελέγχου ενώ η εφεσίβλητη, αν και έφερε το βάρος απόδειξης να ανατρέψει το θεσπιζόμενο μαχητό τεκμήριο ότι οι αναφερόμενοι από τα αρμόδια όργανα του ΠΕΚΑ ως εργαζόμενοι, δεν προσκόμισε αποδεικτικά στοιχεία για να το ανατρέψει. Το εκκαλούν υποστηρίζει, επίσης, ότι από τα ασφαλιστικά στοιχεία που αφορούν στους συγκεκριμένους εργαζόμενους προκύπτει, αντιθέτως, με όσα κρίθηκαν με την εκκαλούμενη, ότι ήταν σύνηθες η απασχόλησή τους να ξεκινούσε και από τον μήνα Ιούνιο, όπως έγινε κατά τα έτη 2013, 2015 και 2019, ότι, συνεπώς, εσφαλμένα το πρωτοβάθμιο δικαστήριο εξήγαγε το συμπέρασμα περί έναρξης της απασχόλησης των ανωτέρω εργαζόμενων από το μήνα Ιούλιο ενώ εάν εκτιμούσε ορθά τα προσκομισθέντα στοιχεία, θα κατέληγε στο συμπέρασμα ότι κατά τον χρόνο ελέγχου στις 10-6-2017 οι ανωτέρω εργαζόμενοι πράγματι απασχολούνταν από την εφεσίβλητη.
  • Επειδή, η εφεσίβλητη δια του κατατεθέντος στις ……… υπόμνημα υποστηρίζει την ορθότητα της εκκαλούμενης απόφασης επαναλαμβάνοντας όσα διέλαβε στην προσφυγή της.
  • Επειδή, υπό τα δεδομένα αυτά, το Δικαστήριο λαμβάνει υπόψη, ότι με τις διατάξεις και την ερμηνεία τους, που παρατέθηκαν στην τέταρτη σκέψη της παρούσας, θεσπίστηκε η τυπική παράβαση της μη αναγραφής εργαζομένου στον πίνακα προσωπικού της επιχείρησης, που έχει ως έρεισμα την απλή διαπίστωση της μη καταχώρισης του εργαζομένου στον τηρούμενο στην επιχείρηση πίνακα προσωπικού, καθώς και μαχητό τεκμήριο ότι ο αναφερόμενος από τους ελεγκτές υπαλλήλους ως εργαζόμενος, που δεν αναγράφεται στον πίνακα προσωπικού, συνδέεται με εργασιακή σχέση με τον εργοδότη. Κατά την έννοια των ίδιων διατάξεων, ο εργοδότης δύναται να ανατρέψει το τεκμήριο αυτό με την άσκηση προσφυγής, αποδεικνύοντας ότι ουδεμία σχέση εργασίας τον συνδέει με το πρόσωπο που τα ελεγκτικά όργανα θεώρησαν ως μισθωτό του. Στην υπό κρίση περίπτωση, η επιβολή των ένδικων προστίμων σε βάρος της εφεσίβλητης εταιρείας ερείδεται αποκλειστικά στα προαναφερθέντα δελτία ελέγχου των ελεγκτών υπαλλήλων του εκκαλούντος ασφαλιστικού φορέα, σύμφωνα με τα οποία, σε γενόμενο επιτόπιο έλεγχο στις …… στην επιχείρηση της εφεσίβλητης εταιρείας βρέθηκαν μη καταχωρημένοι στον πίνακα προσωπικού οι ……... Ωστόσο, το Δικαστήριο λαμβάνει υπόψη, (α) ότι τα δελτία ελέγχου, ως δημόσια έγγραφα, αποτελούν πλήρη απόδειξη ως προς αυτά που βεβαιώνεται ότι έγιναν από τα ίδια τα δημόσια όργανα ή ενώπιον τους και τα οποία μπορεί να αμφισβητηθούν μόνο με την προσβολή τους για πλαστότητα, κατά το άρθρο 171 παρ. 1 του Κ.Δ.Δ.), όμως, αυτά δεν αποτελούν πλήρη απόδειξη και ως προς την ιδιότητα των προσώπων, που βρέθηκαν ενώπιον των δημοσίων οργάνων, ως εργαζομένων, αφού η ιδιότητα αυτή περιλαμβάνεται στα ερευνητέα από τα ελεγκτικά όργανα στοιχεία και, πάντως, επιτρέπεται ανταπόδειξη ως προς τις σχετικές εκτιμήσεις, κρίσεις και συμπεράσματα των οργάνων ελέγχου (πρβλ. ΣτΕ 584 - 585/2019,3345/2015), (β) ότι από τη θεώρηση του κρίσιμου ……… δελτίου ελέγχου προκύπτει ως προς τους ως άνω δύο φερόμενους ως απασχολούμενους στην εφεσίβλητη εταιρεία ότι δεν παρατίθενται έστω και συνοπτικά οι συγκεκριμένες εργασίες που κατελήφθη να εκτελεί ο καθένας από αυτούς, χωρίς να αρκεί για την έστω και κατά τα στοιχειώδη στοιχεία περιγραφή της εργασίας η αναφορά ότι « βρέθηκαν με ρούχα εργασίας», (γ) ότι η θέση της υπογραφής στο δελτίο ελέγχου των ως άνω φερόμενων ως απασχολούμενων κατά τον επιτόπιο έλεγχο δεν αρκεί άνευ ετέρου προς απόδειξη της απασχόλησής τους κατά τον χρόνο του ελέγχου. Ενόψει αυτών και συνεκτιμώντας, (α) ότι οι ως άνω φερόμενοι ως απασχολούμενοι, παρά τη δυσχερή θέση στην οποία ευρίσκονται ως εργαζόμενοι, στις προσκομισθείσες ένορκες βεβαιώσεις αρνήθηκαν την ύπαρξη εργασιακής σχέσης με την εφεσίβλητη κατά τον χρόνο ελέγχου, καταθέτοντας ότι άρχισαν να απασχολούνταν στις αρχές Ιουλίου, (β) την προσκομισθείσα κατάθεση του ………, συνεργάτη της εφεσίβλητης, ο οποίος αρνήθηκε την απασχόληση τους κατά τον χρόνο ελέγχου, καταθέτοντας ότι η απασχόληση, λόγω του εποχιακού χαρακτήρα της συγκεκριμένης εργασίας άρχιζε τον Ιούλιο εκάστου έτους, (γ) τα προσκομιθέντα έγγραφα (αναγγελίες πρόσληψης και καταγγελίες σύμβασης εργασίας) που προδίδουν τον εποχιακό χαρακτήρα της απασχόλησης των ως άνω δύο φερόμενων ως απασχολούμενων στην επιχείρηση της εφεσίβλητης, που εντοπίζεται κατά κύριο λόγο στη χρονική περίοδο από τις αρχές Ιουλίου έως το τέλος του ίδιου ημερολογιακού έτους ή τις αρχές του επόμενου έτους, (δ) ότι η εκτίμηση των ελεγκτών υπαλλήλων για την απασχόληση των δύο φερόμενων ως εργαζόμενων υπό καθεστώς εξαρτημένης εργασίας από την εφεσίβλητη εταιρεία δεν συνεπικουρείται από άλλα στοιχεία του φακέλου, το Δικαστήριο κρίνει ότι οι ………… δεν συνδέονταν με σχέση εξαρτημένης εργασίας με την εφεσίβλητη, κατά την ημέρα του ελέγχου, και ότι, συνεπώς, η τελευταία δεν ήταν υποχρεωμένη να τους εγγράψει στον Πίνακα Προσωπικού και μη νομίμως επιβλήθηκαν σε βάρος της εφεσίβλητης με την …….. Πράξη Επιβολής Προστίμου τα ειδικότερα αναφερόμενα στην πρώτη σκέψη ποσά προστίμου για κάθε έναν από τους δύο φερόμενους ως απασχολούμενους στην επιχείρηση της εφεσίβλητης, ερειδόμενα σε διατάξεις που αποσκοπούν στην αποτελεσματική καταπολέμηση του φαινομένου της αδήλωτης εργασίας, μη συντρέχουσας, ωστόσο, τέτοιας συνθήκης, εν προκειμένω, όπως ορθώς κρίθηκε με την εκκαλούμενη απόφαση.
  • Επειδή, κατ' ακολουθίαν, η υπό κρίση έφεση πρέπει να απορριφθεί. Περαιτέρω, πρέπει να καταλογισθούν σε βάρος του εκκαλούντος ασφαλιστικού Οργανισμού τα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης ύψους 341 ευρώ (άρθρο 275 παρ. 1 εδ. γ’ του Κ.Δ.Δ..)

ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ

Απορρίπτει την έφεση.

Καταλογίζει σε βάρος του εκκαλούντος τα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης ύψους 341 ευρώ.

Η απόφαση δημοσιεύθηκε στη Λάρισα, στο ακροατήριο του Δικαστηρίου σε έκτακτη δημοσία στις ………..

ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΜΟΝΟΜΕΛΟΥΣ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ...

ΠΡΟΣΦΥΓΗ

Της ομόρρυθμης εταιρείας ...

ΚΑΤΑ

1.Της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Θεσσαλίας - Στερεάς Ελλάδας, της Γενικής Διεύθυνσης Δασών και Αγροτικών υποθέσεων, Διεύθυνσης Συντονισμού και Επιθεώρησης Δασών Ν. ΦΘΙΩΤΙΔΟΣ και Δασαρχείου ..., που εδρεύει στην Λάρισα και εκπροσωπείται νόμιμα από τον Γενικό Γραμματέα αυτής

2.Του Ελληνικού Δημοσίου νομίμως εκπροσωπημένου  από τον Υπουργό Οικονομικών και ήδη από 1-1-2017 από την Ανεξάρτητη Διοικητική Αρχή Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε), που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα από τον Διοικητή της που κατοικοεδρεύει στην Αθήνα (άρθρο 1, 36 παρ. 1, 41 παρ. 4, 43 του ν. 4389/2016, ΦΕΚ Α΄94)

3. Της υπ’ αριθμόν πρωτοκόλλου .... πράξης καταλογισμού προστίμου ....του κ. Δασάρχου .... με την οποία  μου καταλογίστηκε πρόστιμο ύψους 7.300 ευρώ. 

4.Της από ....έκθεσης βεβαίωσης παράβασης της ...υπαλλήλου του δασαρχείου ... της Γενικής Δ/νσης Δασών και Αγροτικών υποθέσεων της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Θεσσαλίας-Στερεάς Ελλάδος, καθώς και κάθε άλλης συναφούς και συμπροσβαλλόμενης πράξης ή παράλειψης της Διοίκησης .

