ΜΠρΚαρδίτσας 28/2023.Υποχρέωση λογοδοσίας διαχειριστή ΟΕ. Προθεσμία απο την επίδοση της απόφασης. Υποχρέωση για καταβολή ελλείμματος

ΑΠΟΦΑΣΗ 28/2023

(Αρ.κατάθεσης αγωγής: ....2020)

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΚΑΡΔΙΤΣΑΣ
(ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ)

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από το Δικαστή Δημήτριο Κολοκοτρώνη, Πρωτόδικη, ο οποίος ορίσθηκε από την Πρόεδρο Πρωτοδικών Καρδίτσας και από τη Γραμματέα Ευσταθία Ευαγγελάκη.

ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριό του την … για να δικάσει τη με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …. αγωγή:

ΤΩΝ ΕΝΑΓΟΝΤΩΝ: 1) ……………, ως ομόρρυθμου μέλους και συνδιαχειριστή της ομόρρυθμης εταιρείας με την επωνυμία ………………, που εδρεύει …………. και εκπροσωπείται νόμιμα, και 2) ………………, ως ομόρρυθμου μέλους της ομόρρυθμης εταιρείας με την επωνυμία ………., που εδρεύει ……….. και εκπροσωπείται νόμιμα, οι οποίοι προκατέθεσαν νόμιμα και εμπρόθεσμα προτάσεις σύμφωνα με το αρ.237 παρ.1 εδ. α' ΚΠολΔ, δια του δικηγόρου του Δ.Σ. Καρδίτσας, Ανδρέα Βρόντου …που είχε πληρεξουσιότητα να εκπροσωπήσει τους ενάγοντες στην παρούσα δίκη, δυνάμει του από ……. ιδιωτικού εγγράφου παροχής πληρεξουσιότητας, με αυτοπρόσωπη παράστασή του στο ακροατήριο.

ΤΗΣ ΕΝΑΓΟΜΕΝΗΣ: ……….., ατομικά και ως ομόρρυθμου μέλους, νομίμου εκπροσώπου και συνδιαχειρίστριας της ομόρρυθμης εταιρείας με την επωνυμία …………., που εδρεύει ………….. και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία προκατέθεσε νόμιμα και εμπρόθεσμα προτάσεις σύμφωνα με το αρ.237 παρ.1 εδ. α' ΚΠολΔ, δια του δικηγόρου του Δ.Σ. …………….. (Α.Μ………., γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών και ενσήμων υπ’αριθμ………….) που είχε πληρεξουσιότητα να εκπροσωπήσει την εναγόμενη στην παρούσα δίκη, δυνάμει του από ……….. ιδιωτικού εγγράφου παροχής πληρεξουσιότητας, χωρίς αυτοπρόσωπη παράστασή του στο ακροατήριο.

Οι ενάγοντες ζητούν να γίνει δεκτή η από …….. αγωγή τους, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου με αριθμό κατάθεσης ……….. και προσδιορίστηκε δυνάμει της από ………. πράξης ορισμού δικασίμου της Προέδρου Πρωτοδικών Καρδίτσας για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο και γράφτηκε στο πινάκιο.

ΚΑΤΑ ΤΗ ΣΗΜΕΡΙΝΗ δημόσια συζήτηση της υπόθεσης, οι διάδικοι παραστάθηκαν, όπως αναφέρεται παραπάνω.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

1.Κατά τη διάταξη του άρθρου 303 ΑΚ, όποιος έχει τη διαχείριση μιας ολικά ή μερικά ξένης υπόθεσης, εφόσον η διαχείριση συνεπάγεται εισπράξεις και δαπάνες, έχει υποχρέωση να λογοδοτήσει. Για το σκοπό αυτόν οφείλει να ανακοινώσει στον δεξίλογο λογαριασμό που να περιέχει αντιπαράθεση των εσόδων και των εξόδων, καθώς και ό,τι προκύπτει από την αντιπαράθεση αυτή και να επισυνάψει τα δικαιολογητικά, εφόσον συνηθίζονται. Από τη διάταξη αυτή συνάγεται ότι, εκ μόνου του γεγονότος ότι από κάποια έννομη σχέση (όπως η εντολή), κάποιος προέβη σε διαχείριση εν όλω ή εν μέρει ξένης περιουσίας, δηλαδή σε ενέργειες συνεπιφέρουσες εισπράξεις και δαπάνες, υποχρεούται να παράσχει λόγο αυτής της διαχείρισής του. Ο δε δοσίλογος οφείλει να ανακοινώσει στον δεξίλογο έγγραφο λογαριασμό για τις διαχειριστικές πράξεις και για το χρόνο, για τον οποίο ζητείται η λογοδοσία, όπου πρέπει να αναγράφονται λεπτομερώς τα έσοδα και έξοδα που έχουν πραγματοποιηθεί κατά το χρόνο της διαχείρισης, καθώς και το κατάλοιπο που προκύπτει από τη διαφορά των δύο σκελών του λογαριασμού, προσέτι δε να επισυνάψει και τα δικαιολογητικά έγγραφα, εφόσον συνηθίζονται (ΑΠ 475/2020 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), κατά τρόπο ώστε να παρέχεται στον δεξίλογο πλήρης εικόνα της υπόθεσης, που διαχειρίστηκε αυτός (δοσίλογος) και να διευκολύνεται έτσι ο έλεγχος των επί μέρους κονδυλίων (ΑΠ 360/2014, ΑΠ 1122/2006 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΑΘ 5224/2008 ΕλλΔνη 2010.825). Ακόμη, από τη διάταξη του άρθρου 303 ΑΚ, ερμηνευόμενη σε συνδυασμό με το άρθρο 718 ΑΚ, προκύπτει ότι βασική προϋπόθεση της υποχρέωσης προς λογοδοσία αποτελεί η διαχείριση ξένης ολικά ή μερικά περιουσίας, που συνεπάγεται εισπράξεις και δαπάνες, χωρίς τις οποίες δεν νοείται διαχείριση (ΑΠ 707/2020 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Ο δε δοσίλογος οφείλει να ανακοινώσει στο δεξίλογο έγγραφο λογαριασμό για τις διαχειριστικές πράξεις και για το χρόνο, για τον οποίο ζητείται η λογοδοσία, όπου πρέπει να αναγράφονται λεπτομερώς τα έσοδα και έξοδα που έχουν πραγματοποιηθεί κατά το χρόνο της διαχείρισης, καθώς και το κατάλοιπο που προκύπτει από τη διαφορά των δύο σκελών του λογαριασμού, προσέτι δε να επισυνάψει και τα δικαιολογητικά έγγραφα, εφόσον συνηθίζονται. Εάν ο δοσίλογος δεν προβαίνει εξωδίκως σε ανακοίνωση προς το δεξίλογο λογαριασμού ή εάν ο λογαριασμός, που ανακοίνωσε ο δοσίλογος, δεν είναι σύμφωνος με τους όρους και τον τύπο που αναφέρθηκαν, δεν εκπληρώνεται η ως άνω υποχρέωση του δοσίλογου, ο δε δεξίλογος δικαιούται να επιδιώξει την εκπλήρωση της υποχρέωσης του δοσιλόγου περί ανακοίνωσης του λογαριασμού με αγωγή, στην οποία εφαρμόζονται οι ειδικές διατάξεις των άρθρ. 473 - 477 Κ.Πολ.Δ. (ΑΠ 700/2021 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1536/2017, ΑΠ 1318/2014, ΑΠ 977/1997). Για την πληρότητα της ιστορικής βάσης της αγωγής αυτής αρκεί το γεγονός ότι ο δοσίλογος διαχειρίστηκε υπόθεση ολικώς ή μερικώς του δεξίλογου με βάση οποιαδήποτε μεταξύ τους έννομη σχέση (ΑΠ 475/2020, ΑΠ 360/2014, ΠΠρΘεσ 1015/2019 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Εξάλλου, η έγερση της αγωγής λογοδοσίας αποκλείεται εάν ο δοσίλογος έχει προβεί σε εξώδικη λογοδοσία σύμφωνα με τους όρους και τον τύπο, που αναφέρθηκαν ανωτέρω, δηλαδή με την παροχή έγγραφου λογαριασμού για τις διαχειριστικές πράξεις και για τον χρόνο, για τον οποίο ζητείται η λογοδοσία, στον οποίο να αναγράφονται λεπτομερώς τα έσοδα και έξοδα που έχουν πραγματοποιηθεί κατά τον χρόνο της διαχείρισης, καθώς και το κατάλοιπο που προκύπτει από τη διαφορά των δύο σκελών του λογαριασμού, στον οποίο να επισυνάπτονται και τα δικαιολογητικά έγγραφα εφόσον τούτο συνηθίζεται, ή εάν ο δεξίλογος έχει αποδεχθεί και εγκρίνει τον υπό τους ανωτέρω τύπους λογαριασμό που έδωσε ο δοσίλογος. Και τούτο, διότι έτσι συνάπτεται μεταξύ αυτών σύμβαση με την οποία δηλώνεται αμοιβαίως η θέλησή τους ότι εφεξής θα ισχύσει μόνο το αποτέλεσμα του εγκριθέντος λογαριασμού και ότι οι συμβαλλόμενοι δεν θα επανέλθουν στο μέλλον στα επί μέρους κονδύλια του λογαριασμού (πρβλ.ΑΠ 475/2020, βλ.ΑΠ 1896/2014, ΑΠ 437/2012, ΕφΘεσ 109/2004 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Επιπλέον, κατά το άρθρο 474 ΚΠολΔ, η απόφαση που διατάζει λογοδοσία ή παράδοση καταλόγου των στοιχείων ομάδας αντικειμένων ορίζει προθεσμία μέσα στην οποία ο λογαριασμός ή ο κατάλογος πρέπει να κατατεθεί με τα δικαιολογητικά στη γραμματεία του δικαστηρίου. Κατά δε το άρθρο 477 παρ. 1 και 2 εδ. α' του ίδιου Κώδικα, αν δεν κατατεθούν μέσα στην προθεσμία που όρισε η απόφαση, ο λογαριασμός ή ο κατάλογος, η απόφαση γίνεται οριστική ως προς την υποχρέωση λογοδοσίας ή την υποβολή του καταλόγου. Αν ζητήθηκε με την αγωγή για λογοδοσία κατά το άρθρο 473 να καταβληθεί ορισμένο έλλειμμα, για την περίπτωση που δεν θα κατατεθεί ο λογαριασμός και το έλλειμμα πιθανολογείται, το δικαστήριο με την απόφαση που διατάζει τη λογοδοσία μπορεί να καταδικάσει τον εναγόμενο, για την περίπτωση που δεν θα καταθέσει εμπρόθεσμα το λογαριασμό ή τον κατάλογο με τα δικαιολογητικά, να καταβάλει το κατά την κρίση του έλλειμμα. Το δικαστήριο μπορεί, εάν το κρίνει αναγκαίο, να διατάξει απόδειξη για το πιθανό έλλειμμα. Από τις πιο πάνω διατάξεις συνάγεται ότι, προκειμένου να εξαναγκαστεί ο δοσίλογος να εκπληρώσει εμπροθέσμως την υποχρέωσή του, ήτοι να προβεί στις ως άνω πράξεις, οι οποίες δεν μπορούν να γίνουν από τρίτο πρόσωπο, αλλά η επιχείρηση αυτών εξαρτάται αποκλειστικά από τη βούλησή του, καταλείπεται στο δικαστήριο η διακριτική εξουσία, σε περίπτωση μη συμμόρφωσης αυτού προς τις επιταγές από τη δικαστική απόφαση, να καταδικάσει τούτον σε καταβολή ορισμένου ελλείμματος, εφόσον, όπως είναι φυσικό, τούτο ζητήθηκε και πιθανολογείται. Λαμβανομένου όμως υπόψη ότι το μέσον τούτο εξαναγκασμού εξαρτάται από τους ως άνω όρους, είναι προφανές ότι ορίστηκε από το νομοθέτη όχι ως αποκλειστικό μέσο αναγκαστικής εκτέλεσης στην ως άνω περίπτωση, αλλά ως πρόσθετο μέσο που συντρέχει με τα λοιπά μέσα αναγκαστικής εκτέλεσης που προβλέπονται στη γενική διάταξη του άρθρου 946 παρ. 1 ΚΠολΔ, ήτοι μετά της καταδίκης σε χρηματική ποινή και της απαγγελίας προσωπικής κράτησης, χρησιμοποιουμένων δε αυτεπαγγέλτως από το δικαστήριο κατά του απειθούντος οφειλέτη. Επίσης, από τις πιο πάνω διατάξεις προκύπτει ότι, αν ο εναγόμενος-δοσίλογος δεν συμμορφώθηκε προς την απόφαση που διέταξε τη λογοδοσία και δεν κατέθεσε εμπρόθεσμα το λογαριασμό, με τη μορφή που παραπάνω προσδιορίστηκε, η απόφαση γίνεται οριστική, ως προς την υποχρέωσή του για λογοδοσία. Αν δε ζητήθηκε η καταβολή ορισμένου ελλείμματος και το δικαστήριο καταδίκασε το δοσίλογο στην καταβολή του ελλείμματος αυτού, για την περίπτωση που ο δοσίλογος δεν καταθέσει το λογαριασμό μέσα στην προθεσμία που ορίστηκε, η απόφαση γίνεται οριστική και ως προς την υποχρέωση προς καταβολή του ελλείμματος με την πάροδο άπρακτης της προθεσμίας αυτής, μετά δε την τελεσιδικία της είναι εκτελεστή και ως προς τα με αυτή διατασσόμενα κατά το άρθρο 946 παρ. 1 ΚΠολΔ εξαναγκαστικά μέτρα (ΑΠ 707/2020 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1446/2012, ΑΠ 1122/2006, ΑΠ 978/1997, ΑΠ 1184/1980). Ειδικότερα, ως προς την τελευταία διάταξη για την καταβολή του πιθανολογούμενου (εικαζόμενου) ελλείμματος, σημειώνεται ότι τούτο αποτελεί κατά τα ως άνω ιδιότυπο (πρόσθετο) μέσο εξαναγκασμού, το οποίο επιβάλλεται για την περίπτωση άρνησης κατάθεσης του λογαριασμού κατά τον χρόνο που η επιβάλλουσα τη σχετική υποχρέωση απόφαση καταστεί εκτελεστή (ΑΠ 475/2020 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1318/2014, ΑΠ 1896/2014, ΑΠ 437/2012).