Καρδίτσα 23-3-2021

          Ο κ. (αναπληρωτής) Δασάρχης ... κοινοποίησε σ’ εμένα την 18-2-2021 την προσβαλλομένη με την παρούσα από 26-1-2021 και υπ’ αριθμόν πρωτοκόλλου ... πράξη καταλογισμού προστίμου (με την ένδειξη επανάληψη στο ορθό ...) με την οποία μου επέβαλε πρόστιμο 7.300€ για παράνομη υλοτομία 50 χ.κ.μ διαμορφωμένων καυσοξύλων δρυός. Για το νόμιμο έρεισμά της επικαλείται σ` αυτή μεταξύ άλλων το άρθρο 271 του ΝΔ 86/1969 και την ανωτέρω προσβαλλόμενη έκθεση βεβαίωσης, σύμφωνα με την οποία « στην Δασική θέση .... διενεργήθηκε υλοτομία στο .. του διακατεχόμενου δάσους ... σύμφωνα με το από 17-12-2019 πρωτόκολλο εγκατάστασης στο μισθωτή .... και τα παραγόμενα δασικά προϊόντα θα διατεθούν στο εμπόριο …. να έχει προβεί στην παράνομη υλοτομία 300 ατόμων δρυός συνολικού όγκου 50 χ.κ.μ. χωρίς άδεια της αρμόδιας αρχής»

          Με την ανωτέρω προσβαλλόμενη και λόγω της ένδειξης «ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ ΣΤΟ ΟΡΘΟ ΣΠΕΡΧΕΙΑΔΑ 8/2/2021», το Δασαρχείο Σπερχειάδος, ανακάλεσε και κατήργησε την προηγούμενη και με τον ίδιο αρ. πρωτ. ... Πράξη καταλογισμού του ιδίου ποσού και για την ίδια ανωτέρω αιτία παράνομης υλοτομίας, την οποία είχε εκδώσει όχι εναντίον μου, αλλά κατά του «....ως εκπρόσωπο της ΟΕ ...» και έτσι επανερχόμενο με την προσβαλλόμενη καταλόγισε πλέον το ανωτέρω πρόστιμο σε εμένα που είμαι νομικό πρόσωπο, η οποία αληθώς και δι` εγγράφων ήμουν η μισθώτρια και εκμεταλλεύτρια του επίδικου δάσους (βλ. κατωτέρω) στο οποίο φέρεται να έγινε παράνομη υλοτομία.

          Κατά των ανωτέρω αποφάσεων, Εκθέσεων και Πράξεων προσφεύγω εμπρόθεσμα και νομότυπα Ενώπιον Σας και Ζητώ την ΑΚΥΡΩΣΗ και ΕΞΑΦΑΝΙΣΗ  τους για τους ακόλουθους, νόμιμους, βάσιμους και αληθινούς λόγους, αλλά και για όσους λόγους νομότυπα και εμπρόθεσμα θα προσθέσω και συγκεκριμένα : 

                                 ΝΟΜΙΚΗ ΣΚΕΨΗ. Ι

          Από τον συνδυασμό των διατάξεων 268 και 271.8α του Δασικού Κώδικα (ΔΚ, ΝΔ 86/1969) προκύπτει ότι το πρόστιμο-διοικητική ποινή που ορίζεται στο τελευταίο άρθρο, επιβάλλεται μόνο όταν τελέστηκε το έγκλημα-αδίκημα της παράνομης υλοτομίας.

          Συνεπώς, κομβικό σημείο είναι η πράξη-αδίκημα της παράνομης υλοτομίας όπως αυτό προσδιορίζεται από τον ΔΚ, γιατί χωρίς κάποια τέτοια, δεν υφίσταται το νομικό έρεισμα για επιβολή διοικητικού προστίμου και ειδικότερα 1) ποια είναι τα νομοτυπικά του στοιχεία κατά νόμω, που εάν πληρούνται στοιχειοθετείται το αδίκημα και 2) ποιο είναι το υποκείμενο του αδικήματος. Περί αυτών λεκτέα τα εξής ήτοι:

08 Οκτωβρίου 2020 Γράφτηκε από Κατηγορία Διοικητικό / Δημόσιο / Προσφυγές / Αναστολές

Αριθμός απόφασης: Α352/2020

 
ΤΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΤΡΙΚΑΛΩΝ

ΤΜΗΜΑ 1ο

ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ


Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 27 Σεπτεμβρίου 2019, με δικαστή την Αργυρούλα Κυριακίδου, Πρωτοδίκη Διοικητικών Δικαστηρίων, και γραμματέα την Παναγιώτα Κώτσια, δικαστική υπάλληλο,

για να δικάσει την προσφυγή, με αριθμό και χρονολογία κατάθεσης ………..,

της ομόρρυθμης εταιρείας με την επωνυμία «……….»,  η οποία λογίζεται ότι παρέστη δια του πληρεξούσιου δικηγόρου Καρδίτσας Ανδρέα Βρόντου, σύμφωνα με τη νομοτύπως κατατεθείσα στις ………. δήλωση του τελευταίου, κατ’ άρθρο 133 παρ. 2 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας,

κατά του Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου με την επωνυμία «Ενιαίος Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης» (Ε.Φ.Κ.Α.), που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα από τον Διοικητή του και, εν προκειμένω, εκπροσωπήθηκε από την Προϊσταμένη Διεύθυνσης του Περιφερειακού Υποκαταστήματος Μισθωτών Καρδίτσας (άρθρο 40 του Ν. 4445/2016, Α΄ 236), Στεργιανή Αθανασούλα, η οποία παρέστη δια της δικηγόρου Καρδίτσας ……….., δυνάμει του …… εγγράφου παροχής πληρεξουσιότητας.

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, ο διάδικος που παρέστη και εμφανίστηκε στο ακροατήριο ανέπτυξε τους ισχυρισμούς του και ζήτησε όσα αναφέρονται στα πρακτικά.


Μετά τη δημόσια συνεδρίαση, το Δικαστήριο


Αφού μελέτησε τη δικογραφία


Σκέφθηκε σύμφωνα με τον νόμο


1. Επειδή, για την άσκηση της κρινόμενης προσφυγής καταβλήθηκε το νόμιμο παράβολο (βλ. τον ……. κωδικό αριθμό ηλεκτρονικού παραβόλου).

2. Επειδή, με την προσφυγή αυτή επιδιώκεται η ακύρωση της …….. Πράξης Επιβολής Προστίμου (Π.Ε.Π.) οργάνου του Υποκαταστήματος 759 του Περιφερειακού Ελεγκτικού Κέντρου Ασφάλισης (Π.Ε.Κ.Α.) Αττικής [πρώην Ειδική Υπηρεσία Ελέγχου Ασφάλισης (Ε.ΥΠ.Ε.Α.) Περιφέρειας Αττικής] του καθ’ ου η προσφυγή ασφαλιστικού φορέα, με την οποία επιβλήθηκαν στην προσφεύγουσα εταιρεία, ως εργοδότρια, κατ’ επίκληση του άρθρου 20 του Ν. 4255/2014 και των οικείων διατάξεων της Φ.11321/11115/802/2.6.2014 κοινής υπουργικής απόφασης (Κ.Υ.Α.), δύο πρόστιμα ύψους 10.550,54 ευρώ έκαστο, για τις αποδιδόμενες σε βάρος της παραβάσεις της μη αναγραφής δύο εργαζομένων, εργατοτεχνιτών ηλικίας άνω των 25 ετών, στον πίνακα προσωπικού (έντυπο Ε4) της επιχείρησής της, καθώς και ένα πρόστιμο ύψους 500 ευρώ, λόγω μη τήρησης του πίνακα αυτού. Με το εν λόγω αντικείμενο η ένδικη υπόθεση εισάγεται προς εκδίκαση στο αρμόδιο δικαστήριο, εφόσον, δε, συντρέχουν και, κατά τα λοιπά, οι νόμιμες διαδικαστικές προϋποθέσεις, η προσφυγή αυτή πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να εξεταστεί περαιτέρω, ως προς τη νομική και την ουσιαστική βασιμότητά της.


3. Επειδή, εξάλλου, όπως προκύπτει από το προσκομιζόμενο ……. γραμμάτιο είσπραξης καθυστερούμενων οφειλών του καθ’ ου η προσφυγή ασφαλιστικού φορέα, η προσφεύγουσα εταιρεία κατέβαλε ήδη το ποσό των 15.120,76 ευρώ, για την εξόφληση των ένδικων προστίμων μετά την αφαίρεση της προβλεπόμενης έκπτωσης (άρθρο 4 περιπτ. γ’ της 11321/11115/802/2.6.2014 Κ.Υ.Α.). Πλην όμως, εφόσον η ίδια δεν δήλωσε ότι αποδέχεται τη νομιμότητα του καταλογισμού ούτε ότι παραιτείται του δικογράφου της κρινόμενης προσφυγής, εκ της καταβολής αυτής και, μάλιστα, υπό την επιφύλαξη άσκησης των νομίμων δικαιωμάτων της, δεν εξέλιπε το έννομο συμφέρον της για την ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης και τη διεκδίκηση του ποσού αυτού (πρβλ. ΣτΕ 601/2006 επταμ., 3459/1998 επταμ., 346/2014, 829/2002, 3768/1999). Επομένως, ο σχετικός ισχυρισμός του καθ’ ου η προσφυγή ασφαλιστικού φορέα, όπως εμμέσως προβάλλεται, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος.


4. Επειδή, κατά τη διάταξη του άρθρου 2 παρ. 1 του Αν.Ν. 1846/1951 («Περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων», Α΄ 179), όπως η περίπτωση α’ αυτού αντικαταστάθηκε από την παράγραφο 1 του άρθρου 2 του Ν. 4476/1965 (Α΄ 103), προϋπόθεση για την υπαγωγή στην ασφάλιση του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. (ήδη Ε.Φ.Κ.Α.) είναι η παροχή εξηρτημένης εργασίας έναντι αμοιβής. Υφίσταται, δε, σχέση εξαρτημένης εργασίας όταν ο παρέχων την εργασία του έναντι αμοιβής, ανεξάρτητα από τον τρόπο καθορισμού και καταβολής της τελευταίας, τελεί κατά την εκτέλεση της εργασίας σε νομική εξάρτηση έναντι του εργοδότη, εκδηλούμενη στο δικαίωμα του τελευταίου να επιτηρεί και καθοδηγεί τον εργαζόμενο ως προς τον τόπο, χρόνο και τρόπο παροχής της εργασίας του. Αν συντρέχει η παραπάνω προϋπόθεση της παροχής εξαρτημένης εργασίας έναντι αμοιβής, που κρίνεται ενόψει των πραγματικών περιστατικών κάθε περίπτωσης, ανεξάρτητα από τον χαρακτηρισμό που προσδίδουν στη σχέση οι ενδιαφερόμενοι, η ασφάλιση του εργαζόμενου στο Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. (ήδη Ε.Φ.Κ.Α.) είναι υποχρεωτική (πρβλ. ΣτΕ 889-888/2018, 193/2018, 17/2018, 2754/2017, 1615/2011).