2. Εξάλλου, σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 754 παρ.1 ΑΚ ως προς τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του διαχειριστή εταίρου εφαρμόζονται ανάλογα οι περί εντολής διατάξεις των άρθρων 714-723 ΑΚ, ενώ κατά το άρθρο 718 ΑΚ, ο εντολοδόχος υποχρεούται να παρέχει στον εντολέα πληροφορίες για την υπόθεση που του ανατέθηκε, μετά δε το πέρας της εντολής οφείλει λογοδοσία. Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει ότι και ο διαχειριστής ομόρρυθμης ή ετερόρρυθμης εμπορικής εταιρίας, μετά τη λήξη της διαχείρισης ή και πριν από αυτή, αν αυτό ορίζεται από την εταιρική σύμβαση ή συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 762 ΑΚ, υποχρεούται σε λογοδοσία προς τους λοιπούς μη διαχειριστές εταίρους, σε περίπτωση δε άρνησής του μπορεί να εξαναγκασθεί με την actio pro socio. Περαιτέρω, ούτε από τις διατάξεις των άρθρων 777, 778 ΑΚ, ούτε από κάποια άλλη διάταξη συνάγεται ότι μετά τη θέση της ομόρρυθμης ή ετερρόρυθμης εταιρίας υπό εκκαθάριση λόγω λύσης, κωλύεται προ του πέρατος αυτής η έγερση αγωγής περί λογοδοσίας υπό των εταίρων κατά του διαχειριστή ή ότι καθίσταται απαράδεκτη η συζήτηση αυτής (ΕφΘεσ 109/2004 ΕπισκΕΔ 2004.475, ΠΠρΠειρ 2002/2021 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Εξάλλου, από τη διάταξη του άρθρου 762 ΑΚ, κατά την οποία, προκειμένου περί εταιρίας με διάρκεια μακρότερη από ένα έτος, ο λογαριασμός κλείνεται και τα κέρδη μοιράζονται στο τέλος κάθε έτους, προκύπτει ότι ο διαχειριστής οφείλει λογοδοσία στο τέλος κάθε έτους κατά το κλείσιμο του ετήσιου λογαριασμού διαχείρισης της εταιρίας (ΕφΠατρ 832/2003, Αχανομ 2004.85). Αν υπάρχουν περισσότεροι από ένας μη διαχειριστές εταίροι, η υποχρέωση του διαχειριστή προς λογοδοσία, ως θετική παροχή «επί το ποιήσαι», είναι αδιαίρετη (Π. Βάλληνδας, ΕρμΑΚ στο άρθρο 480, αριθ. 19, Γεωργιάδης/Σταθόπουλος, Αστικός Κώδικας στο άρθρο 480 αριθ.8). Έτσι, ο κάθε μη διαχειριστής εταίρος μπορεί, ασκώντας κατά τα άνω την actio pro socio, να εναγάγει τον διαχειριστή - εκκαθαριστή εταίρο προς παροχή λογοδοσίας. Δεν μπορεί όμως αυτός να αξιώσει με την παραπάνω αγωγή την παροχή λογοδοσίας μόνο για τον εαυτό του, γιατί δικαιούται να απαιτήσει μόνο την προς όλους, μη διαχειριστές εταίρους, λογοδοσία (ΕφΘεσ 828/2008 Αρμ 2009.1874, Ανδρουτσόπουλος, Η εκκαθάριση των προσωπικών εταιριών, 1971, σελ.234, Καυκάς, ΕνοχΔ. έκδοση Δ', άρθρο 754, § 2, σελ. 105).

3. Εξάλλου, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 473 ΚΠολΔ, είναι δυνατό η αγωγή να περιέχει, εκτός από το αίτημα περί λογοδοσίας, και αίτημα για την καταβολή του καταλοίπου του λογαριασμού ή αίτημα για την καταβολή ορισμένου ελλείμματος στην περίπτωση που δεν θα κατατεθεί ο λογαριασμός. Το πρώτο αυτών, ήτοι το αίτημα για την καταβολή του καταλοίπου που θα προκύψει από τη λογοδοσία, είναι δυνατόν, κατά παρέκκλιση των διατάξεων του άρθρου 216 ΚΠολΔ, να υποβληθεί χωρίς να προσδιορισθεί αυτό (το κατάλοιπο) στο δικόγραφο της αγωγής (βλ. ΠΠρΑΘ 4653/2011 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Εάν δε σωρευθεί αίτημα περί καταβολής ορισμένου ελλείμματος, στην περίπτωση που δεν κατατεθεί εμπροθέσμως ο λογαριασμός, τότε πρέπει να συνοδεύεται από έκθεση των πραγματικών γεγονότων που δικαιολογούν την επιδίκασή του (βλ.ΠΠρΑΘ 4858/2018 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠατρ 215/2003 ΑχΝομ 2004.224, Ορφανίδη, ό.π., 473 αριθ. 3). Είναι επίσης δυνατό, παρά τη διατύπωση του άρθρου 473 ΚΠολΔ, να διατυπωθεί ως αναγνωριστικό, ή και να τραπεί σε τέτοιο από καταψηφιστικό (βλ. ΑΠ 1263/2010 ΧρΙΔ 2011.447), ενώ η υποχρέωση καταβολής τέλους δικαστικού ενσήμου υπάρχει μόνο όταν το αίτημα είναι καταψηφιστικό, και μάλιστα στο πρώτο στάδιο της δίκης μόνο αν αναφέρθηκε ορισμένο ποσό στο αγωγικό δικόγραφο. Αντιθέτως, το δεύτερο, δηλ. το αίτημα να καταβληθεί ένα ορισμένο εικαζόμενο έλλειμμα στην περίπτωση μη πραγματοποίησης της λογοδοσίας, μπορεί να διατυπωθεί εξ ορισμού μόνον ως καταψηφιστικό, αφού έχει τον χαρακτήρα μέσου εξαναγκασμού που ορίστηκε εκ του νόμου ως συντρέχον με τα μέσα αναγκαστικής εκτέλεσης που προβλέπονται στο άρθρο 946 παρ. 1 ΚΠολΔ (ΠΠρΘεσ 1015/2019, ΠΠρΑΘ 4485/2005 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, Γ. Ορφανίδη σε Κεραμέα/Κονδύλη/Νίκα, Ερμηνεία ΚΠολΔ I, 2000, άρθρο 473, αρ. 3, σελ. 838 και Κρητικό, σε Γεωργιάδη - Σταθόπουλο, Αστικός Κώδικας, άρθρο 303, αρ. 26). Ακόμη, η απόφαση που υποχρεώνει τον εναγόμενο σε λογοδοσία, εφόσον έχει υποβληθεί αίτημα καταβολής του εικαζομένου ελλείμματος, μπορεί, αν δεν κατατεθεί λογαριασμός, να καταδικάσει τον εναγόμενο στην καταβολή του εικαζομένου ελλείμματος (γίνεται λόγος για οριστική - κατ’ άλλους για μη οριστική απόφαση ή απόφαση υπό αίρεση). Η απόφαση για επιδίκαση του εικαζόμενου ελλείμματος απόκειται στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου («...το Δικαστήριο μπορεί...» (ΑΠ 1184/1980 ΝοΒ 1981.543,544). Το Δικαστήριο δεν καταδικάζει τον δοσίλογο αυτόματα, με μόνη την μη κατάθεση λογαριασμού, στην καταβολή του εικαζομένου ελλείμματος. Πρέπει να πιθανολογήσει το έλλειμμα αυτό. Η απόφαση όμως του Δικαστηρίου που καταδικάζει στην καταβολή του εικαζομένου ελλείμματος, όταν πληρωθεί η αίρεση της μη κατάθεσης λογαριασμού, είναι οριστική και όχι προσωρινή. Ακριβώς για το λόγο αυτό το Δικαστήριο, παρόλο που για τη διακρίβωση του ελλείμματος αρκείται σε πιθανολόγηση, μπορεί να διατάξει αποδείξεις για το έλλειμμα, ταυτόχρονα με τις αποδείξεις για την υποχρέωση λογοδοσίας ή και ανεξάρτητα από τις αποδείξεις γΓ αυτήν (ΑΠ 697/1983 ΕΕΝ 31.205, Β. Βαθρακοκοίλης ό.π. εκδ. 1994 αρθρ. 477, ο ίδιος ΕρμΑΚ αρθρ. 303 αριθ. 3α αριθ. 10, Ορφανίδης ό.π.). Η πιθανολόγηση, επομένως, εν προκειμένω πρέπει να οδηγεί σε πλησιέστερη προς την πλήρη δικανική πεποίθηση κρίση απ’ ό,τι η πιθανολόγηση που ορίζεται από άλλες διατάξεις του Νόμου (δικονομικές ή ασφαλιστικά μέτρα). Πρόκειται δηλ. για περιορισμένη πιθανολόγηση (ΕφΛαρ 19/2016, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, για την έννοια της πιθανολόγησης βλ. Γ. Μουτσοπούλου Η Πιθανολόγησις εν τω αστικώ Δικονομικώ Δικαίω σελ. 1-13, 118-123). Περαιτέρω, από τα άρθρα 304 Α.Κ. και 473 έως 477 ΚΠολΔ προκύπτει, ότι ο εντολέας έχει δικαίωμα να ζητήσει με αγωγή από τον εντολοδόχο, ο οποίος διεξήγαγε διαχείριση, τα εγχειρίσει σε εκείνον κατάλογο με στοιχεία της ομάδας αντικειμένων του εντολέως ή και απόδοση αυτών και επί πλέον την καταβολή από τον εντολοδόχο ορισμένου ελλείμματος στην περίπτωση κατά την οποία δεν θα κατατεθεί ο κατάλογος με τα δικαιολογητικά. Στον εναγόμενο απόκειται, να προσκομίσει τα αιτούμενα στοιχεία, ούτως ώστε να απαλλαγεί από την υποχρέωση καταβολής του πιθανολογουμένου ελλείμματος, το οποίο θα προσδιορισθεί κατά την κρίση του δικαστηρίου (ΑΠ 1896/20.14, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