5. Επειδή, περαιτέρω, η 29502/85/1.9.2014 απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας [«Τροποποίηση και συμπλήρωση της υπ’ αριθμ. 5072/6/25.02.2013 απόφασης του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας (ΦΕΚ Β΄ 449/25.02.2013), περί επανακαθορισμού των όρων και προϋποθέσεων ηλεκτρονικής υποβολής στοιχείων για θέματα αρμοδιότητας του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας (ΣΕΠΕ) και Οργανισμού Απασχολήσεως Εργατικού Δυναμικού (ΟΑΕΔ), όπως τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε με την υπ’ αριθμ. 28153/126/28.08.2013 απόφαση του (ΦΕΚ Β΄ 2163/30.08.2013)», Β΄ 2390/8.9.2014], όπως ισχύει, κατά τον κρίσιμο χρόνο, ορίζει στο άρθρο 1 ότι: «Κάθε εργοδότης […] που απασχολεί εργαζόμενους με σχέση εξαρτημένης εργασίας ιδιωτικού δικαίου υποχρεούται να υποβάλλει ηλεκτρονικά, με την επιφύλαξη του άρθ. 9 παρ. α΄ της παρούσης στο πληροφοριακό σύστημα του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας ΣΕΠΕ-ΟΑΕΔ-ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, με την ονομασία “ΕΡΓΑΝΗ” το οποίο διασυνδέεται με το ΟΠΣ ΟΑΕΔ και το ΟΠΣ ΙΚΑ−ΕΤΑΜ, στοιχεία για τα αναφερόμενα στο επόμενο άρθρο θέματα με τα συνημμένα έντυπα (Ε3 έως Ε11), σύμφωνα με την οριζόμενη στην παρούσα απόφαση διαδικασία. Η παρούσα αφορά τη διαδικασία ηλεκτρονικής υποβολής στοιχείων», στο άρθρο 2 ότι: «α) Ε3: Ενιαίο Έντυπο Αναγγελίας Πρόσληψης (Ε3 Αναγγελία Πρόσληψης και Ε4 Συμπληρωματικός Πίνακας Προσωπικού Νέας Πρόσληψης), […], β) Ε4: Πίνακας προσωπικού, γ) […]» και στο άρθρο 4 ότι: «α) […], β) i) Το ενιαίο έντυπο Ε3 Ενιαίο Έντυπο Αναγγελίας Πρόσληψης (Ε3 Αναγγελία Πρόσληψης και Ε4 Συμπληρωματικός Πίνακας Προσωπικού Νέας Πρόσληψης) υποβάλλεται ηλεκτρονικά το αργότερο την ίδια ημέρα της πρόσληψης και πάντως πριν από την ανάληψη υπηρεσίας από τον εργαζόμενο. […]».


6. Επειδή, εξάλλου, με την παράγραφο 1 του άρθρου 20 του Ν. 4255/2014 (Α΄ 89) καταργήθηκε από 1.6.2014 η υποχρέωση τήρησης του «Ειδικού Βιβλίου Καταχώρισης Νεοπροσλαμβανόμενου Προσωπικού», που προβλεπόταν στο άρθρο 26 παρ. 9 περιπτ. στ’ του Αν.Ν. 1846/1951. Στη δε παράγραφο 2 του ίδιου ως άνω άρθρου 20 του νόμου αυτού προβλέφθηκαν τα εξής: «Τροποποίηση αρμοδιοτήτων Ε.ΥΠ.Ε.Α. μετά την κατάργηση του Ειδικού Βιβλίου. 1. Τα δεύτερο και τρίτο εδάφια της περίπτωσης β΄ της παρ. 1 του άρθρου 1 του ν. 2556/1997 (Α΄ 270), όπως ισχύει, αντικαθίστανται από 1.6.2014 ως εξής: “Διενέργεια επιτόπιων ελέγχων σε επιχειρήσεις για τη διαπίστωση της υποβολής και τήρησης, ορθής ή μη, των εντύπων Ε3 (αναγγελία πρόσληψης) και Ε4 (πίνακας προσωπικού), όπως αυτά καταγράφονται στο άρθρο 2 της υπ’ αριθμ. 5072/6/25.2.2013 (Β΄ 449) απόφασης του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας, όπως αυτή κάθε φορά ισχύει, καθώς και για την ορθή εφαρμογή της νομοθεσίας του ΙΚΑ−ΕΤΑΜ. Ο έλεγχος αυτός αφορά στην επιβολή προστίμου περί μη αναγραφής εργαζομένου στον πίνακα προσωπικού. Σε περίπτωση μη τήρησης και μη ανάρτησης του πίνακα προσωπικού επιβάλλονται πρόστιμα, όπως αυτά ορίζονται με την απόφαση της περίπτωσης [6] της παρούσας παραγράφου. Έλεγχος της ορθής υπαγωγής στην ασφάλιση και της τήρησης της ασφαλιστικής νομοθεσίας”. 2. Τις αρμοδιότητες ελέγχου και επιβολής των ανωτέρω προστίμων ασκούν και οι αρμόδιοι υπάλληλοι των υποκαταστημάτων του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ. 3. Καθένα από τα ανωτέρω πρόστιμα του τρίτου εδαφίου της περίπτωσης β΄ της παρ. 1 του άρθρου 1 του ν. 2556/1997 (Α΄ 270) επιβάλλεται από τους αρμόδιους ελεγκτές της Ε.ΥΠ.Ε.Α. και τους επιθεωρητές του Σ.ΕΠ.Ε. άπαξ για την ίδια ημερολογιακή ημέρα για την αυτή αιτία στην ίδια επιχείρηση. 4. Τα ανωτέρω πρόστιμα που επιβάλλονται από τους ελεγκτές της Ε.ΥΠ.Ε.Α. και τους αρμόδιους υπαλλήλους των υποκαταστημάτων του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ αποτελούν έσοδα του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ. 5. […]. 6. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας που εκδίδεται μέχρι τις 10.5.2014, μετά από γνώμη του Δ.Σ. του ΙΚΑ−ΕΤΑΜ και του Σ.Ε.Π.Ε., δύναται να ρυθμίζεται το ύψος, ο τρόπος υπολογισμού του προστίμου, η διαδικασία, ο συγχρονισμός των ελεγκτικών υπηρεσιών, ο τρόπος και ο χρόνος διαβίβασης των εκθέσεων και δελτίων ελέγχου μεταξύ των αρμόδιων υπηρεσιών και κάθε άλλο ειδικό θέμα ή αναγκαία λεπτομέρεια που αφορά την εφαρμογή των προηγούμενων παραγράφων. 7. Η ισχύς του άρθρου αυτού αρχίζει την 1.6.2014. […]».

7. Επειδή, άλλωστε, κατ’ επίκληση της τελευταίας ως άνω εξουσιοδοτικής διάταξης του άρθρου 20 παρ. 2 περίπτ. 6 του Ν. 4255/2014, εκδόθηκε η Φ.11321/11115/802/2.6.2014 κοινή απόφαση του Υπουργού και Υφυπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας [«Ύψος και τρόπος υπολογισμού των προστίμων και κυρώσεων που επιβάλλονται, κατά δέσμια αρμοδιότητα, από την ΕΥΠΕΑ και τους αρμόδιους υπαλλήλους του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, διαδικασία και συγχρονισμός των ελεγκτικών υπηρεσιών» (Β΄ 1551/12.6.2014)], η οποία, όπως ίσχυε πριν από την κατάργησή της με το άρθρο 8 παρ. 3 του Ν. 4554/2018 (Α΄ 130), όριζε στο άρθρο 1 ότι: «Επιβολή κυρώσεων, κατά δέσμια αρμοδιότητα από τους ελεγκτές της Ε.ΥΠ.Ε.Α. και τους αρμόδιους υπαλλήλους του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, κατά τη διαπίστωση μη αναγραφής εργαζόμενου/ων στον πίνακα προσωπικού: α) Ελεγκτές της Ε.ΥΠ.Ε.Α. και αρμόδιοι υπάλληλοι του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ που κατά τον επιτόπιο έλεγχο διαπιστώνουν τη μη αναγραφή εργαζομένου στον ισχύοντα πίνακα προσωπικού που τηρείται από τον εργοδότη, επιβάλλουν διοικητική κύρωση (πρόστιμο) σύμφωνα με το άρθρο 4 της παρούσης, κατά δέσμια αρμοδιότητα, χωρίς προηγούμενη πρόσκλησή του για παροχή εξηγήσεων ως κατωτέρω: Παράβαση: Μη αναγραφή εργαζομένου στον πίνακα προσωπικού. Επιβαλλόμενο πρόστιμο: ο κατώτατος νόμιμος νομοθετημένος μισθός, μη προσαυξημένος για κάθε τριετία προϋπηρεσίας επί (18) δεκαοκτώ μήνες εργασίας για κάθε αδήλωτο εργαζόμενο - υπάλληλο και το κατώτατο νόμιμο νομοθετημένο ημερομίσθιο, μη προσαυξημένο για κάθε τριετία προϋπηρεσίας επί τετρακόσιες τρεις (403) ημέρες εργασίας για κάθε αδήλωτο εργαζόμενο - εργατοτεχνίτη ανάλογα με την ηλικιακή διάκριση που θεσπίζει η υποπαράγραφος ΙΑ 11 του άρθρου πρώτου του Ν. 4093/2012. Συγκεκριμένα για κάθε αδήλωτο εργαζόμενο: Για υπάλληλο ηλικίας άνω των 25 ετών (Μισθός) 586,08 (Επί Μήνες Εργασίας) 18 (Επιβαλλόμενο Πρόστιμο) 10.549,44 € […]. Για εργατοτεχνίτη ηλικίας άνω των 25 ετών (Ημερομίσθιο) 26,18 ευρώ (Επί Ημέρες Εργασίας) 403 (Επιβαλλόμενο Πρόστιμο) 10.550,54 ευρώ. […]. β) [...]», στο άρθρο 2 ότι: «Επιβολή Κυρώσεων από τους ελεγκτές της Ε.ΥΠ.Ε.Α. και τους αρμόδιους υπαλλήλους του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ για τη μη τήρηση Πίνακα Προσωπικού: Πλέον των προστίμων του άρθρου 1 της απόφασης αυτής, σε περίπτωση μη τήρησης από τον υπόχρεο εργοδότη Πίνακα Προσωπικού επιβάλλεται αμελλητί διοικητική κύρωση (αυτοτελές πρόστιμο), κατά δέσμια αρμοδιότητα, ύψους πεντακοσίων ευρώ (500,00 ευρώ), χωρίς προηγούμενη πρόσκληση του εργοδότη για παροχή εξηγήσεων» και στο άρθρο 4 ότι: «Δελτίο Ελέγχου και Πράξη Επιβολής Προστίμου: α) Για την επιβολή των ανωτέρω κυρώσεων (προστίμων) των άρθρων 1 και 2 της παρούσας, συντάσσεται και επιδίδεται επί τόπου Δελτίο Ελέγχου, με το οποίο βεβαιώνεται το είδος της παράβασης, και συντάσσεται και επιδίδεται άμεσα, και όχι αργότερα από πέντε (5) εργάσιμες ημέρες από το Δελτίου Ελέγχου,  Πράξη Επιβολής Προστίμου με την οποία προσδιορίζεται, σύμφωνα με τα οριζόμενα στα ανωτέρω άρθρα 1 και 2 της παρούσης, το ύψος της κύρωσης (προστίμου) που αντιστοιχεί στην βεβαιωθείσα παράβαση. Η πράξη επιβολής κατά τα ανωτέρω κοινοποιείται, με απόδειξη, στον παραβάτη. [...]. β) Η Πράξη Επιβολής Προστίμου, για την επιβολή των ανωτέρω κυρώσεων των άρθρων 1 και 2 της παρούσας από τον ελεγκτή της ΕΥΠΕΑ και τον αρμόδιο υπάλληλο του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, αποτελεί νόμιμο τίτλο για την είσπραξη του προστίμου. [...]. γ) Στην περίπτωση εμπρόθεσμης καταβολής του βεβαιωμένου προστίμου από την παραβάτρια επιχείρηση/εργοδότη, παρέχεται έκπτωση ποσοστού τριάντα τοις εκατό (30%) επί του επιβληθέντος προστίμου για τις παραβάσεις των άρθρων 1 και 2 της παρούσας, διαφορετικά η έκπτωση δεν ισχύει. Στην περίπτωση αυτή, η εργοδότρια επιχείρηση υποχρεούται εντός πέντε (5) εργασίμων ημερών από την επομένη της καταβολής του προστίμου στην αρμόδια υπηρεσία του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ να καταθέσει στην αρμόδια υπηρεσία που επέβαλε το πρόστιμο το σχετικό πρωτότυπο τριπλότυπο είσπραξης. δ) Κατά της Πράξης Επιβολής Προστίμου ασκείται προσφυγή ουσίας ενώπιον του αρμόδιου Διοικητικού Πρωτοδικείου μέσα σε εξήντα ημέρες από την επίδοσή της. […]».