4. Η κατ’ άρθρα 473 επ. ΚΠολΔ, επιδιωκόμενη λογοδοσία αποτελείται από δύο στάδια. Κατά το πρώτο στάδιο, αντικείμενο της υπόθεσης είναι η υποχρέωση προς λογοδοσία και όχι οι λεπτομέρειες του λογαριασμού, δηλαδή των κατ’ ιδίαν εισπράξεων και δαπανών. Προς τούτο, λαμβάνει χώρα ενώπιον του Δικαστηρίου η συζήτηση της ως άνω αγωγής κατά τις γενικές διατάξεις, κατά την οποία ερευνάται εάν υπάρχει υποχρέωση του εναγόμενου για λογοδοσία, που να προκύπτει είτε από το άρθρο 303 ΑΚ είτε από άλλη διάταξη νόμου, ήτοι εάν ο εναγόμενος προέβη σε πραγματική διαχείριση, που συνεπάγεται το ανωτέρω αποτέλεσμα. Περαιτέρω, όταν αποδεικνύεται η υποχρέωση προς λογοδοσία, το Δικαστήριο εκδίδει οριστική υπό αίρεση απόφαση, που διατάσσει λογοδοσία και υποχρεώνει τον εναγόμενο μέσα σε ορισμένη προθεσμία να καταθέσει γραπτό λογαριασμό με αντιπαράθεση των εσόδων και εξόδων, που έγιναν στο πλαίσιο της διαχειριστικής του εξουσίας, καθώς και όλες τις δικαιολογητικές αποδείξεις, ενώ συγχρόνως με την ίδια απόφαση καταδικάζεται σε χρηματική ποινή και σε προσωπική κράτηση, σύμφωνα με το άρθρο 946 ΚΠολΔ (ΕφΛαρ 192/2020, Δικογραφία 2020/768, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, βλ. Βαθρακοκοίλη, ΕρΝομΑΚ, εκδ.2003, άρθρο 303, σελ.130). Περαιτέρω, όταν αποδεικνύεται η υποχρέωση προς λογοδοσία, το Δικαστήριο εκδίδει μη οριστική απόφαση, που διατάσσει λογοδοσία και υποχρεώνει τον εναγόμενο μέσα σε ορισμένη προθεσμία να καταθέσει γραπτό λογαριασμό με αντιπαράθεση των εσόδων και εξόδων, που έγιναν στο πλαίσιο της διαχειριστικής του εξουσίας, καθώς και όλες τις δικαιολογητικές αποδείξεις, ενώ συγχρόνως με την ίδια απόφαση καταδικάζεται σε χρηματική ποινή και σε προσωπική κράτηση, σύμφωνα με το άρθρο 946 ΚΠολΔ. Αν ο εναγόμενος δεν καταθέσει τον λογαριασμό εντός της ταχθείσας προθεσμίας ή αν ο λογαριασμός που καταθέσει δεν έχει την προαναφερόμενη λεπτομερή αναγραφή των μερικότερων κονδυλίων, οπότε και ο εναγόμενος δοσίλογος δεν εκπληρώνει την υποχρέωσή του, η απόφαση που έχει εκδοθεί γίνεται οριστική από την παρέλευση της προθεσμίας που ορίστηκε, ως προς την υποχρέωση λογοδοσίας και την υποχρέωση για καταβολή του πιθανολογημένου καταλοίπου ή ελλείμματος και, όταν τελεσιδικήσει, μπορεί να εκτελεστεί ως προς τις διατάξεις της για τη χρηματική ποινή και την προσωπική κράτηση. Αν ο εναγόμενος συμμορφωθεί προς την απόφαση και καταθέσει λογαριασμό ή κατάλογο με όλα τα σχετικά έγγραφα, η οποία κατάθεση γίνεται στη γραμματεία του Δικαστηρίου και, αφού συνταχθεί περί αυτής σχετική έκθεση, τίθεται στον φάκελο της δικογραφίας, η δίκη προχωρεί στο δεύτερο στάδιο, του άρθρου 475 παρ.2 ΚΠολΔ, κατά το οποίο επιδιώκεται η εξακρίβωση του αποτελέσματος της λογοδοσίας, οι διάδικοι υποβάλλουν τις παρατηρήσεις τους, προσδιορίζουν σαφώς τα κονδύλια του λογαριασμού ή τα στοιχεία του καταλόγου που αμφισβητούν, τις ελλείψεις ή παραλείψεις αυτών και γενικά προβάλλουν όλα τα μέσα επίθεσης και άμυνας που αφορούν τον λογαριασμό ή τον κατάλογο. Συμπλήρωση του λογαριασμού με τις προτάσεις είναι επιτρεπτή. Ως προς τις εισπράξεις, το βάρος απόδειξης το φέρει ο ενάγων - δεξίλογος, ενώ ως προς τις δαπάνες ο εναγόμενος - δοσίλογος (ΑΠ 1263/2010 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Τέλος, η αγωγή λογοδοσίας ασκείται ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου, κατά την τακτική διαδικασία, εφόσον δεν περιέχεται και αίτημα καταβολής ορισμένου ποσού (π.χ. ελλείμματος κατά τα άρθρα 473-477 ΚΠολΔ), διότι στην τελευταία περίπτωση η αρμοδιότητα του δικαστηρίου καθορίζεται ανάλογα με το αιτούμενο ποσό (ΕφΑΘ 3486/2002 ΕλλΔνη 2003.221, ΠΠρΠειρ 2002/2021 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΠΠρΚερκ 1461/2017, ΠΠρΑΘ 1099/2010 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, Γ. Ορφανίδης σε Κεραμέα/Κονδύλη/Νίκα ΚΠολΔ I, εκδ.2000, αρ.473, αριθ.6)

Με την υπό κρίση αγωγή, κατ’ εκτίμηση του δικογράφου της και όπως αυτή παραδεκτά διορθώθηκε με τις κατατεθείσες προτάσεις κατ’αρ.224 ΚΠολΔ, οι ενάγοντες εκθέτουν ότι τυγχάνουν ομόρρυθμοι εταίροι της εταιρείας με την επωνυμία ……….., με έδρα την πόλη ……….. και αντικείμενο την ……….., συμμετέχοντας στο εταιρικό κεφάλαιο με ποσοστό 25% έκαστος, ο δε πρώτος εξ αυτών ορίστηκε βάσει του καταστατικού συνδιαχειριστής της εταιρείας. Ότι η εναγόμενη τυγχάνει επίσης ομόρρυθμη εταίρος, συμμετέχουσα στο εταιρικό κεφάλαιο με ποσοστό 25% και συνδιαχειρίστρια της εταιρίας αυτής και ότι εταίρος τυγχάνει επίσης ο μη διάδικος ………. που κατέχει ποσοστό 25% επί του εταιρικού κεφαλαίου. Ότι η εναγόμενη ανάλαβε εν τοις πράγμασιν από το έτος 2014 όλη την οικονομική διαχείριση της εταιρείας, τηρώντας όλα τα λογιστικά στοιχεία επίσημα και πρόχειρα, εκδίδοντας επιταγές και όλα τα φορολογικά εν γένει παραστατικά. Ότι τον Ιούλιο του έτους 2019 ανακάλυψε ο πρώτος εξ αυτών την εκ μέρους της εναγόμενης έκδοση δύο μεταχρονολογημένων επιταγών, την ύπαρξη των οποίων ουδέποτε είχαν πληροφορηθεί, εις διαταγήν της εταιρίας ……………. και ότι επίσης ανακάλυψαν ότι από το έτος 2014 η εναγόμενη καταχωρούσε στο πρόχειρο τετράδιο εσόδων-εξόδων της εταιρίας που τηρούσε η ίδια, ελλατωμένα έσοδα και διογκωμένα έξοδα σε σχέση με τα πραγματικά, ενώ παράλληλα καταχωρούσε ως έξοδα στο τετράδιο αυτό ποσά επιταγών εκδόσεως της εταιρείας, για τις οποίες αμφιβάλλουν εάν εκδίδονταν και πληρώνονταν για χρέη της εταιρίας ή όχι. Ότι με τον τρόπο αυτό η εναγόμενη, εμφάνιζε μειωμένο το εκάστοτε κατάλοιπο από τη διαχείριση βάσει του οποίου σε εβδομαδιαία βάση λάμβαναν οι εταίροι το αναλογούν σε καθένα από αυτούς χρηματικό ποσό. Ότι το εικαζόμενο έλλειμα από τη διαχείριση της εναγόμενης, όπως προκύπτει από την αντιπαραβολή στοιχείων που συνέλεξαν οι ίδιοι από τράπεζες και προμηθευτές προς τις εγγραφές του πρόχειρου τετραδίου εσόδων-εξόδων, ανέρχεται σε ποσό 48.686,86 ευρώ λόγω της διαφοράς σχετικά με τα έσοδα, σε ποσό 75.538,59 ευρώ λόγω της διαφοράς σχετικά με τα έξοδα και σε ποσό 115.500,00 ευρώ λόγω των επιταγών που εκδόθηκαν, ήτοι συνολικό ποσό εικαζόμενου ελλείμματος 239.725,45 ευρώ. Ότι η εναγόμενη, αν και κλήθηκε επανειλημμένως με εξώδικες δηλώσεις τους να τους αποδώσει λογαριασμό της διαχείρισής της, δεν ανταποκρίθηκε, αλλά αρνείται τη λογοδοσία. Με βάση το ιστορικό αυτό, ζητούν: α) να υποχρεωθεί η εναγόμενη λογοδοτήσει τόσο στους ίδιους, όσο και στον έτερο μη διαχειριστή εταίρο, ………, για ολόκληρο το χρονικό διάστημα της διαχείρισής της, ήτοι από την 28-11-2014 μέχρι την άσκηση της αγωγής, ανακοινώνοντας λογαριασμό της διαχείρισής της που να περιέχει αντιπαράθεση των εσόδων και εξόδων και το προκύπτον από την αντιπαράθεση αυτή κατάλοιπο, επισυνάπτοντας τα αντίστοιχα δικαιολογητικά έγγραφα, κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα στην αγωγή, β) να υποχρεωθεί η εναγόμενη στην καταβολή σε έκαστο εξ αυτών αναλόγως της μερίδας του (25%), του τυχόν πλεονάζοντος καταλοίπου του λογαριασμού που θα προκύψει, νομιμότοκα από την επίδοση της αγωγής, άλλως σε περίπτωση που αυτό είναι ελλειματικό να αναγωνρισθεί ότι οφείλει να τους καταβάλει το εν λόγω έλλειμμα κατά τον λόγο της μερίδας τους, γ) σε περίπτωση που η εναγόμενη δεν συμμορφωθεί με το να καταθέσει εμπροθέσμως τον λογαριασμό με τα σχετικά δικαιολογητικά που τον συνοδεύουν, ή εάν ο λογαριασμός που θα καταθέσει δεν είναι σαφής, πλήρης, ορισμένος και λεπτομερειακός για όλο το χρονικό διάστημα της διαχείρισης, να υποχρεωθεί η εναγόμενη στην καταβολή του ανωτέρω εικαζόμενου ελλείματος σε έκαστο εξ αυτών κατά τον λόγο της μερίδας τους, ήτοι ποσό 59.931,36 ευρώ στον καθένα, νομιμότοκα από την επίδοση της αγωγής και δ) να καταδικαστεί η εναγόμενη σε χρηματική ποινή ύψους 50.000,00 ευρώ και σε προσωπική κράτηση διάρκειας ενός έτους σε περίπτωση μη συμμόρφωσής της με την υποχρέωσή της να παράσχει λογοδοσία. Τέλος, ζητούν να καταδικαστεί η εναγόμενη στη δικαστική τους δαπάνη. Με αυτό το περιεχόμενο, η αγωγή αρμοδίως, βάσει του ύψους του εικαζόμενου ελλείματος που ζητείται, καθ' ύλην και κατά τόπο εισάγεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρα 14 και 27 παρ.1 ΚΠολΔ), κατά την προκειμένη τακτική διαδικασία καθώς και βάσει των αρ.473 έως 477 ΚΠολΔ. Είναι δε, σύμφωνα και με όσα αναφέρθηκαν στην οικεία νομική σκέψη, επαρκώς ορισμένη, παρά τους περί του αντιθέτου ισχυρισμούς της εναγομένης. Περαιτέρω, η αγωγή είναι και νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 303, 346, 713 επ, 741 επ., 754, 762 ΑΚ, 249, 254 και 255 ν. 4072/2012, 473 επ., 946 παρ.1 και 176 ΚΠολΔ. Ωστόσο, σύμφωνα με τη διάταξη του αρ.255 του ν.4072/2012, προκειμένου περί ομόρρυθμης εταιρείας, όπως εν προκειμένω, ο διαχειριστής οφείλει λογοδοσία στο τέλος κάθε εταιρικής χρήσης, συντάσσοντας λογαριασμό στον οποίο εμφαίνονται τα κέρδη ή οι ζημίες της εταιρείας, με συνέπεια, στην προκειμένη περίπτωση, η υποχρέωση της εναγόμενης για λογοδοσία να εκτείνεται μέχρι το τέλος της εταιρικής χρήσης την 31η-12-2019, ενόψει του γεγονότος ότι η υπό κρίση αγωγή κατατέθηκε την 04η-09-2020 και επιδόθηκε την 04η-09-2020. Επιπλέον, έχει τηρηθεί η διαδικασία του ν.4640/2019 περί Υποχρεωτικής Αρχικής Συνεδρίας (ΥΑΣ), καθώς προσκομίζεται το από 01-10-2020 έγγραφο της διαμεσολαβήτριας δικηγόρου ……… περί γνωστοποίησης-πρόσκλησης για την υποχρεωτική αρχική συνεδρία διαμεσολάβησης κατ’αρ.7 παρ.2 του ν.4640/2019 (σχετ.4), καθώς και το από 09-10-2020 πρακτικό περάτωσης της αρχικής υποχρεωτικής συνεδρίας κατ’αρ.7 παρ.4 του ν.4640/2019 (σχετ.8), υπογεγραμμένο από την ανωτέρω διαμεσολαβήτρια, τους διαδίκους και τους πληρεξούσιους δικηγόρους τους. Συνεπώς, καθώς έχει καταβληθεί το αναλογούν δικαστικό ένσημο (βλ.το υπ’αριθμ…….. e-παράβολο και την αντίστοιχη από 21-09-2021 απόδειξη πληρωμής της Εθνικής Τράπεζας, καθώς και το υπ’αριθμ……  e-παράβολο και την αντίστοιχη από 21-09-2021 απόδειξη πληρωμής της Εθνικής Τράπεζας), κατά το μέρος που κρίθηκε νόμιμη η αγωγή, πρέπει να ερευνηθεί και ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα.

Η εναγομένη με τις νομότυπα κι εμπρόθεσμα κατατεθειμένες προτάσεις της αρνείται την αγωγή και περαιτέρω ισχυρίζεται επικουρικά ότι, ως προς τον τρόπο διοίκησης και διαχείρισης της εταιρείας, υπήρξε άτυπη συμφωνία μεταξύ των εταίρων που υλοποιούνταν από το έτος 2014 μέχρι και τον Ιούλιο του έτους 2019, κατά την οποία η ίδια και η υπάλληλος της εταιρείας ασχολείτο με τα διοικητικά θέματα (έκδοση τιμολογίων, παραγγελίες, έκδοση δελτίων αποστολής κλπ), σχετικά όμως με τα οικονομικά θέματα, πάντοτε υπήρχε ενημέρωση και συμφωνία μεταξύ των διαδίκων, ενώ οι εισπράξεις και πληρωμές για λογαριασμό της εταιρείας γίνονταν και από την ίδια και από τον πρώτο των εναγόντων, βάσει του καταστατικού της εταιρείας. Περαιτέρω, ισχυρίζεται ότι κατά το χρονικό διάστημα της διαχείρισής της μέχρι τον Ιούλιο του έτους 2019, στο τέλος κάθε εβδομάδας, παρουσία όλων των εταίρων γινόταν ενημέρωση για τις πληρωμές, τις εισπράξεις και τις υποχρεώσεις της εταιρίας και κάθε φορά από κοινού όλοι οι εταίροι αποφάσιζαν το ποσό που ο καθένας θα εισέπραττε για την τρέχουσα εβδομάδα, προγραμμάτιζαν τις παραγγελίες και τις πληρωμές της επόμενης εβδομάδας και στο τέλος κάθε οικονομικού έτους, γινόταν η ενημέρωση για τη συνολική οικονομική πορεία της εταιρείας, με βάση τα επίσημα φορολογικά βιβλία την ευθύνη τήρησης και φύλαξης των οποίων είχε ο λογιστής της εταιρείας. Ότι οι ενάγοντες έχουν λάβει γνώση όλων των διαχειριστικών πράξεων της ιδίας και όλων των λογαριασμών που αφορούσαν τη λειτουργία της εταιρείας, τους οποίους και ενέκριναν, ενώ δεν ανταποκρίθηκαν στην πρόσκληση που τους απηύθυνε μέσω του τότε πληρεξούσιου δικηγόρου της, ώστε να παραλάβουν από το γραφείο του τελευταίου φωτοτυπίες από τις πρόχειρες σημειώσεις που κρατούσε η ίδια, αλλά ούτε και προσήλθαν στο γραφείο του λογιστή της επιχείρησης κατόπιν νέας πρόσκλησής της να ελέγξουν οποιαδήποτε βιβλία και στοιχεία αφορούν τη διαχείριση της εταιρείας. Ότι συνεπώς, πραγματοποιήθηκε με τους ως άνω τρόπους εξώδικη λογοδοσία εκ μέρους της ως διαχειρίστριας, που εγκρίθηκε από τους ενάγοντες. Ο ισχυρισμός αυτός, σύμφωνα με όσα αναφέρθηκαν στη νομική σκέψη της παρούσας, συνιστά ένσταση καταλυτική της αγωγής, η οποία είναι ορισμένη, εφόσον δεν απαιτείται αναλυτική παράθεση των λογαριασμών με τα σχετικά έγγραφα αυτών, και νόμιμη, ώστε πρέπει να εξεταστεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα.