8. Επειδή, από τις ως άνω διατάξεις συνάγεται ότι η παράβαση της μη αναγραφής εργαζομένου στον τηρούμενο από την επιχείρηση πίνακα προσωπικού (έντυπο Ε4), πριν από την ανάληψη εργασίας, αποτελεί τυπική παράβαση, καθόσον ερείδεται στην απλή διαπίστωση ενός αντικειμενικού γεγονότος. Ενόψει δε των επιδιωκόμενων σκοπών δημόσιου συμφέροντος, στην εξυπηρέτηση του οποίου αποβλέπουν οι παραπάνω διατάξεις, οι οποίοι συνίστανται κυρίως στην αποτελεσματική καταπολέμηση του φαινομένου της αδήλωτης εργασίας και της παράνομης απασχόλησης (πρβλ. ΣτΕ 2151/2017 επταμ.), το ένδικο πρόστιμο επιβάλλεται, σύμφωνα με τη σχετική επιταγή του άρθρου 20 παρ. 2 του Συντάγματος, χωρίς προηγούμενη ακρόαση του ενδιαφερομένου εργοδότη, αμέσως μόλις διαπιστωθεί η ως άνω τυπική παράβαση της μη καταχώρισης εργαζομένου, και, μάλιστα, ανεξαρτήτως υπαιτιότητας του εργοδότη και τυχόν τήρησης των λοιπών υποχρεώσεών του που απορρέουν από την εργατική και ασφαλιστική νομοθεσία (βλ. ΔΕφΑθ 1972/2020, βλ. επίσης ΔΕφΤριπ 383/2019, πρβλ. ΣτΕ 1505/2010 επταμ., 1485/2010 επταμ., 2164/2017,  815/2017,  423/2016, 1309-1308/2014, 42-41/2014, 2585-2583/2013, 2086/2013, 2276/2012, 2761/2011). Ωστόσο, με τις σχετικές διατάξεις θεσπίζεται, περαιτέρω, μαχητό τεκμήριο, το οποίο δύναται να ανατραπεί από τον εργοδότη, με την άσκηση της προβλεπόμενης από το άρθρο 4 περίπτ. δ’ της Φ.11321/11115/802/2014 Κ.Υ.Α. προσφυγής, ενώπιον του αρμόδιου Διοικητικού Πρωτοδικείου, με την οποία έχει τη δυνατότητα να αποδείξει ότι ουδεμία σχέση εργασίας τον συνδέει, κατά τον κρίσιμο χρόνο, με το πρόσωπο που θεωρήθηκε μισθωτός από τα ελεγκτικά όργανα, τα οποία βεβαίωσαν τη σχετική παράβαση (βλ. ΔΕφΑθ 1972/2020, πρβλ. ΣτΕ 2151/2017).

26 Αυγούστου 2020 Γράφτηκε από Κατηγορία Διοικητικό / Δημόσιο / Προσφυγές / Αναστολές

Αρ.Απ.654/2020

ΤΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΒΟΛΟΥ
Τμήμα Α' - Μονομελές

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του Μονομελούς Πρωτοδικείου Βόλου στις 4 Ιουνίου 2020, με δικαστή την Βαλεντίνη Σόμπολου, Πρωτόδικη Διοικητικών Δικαστηρίων και γραμματέα την Κωνσταντία Ζμα, δικαστική υπάλ­ληλο,

για να δικάσει την προσφυγή με ημερομηνία κατάθεσης ……………… (αρ. κατ. ΠΡ …………………..),του ……………. του ………………….. και της ……………., κατοίκου ……………….(οδός ……………….), ο οποίος λογίζεται ότι παραστάθηκε διά του πληρεξουσίου δικηγόρου του Ανδρέα Βρόντου, με την κατατεθείσα στις …………… δήλωση του άρθρου 133 παρ. 2 του Κ.Διοικ.Δικ.,

κατά του Ελληνικού Δημοσίου, όπως νομίμως εκπροσωπείται από τον Υπουργό Οικονομικών, ο οποίος λογίζεται ότι παραστάθηκε διά της Δικαστικής Πληρεξούσιας του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους ……………..…., με την κατατεθείσα στις ……………… δήλωση του άρθρου 133 παρ. 2 του Κ.Διοικ.Δικ..

Η κρίση του Δικαστηρίου είναι η εξής:

  • Επειδή, με την κρινόμενη προσφυγή, για την άσκηση της οποίας κατα­τέθηκε το νόμιμο παράβολο (βλ. το με κωδικό ………………… ηλε­κτρονικό παράβολο ποσού 100 ευρώ, σε συνδυασμό με την από ………….. απόδειξη εντολής πληρωμής της Τράπεζας ………………..), ζητείται, παραδεκτώς, η ακύρωση της ………………….. πράξης καταλογισμού προστίμου του Δασάρχη …………., με την οποία επιβλήθηκε σε βάρος του προσφεύγοντος, κατ’ επίκληση των διατάξεων του άρθρου 271 του Δασικού Κώδικα, πρόστιμο ύψους 16.308 ευρώ για παράνομη υλοτομία.
  • Επειδή, το ν.δ. 86/1969 (Α' 7), με τίτλο «Δασικός Κώδιξ», ορίζει στην παράγραφο 8 του άρθρου 271, όπως η εν λόγω παράγραφος [η οποία είχε προστεθεί ως νέα παράγραφος 8, κατόπιν αναρίθμησης της παραγράφου 8 σε 9, με την περ. στ' του άρθρου 2 του ν. 4138/2013 (Α' 72) και στη συνέχεια τρο­ποποιηθεί με την παρ. 2 του άρθρου 15 του ν. 4180/2013 (Α' 182)] αντικαταστάθηκε εκ νέου με την παρ. 4 του άρθρου 47 του ν. 4280/2014 (Α' 159) και ισχύει, ότι: «α. Επίσης, επιβάλλεται σε έκαστον των παραβατών και εις ολόκλη­ρον με πράξη καταλογισμού του οικείου δασάρχη πρόστιμο ανά μονάδα μέτρη­σης της παρανόμως υλοτομηθείσας ή μεταφερόμενης ξυλείας ή των καυσοξύ­λων, ίσο με το πενταπλάσιο της αγοραίας τιμής, της προβλεπομένης από τον πίνακα διατίμησης δασικών προϊόντων για την αντίστοιχη κατηγορία. ... β. ... Το πρόστιμο βεβαιώνεται στην αρμόδια Δ.Ο.Υ., εισπράττεται κατά τα ισχύοντα για την είσπραξη δημοσίων εσόδων και αποδίδεται στον Ειδικό Φορέα Δασών του Πράσινου Ταμείου. ... γ. ... δ. Σε περίπτωση έκδοσης αμετάκλητης αθωωτικής απόφασης από το ποινικό δικαστήριο ..., το επιβληθέν πρόστιμο διαγράφεται και το καταβληθέν ποσό αυτού επιστρέφεται από τον φορέα στον οποίο απο­δόθηκε. ...».
  • Επειδή, περαιτέρω, ο Κώδικας Διοικητικής Δικονομίας (Κ.Διοικ.Δικ.), που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 2717/1999 (Α' 97), ορίζει στο άρθρο 142 ότι: «1. Η δίκη καταργείται αν, πριν από το πέρας της τελευταίας συζήτη­σης: α) εκλείψει το αντικείμενό της, ή β) ... 2. Η κατάργηση διαπιστώνεται με απόφαση του δικαστηρίου ...».
  • Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, από τα στοιχεία της δικογραφίας προκύπτουν τα εξής: Σύμφωνα με την από …………………… έκθεση βεβαίωσης πα­ράβασης του υπαλλήλου του Δασαρχείου …………., Δασοφύλακα ………………………, σε έλεγχο που διενεργήθηκε, ύστερα από καταγγελία, στη θέση ………………….. σπηλιά της τέως Κοινότητας και ήδη Δημοτικής Ενότητας …………….του Δήμου ………………….., διαπιστώθηκε ότι ο προσφεύγων (από κοινού με τον …………………) είχε προβεί σε παράνομη υλοτομία αριάς, ……………………… κ.λπ. συνολικού όγκου 160 χ.κ.μ. χωρίς άδεια αρμόδιας αρχής (βλ. και την σχετικώς συνταχθείσα στις ………………….. έκθεση κατάσχεσης του ιδίου Δασοφύλακα, στην οποία αναγράφεται ότι κατασχέθηκαν αναλυτικά: 60 χ.κ.μ. καυσόξυλα αριάς, 80 χ.κ.μ. καυσόξυλα αγριοκαστανιάς και 20 χ.κ.μ. καυσόξυλα οστρυάς κ.λπ.). Κατόπιν τούτου, το Δασαρχείο …………….. υπέβαλε στην Εισαγγελία Πρωτοδικών …………….. το με αρ. ………………………. πρωτόκολλο μήνυσης, κατά του προσφεύγοντος (και του …………………….), για παράνομη υλοτομία των ανωτέρω κατασχεθέντων ποσοτήτων καυσόξυλων σε δάσος της τέως Κοι­νότητας …………….του Δήμου …………………, πράξη που τελέσθηκε κατά το χρονικό διάστημα από Ιανουάριο 2013 έως Μάιο του 2013 στη θέση ………………….., προξενώντας ζημία εκτιμηθείσα σε 3.182,11 ευρώ. Επίσης, σε βάρος του προσφεύγοντος εκδόθηκε η προσβαλλόμενη ……………………………. πράξη καταλογισμού του Δασάρχη …………., με την οποία καταλογίστηκε σε βάρος του πρόστιμο ύψους 16.308 ευρώ, για την πα­ράνομη υλοτομία της προαναφερθείσας ποσότητας καυσόξυλων. Επιπλέον, υποβλήθηκε στη Δ.Ο.Υ. …………………όπου υπάγεται ο προσφεύγων (με Α.Φ.Μ. …………………), ο οικείος, από …………………….., χρηματικός κατάλογος του Δασαρχείου ……………….(για βεβαίωση σε βάρος του προσφεύγοντος του κατά τα ανωτέρω επιβληθέντος προστίμου ποσού 16.308 ευρώ), ο οποίος χρηματικός κατάλογος έλαβε αρ. πρωτ. Δ.Ο.Υ. ……………………………. και συντάχθηκε σχετικά η με αριθμό ……………………… ταμειακή βεβαίωση. Κατά της προσβαλλόμενης πράξης καταλογισμού προστίμου, ο προσφεύγων άσκησε, στις ……………….., την υπό κρίση προσφυγή, με την οποία αμφισβητεί τη νομιμότητά της και ζητά την ακύρωσή της. Ωστόσο, μετά την άσκηση της κρινόμενης προσφυγής, εκδόθηκε η …… απόφαση του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου

Αριθμός απόφασης: Α175/2020

ΤΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΤΡΙΚΑΛΩΝ

ΤΜΗΜΑ 2ο

ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 8 Φεβρουαρίου 2019, με δικαστή την Ευφροσύνη Κουτσοκώστα, Πρωτοδίκη Δ.Δ., και γραμματέα τη Μαρία Καρανίκα, δικαστική υπάλληλο,

γ ι α να δικάσει την προσφυγή με αριθμό κατάθεσης …………..,

τ ο υ …………… του ………….., κατοίκου ……………., για τον οποίο παραστάθηκε ο πληρεξούσιος δικηγόρος Καρδίτσας, Ανδρέας Βρόντος με την κατατεθείσα στις 06.02.2019 δήλωση του άρθρου 133 παρ. 2 (όπως ισχύει) του Κ.Δ.Δ.,

κ α τ ά του Ελληνικού Δημοσίου, νομίμως εκπροσωπουμένου από τον Υπουργό Οικονομικών, για τον οποίο παραστάθηκε η δικαστική πληρεξούσια του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, …………….. με την κατατεθείσα στις ……….. δήλωση του άρθρου 133 παρ. 2 (όπως ισχύει) του Κ.Δ.Δ.
........
 Η κρίση του είναι η εξής:

1.Επειδή, με την κρινόμενη προσφυγή, για την άσκηση της οποίας καταβλήθηκε το νόμιμο παράβολο (σχετ. το με κωδικό 258297410959 0408 0093 ηλεκτρονικό παράβολο), ζητείται παραδεκτώς η ακύρωση, άλλως η τροποποίηση, της …………… πράξης καταλογισμού προστίμου της Δασάρχη …………, με την οποία επιβλήθηκε στον προσφεύγοντα, κατ’ επίκληση του άρθρου 271 του ν.δ. 86/1969 (ΦΕΚ Α΄ 7), ως ίσχυε κατά τον κρίσιμο χρόνο, διοικητικό πρόστιμο ύψους 43.692,30 ευρώ για παράνομη υλοτομία.

2. Επειδή, στο π.δ. της 19/30.11.1928 (ΦΕΚ Α΄ 252) προβλέπονται, μεταξύ άλλων τα εξής: «Περί εγκαταστάσεως υλοτόμων. Άρθρο 33. 1. Απαγορεύεται η κατ` αρέσκειαν και αυτοβούλως εγκατάστασις των υλοτόμων εντός των δημοσίων δασών, καθώς και των υπό την κυριότητα ή διακατοχήν δήμων και κοινοτήτων, μοναστηρίων ή άλλων νομικών ή φυσικών προσώπων διατελούντων δασών προς έναρξιν της υλοτομίας, ή εξακολούθησιν ταύτης. Οι υλοτόμοι ή οι ενοικιασταί της απολήψεως δασικών προϊόντων εγκαθίστανται εις τον τόπον της υλοτομίας αυτοπροσώπως, ει δυνατόν, υπό του αρμοδίου δασάρχου, δασονόμου ή του αρμοδίου υλωρού, κατά προτίμησιν του αρχιφύλακος δασών. 2. ... Άρθρο 34. 1. Δια την εγκατάστασιν των υλοτόμων εις τας υλοτομούμενα δάση, δημόσια ή ιδιωτικά, συντάσσεται υπό της αρμόδιας Δασικής Αρχής, πρωτόκολλον εγκαταστάσεως, όπερ υπογράφεται και υπό των εγκαθισταμένων ενοικιαστών υλοτόμων και περιλαμβάνει το όνομα του δάσους, την υλοτομηθησομένην δασικήν θέσιν, το είδος των υλοτομουμένων δένδρων, τον αριθμόν τούτων και τον όγκον προκειμένου περί υλοτομίας ξυλείας, το είδος δε και ποσόν προκειμένου περί των άλλων δασικών προϊόντων, ως ξυλανθράκων, καυσοξύλων κ.λπ., τον τρόπον της υλοτομίας και εν γένει παν απαραίτητον στοιχείον. 2. Το πρωτόκολλον εγκαταστάσεως ισχύει δι` όλην την διάρκειαν του διαχειριστικού έτους ή της μισθώσεως και λήγει ευθύς ως ο ενοικιαστής υλοτόμος, αποκομίσει εκ του δάσους άπαντα τα ενοικιασθέντα δασικά προϊόντα, τα οποία εδικαιούτο να υλοτομήση, κατασκευάση ή συλλέξη. 3. Υλοτομίαι γενόμεναι κατά παράβασιν των ανωτέρω διατάξεων του παρόντος άρθρου θεωρούνται ως παρανόμως και εν αγνοία της δασικής αρχής ενεργηθείσαι, οι δε ενεργήσαντες ταύτας υλοτόμοι υπόκεινται εις ποινικήν καταδίωξιν και τα παρανόμως παραχθέντα δασικά δημεύονται και κατάσχονται». Επίσης, στο ν.δ. 86/1969 «Δασικός Κώδικας» (ΦΕΚ Α΄ 7) ορίζονται, μεταξύ άλλων, τα εξής: «ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΣΤ`. Ενέργεια υλοτομιών. Προσήμανσις υλοτομητέων δένδρων. Άρθρον 84. 1. Εις τα σπερμοφυούς διαχειριστικής μορφής δημόσια και μη δάση ως και εις τα διφυούς τοιαύτης, προκειμένου περί του ανωτέρου ορόφου αυτών, η υλοτομία ενεργείται κατόπιν προσημάνσεως των υλοτομητέων δένδρων. Ο καθαρισμός όμως και η αραίωσις νεαρών συστάδων σπερμοφυούς ή διφυούς δάσους ενεργείται άνευ προσημάνσεως, αλλ` υπό την επίβλεψιν και τας οδηγίας δασικού οργάνου. 2. ... Άδειαι υλοτομίας. Άρθρον 85. 1.Ουδείς υλοτόμος δύναται να υλοτομήση, κατασκευάση ή συλλέξη δασικά προϊόντα εκ δημοσίων ή μη δασών, προς εμπορίαν ή ατομικάς ανάγκας, εάν δεν εφοδιασθή προηγουμένως δι` αδείας υλοτομίας. Η άδεια αύτη εκδίδεται, προκειμένου περί δημοσίου δάσους, κατόπιν καταβολής μισθώματος, προκειμένου δε περί μη δημοσίου δάσους, κατόπιν καταβολής δημοσίου δασικού φόρου. …. 2. Η άδεια υλοτομίας εκδίδεται επί τη βάσει εγκεκριμένων δασοπονικών σχεδίων ή εκθέσεων, πινάκων υλοτομίας και ειδικών εγκριτικών διαταγών, ως λεπτομερέστερον καθορίζεται δια διατάγματος. 3. … Εγκατάστασις υλοτόμων. Άρθρον 87. 1. Απαγορεύεται η υλοτομία, η συλλογή ή κατασκευή δασικών προϊόντων, εις μεν τα δημόσια ή τα υπό του Δημοσίου διακατεχόμενα δάση άνευ προηγουμένης εγκρίσεως και δια πρωτοκόλλου εγκαταστάσεως των ενοικιαστών υλοτόμων εις τα μίσθια δάση υπό της αρμοδίας δασικής αρχής, εις δε τα ιδιωτικά, μοναστηριακά, κοινοτικά, αγαθοεργών ιδρυμάτων και λοιπά μη ανήκοντα εις το Δημόσιο ή διακατεχόμενα υπ`αυτού δάση άνευ προηγουμένης εγκρίσεως και εγκαταστάσεως των υλοτόμων υπό της αυτής αρχής, προσέτι δε και εγγράφου αδείας του ιδιοκτήτου, ή, εφ` όσον ούτος δεν ευρίσκεται εν τη διακατοχή του διακατόχου. 2. Ο τρόπος συντάξεως του πρωτοκόλλου εγκαταστάσεως, το περιεχόμενον, ο χρόνος ισχύος και πάσα σχετική λεπτομέρεια καθορίζονται δια διατάγματος, μέχρις εκδόσεως του οποίου ισχύουν αι διατάξεις των παρ.2 και 3 του άρθρου 131 του ν. 4173/1929. …. Υποχρεώσεις υλοτόμων. Άρθρον 89. «Οι δασοκτήμονες, οι εκμεταλλευταί των δασών υλοτόμοι και γενικώς οι ενεργούντες υλοτομίας εις τα δάση οφείλουν κατά την διενέργεια τούτων να τηρούν απαρεγκλίτως τους όρους του πρωτοκόλλου εγκαταστάσεως, ως και πάσας τας διατάξεις των πινάκων υλοτομίας, των δασοπονικών σχεδίων ή εκθέσεων και των εγκριτικών διαταγών, ως προς την μέθοδον και τον τρόπον υλοτομίας, το ποσόν και το είδος του δασικού προϊόντος του καθοριζομένου ως ετησίου ή περιοδικού λήμματος και εν γένει τας διατάξεις των δασικών νόμων και διαταγμάτων περί υλοτομίας, και μεταφοράς δασικών προϊόντων. Έλεγχος υλοτομιών. Σύνταξις πρωτοκόλλου εξελέγξεως. Άρθρον 90. 1. Οι δασικοί υπάλληλοι οφείλουν να παρακολουθούν αγρύπνως τας διενεργουμένας εις τα δάση της περιφερείας των υλοτομίας και να προβαίνουν εντός δεκαημέρου από της συγκεντρώσεως των δασικών προϊόντων εις έλεγχον και καταμέτρησιν του παραχθέντος υπό του υλοτόμου ποσού και είδους δασικού προϊόντος, εις το δάσος ή εις τον υπό του πρωτοκόλλου εγκαταστάσεως καθορισθέντα τόπον εξελέγξεως των δασικών προϊόντων, δια της συντάξεως πρωτοκόλλου εξελέγξεως εξ ηριθμημένου διπλοτύπου βιβλίου. Ευθύς δ` ως ήθελε βεβαιωθή ότι απελήφθη ή συνεπληρώθη υπό του δασοκτήμονος ή του υλοτόμου το καθοριζόμενον ποσόν δασικών προϊόντων υπό της αδείας υλοτομίας ή των πινάκων υλοτομίας των δασοπονικών σχεδίων ή εκθέσεων ή και εγκριτικών διαταγών, οι δασικοί υπάλληλοι οφείλουν να διατάσσουν αμέσως την παύσιν της περαιτέρω υλοτομίας. 2. Οι δασοκτήμονες ή οι ενοικιασταί δασών υλοτόμοι ή γενικώς οι υλοτόμοι οι ενεργούντες υλοτομίας, εάν τυχόν πραγματοποιήσουν ποσά μεγαλύτερα των καθοριζομένων υπό των πινάκων υλοτομίας, των δασοπονικών σχεδίων ή εκθέσεων ή εγκριτικών διαταγών, οφείλουν προ της τελικής εξελέγξεως να δηλώσουν εγγράφως εις την αρμοδίαν δασικήν αρχήν το προκύψαν πλεόνασμα δασικών προϊόντων, τιμωρούμενοι άλλως κατά τας διατάξεις του άρθρου 268. Η προσπάθεια αποκρύψεως του πλεονάσματος θεωρείται ως επιβαρυντική αιτία. 3. … ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Α` Ποινικαί διατάξεις. Παράνομος υλοτομία και κλαδονομή – Παράβασις αστυνομικών διατάξεων.» Άρθρο 268 (ως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 1 του ν.4138/2013, ΦΕΚ Α΄ 72) Παράνομη υλοτομία και μεταφορά δασικών προϊόντων - Παράνομη κλαδονομή - Παράβαση αστυνομικών διατάξεων. 1.α) Ο οπωσδήποτε βλάπτων δάσος ή δασική έκταση ή προξένων οποιαδήποτε φθορά, β) ο υλοτόμων, κατασκευάζων ή συλλέγων δασικά προϊόντα χωρίς άδεια υλοτομίας ή έγκριση ατελούς υλοτομίας ή εγκατάσταση από τη δασική αρχή, προκειμένου δε περί μη δημοσίων δασών, και χωρίς αδεία του ιδιοκτήτη ή του διακατόχου του δάσους, όπου απαιτείται τέτοια άδεια, γ) ο υλοτόμων, κατασκευάζων ή συλλέγων δασικά προϊόντα δυνάμει αδείας ή έγκρισης ατελούς υλοτομίας της δασικής αρχής ή αδείας και του ιδιοκτήτη, προκειμένου περί μη δημοσίου δάσους, κατά τρόπο αντιβαίνοντα στις περί του τρόπου υλοτομίας, κατασκευής ή συλλογής δασικών προϊόντων διατάξεις, δ) ο μεταφέρων δασικά προϊόντα πριν την εξέλεγξη ή μετά από αυτήν από τον τόπο της εξέλεγξης στον τόπο της πρώτης αποθήκευσης ή από αυτόν αλλού χωρίς θεώρηση ή εξόφληση του πρωτοκόλλου εξελέγξεως του δελτίου μεταφοράς δασικών προϊόντων ή της αδείας υλοτομίας, στις περιπτώσεις όπου δεν συντάσσεται πρωτόκολλο εξέλεγξης, για το μεταφερόμενο ποσό, ε) ο μεταφέρων δασικά προϊόντα, πλέον των επιτρεπομένων να μεταφερθούν, σύμφωνα με τα ως άνω έγγραφα μεταφοράς, καθώς και ο κάτοχος των παρανόμως μεταφερόμενων δασικών προϊόντων, στ) (όπως η περ. αυτή προστέθηκε με το άρθρο 48 παρ.3 του ν.4280/2014, ΦΕΚ Α΄ 159) ο μεταφέρων δασικά προϊόντα, τα οποία έχουν υλοτομηθεί ή συλλεχτεί χωρίς τις απαιτούμενες άδειες, εφόσον ειδικές διατάξεις του παρόντος κώδικα δεν ορίζουν άλλως, τιμωρούνται με πρόστιμο ή κράτηση ή και με αμφότερες τις ποινές αυτές, εάν από την παράβαση δεν επήλθε καμία ζημία ή η προξενηθείσα δεν υπερβαίνει τα 300 ευρώ. 2.Εάν η ζημία υπερβαίνει τα 300 ευρώ, ο παραβάτης τιμωρείται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 381 και 382 του Ποινικού Κώδικα. …. Κατάσχεσις και δήμευσις δασικών προϊόντων, εργαλείων, οργάνων, σκευών κλπ. Άρθρον 271. 1. … 8.α. (όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή της με το άρθρο 47 παρ.4 του ανωτέρω ν.4280/2014) Επίσης, επιβάλλεται σε έκαστον των παραβατών και εις ολόκληρον με πράξη καταλογισμού του οικείου δασάρχη πρόστιμο ανά μονάδα μέτρησης της παρανόμως υλοτομηθείσας ή μεταφερόμενης ξυλείας ή των καυσόξυλων, ίσο με το πενταπλάσιο της αγοραίας τιμής, της προβλεπομένης από τον πίνακα διατίμησης δασικών προϊόντων για την αντίστοιχη κατηγορία. …. β. Η διαδικασία επιβολής της διοικητικής κύρωσης της προηγούμενης παραγράφου αρχίζει με τη βεβαίωση της παράβασης από το όργανο που τη διαπιστώνει, το οποίο συντάσσει σχετική έκθεση. Η έκθεση κοινοποιείται μαζί με έγγραφη κλήτευση του δασάρχη προς τον παραβάτη να υποβάλει τις απόψεις του ενώπιον του για την αποδιδόμενη σε αυτόν παράνομη ενέργεια μέσα σε πέντε ημέρες από την κοινοποίηση της κλήτευσης. …. γ. Κατά της απόφασης επιβολής προστίμου ο παραβάτης μπορεί να ασκήσει προσφυγή στο κατά τόπο αρμόδιο διοικητικό πρωτοδικείο, εντός της προβλεπομένης από το άρθρο 66 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας εξηκονθήμερης προθεσμίας, που αρχίζει από την επόμενη της κοινοποίησης σε αυτόν της απόφασης. Η προσφυγή εκδικάζεται κατά τις διατάξεις του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας. …». Τέλος, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 131 του ν. 4173/1929 (ΦΕΚ Α΄205): «2. Δια την εγκατάστασιν των υλοτόμων εις τα υλοτομούμενα δάση, δημόσια ή ιδιωτικά, συντάσσεται υπό της αρμοδίας δασικής αρχής πρωτόκολλον εγκαταστάσεως, όπερ υπογράφεται και υπό των εγκαθισταμένων ενοικιαστών υλοτόμων και περιλαμβάνει το όνομα του δάσους, την υλοτομηθησομένην δασικήν θέσιν, το είδος των υλοτομουμένων δένδρων, τον αριθμόν τούτων και τον όγκον, προκειμένου περί υλοτομίας ξυλείας, το είδος και ποσόν προκειμένου περί των άλλων δασικών προϊόντων, ως ξυλανθράκων, καυσοξύλων κλπ. τον τρόπον της υλοτομίας και εν γένει παν απαραίτητον στοιχείον κατά τα λεπτομερέστερον δια Δ/τος καθορισθησόμενα. 3. Το πρωτόκολλον εγκαταστάσεως ισχύει δι` όλην την διάρκειαν του διαχειριστικού έτους ή της μισθώσεως και λήγει ευθύς ως ο ενοικιαστής υλοτόμος αποκομίση εκ του δάσους άπαντα τα ενοικιασθέντα δασικά προϊόντα, τα οποία εδικαιούτο να υλοτομήση, κατασκευάση ή συλλέξη».

3. Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση από τα στοιχεία της δικογραφίας προκύπτουν τα εξής: Όπως προκύπτει από το, εκδοθέν από το Δασαρχείο ……….., ……….. πρωτόκολλο εγκατάστασης υλοτομίας

Αριθμός απόφασης: Ν21/2020

ΤΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΤΡΙΚΑΛΩΝ

ΣΕ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

[Αίτηση αναστολής αρ. 200επ. του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας]

Συνήλθε στις 22 Μαΐου 2020 στο υπηρεσιακό του γραφείο, με δικαστή την Αργυρούλα Κυριακίδου, Πρωτοδίκη Διοικητικών Δικαστηρίων, και γραμματέα την Παναγιώτα Κώτσια, δικαστική υπάλληλο, για να κρίνει την αίτηση αναστολής, με αριθμό και χρονολογία κατάθεσης ++++,

του +++ του +++, κατοίκου +++,

κατά του Ελληνικού Δημοσίου, που από 1.1.2017 εκπροσωπείται από την ανεξάρτητη διοικητική αρχή με την επωνυμία «Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων» (Α.Α.Δ.Ε.), η οποία εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα από τον Διοικητή της (άρθρο 1 παρ. 1, 36 παρ. 1, 41 παρ. 4 και 43 του Ν. 4389/2016, Α΄ 94).

Αφού μελέτησε τα σχετικά έγγραφα - Σκέφτηκε κατά τον Νόμο

1. Επειδή, για την άσκηση της υπό κρίση αίτησης καταβλήθηκε το νόμιμο παράβολο (βλ. τoν ++++ κωδικό αριθμό ηλεκτρονικού παραβόλου).

2. Επειδή, με την αίτηση αυτή επιδιώκεται η αναστολή εκτέλεσης της +++ πράξης του Δασάρχη ++, με την οποία, κατ’ επίκληση των διατάξεων του άρθρου 47 παρ. 4 του Ν. 4280/2014, επιβλήθηκε σε βάρος του αιτούντος πρόστιμο ύψους 10.494 ευρώ, για την αποδιδόμενη σε αυτόν παράβαση της παράνομης υλοτομίας 72 χ.κ.μ. καυσόξυλων δρυός εντός της συστάδας 17β΄ του διακατεχόμενου δάσους ++ του +++. Η αναστολή αυτή ζητείται παραδεκτώς, μέχρι τη δημοσίευση οριστικής απόφασης επί της με αριθμό και χρονολογία κατάθεσης ++ σχετικής προσφυγής που άσκησε ο αιτών, η εκδίκαση της οποίας εκκρεμεί ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου.