Από τη με αριθμ. …….. ένορκη βεβαίωση της μάρτυρα ………., ενώπιον της Συμβολαιογράφου …………., η οποία έλαβε χώρα μετά από νόμιμη κλήτευση της εναγομένης (βλ. τη με αριθμ. …………… έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας της περιφέρειας του Εφετείου ……… με έδρα το Πρωτοδικείο …………) που επικαλούνται και προσκομίζουν οι ενάγοντες, από τη με αριθμ………. ένορκη βεβαίωση του μάρτυρα ………, ενώπιον του Συμβολαιογράφου ………., η οποία έλαβε χώρα μετά από νόμιμη κλήτευση των εναγόντων (βλ. τις με αριθμ…….. και …… εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου …….. με έδρα το Πρωτοδικείο ……….), που επικαλείται και προσκομίζει η εναγόμενη, από τη με αριθμ. …….. ένορκη βεβαίωση της μάρτυρα ……., ενώπιον της Συμβολαιογράφου ……….., η οποία έλαβε χώρα μετά από νόμιμη κλήτευση της εναγομένης (βλ. τη με αριθμ. ……… έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας της περιφέρειας του Εφετείου …….. με έδρα το Πρωτοδικείο ………..) που επικαλούνται και προσκομίζουν οι ενάγοντες με την προσθήκη των προτάσεών τους για την αντίκρουση ισχυρισμών που περιέχονται στις προτάσεις της εναγόμενης και από όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα που οι διάδικοι νόμιμα επικαλούνται και προσκομίζουν, ορισμένα εκ των οποίων αναφέρονται ειδικότερα κατωτέρω, χωρίς όμως να παραλείπεται κανένα για την ουσιαστική διάγνωση της διαφοράς, πλην της από ……….. δήλωσης των ………… και …………… οι οποίοι είναι τρίτοι ως προς τους διαδίκους, καθώς αποτελεί ανυπόστατο αποδεικτικό μέσο αφού προκύπτει ότι συνετάχθη ενόψει της παρούσας δίκης, από την υπ’αριθμ. ……….. απόφαση ασφαλιστικών μέτρων του Μονομελούς Πρωτοδικείου ………., η οποία λαμβάνεται υπόψη ως δικαστικό τεκμήριο, αποδεικνύονται, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά για την παρούσα υπόθεση: Δυνάμει του από ……… ιδιωτικού συμφωνητικού- καταστατικού που δημοσιεύθηκε νόμιμα στα βιβλία εταιρειών του Πρωτοδικείου …….. με αριθμό ……….. (σχετ.10), συνεστήθη ομόρρυθμη εταιρεία με την επωνυμία ………, με έδρα την πόλη ………, με εταίρους και συνδιαχειριστές τους ………., σύζυγο της εναγόμενης και ………., πατέρα των εναγόντων και σκοπό την κατασκευή και εμπορία επίπλων από ξυλεία, κουφωμάτων και έτοιμων επίπλων, η δε διάρκειά της ορίστηκε ως αορίστου χρόνου. Ως κεφάλαιο της εταιρίας ορίσθηκε το ποσό του 250.000 δραχμών, το οποίο κατέβαλαν οι συμβαλλόμενοι κατά ποσοστό 50% ο καθένας, κατά το οποίο ποσοστό θα συμμετείχαν στις ζημίες και στα κέρδη της εταιρίας που θα διανέμονταν μεταξύ των εταίρων μετά την κάλυψη των εξόδων. Το ανωτέρω συμφωνητικό τροποποιήθηκε με το από ………. ιδιωτικό συμφωνητικό που καταχωρίστηκε στη ΔΟΥ …….. με αριθμό …….. και στα βιβλία του Πρωτοδικείου …….. με αριθμό ………. (σχετ.11) με το οποίο μεταβλήθηκε η διεύθυνση της εταιρείας από τα ……. στην οδό ………. και προστέθηκαν στους σκοπούς της οι αλουμινοκατασκευές. Ακόμη, με νέα τροποποίηση του ανωτέρω συμφωνητικού την ……….. που καταχωρίστηκε στη ΔΥΟ …………… με αριθμό ………. και στα βιβλία του Πρωτοδικείου ……… με αριθμό …………., η εταιρεία ορίστηκε ότι μπορεί να ιδρύει υποκαταστήματα με απόφαση των εταίρων σε όλη την χώρα (σχετ.12), ενώ εν συνεχεία, το ιδιωτικό αυτό συμφωνητικό τροποποιήθηκε την 29-09-2001 και καταχωρίστηκε στα βιβλία του Πρωτοδικείου ……… με αριθμό ……….. (σχετ.13), οπότε αυξήθηκε το κεφάλαιο της εταιρείας κατά το ποσό των 2.750.000 δραχμών, ανερχόμενο πλέον σε 3.000.000 δραχμές, ενώ η σύνθεση των μελών της διαμορφώθηκε, κατόπιν της εισόδου νέων μελών ως εξής: 1) ………. με ποσοστό 10%, 2) ……… με ποσοστό 25%, 3) ………… με ποσοστό 20%, 4) ………. με ποσοστό 20% και 5) ……….με ποσοστό 25%. Ακολούθως, με την από ………… νέα τροποποίηση του καταστατικού, με αριθμό καταχώρισης στα βιβλία του Πρωτοδικείου ……… (σχετ.14), η επωνυμία της εταιρείας μεταβλήθηκε σε ……….., ενώ δυνάμει της από …….. τροποποίησης του καταστατικού, η οποία καταχωρίστηκε στη ΔΟΥ ……. με αριθμό ………. και στα βιβλία του Πρωτοδικείου ………. με αριθμό ……….. (σχετ.1στ), αποχώρησε από την εταιρεία ο ………………….. λόγω συνταξιοδότησης, οπότε η σύνθεση των μελών της εταιρείας διαμορφώθηκε ως εξής: 1) ………….. με ποσοστό 25%, 2) …………. με ποσοστό 25%, 3) ……….. με ποσοστό 25% και 4) ……… με ποσοστό 25%. Εν συνεχεία, το ανωτέρω ιδιωτικό συμφωνητικό τροποποιήθηκε την 28η-11-2014, το οποίο καταχωρίστηκε στη ΔΟΥ …… με αριθμό ……. και στο ΓΕΜΗ με αριθμό καταχώρισης ……….. (σχετ.15, 16), αποχώρησε από την εταιρεία και ο δεύτερος των ιδρυτών αυτής, ……………. , ο οποίος μεταβίβασε το εταιρικό του μερίδιο στην εναγόμενη σύζυγό του, οπότε και η τελική σύνθεση των μελών της εταιρείας έχει ως εξής: 1) …………. με ποσοστό 25%, ο οποίος δεν είναι διάδικος στην παρούσα δίκη, 2) ……………. και εναγόμενη, με ποσοστό 25%, 3) ………………. με ποσοστό 25%, πρώτος των εναγόντων και 4) …………….. με ποσοστό 25%, δεύτερος των εναγόντων. Με την τελευταία αυτή τροποποίηση του καταστατικού, διαχειριστές και νόμιμοι εκπρόσωποι της εταιρείας ορίστηκαν ο πρώτος των εναγόντων και η εναγόμενη. Επίσης αποδείχθηκε ότι, εκτός των ως άνω εταίρων, ανάμειξη στη λειτουργία της εταιρείας είχε και μετά την αποχώρησή του από αυτή, ο σύζυγος της εναγόμενης, ………….., όπως συνάγεται από τα όσα ο ίδιος κατέθεσε στην ανωτέρω ένορκη βεβαίωση και όπως ισχυρίζονται και οι ενάγοντες. Επίσης αποδείχθηκε ότι, παρότι βάσει του καταστατικού, συνδιαχειριστές της παραπάνω εταιρείας ήταν ήδη από την 28η-11-2014 και ο πρώτος ενάγων και η εναγόμενη, την πραγματική οικονομική διαχείριση αυτής, ειδικά αναφορικά με τις πληρωμές και τις εισπράξεις, την είχε δυνάμει άτυπης εντολής από τους λοιπούς εταίρους, τουλάχιστον μέχρι την 31 η-12-2019, μόνον η εναγόμενη, ενώ οι ενάγοντες ασχολούνταν με τις τεχνικές και κατασκευαστικές εργασίες της εταιρίας. Συγκεκριμένα, η …………, έχοντας πλήρη γνώση των εταιρικών υποθέσεων, είχε αναλάβει την καθημερινή οικονομική διαχείριση της εταιρείας, προβαίνοντας σε πληρωμές προς τρίτους προμηθευτές, σε αναλήψεις και καταθέσεις χρημάτων στις τράπεζες, καθώς και σε εισπράξεις απαιτήσεών της έναντι των πελατών, ενώ εξέδιδε και τις επιταγές της εταιρείας. Τούτο προκύπτει ιδίως από το προσκομιζόμενο από τους ενάγοντες αντίγραφο της κίνησης του τηρούμενου λογαριασμού της εταιρείας στην ……….. Τράπεζα Καρδίτσας (σχετ.25), το οποίο καλύπτει τη χρονική περίοδο από 11-09-2018 έως 11-02-2020 όπου αναγράφεται σε αρκετές συναλλαγές το όνομα της εναγόμενης, καθώς και από τα τέσσερα αποδεικτικά μεταφοράς ποσού της τράπεζας …….. Bank, με ημερομηνία συναλλαγής 06-06-2017 (σχετ.3,4,5,6), το αποδεικτικό μεταφοράς από/σε λογαριασμό πελάτη της Τράπεζας ………. Α.Ε., με ημερομηνία 10-01-2018 (σχετ.7), το αποδεικτικό δελτίου κατάθεσης ποσού 350,00 ευρώ της Συνεταιριστικής Τράπεζας Καρδίτσας με ημερομηνία 18-02-2015 (σχετ.8) και στα οποία αναφέρεται το όνομα της εναγόμενης. Αντίθετα, δεν προσκομίστηκαν αντίστοιχα έγγραφα στα οποία να αναφέρεται το όνομα του πρώτου των εναγόντων, εκτός από το ότι στο ανωτέρω αντίγραφο της κίνησης του τηρούμενου στη Συνεταιριστική Τράπεζα λογαριασμού (σχετ.25), αναγράφεται ότι την 10η-07-2019, έγινε ανάληψη ποσού 4.600,00 ευρώ σε μετρητά από πρόσωπο με το επώνυμο …………, δηλαδή τον πρώτο των εναγόντων, όπως ομολογεί ο ίδιος, ενώ η εναγόμενη προσκόμισε το από 04-07-2019 δελτίο ανάληψης ποσού 4.700,00 ευρώ από λογαριασμό τηρούμενο στην τράπεζα Eurobank, στο οποίο και αναγράφεται το όνομα του πρώτου των εναγόντων. Ωστόσο, αποδείχθηκε ότι οι δύο αυτές συναλλαγές αποτέλεσαν μόνο την εξαίρεση σε σχέση με τον συνήθη και συμφωνηθέντα τρόπο άσκησης της οικονομικής διαχείρισης της εταιρείας και δη αναφορικά με τις πληρωμές και τις εισπράξεις, καθώς αμφότερες έλαβαν χώρα σε περιορισμένο χρονικό διάστημα, τον Ιούλιο του έτους 2019, οπότε η εναγόμενη λόγω προσωπικού της προβλήματος απουσίαζε από την εταιρεία και δεν κρίνονται ικανές, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, να στοιχειοθετήσουν την ύπαρξη πραγματικής συνδιαχείρισης. Άλλωστε, η ίδια η εναγόμενη, ισχυριζόμενη ότι οι εισπράξεις και οι πληρωμές για λογαριασμό της εταιρείας γίνονταν τόσο από την ίδια, όσο και από τον πρώτο των εναγόντων, δεν επικαλέστηκε συγκεκριμένες συναλλαγές του τελευταίου, πλην αυτής της 04ης-07-2019. Επιπροσθέτως, δεν προσκομίστηκαν επιταγές οι οποίες να φέρουν την υπογραφή του πρώτου των εναγόντων ως εκπροσώπου της εταιρείας ως εκδότριας, αλλά προσκομίστηκαν δύο          μεταχρονολογημένες επιταγές, υπ’αριθμ………… και …………., με αναγραφόμενες ημερομηνίες έκδοσης 30-01- 2020 και 15-01-2020 αντίστοιχα, τις οποίες δεν αρνήθηκε ότι υπέγραψε η εναγόμενη, πριν την απουσία της από την εταιρεία, τον Ιούλιο του έτους 2019 (σχετ.17). Συνεπώς, ο πρώτος των εναγόντων, παρόλο που βάσει του καταστατικού είχε οριστεί συνδιαχειριστής της εταιρείας, εντούτοις δεν διενεργούσε την πραγματική οικονομική διαχείριση της εταιρείας, ενώ και ο δεύτερος των εναγόντων, δεν αμφισβητήθηκε ότι ως εταίρος και μη καταστατικός συνδιαχειριστής, ουδεμία διαχειριστική πράξη διενήργησε. Κατόπιν των ανωτέρω, βάσει της συμβατικής αυτής σχέσης μεταξύ όλων των νυν εταίρων, η γενόμενη από την εναγόμενη διαχείριση των υποθέσεων της εταιρείας, αποτελεί υπόθεση και των εναγόντων και του μη διαδίκου μετόχου, …………….., αφού κατάδηλη είναι, εντεύθεν, η συνδετική μετ' αυτής (διαχείρισης) σχέση τους. Επομένως, οι ενάγοντες διατηρούν έναντι της εναγόμενης, αξίωση προς παροχή λογοδοσίας για τη διαχείριση των εταιρικών υποθέσεων, κατά τη διάταξη του άρθρου 303 του ΑΚ (σημειωτέον ότι, για να θεμελιωθεί η αξίωση προς λογοδοσία αρκεί η ύπαρξη οποιοσδήποτε έννομης σχέσης μεταξύ δεξίλογου και δοσίλογου, όπως εκτέθηκε στην ανωτέρω υπ’αριθμ.1 μείζονα σκέψη). Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι οι ενάγοντες, τον Ιούλιο του έτους 2019, με αφορμή την έκδοση των ανωτέρω δύο μεταχρονολογημένων επιταγών σε διαταγή της εταιρείας ………….», τις οποίες είχε δώσει η εναγόμενη στην μοναδική υπάλληλο της εταιρείας εν αγνοία τους, ξεκίνησαν να έχουν υποψίες ως προς την ορθότητα του τρόπου διαχείρισης εκ μέρους της εναγόμενης, ζήτησαν δε από την τελευταία να τους χορηγήσει τα επίσημα βιβλία εσόδων και εξόδων της εταιρείας, αλλά και τα πρόχειρα τετράδια που τηρούσε αυτή, όπως και στοιχεία σχετικά με τις επιταγές που είχε εκδόσει η εταιρεία. Η εναγόμενη δια του πληρεξούσιου δικηγόρου της, ενημέρωσε τον πρώτο των εναγόντων ότι μπορεί να παραλάβει από το γραφείο δικηγόρου φωτοαντίγραφα από τα πρόχειρα τετράδια που τηρούσε η εναγόμενη, ότι τα βιβλία της εταιρείας βρίσκονται στον λογιστή αυτής και είναι διαθέσιμα προς έλεγχο, οι δε ενάγοντες δεν ανταποκρίθηκαν, θεωρούντες ότι τα στοιχεία που τους προσέφερε η εναγόμενη ήταν ελλειπή και μη επαρκή ώστε να προβούν στον έλεγχο των οικονομικών στοιχείων της εταιρείας. Κατόπιν, οι σχέσεις μεταξύ των διαδίκων ήταν πλέον τεταμένες, οπότε ο πρώτος των εναγόντων, την 03η-09-2019 επέδωσε στην εναγόμενη την από 02-09-2019 εξώδικη δήλωση με την οποία στην ουσία επαναλάμβανε το αίτημα παράδοσης όλων των βιβλίων και λοιπών στοιχείων και παραστατικών σχετικών με τα οικονομικά της εταιρείας (σχετ.18). Στην εξώδικη αυτή δήλωση, η εναγόμενη απάντησε με τη δική της από 06-09-2016 εξώδικη δήλωση, η οποία επιδόθηκε στον πρώτο των εναγόντων την 10η-09-2019 (σχετ.19), με την οποία, μεταξύ άλλων, τον καλούσε σε συνάντηση παρουσία όλων των εταίρων προσκομίζοντας ο καθένας όσα πρόχειρα τηρηθέντα στοιχεία των συναλλαγών της εταιρίας κατέχει. Ακολούθησε η εκ μέρους του πρώτου των εναγόντων κατάθεση της με αρ.κατ……….. αίτησης ασφαλιστικών μέτρων κατά της νυν εναγόμενης και της ομόρρυθμης εταιρείας ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου (σχετ.6), με την οποία ζητούσε να υποχρεωθούν σε ανοχή ώστε να λάβει γνώση του περιεχομένου των εκτιθέμενων στην αίτηση επίσημων και ανεπίσημων βιβλίων και λοιπών στοιχείων και εγγράφων που αφορούν τη διαχείριση της εταιρείας, η οποία συζητήθηκε μετ’ αναβολής την 04η-03-2020 και απερρίφθη στην ουσία της (σχετ. 7). Εντωμεταξύ, η εναγόμενη είχε καλέσει τον πρώτο των εναγόντων με την από 25-02-2020 εξώδικη δήλωσή της, η οποία του επιδόθηκε την 26η-02-2020 (σχετ.20), να μεταβεί στο γραφείο του λογιστή της εταιρείας, την 03-03-2020, ήτοι την προηγούμενη ημέρα της δικασίμου στην οποία συζητήθηκε η ανωτέρω αίτηση ασφαλιστικών μέτρων, προκειμένου να ελέγξει όλα τα βιβλία και στοιχεία τα σχετικά με την οικονομική διαχείριση της εταιρείας, ο δε εναγόμενος, κρίνοντας προσχηματική την πρόσκληση αυτή, αφού ο χρόνος που μεσολαβούσε μέχρι της συζήτησης της αίτησης ασφαλιστικών μέτρων δεν επαρκούσε για τη διεξεγωγή του ελέγχου της διαχείρισης, δεν ανταποκρίθηκε. Αποδείχθηκε ακόμη ότι οι ενάγοντες, με την από 16-06-2020 εξώδικη δήλωσή τους (σχετ.21), η οποία επιδόθηκε στην εναγόμενη την 19η-06-2020, ζήτησαν από αυτήν να τους παράσχει έγγραφο λογαριασμό για τις διαχειριστικές της πράξεις από τον Νοέμβριο του έτους 2014, στον οποίο να αναγράφονται λεπτομερώς τα έσοδα, τα έξοδα και το κατάλοιπο, επισυναπτόμενων και των δικαιολογητικών εγγράφων. Εν τέλει, η εναγόμενη, με την από 09-07-2020 και επιδοθήσα στους ενάγοντες την 14η-07-2020 εξώδικη δήλωσή της, απήντησε αναφέροντας μεταξύ άλλων ότι οι διαχειριστικές της ενέργειες είναι γνωστές σε αυτούς και ότι δεν διατύπωσαν κάποια αντίρρηση σχετικά με αυτές, ότι έχει ανταποκριθεί στο αίτημά τους για έλεγχο των στοιχείων της εταιρείας και καλώντας τους παράλληλα να αφοσιωθούν στα καθήκοντά τους ως εταίρων και στα πραγματικά προβλήματα της εταιρείας, χαρακτηρίζοντας την τακτική τους ως ανούσια και κακόπιστη (σχετ.22). Βάσει των ανωτέρω αποδειχθέντων πραγματικών περιστατικών, το Δικαστήριο κρίνει ότι δεν αποδείχθηκε ότι έλαβε χώρα εξώδικη λογοδοσία εκ μέρους της εναγόμενης προς τους ενάγοντες, καθώς σύμφωνα και με τα εκτεθέντα στην υπ’αριθμ.1 μείζονα σκέψη της παρούσας, η εξώδικη λογοδοσία θα πρέπει να πληρεί τους αυστηρούς όρους και τον τύπο του αρ.303 ΑΚ, δηλαδή θα έπρεπε να είχε συνταχθεί έγγραφος λογαριασμός για τις διαχειριστικές πράξεις και για τον χρόνο, για τον οποίο ζητείται η λογοδοσία, στον οποίο να αναγράφονται λεπτομερώς τα έσοδα και έξοδα που έχουν πραγματοποιηθεί κατά τον χρόνο της διαχείρισης, καθώς και το συγκεκριμένο κατάλοιπο που προκύπτει από τη διαφορά των δύο σκελών του λογαριασμού, στον οποίο να επισυνάπτονται και τα δικαιολογητικά έγγραφα, ώστε να παρέχεται στους δεξίλογους ενάγοντες πλήρης εικόνα της υπόθεσης που αυτή διαχειρίσθηκε, προκειμένου οι τελευταίοι να μπορούν στη συνέχεια να ελέγξουν τα κονδύλια του λογαριασμού και ή να τα εγκρίνουν ή να τα αμφισβητήσουν ολικά ή κατά ένα μέρος. Τέτοιος όμως διαρθρωμένος λογαριασμός, ο οποίος ζητήθηκε με την τελευταία, από 14-07-2020 εξώδικη δήλωση των εναγόντων, δεν αποδείχθηκε ότι συντάχθηκε ποτέ, η δε πρόσβαση και μόνο σε αντίγραφα των πρόχειρων τετραδίων με σημειώσεις που τηρούσε η εναγόμενη, στα λογιστικά βιβλία που τηρεί ο λογιστής της εταιρείας, καθώς και σε όλα εν γένει τα έγγραφα που σχετίζονται με την οικονομική διαχείριση της εταιρίας, αλλά και οι προφορικές κατά το τέλος κάθε εβδομάδας και έτους ενημερώσεις προς τους εταίρους, είναι προφανές ότι δεν πληρούν τα αυστηρά κριτήρια και τη μορφή που προβλέπει η διάταξη του αρ.303 ΑΚ.. Κατ’ αποτέλεσμα, δεν αποδείχθηκε ούτε και το ότι οι ενάγοντες ως δεξίλογοι, έχουν αποδεχθεί και εγκρίνει λογαριασμό που να εμπίπτει στον υπό τα ανωτέρω τύπο, καθώς τέτοιος λογαριασμός δεν συντάχθηκε. Επομένως, η προβληθείσα ένσταση της εναγόμενης περί εξώδικης λογοδοσίας είναι απορριπτέα ως ουσία αβάσιμη. Περαιτέρω, αναφορικά με το εικαζόμενο έλλειμα την ύπαρξη του οποίου επικαλούνται οι ενάγοντες, το αναλογούν μέρος του οποίου ζητούν να καταβάλλει η εναγόμενη κατ’αρ.473 ΚΠολΔ ως πρόσθετο μέσο αναγκαστικής εκτέλεσης σε περίπτωση που δεν κατατεθέσει λογαριασμό λογοδοσίας, πιθανολογήθηκαν τα εξής: Από τα προσκομιζόμενα από τους ενάγοντες αποσπάσματα του τετραδίου βάσει των εγγραφών του οποίου σε εβδομαδιαία βάση λάμβανε έκαστος των εταίρων το αναλογούν σε αυτόν μέρος των εισπράξεων και στο οποίο τετράδιο η εναγόμενη, ως ασκούσα την οικονομική διαχείριση, σημείωνε με πρόχειρο τρόπο τα έσοδα και τα έξοδα της εταιρείας κατά χρονολογική σειρά, τα οποία άλλωστε αποσπάσματα δεν προσέβαλε ως πλαστά η εναγόμενη, η οποία επίσης δεν αρνήθηκε ότι κρατούσε σημειώσεις επί των εσόδων και των εξόδων ως διαχειρίστρια, χωρίς να έχει ιδιαίτερη σημασία το αν αυτές θα χαρακτηριστούν ως τετράδιο ή όχι, τις οποίες σημειώσεις δεν απέκρυψε από τους ενάγοντες όπως προκύπτει από το περιεχόμενο των εξώδικων δηλώσεων τις οποίες τους είχε αποστείλει, σε συνδυασμό με τα προσκομιζόμενα από τους ενάγοντες αποσπάσματα κίνησης των τραπεζικών λογαριασμών της εταιρείας που τηρούνται στην Εθνική Τράπεζα και την Τράπεζα Πειραιώς (σχετ.26 έως 35 και 36 έως 46 αντίστοιχα), πιθανολογείται ότι υφίσταται μέρος του εικαζόμενου από τους ενάγοντες ελλείμματος. Ειδικότερα, πιθανολογούνται τα εξής επιμέρους ποσά ελλείμματος, τα οποία είχαν κατατεθεί στην Εθνική Τράπεζα: Από την καταβολή της 29ης-12-2014 από την ………., ποσό 920,00 ευρώ, από την καταβολή της 14ης-04-2015 από την ………., ποσό 2.380,00 ευρώ, από την καταβολή της 05ης-02-2015 από τον ……., ποσό 500,00 ευρώ, από την καταβολή της 24ης-05-2015 από τον ……….., ποσό 1.360,00 ευρώ, από την καταβολή της 30ης-11-2015 από τον ……….., ποσό 660,00 ευρώ, από την καταβολή της 07ης-06-2016 από την ………., ποσό 1.008,00 ευρώ και από την καταβολή της 31ης-10-2016 από την …….., ποσό 2.000,00 ευρώ, ήτοι συνολικό ποσό ελλείμματος 8.828,00 ευρώ. Ακόμη, πιθανολογούνται τα εξής επιμέρους ποσά ελλείμματος, τα οποία είχαν κατατεθεί στην Τράπεζα Πειραιώς: Από την καταβολή της 22ης-12-2014 από τη ………., ποσό 2.721,10 ευρώ, από την καταβολή της 15ης-01 -2015 από τον ………., ποσό 20,00 ευρώ, από την καταβολή της 19ης-03-2015 από την ……., ποσό 2.000,00 ευρώ, από την καταβολή της 16ης-04-2015 από τον ………., ποσό 16,55 ευρώ, από την καταβολή της 21ης-04-2015 από την …….., ποσό 52,00 ευρώ και από την καταβολή της 01ης-09-2015 από τον ……., ποσό 30,00 ευρώ, ήτοι συνολικό έλλειμμα 4.839,65 ευρώ. Επομένως πιθανολογείται συνολικό έλλειμμα από τα έσοδα της εταιρείας, το οποίο ισούται με (8.828,00 + 4.839,65 =) 13.667,65 ευρώ. Το συνολικό ποσό αυτό αφορά επιμέρους καταβολές εκ μέρους πελατών της εταιρείας, οι οποίες κατατίθεντο στον υπ’ αριθμ……… και τον υπ’ αριθμ…….. λογαριασμούς της εταιρείας, τηρούμενους αντίστοιχα στην Εθνική Τράπεζα και στην Τράπεζα Πειραιώς, καθώς οι καταβολές των ποσών αυτών αποτελούν έσοδα της εταιρείας, αφού πρόκειται για αμοιβές από συμβάσεις έργου, με αντικείμενο την κατασκευή επίπλων και αλουμινοκατασκευών και εμφανίζονται μεν στις κινήσεις των λογαριασμών αυτών, χωρίς ωστόσο να υπάρχει κάποια εγγραφή στο πρόχειρο τετράδιο που τηρούσε η εναγόμενη, ή υπήρχε εγγραφή σε αυτό αλλά για μικρότερο ποσό. Ωστόσο, δεν πιθανολογείται εικαζόμενο έλλειμμα από τις εξής καταβολές στην Εθνική Τράπεζα και την Τράπεζα Πειραιώς, σχετικά με τις οποίες προσκομίστηκαν από την εναγόμενη τα αντίστοιχα τιμολόγια, τα οποία καταχωρούνται στα επίσημα βιβλία της εταιρείας και συγκεκριμένα: Σχετικά με την καταβολή της 29ης-12-2014 από τον ………., εκδόθηκαν το υπ’αριθμ………. και το υπ’αριθμ………… τιμολόγια (σχετ.11α), στην καταβολή της 14ης-06-2016 από την εταιρεία …………. αντιστοιχούν το υπ’αριθμ……….. και το ………… τιμολόγια (σχετ.11 β), στην καταβολή της 31 ης-08-2018 από τον ……….. αντιστοιχεί το υπ’αριθμ…………. τιμολόγιο (σχετ.11 γ), στην καταβολή της 17ης-01-2015 από τον ……….. αντιστοιχούν τα υπ’αριθμ……… και ……… τιμολόγια (σχετ.12ε), στην καταβολή της 22ης-08-2018 από την ………… αντιστοιχούν τα υπ’αριθμ…………. και ……….. τιμολόγια (σχετ.11ε) και στην καταβολή της 22ης-03-2018 από την ………… αντιστοιχούν τα υπ’αριθμ…………. και ………. τιμολόγια (σχετ.11 δ). Ακόμη, δεν πιθανολογήθηκε το έλλειμα από την καταβολή της 05-04-2019 από την ………, καθώς όπως κατέθεσε και ο μάρτυρας της εναγόμενης, ο οποίος δεν αμφισβητήθηκε ότι είχε ενεργή ανάμιξη στα ζητήματα σχετικά με τη λειτουργία της εταιρείας, τα χρήματα που αυτή κατέθεσε, της επιστράφησαν αυθημερόν διότι δεν μπορούσε να υπαχθεί στο πρόγραμμα επιδότησης «Εξοικονομώ». Παρομοίως δεν πιθανολογήθηκε εικαζόμενο έλλειμμα από τις εκτιθέμενες στην αγωγή καταβολές στην τράπεζα Eurobank, σχετικά με τις οποίες προσκομίστηκαν από την εναγόμενη τα αντίστοιχα τιμολόγια, χωρίς να αμφισβητήθηκε ειδικά από τους ενάγοντες ότι αυτά σχετίζονταν με τις καταβολές στην τράπεζα αυτή, δεδομένου δε ότι τα ποσά των τιμολογίων αυτών υπερκαλύπτουν τα ποσά των καταθέσεων στην εν λόγω τράπεζα (σχετ.12α έως 12ε). Επιπλέον, πιθανολογήθηκε το επικαλούμενο από τους ενάγοντες έλλειμμα, όπως εκτίθεται