3. Επειδή, ο Κώδικας Διοικητικής Δικονομίας, που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του Ν. 2717/1999 (Α΄ 97), ορίζει στο άρθρο 200 (όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 17 του Ν. 3659/2008, Α΄ 77) ότι: «Σε κάθε περίπτωση που η προθεσμία ή η άσκηση της προσφυγής δεν συνεπάγεται κατά νόμο την αναστολή εκτέλεσης της προσβαλλόμενης εκτελεστής ατομικής διοικητικής πράξης και εφόσον στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν έχει χορηγηθεί αναστολή από την αρμόδια διοικητική αρχή, μπορεί, ύστερα από αίτηση εκείνου που άσκησε την προσφυγή, να ανασταλεί, με συνοπτικά αιτιολογημένη απόφαση του δικαστηρίου, εν όλω ή εν μέρει η εκτέλεση της πράξης αυτής». Περαιτέρω, ο ίδιος Κώδικας ορίζει στο άρθρο 202 [όπως το άρθρο αυτό τροποποιήθηκε από το άρθρο 19 του Ν. 3659/2008 και αντικαταστάθηκε από το άρθρο 34 του Ν. 3900/2010 (Α΄ 213) και, τελικώς, η παράγραφος 2 αυτού αντικαταστάθηκε από το άρθρο 27 παρ. 1 του Ν. 4446/2016 (Α΄ 240)] ότι: «1. Η αίτηση αναστολής γίνεται δεκτή μόνο εφόσον ο αιτών επικαλεσθεί και αποδείξει ότι η άμεση εκτέλεση της προσβαλλόμενης πράξης θα του προκαλέσει ανεπανόρθωτη βλάβη ή αν το δικαστήριο εκτιμά ότι το ένδικο βοήθημα είναι προδήλως βάσιμο. 2. Ειδικώς επί φορολογικών, τελωνειακών και διαφορών με χρηματικό αντικείμενο, το δικαστήριο μπορεί, με την απόφασή του, να ορίσει ότι το ανασταλτικό αποτέλεσμα δεν καταλαμβάνει τη λήψη ενός ή περισσότερων αναγκαστικών μέτρων είσπραξης ή διοικητικών μέτρων, για τον εξαναγκασμό ή τη διασφάλιση της είσπραξης της οφειλής, επί συγκεκριμένων περιουσιακών στοιχείων του αιτούντος, τα οποία αναφέρονται στην απόφαση. 3. Σε κάθε περίπτωση, η αίτηση απορρίπτεται: α) [...], β) αν κατά τη στάθμιση της βλάβης του αιτούντος, των συμφερόντων τρίτων και του δημόσιου συμφέροντος, κρίνεται ότι οι αρνητικές συνέπειες από την αποδοχή θα είναι σοβαρότερες από την ωφέλεια του αιτούντος. γ) [...]».

4. Επειδή, κατά την έννοια των προπαρατεθεισών διατάξεων, ανεπανόρθωτη υλική βλάβη, η αποσόβηση της οποίας καθιστά συνταγματικά επιβεβλημένη την παροχή προσωρινής δικαστικής προστασίας, δεν συνιστά, κατά κανόνα, η απλή οικονομική ζημία του αιτούντος, ως κατ’ αρχήν επανορθώσιμη (πρβλ. ΣτΕ ΕΑ 263-262/2019, 331-330/2013, 487/2012), αλλά εκείνη η χρηματική ζημία, η αποκατάσταση της οποίας, ενόψει του μεγέθους της, σε συνδυασμό με την εν γένει οικονομική κατάσταση του αιτούντος και τις ειδικότερες συνθήκες υπό τις οποίες αυτός τελεί, είναι για εκείνον δυσχερής σε τέτοιο βαθμό, ώστε να αδυνατεί πράγματι να την επιτύχει (βλ. ΣτΕ ΕΑ Ολομ. 496/2011, 334/2007). Ειδικότερα δε, σε περίπτωση επαγγελματία, όταν η ζημία αυτή συνεπάγεται ανεπανόρθωτο ή δυσχερώς επανορθώσιμο κλονισμό της επιχείρησής του, σε βαθμό που να τίθεται σε κίνδυνο η υπόστασή της (πρβλ. ΣτΕ ΕΑ 263-262/2019, 202-200/2019, 38/2019, 13/2019, 413/2018, 241/2017). Περαιτέρω, όπως έχει κριθεί (βλ. ΣτΕ ΕΑ Ολομ. 496/2011, πρβλ. ΣτΕ ΕΑ Ολομ. 232-230/2019, 1117/2010, πρβλ. ΣτΕ ΕΑ 172/2019, 417/2018, 35/2017, 183/2013, 110/2013 κ.ά.), περίπτωση πρόδηλης βασιμότητας του κύριου ένδικου βοηθήματος συντρέχει ιδίως όταν αυτό βασίζεται σε πάγια νομολογία ή σε νομολογία της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικράτειας και, πάντως, όχι όταν πιθανολογείται απλώς η ευδοκίμησή του.

5. Επειδή, εξάλλου, στην παράγραφο 4 του άρθρου 47 του Ν. 4280/2014 («Περιβαλλοντική αναβάθμιση και ιδιωτική πολεοδόμηση - Βιώσιμη ανάπτυξη οικισμών Ρυθμίσεις δασικής νομοθεσίας και άλλες διατάξεις», Α΄ 159) ορίζεται ότι: «Η παρ. 8 του άρθρου 271 του ν.δ. 86/1969 (Δασικός Κώδικας), όπως τροποποιήθηκε και ισχύει με το άρθρο 2 περίπτωση στ` του ν. 4138/2013 (Α` 72) και το άρθρο 15 παρ. 2 του ν. 4180/2013 (Α` 182), αντικαθίσταται ως εξής: “8.α. Επίσης, επιβάλλεται σε έκαστον των παραβατών και εις ολόκληρον με πράξη καταλογισμού του οικείου δασάρχη πρόστιμο ανά μονάδα μέτρησης της παρανόμως υλοτομηθείσας ή μεταφερόμενης ξυλείας ή των καυσόξυλων, ίσο με το πενταπλάσιο της αγοραίας τιμής, της προβλεπομένης από τον πίνακα διατίμησης δασικών προϊόντων για την αντίστοιχη κατηγορία. Σε περίπτωση υποτροπής επιβάλλεται το διπλάσιο του ανωτέρω προστίμου. β. Η διαδικασία επιβολής της διοικητικής κύρωσης της προηγούμενης παραγράφου αρχίζει με τη βεβαίωση της παράβασης από το όργανο που τη διαπιστώνει, το οποίο συντάσσει σχετική έκθεση. Η έκθεση κοινοποιείται μαζί με έγγραφη κλήτευση του δασάρχη προς τον παραβάτη να υποβάλει τις απόψεις του ενώπιον του για την αποδιδόμενη σε αυτόν παράνομη ενέργεια μέσα σε πέντε ημέρες από την κοινοποίηση της κλήτευσης. […]. γ. Κατά της απόφασης επιβολής προστίμου ο παραβάτης μπορεί να ασκήσει προσφυγή στο κατά τόπο αρμόδιο διοικητικό πρωτοδικείο, εντός της προβλεπομένης από το άρθρο 66 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας εξηκονθήμερης προθεσμίας, που αρχίζει από την επόμενη της κοινοποίησης σε αυτόν της απόφασης. Η προσφυγή εκδικάζεται κατά τις διατάξεις του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας. Η προθεσμία της ανωτέρω προσφυγής και η άσκηση της δεν αναστέλλουν την εκτέλεση της απόφασης επιβολής προστίμου. Είναι όμως δυνατόν να χορηγηθεί, κατά περίπτωση, αναστολή εκτέλεσης της ανωτέρω απόφασης, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις διατάξεις των άρθρων 88 και 200 έως 209 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας. δ. Σε περίπτωση έκδοσης αμετάκλητης αθωωτικής απόφασης από το ποινικό δικαστήριο […] το επιβληθέν πρόστιμο διαγράφεται και το καταβληθέν ποσό αυτού επιστρέφεται από τον φορέα στον οποίο αποδόθηκε. […]”».

ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΤΡΙΜΕΛΟΥΣ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ ++

ΑΙΤΗΣΗ ΑΝΑΣΤΟΛΗΣ ΕΚΤΕΛΕΣΗΣ

Του ++ του Δημητρίου, κατοίκου ++, οδός Φυγαλείας αριθ. 70, με Α.Φ.Μ. ++, Δ.Ο.Υ. ++.

ΚΑΤΑ

1. Του Ελληνικού Δημοσίου, που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα από τον Υπουργό των Οικονομικών.

2. Του Αστυνομικού Διευθυντή του +’ Τμήματος Τροχαίας ++, που κατοικοεδρεύει στα ++, ++.

3. Της υπ’ αριθ. ++ υπ’ αριθ. πρωτ. ++ απόφασης αφαίρεσης άδειας οδήγησης για χρονικό διάστημα πέντε (5) ετών, μετά τη λήξη της ποινής αφαίρεσης 180 ημερών που είχε επιβληθεί με την υπ’ αριθ. ++ πράξη βεβαίωσης παράβασης του ++ Τμήματος Τροχαίας ++ της Διεύθυνσης Τροχαίας ++ της Γενικής Αστυνομικής Διεύθυνσης Αττικής.

4. Της υπ’ αριθ. ++ πράξης βεβαίωσης παράβασης – έκθεσης κατάσχεσης του Υπαστυνόμου Α’ ++ και του Υπαρχιφύλακα ++, με την οποία μου αφαιρέθηκε η υπ’ αριθ. ++ άδεια ικανότητας οδήγησης.

5. Κάθε άλλης συναφούς διοικητικής πράξης

----------------------------------------------------------------

Ενώπιον του Δικαστηρίου Σας άσκησα νόμιμα και εμπρόθεσμα την από 14.11.2016 με αυξ. αριθ. καταθ. ++ προσφυγή μου κατά της ανωτέρω προσβαλλόμενης αποφάσεως, το περιεχόμενο της οποίας έχει επί λέξει ως εξής:

«ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ

ΠΡΟΣΦΥΓΗ

Του ++, κατοίκου ++, με Α.Φ.Μ. ++, Δ.Ο.Υ. ++.

ΚΑΤΑ

1. Του Ελληνικού Δημοσίου, που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα από τον Υπουργό των Οικονομικών.

2. Του Αστυνομικού Διευθυντή του ++ Τμήματος Τροχαίας ++, που κατοικοεδρεύει στα ++

3. Της υπ’ αριθ. ++ υπ’ αριθ. πρωτ. ++’ απόφασης αφαίρεσης άδειας οδήγησης για χρονικό διάστημα πέντε (5) ετών, μετά τη λήξη της ποινής αφαίρεσης 180 ημερών που είχε επιβληθεί με την υπ’ αριθ. ++ πράξη βεβαίωσης παράβασης του ++’ Τμήματος Τροχαίας ++ της Διεύθυνσης Τροχαίας ++ της Γενικής Αστυνομικής Διεύθυνσης ++.

ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΜΟΝΟΜΕΛΟΥΣ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΎ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ ++++

ΥΠΟΜΝΗΜΑ-ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

Της ανώνυμης εταιρείας ++++

ΚΑΤΑ

Του εδρεύοντος στην Αθήνα Ν.Π.Δ.Δ. με την επωνυμία «Ενιαίος Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης» (Ε.Φ.Κ.Α.), ως οιονεί καθολικού διαδόχου του Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων – Ενιαίου Ταμείου Ασφάλισης Μισθωτών (ΙΚΑ-ΕΤΑΜ), δυνάμει των διατάξεων των άρθρων 51 και 53 του ν. 4387/2016, όπως νομίμως εκπροσωπείται από τον Διοικητή αυτού και εν προκειμένω από την Διευθύντρια της Περιφερειακής Υπηρεσίας (Υποκατάστημα μισθωτών) Καρδίτσας, Αθανασούλα Στεργιανή του Κων/νου

Καρδίτσα 13-6-2019

            Συζητείται ενώπιόν σας ..., η από ... προσφυγή του ανωτέρω ΕΦΚΑ εναντίον μου ....