διορθωμένο στις προτάσεις τους και το οποίο προκλήθηκε από την διόγκωση των ποσών των εξόδων στο πρόχειρο τετράδιο που τηρούσε η εναγόμενη, εν σχέση με τα πραγματικά ποσά εξόδων που κατέβαλε η εταιρεία στους προμηθευτές της, όπως αυτά αναγράφονται στις προσκομιζόμενες από τους ενάγοντες καρτέλες πελάτη που συνέταξαν οι ίδιοι προμηθευτές. Συγκεκριμένα, προκύπτουν οι εκτιθέμενες στην αγωγή διαφορές ποσών που καταβλήθηκαν στην προμηθεύτρια εταιρεία υλικών επιπλοποιίας ………., συνολικού ποσού 4.100,00 ευρώ (βλ. σχετ.57 έως 97), προς την προμηθεύτρια εταιρεία μεταλλικών σταθερών και πτυσσόμενων κάγκελων ασφαλείας ………., διαφορά ποσού 100,00 ευρώ (σχετ.98), προς την προμηθεύτρια εταιρεία νεροχυτών, μπαταριών κουζίνας και μπάνιων …………….., διαφορά συνολικού ποσού 823,07 ευρώ (σχετ.99 έως 108), προς την προμηθεύτρια εταιρεία ………., διαφορά συνολικού ποσού 1.169,93 ευρώ (σχετ.109 έως 124), προς την προμηθεύτρια εταιρεία πλαστικών πτυσσόμενων πορτών, κουρτινόξυλων κλπ ……, διαφορά συνολικού ποσού 320,00 ευρώ (σχετ.125 έως 129), προς την προμηθεύτρια εταιρεία ………, διαφορά συνολικού ποσού 4.000,00 ευρώ (σχετ.130 έως 144), προς την προμηθεύτρια εταιρεία κλειδαριών, βιδών αλουμινίου κλπ ………….., διαφορά συνολικού ποσού 3.250,00 ευρώ (σχετ.145 έως 177), προς την προμηθεύτρια εταιρεία πάνελ πορτών κλπ ………, διαφορά συνολικού ποσού 2.300,00 ευρώ (σχετ.178 έως 183), προς την προμηθεύτρια εταιρεία μονωτικών υλικών …….., διαφορά συνολικού ποσού 2.080,00 ευρώ (σχετ.184 έως 209), προς την προμηθεύτρια εταιρεία βεργών και πλαισίων αλουμινίου διαφόρων τύπων ………….., διαφορά ποσού 100,00 ευρώ (σχετ.210), προς την προμηθεύτρια εταιρεία μηχανισμών παραθύρων …………., διαφορά συνολικού ποσού 3.750,00 ευρώ (σχετ.211 έως 227), προς την προμηθεύτρια εταιρεία βεργών αλουμινίου ………», διαφορά συνολικού ποσού 6.100,00 ευρώ (σχετ.228 έως 242), προς την προμηθεύτρια εταιρεία ειδών ξυλείας ………., διαφορά συνολικού ποσού 800,00 ευρώ (σχετ.243 έως 248), προς την προμηθεύτρια εταιρεία εσωτερικών ξύλινων πορτών ασφαλείας ………….., διαφορά συνολικού ποσού 200,00 ευρώ (σχετ.249, 250, όπου προσκομίζονται σημειώσεις της υπαλλήλου της εταιρείας ……..), καθώς και προς τον προμηθευτή υαλοπινάκων ……….., διαφορά συνολικού ποσού 600,00 ευρώ (σχετ.251, 252, όπου προσκομίζονται σημειώσεις της υπαλλήλου της εταιρείας ……………..), ήτοι συνολικό ποσό πιθανολογούμενου ελλείμματος από τις ανωτέρω διαφορές ανάμεσα στις καρτέλες πελάτη των προμηθευτών και του πρόχειρου τετραδίου και των πρόχειρων σημειώσεων 29.693,00 ευρώ. Περαιτέρω, προέκυψε ότι υφίσταται πιθανολογούμενο έλλειμμα και από τις ακόλουθες εγγραφές στο πρόχειρο τετράδιο εσόδων-εξόδων που τηρούσε η εναγόμενη, οι οποίες όμως δεν αντιστοιχούν σε καμία εγγραφή στις καρτέλες πελάτη των προμηθευτών της εταιρείας. Ειδικότερα, δεν υπάρχουν καταχωρισμένες στις ανωτέρω καρτέλες των προμηθευτών οι ακόλουθες καταβολές που όμως εμφανίζονται ως έξοδα στο πρόχειρο τετράδιο εσόδων-εξόδων και αφορούν: την προμηθεύτρια εταιρεία …………., συνολικού ποσού 655,50 ευρώ (σχετ.253 έως 256), την προμηθεύτρια εταιρεία ………………., συνολικού ποσού 1.100,00 ευρώ (σχετ.257 έως 262), την προμηθεύτρια εταιρεία …………, …………….., συνολικού ποσού 6.660,00 ευρώ (σχετ.263 έως 271), την προμηθεύτρια εταιρεία ……………., συνολικού ποσού 550,00 ευρώ (σχετ. 272, 273), την προμηθεύτρια εταιρεία …………………, συνολικού ποσού 29.077,90 ευρώ (σχετ.274 έως 288), την προμηθεύτρια εταιρεία …………………, συνολικού ποσού 350,00 ευρώ (σχετ.289, 290, 291), την προμηθεύτρια εταιρεία ……………, συνολικού ποσού 6.297,20 ευρώ (σχετ.292 έως 296), την προμηθεύτρια εταιρεία …………, ποσού 375,00 ευρώ (σχετ.297) και την προμηθεύτρια εταιρεία ………………, ποσού 600,00 ευρώ (σχετ.298), ήτοι συνολικού ποσού 45.665,60 ευρώ. Επομένως, το συνολικό εικαζόμενο έλλειμμα αναφορικά με τα εμφανιζόμενα ως έξοδα στο πρόχειρο τετράδιο εσόδων-εξόδων, ανέρχεται σε (29.693,00 + 45.665,60 =) 75.358,60 ευρώ. Η κρίση δε αυτή του Δικαστηρίου δεν αναιρείται από τις ενδεικτικά προσκομιζόμενες από την ενάγουσα αποδείξεις είσπραξης (σχετ.13α έως 26η), καθώς σε αυτές δεν αναφέρεται, όπως θα ήταν αναμενόμενο, έναντι ποιάς παραγγελίας ή ποιού τιμολογίου εκδόθηκαν, δεδομένου του ότι η εταιρεία των διαδίκων είχε πλήθος συναλλαγών με κάθε προμηθευτή και θα ήταν αναμενόμενο να προκύπτει με σαφήνεια η ταυτότητα της κάθε καταβολής. Επίσης, σε καμία από τις προσκομιζόμενες αποδείξεις δεν αναφέρεται το όνομα του υπογράφοντος προσώπου που φέρεται να έλαβε τα μετρητά, ούτε υπάρχει σφραγίδα της προμηθεύτριας εταιρείας, ενώ δεν εξηγήθηκε ο λόγος για τον οποίο γίνονταν αυτές οι πληρωμές σε μετρητά, συχνά μάλιστα μικρών σχετικά ποσών. Παράλληλα, δεν προκύπτει από κάποιο αποδεικτικό μέσο ο ισχυρισμός της εναγόμενης ότι οι προμηθεύτριες εταιρείες εξέδιδαν τα παραστατικά τους που αφορούσαν τις πρώτες ύλες, απευθείας στα ονόματα των πελατών της ένδικης ομόρρυθμης εταιρείας. Περαιτέρω, δεν πιθανολογείται ότι υφίσταται έλλειμα που να προκύπτει από την έκδοση των επιταγών της εταιρείας, καθώς οι ενάγοντες δεν επικαλέστηκαν στην αγωγή συγκεκριμένα στοιχεία για το σύνολο των επιταγών, παρά μόνο την κατάθεση του συζύγου της εναγόμενης στη δίκη των ασφαλιστικών μέτρων ότι η τελευταία δεν εξέδωσε επιταγές, η οποία κατάθεση σε κάθε περίπτωση δεν ήταν εφικτό να προσκομιστεί ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, καθώς και τις υποψίες που τους προκάλεσε η έκδοση των δύο μεταχρονολογημένων επιταγών για τις οποίες έγινε λόγος ανωτέρω, τον Ιούλιο του 2019, σε διαταγή της προμηθεύτριας εταιρείας ……………. (σχετ.17), οι οποίες ωστόσο, πιθανολογείται ότι είχαν εκδοθεί στα πλαίσια ανοικτού λογαριασμού που τηρείται από τις δύο εταιρείες. Επομένως, βάσει των ανωτέρω, το συνολικό εικαζόμενο έλλειμμα της εταιρείας πιθανολογείται ότι ανέρχεται σε (13.667,65 + 75.358,60 =) 89.026,25 ευρώ. Συνακόλουθα, πρέπει η κρινόμενη αγωγή, κατά το μέρος που κρίθηκε παραδεκτή και νόμιμη να γίνει δεκτή ως βάσιμη και κατ' ουσίαν και να υποχρεωθεί η εναγόμενη να παράσχει λογοδοσία προς τους ενάγοντες, αλλά σύμφωνα και με τα εκτεθέντα στην οικεία μείζονα σκέψη στην αρχή της παρούσας, και προς τον ομόρρυθμο εταίρο …………….. και δη για την ενεργηθείσα από την ίδια την εναγομένη διαχείριση της ομόρρυθμης εταιρείας με την επωνυμία ………….., που εδρεύει ………, κατά το χρονικό διάστημα από 28-11-2014 έως 31-12-2019. Ακόμη, πρέπει να ταχθεί προθεσμία τεσσάρων (4) μηνών από τη νόμιμη επίδοση προς την εναγομένη της παρούσας απόφασης, εντός της οποίας -προθεσμίας- αυτή πρέπει να καταθέσει λογαριασμό στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου, συντασσομένης περί τούτου έκθεσης, ο οποίος να περιέχει πλήρη αντιπαράθεση των εσόδων και εξόδων και εν γένει όλων των οικονομικών στοιχείων και (τραπεζικών και λοιπών) συναλλαγών που η εναγομένη πραγματοποίησε ως διαχειρίστρια της ομόρρυθμης εταιρείας με την επωνυμία ……….., που εδρεύει ……… κατά το χρονικό διάστημα από 28-11-2014 έως 31-12-2019 (επισυνάπτοντας όλα τα απαιτούμενα -ήδη υπάρχοντα και τυχόν νέα- δικαιολογητικά έγγραφα και εν γένει όλα τα απαραίτητα νόμιμα παραστατικά στοιχεία εισπράξεων και δαπανών που σχετίζονται με τις αναγραφές στα τηρούμενα βιβλία, καθώς και να επισυνάψει τα πρόχειρα και επίσημα βιβλία που τηρήθηκαν στο ανωτέρω χρονικό διάστημα σχετικά με όλες τις συναλλαγές) καθώς και το προκύπτον κατάλοιπο από την αντιπαράθεση αυτή της διαχείρισης. Περαιτέρω, το Δικαστήριο επιφυλάσσεται να αποφασίσει για το αίτημα καταβολής του τυχόν προκύπτοντος υπέρ των εναγόντων καταλοίπου της διαχείρισης, το οποίο (αίτημα) δεν δύναται να εξεταστεί στην παρούσα στάση της δίκης, αλλά μόνον εφόσον υπάρξει στάδιο δίκης κατά το άρθρο 475 παρ.2 ΚΠολΔ, καθώς, κατά το παρόν στάδιο, δεν έχει ολοκληρωθεί ακόμη η εκκαθάριση της απαίτησής τους, ώστε να εξακριβωθεί το επακριβές ύψος αυτής (ΠΠρΘεσσ 6045/2019, ΠΠρΘεσσ 2556/2019, ΠΠρΘεσσ 1015/2019, ΠΠρΚερ 550/2018, ΠΠρΑΘ 2725/2011, ΠΠρΡοδ 113/2004 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Πάντως, για την περίπτωση που τυχόν προκύψει άλλο κατάλοιπο από την αντιπαράθεση της διαχείρησης, η εναγομένη οφείλει να καταβάλει προς τους ενάγοντες το τυχόν προκύπτον ποσό και δη επίσης νομιμοτόκως από την επομένη ημέρα της επίδοσης της υπό κρίση αγωγής μέχρι την ολοσχερή εξόφληση. Περαιτέρω, πρέπει να απειληθεί κατά της εναγόμενης, ως μέσο αναγκαστικής εκτέλεσης της παρούσας απόφασης, κατ’ άρθρο 946 παρ.1 ΚΠολΔ, και δη για την περίπτωση που δεν συμμορφωθεί με την ανωτέρω υποχρέωσή της προς λογοδοσία και μη εν γένει εκτέλεσης της προηγούμενης διάταξης, χρηματική ποινή χιλίων ευρώ (1.000,00€) και προσωπική κράτηση ενός (1) μήνα. Παράλληλα, πρέπει να υποχρεωθεί η εναγόμενη να καταβάλει σε καθέναν από τους ενάγοντες και κατά την μερίδα αυτού (25%), στην περίπτωση που αυτή δεν καταθέσει καθόλου ή εμπροθέσμως λογαριασμό μεθ' όλων των απαιτούμενων κατά Νόμο παραστατικών στοιχείων και πάντως μετά την τελεσιδικία, το έλλειμμα ποσού (89.026,25 χ 25% =) 22.256,56 ευρώ, ήτοι συνολικό ποσό 44.513,12 ευρώ, νομιμοτόκως από την επομένη ημέρα της επίδοσης της αγωγής μέχρι την ολοσχερή εξόφληση. Τέλος, επειδή η παρούσα απόφαση καθίσταται οριστική με την κατάθεση του λογαριασμού ή την άπρακτη παρέλευση της ως άνω ταχθείσας τετράμηνης προθεσμίας (ΚΠολΔ 477§1) (ΑΠ 1318/2014, ΑΠ 1122/2006, ΑΠ 42/1999, ΑΠ 978/1997 ΤΝΠ Νόμος), για την περίπτωση που η εναγομένη δεν καταθέσει τον λογαριασμό και τα δικαιολογητικά έγγραφα μέσα στην τασσόμενη κατά το διατακτικό προθεσμία, οπότε -όπως προαναφέρθηκε- καθίσταται οριστική η απόφαση αναφορικά με την υποχρέωση προς λογοδοσία (ΚΠολΔ 477§1), πρέπει να καταδικαστεί λόγω της εν μέρει ήττας της σε καταβολή μέρος των εν γένει δικαστικών εξόδων των εναγόντων μέχρι την προκειμένη στάση της δίκης (ΠΠρΘεσσ 1015/2019, ΠΠρΑΘ 4653/2011 ΤΝΠ Νόμος, ΠΠρΑΘ 1428/2010 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), λαμβανομένων υπόψη και συνεκτιμωμένων της εν γένει επιστημονικής εργασίας, της αξίας και του είδους της υπόθεσης, του χρόνου που απαιτήθηκε και της σπουδαιότητας της διαφοράς, των ειδικών περιστάσεων και των κάθε είδους πράγματι γενομένων δικαστικών ή εξωδίκων ενεργειών (ΚΠολΔ 106, 178 παρ.1, 189 παρ.1, 191 παρ.2 και Ν. 4194/2013), κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ ό,τι κρίθηκε απορριπτέο.

ΔΕΧΕΤΑΙ ΕΝ ΜΕΡΕΙ την αγωγή.

ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ την εναγομένη να παράσχει λογοδοσία προς τους ενάγοντες και τον ομόρρυθμο εταίρο ………. και δη για την ενεργηθείσα από την ίδια την εναγομένη διαχείριση της ομόρρυθμης εταιρείας με την επωνυμία …….., που εδρεύει …….., κατά το χρονικό διάστημα από 28-11-2014 έως 31-12-2019.

ΤΑΣΣΕΙ προθεσμία τεσσάρων (4) μηνών από τη νόμιμη επίδοση προς την εναγομένη της παρούσας απόφασης, εντός της οποίας -προθεσμίας- αυτή πρέπει να καταθέσει λογαριασμό στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου, συντασσομένης περί τούτου έκθεσης, ο οποίος να περιέχει πλήρη αντιπαράθεση των εσόδων και εξόδων και εν γένει όλων των οικονομικών στοιχείων και (τραπεζικών και λοιπών) συναλλαγών που η εναγόμενη πραγματοποίησε ως διαχειρίστρια της ομόρρυθμης εταιρείας με την επωνυμία …………, που εδρεύει ………. κατά το χρονικό διάστημα από 28-11-2014 έως 31-12-2019 (επισυνάπτοντας όλα τα απαιτούμενα -ήδη υπάρχοντα και τυχόν νέα- δικαιολογητικά έγγραφα και εν γένει όλα τα απαραίτητα νόμιμα παραστατικά στοιχεία εισπράξεων και δαπανών που σχετίζονται με τις αναγραφές στα τηρούμενα βιβλία, καθώς και να επισυνάψει τα πρόχειρα και επίσημα βιβλία που τηρήθηκαν στο ανωτέρω χρονικό διάστημα σχετικά με όλες τις συναλλαγές) καθώς και το προκύπτον κατάλοιπο από την αντιπαράθεση αυτή της διαχείρισης.

ΑΠΕΙΛΕΙ κατά της εναγόμενης, ως μέσο αναγκαστικής εκτελέσεως της παρούσας απόφασης, κατ’ άρθρο 946 παρ.1 ΚΠολΔ, και δη για την περίπτωση που δεν συμμορφωθεί με την ανωτέρω υποχρέωσή της προς λογοδοσία και μη εν γένει εκτελέσεως της προηγούμενης διάταξης, χρηματική ποινή χιλίων ευρώ (1.000,00€) και προσωπική κράτηση ενός (1) μήνα .

ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ την εναγόμενη να καταβάλει σε καθέναν από τους ενάγοντες, στην περίπτωση που η εναγομένη δεν καταθέσει καθόλου ή εμπροθέσμως λογαριασμό μεθ' όλων των απαιτούμενων κατά Νόμο παραστατικών στοιχείων και πάντως μετά την τελεσιδικία, το έλλειμμα ποσού είκοσι δύο χιλιάδων διακοσίων πενήντα έξι ευρώ και πενήντα έξι λεπτών (22.256,56€), ήτοι συνολικό ποσό σαράντα τεσσάρων χιλιάδων πεντακοσίων δεκατριών ευρώ και δώδεκα λεπτών (44.513,12€), νομιμοτόκως από την επομένη ημέρα της επιδόσεως της αγωγής μέχρι την ολοσχερή εξόφληση.

 ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ την εναγόμενη (σε περίπτωση άρνησής της να καταθέσει εμπρόθεσμα το λογαριασμό με τα δικαιολογητικά εντός της ως άνω τασσόμενης προθεσμίας) σε καταβολή μέρος των εν γένει δικαστικών εξόδων των εναγόντων, τα οποία ορίζει -μέχρι την προκειμένη στάση της δίκης- στο συνολικό ποσό των τετρακοσίων πενήντα ευρώ (450,00€).

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στην Καρδίτσα στο ακροατήριό του σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση την 20η-03-2023, με την παρουσία και της Γραμματέως, χωρίς να παρευρίσκονται οι διάδικοι και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους.

Ο  ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                                   Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

 

Copyright Βρόντος Ανδρέας © 2013