Την προσφυγή αυτή αρνούμαι και αποκρούω ως νόμω και ουσία αβάσιμη αόριστη, απαράδεκτη και αναληθή και αιτούμενη την απόρριψή της, όπως και των προτάσεων, ενστάσεων, υπομνήματος και ισχυρισμών του, επάγομαι τα κάτωθι:

           Επειδή, σύμφωνα με το άρθρο 26 παρ. 1 του αν.ν. 1846/1951 (Α` 179) υπόχρεος έναντι του ΙΚΑ για την καταβολή των ασφαλιστικών εισφορών είναι ο εργοδότης, ως εργοδότης δε νοείται κατά το άρθρο 8 παρ. 5 περ. α του ίδιου νόμου το φυσικό ή νομικό πρόσωπο για λογαριασμό του οποίου έχει παρασχεθεί πράγματι από τον ασφαλισμένο εξαρτημένη εργασία έναντι αμοιβής (ΣτΕ 3133/2011, 4234/2012, 3896/2014, 127/2017). Έτσι, για να υποχρεωθεί ένα φυσικό ή νομικό πρόσωπο υπό την ιδιότητα του εργοδότη σε καταβολή ασφαλιστικών εισφορών προς το ΙΚΑ, οφείλουν τα αρμόδια ασφαλιστικά όργανα αυτού και, σε περίπτωση ασκήσεως προσφυγής, τα τακτικά διοικητικά δικαστήρια να διαπιστώσουν αιτιολογημένα ότι ο ασφαλισμένος παρείχε πράγματι για λογαριασμό του εν λόγω προσώπου εξαρτημένη εργασία έναντι αμοιβής κατά το χρονικό διάστημα, στο οποίο αναφέρονται οι ως άνω εισφορές, η κρίση δε ως προς την πραγματοποίηση της απασχολήσεως τόσο των οργάνων του ΙΚΑ όσο και των διοικητικών δικαστηρίων που επιλαμβάνονται στη συνέχεια μπορεί να συναχθεί με κάθε ενδεδειγμένο τρόπο (ΣτΕ 3133/2011, 4234/2012, 684, 2558/2013, 3896/2014, 127/2017). Εξάλλου, κατά την έννοια των διατάξεων του άρθρου 26 παρ. 1. 9 και 11 του αν.ν. 1846/1951, όπως έχει τροποποιηθεί και συμπληρωθεί, σε συνδυασμό προς τις διατάξεις των άρθρων 23-26 του Κανονισμού Ασφαλίσεως του ΙΚΑ (AYE 55575/1.479/1965. Β` 816), εάν μεν ο εργοδότης τηρεί προσηκόντως τα στοιχεία που προβλέπονται από τις διατάξεις αυτές και εν γένει τις επιβαλλόμενες υποχρεώσεις για την ασφάλιση του απασχολούμενου προσωπικού, τα ελεγκτικά όργανα του ΙΚΑ φέρουν το βάρος της αποδείξεως ότι τα δεδομένα που προκύπτουν από τα στοιχεία που τηρεί ο εργοδότης είναι εικονικά. Αντιθέτως, εάν ο εργοδότης δεν τηρεί τις υποχρεώσεις που θεσπίζονται από τις ανωτέρω διατάξεις για την απόδειξη του αριθμού των υπαγομένων στην ασφάλιση προσώπων, του είδους και του χρόνου της απασχολήσεως και του ύψους των αποδοχών, τα αρμόδια όργανα του ΙΚΑ δύνανται να προσδιορίζουν τις καταβλητέες εισφορές με βάση τα στοιχεία της ασφαλιστικής σχέσεως, τα οποία καθορίζουν κατά την κρίση τους (ΣτΕ 2609/2006, 2259/2012 7μ., 152-154/2013 7μ., 684/2013, 3896/2014, 127/2017).

Ενώπιον της Διεύθυνσης επίλυσης διαφορών της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών.(πρώην Υπηρεσία Εσωτερικής Επανεξέτασης)

(Δια της Προϊσταμένης της ΔΟΥ+++).                        

1.ΕΝΔΙΚΟΦΑΝΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΗ κατ’ άρθρο 63 του Ν. 4174/2013.

Του ΝΠΔΔ με την επωνυμία +++

ΚΑΤΑ

Των: 1) από +++ Έκθεσης Μερικού Ελέγχου Φορολογίας Εισοδήματος, 2) ++ Οριστικής Πράξης Διορθωτικού Προσδιορισμού Φόρου Εισοδήματος ++Σημείωμα του άρθρου 49. ν. 4509/2017 ,3) ++ Οριστικής Πράξης Διορθωτικού Προσδιορισμού Φόρου Εισοδήματος ++ και ++ Σημείωμα του άρθρου 49. ν. 4509/2017,4) με +++ Οριστικής Πράξης Διορθωτικού Προσδιορισμού Φόρου Εισοδήματος ++ Σημείωμα του άρθρου 49. ν. 4509/2017,5) με ++Οριστικής Πράξης Διορθωτικού Προσδιορισμού Φόρου Εισοδήματος ++ Σημείωμα του άρθρου 49. ν. 4509/2017,6) από ++ Έκθεσης Προσωρινού Ελέγχου Φόρου Προστιθέμενης Αξίας ,7) με ++ Οριστικής Πράξης Διορθωτικού Προσδιορισμού ΦΠΑ (++Σημείωμα του άρθρου 49. ν. 4509/2017,8) με ++ Οριστικής Πράξης Διορθωτικού Προσδιορισμού ΦΠΑ ++ Σημείωμα του άρθρου 49. ν. 4509/2017,9) από ++Έκθεσης Ελέγχου Προστίμου  ,10) με α++Πράξης Επιβολής Προστίμου,11) από ++ Έκθεσης Ελέγχου Άρθρου 54 του Ν. 4174/2013 ,12) με αρ. ++Πράξης Επιβολής Προστίμου άρθρου 54. Ν. 4174/2013  και 13) με αρ. ++ Πράξης Επιβολής Προστίμου άρθρου 54. Ν. 4174/2013  , άπασες της Δ.Ο.Υ ++ (Υπηρεσία Ελέγχου), που μου επιδόθηκαν την ++.

2. ΑΙΤΗΣΗ ΑΝΑΣΤΟΛΗΣ

Για το καταβλητέο ποσοστό πενήντα τοις εκατό (50%), των ποσών των προσβαλλόμενων, αμφισβητούμενων και μη αποδεκτών ως άνω πράξεων της ΔΟΥ Καρδίτσας, κατά των οποίων στρέφομαι και ζητώ να ανασταλεί η εκτέλεσή τους σε βάρος μου.

Καρδίτσα 29-4-2018

Προσφεύγω κατα των ανωτέρω Πράξεων, με τις οποίες μου επιβλήθηκαν φόροι και πρόστιμα συνολικού ποσού ++€, κατά τα εν αυταίς ειδικότερον διαλαμβανόμενα τις οποίες αμφισβητώ, αρνούμαι και αποκρούωκαι Ζητώ την ΑΚΥΡΩΣΗ ΤΩΝ, διότι ερείδονται επι αναληθούς και αβασίμου προϋποθέσεως, δηλ. της μη ανταπόκρισης μου τάχα στις γενόμενες προσκλήσεις της ΔΟΥ Καρδίτσας για παροχή πληροφοριών και για προσκομιδή βιβλίων και στοιχείων μου προκειμένου να διενεργηθεί έλεγχος και συνεπώς εκδόθηκαν κατ’ εσφαλμένη εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών και κατά παράβαση του νόμου.

          Ειδικότερα Ζητώ την ακύρωση των για όσους λόγους επιφυλάσσομαι να προσθέσω νόμιμα και εμπρόθεσμα, αλλά και για τους κάτωθι νόμιμους και βάσιμους, ήτοι:

                                                 Ι

         Μετά τη γνωστή απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας ΟλΣτΕ 1738/2017 (ακολούθησαν οι ΣτΕ 2934/2017 και ΣτΕ 2935/2017, αλλά και η με αριθ. 268/2017 Γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους σε Α' Τακτική Ολομέλεια, η οποία έγινε αποδεκτή από τον διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, αλλά και πρόσφατα οι ΣτΕ 172 και 173/2018, ΤρΝομΠληρ. ΝΟΜΟΣ), κρίθηκαν αντισυνταγματικές οι παρατάσεις των διατάξεων του άρθρου 11 του ν. 3513/2006, του  άρθρου 29 του ν. 3697/2008 του  άρθρου 10 του ν. 3790/2009 και του  άρθρου 82 του ν. 3842/2010, και έτσι οι φορολογικές αξιώσεις για την χρήση του 2011, έχουν ήδη παραγραφεί την 31-12-2017, μη υφισταμένης έτσι δυνατότητας εκδόσεως πράξεων προσδιορισμού φόρου και προστίμων σε εκκρεμείς υποθέσεις ελέγχου που αφορούν στις χρήσεις προγενέστερες του έτους 2012. Σημειώνεται δε ότι η ερμηνεία των ανωτέρω αποφάσεων, καλύπτει τόσο ελεγχόμενα έτη με βάση τον ν.2238/1994 (έως και 31/12/2013), όσο και ελεγχόμενα έτη με βάση τον ν.4174/2013 (από 1/1/2014 και μετά).

Κρίθηκε ειδικότερα ότι διάταξη νόμου περί παρατάσεως χρόνου παραγραφής φορολογικών αξιώσεων, οι οποίες ανάγονται σε ημερολογιακό έτος προγενέστερο του προηγουμένου της δημοσιεύσεως του νόμου αυτού ημερολογιακού έτους, είναι ανίσχυρη ως αντικείμενη στην απορρέουσα από την αρχή του κράτους δικαίου αρχή της ασφάλειας δικαίου και στις εξειδικεύουσες αυτήν ειδικώς στο φορολογικό δίκαιο διατάξεις των άρθρων 2 παρ.1 και 25 παρ.1 εδ.α` του Συντάγματος, για τον λόγο ότι θα τροποποιούσε κατά τον τρόπο αυτό αναδρομικά σε βάρος των φορολογουμένων το νομοθετικό καθεστώς που ίσχυε κατά τον χρόνο στον οποίο ανάγονται οι φορολογικές τους υποχρεώσεις όσον αφορά ουσιαστικό στοιχείο των εν λόγω υποχρεώσεων. Εξάλλου, ενόψει της συνταγματικής αρχής της αναλογικότητας (άρθρο 25 παρ. 1 εδ. δ` του Συντάγματος) και προς αποφυγή ενθαρρύνσεως ενδεχόμενης απραξίας της φορολογικής διοικήσεως η παραγραφή πρέπει να έχει εύλογη διάρκεια. Επομένως, οι ανωτέρω διατάξεις των νόμων που παρατίθενται, με τις οποίες παρατείνεται διαδοχικώς ο χρόνος παραγραφής φορολογικών αξιώσεων του Δημοσίου λίγο πριν από την λήξη είτε της αρχικής παραγραφής είτε της προηγούμενης παρατάσεως αυτής αντίκεινται στις εξειδικεύουσες την (απορρέουσα από την αρχή του κράτους δικαίου) αρχή της ασφάλειας δικαίου διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 78 του Συντάγματος, διότι παρατείνουν την προθεσμία παραγραφής φορολογικών αξιώσεων του Δημοσίου αναγομένων σε ημερολογιακά έτη προγενέστερα του προηγουμένου της δημοσιεύσεως των σχετικών νόμων.

 

Copyright Βρόντος Ανδρέας © 2013