ΔιοικΠρωτΤρικ 21/2020. Παράνομη υλοτομία. Αίτηση αναστολής προστίμου που επιβλήθηκε απο το Δασαρχείο. Λόγοι προσφυγής. Ανεπανόρθωτη βλάβη αιτούντος. Δεκτή η αίτηση αναστολής

Αριθμός απόφασης: Ν21/2020

ΤΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΤΡΙΚΑΛΩΝ

ΣΕ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

[Αίτηση αναστολής αρ. 200επ. του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας]

Συνήλθε στις 22 Μαΐου 2020 στο υπηρεσιακό του γραφείο, με δικαστή την Αργυρούλα Κυριακίδου, Πρωτοδίκη Διοικητικών Δικαστηρίων, και γραμματέα την Παναγιώτα Κώτσια, δικαστική υπάλληλο, για να κρίνει την αίτηση αναστολής, με αριθμό και χρονολογία κατάθεσης ++++,

του +++ του +++, κατοίκου +++,

κατά του Ελληνικού Δημοσίου, που από 1.1.2017 εκπροσωπείται από την ανεξάρτητη διοικητική αρχή με την επωνυμία «Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων» (Α.Α.Δ.Ε.), η οποία εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα από τον Διοικητή της (άρθρο 1 παρ. 1, 36 παρ. 1, 41 παρ. 4 και 43 του Ν. 4389/2016, Α΄ 94).

Αφού μελέτησε τα σχετικά έγγραφα - Σκέφτηκε κατά τον Νόμο

1. Επειδή, για την άσκηση της υπό κρίση αίτησης καταβλήθηκε το νόμιμο παράβολο (βλ. τoν ++++ κωδικό αριθμό ηλεκτρονικού παραβόλου).

2. Επειδή, με την αίτηση αυτή επιδιώκεται η αναστολή εκτέλεσης της +++ πράξης του Δασάρχη ++, με την οποία, κατ’ επίκληση των διατάξεων του άρθρου 47 παρ. 4 του Ν. 4280/2014, επιβλήθηκε σε βάρος του αιτούντος πρόστιμο ύψους 10.494 ευρώ, για την αποδιδόμενη σε αυτόν παράβαση της παράνομης υλοτομίας 72 χ.κ.μ. καυσόξυλων δρυός εντός της συστάδας 17β΄ του διακατεχόμενου δάσους ++ του +++. Η αναστολή αυτή ζητείται παραδεκτώς, μέχρι τη δημοσίευση οριστικής απόφασης επί της με αριθμό και χρονολογία κατάθεσης ++ σχετικής προσφυγής που άσκησε ο αιτών, η εκδίκαση της οποίας εκκρεμεί ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου.

3. Επειδή, ο Κώδικας Διοικητικής Δικονομίας, που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του Ν. 2717/1999 (Α΄ 97), ορίζει στο άρθρο 200 (όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 17 του Ν. 3659/2008, Α΄ 77) ότι: «Σε κάθε περίπτωση που η προθεσμία ή η άσκηση της προσφυγής δεν συνεπάγεται κατά νόμο την αναστολή εκτέλεσης της προσβαλλόμενης εκτελεστής ατομικής διοικητικής πράξης και εφόσον στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν έχει χορηγηθεί αναστολή από την αρμόδια διοικητική αρχή, μπορεί, ύστερα από αίτηση εκείνου που άσκησε την προσφυγή, να ανασταλεί, με συνοπτικά αιτιολογημένη απόφαση του δικαστηρίου, εν όλω ή εν μέρει η εκτέλεση της πράξης αυτής». Περαιτέρω, ο ίδιος Κώδικας ορίζει στο άρθρο 202 [όπως το άρθρο αυτό τροποποιήθηκε από το άρθρο 19 του Ν. 3659/2008 και αντικαταστάθηκε από το άρθρο 34 του Ν. 3900/2010 (Α΄ 213) και, τελικώς, η παράγραφος 2 αυτού αντικαταστάθηκε από το άρθρο 27 παρ. 1 του Ν. 4446/2016 (Α΄ 240)] ότι: «1. Η αίτηση αναστολής γίνεται δεκτή μόνο εφόσον ο αιτών επικαλεσθεί και αποδείξει ότι η άμεση εκτέλεση της προσβαλλόμενης πράξης θα του προκαλέσει ανεπανόρθωτη βλάβη ή αν το δικαστήριο εκτιμά ότι το ένδικο βοήθημα είναι προδήλως βάσιμο. 2. Ειδικώς επί φορολογικών, τελωνειακών και διαφορών με χρηματικό αντικείμενο, το δικαστήριο μπορεί, με την απόφασή του, να ορίσει ότι το ανασταλτικό αποτέλεσμα δεν καταλαμβάνει τη λήψη ενός ή περισσότερων αναγκαστικών μέτρων είσπραξης ή διοικητικών μέτρων, για τον εξαναγκασμό ή τη διασφάλιση της είσπραξης της οφειλής, επί συγκεκριμένων περιουσιακών στοιχείων του αιτούντος, τα οποία αναφέρονται στην απόφαση. 3. Σε κάθε περίπτωση, η αίτηση απορρίπτεται: α) [...], β) αν κατά τη στάθμιση της βλάβης του αιτούντος, των συμφερόντων τρίτων και του δημόσιου συμφέροντος, κρίνεται ότι οι αρνητικές συνέπειες από την αποδοχή θα είναι σοβαρότερες από την ωφέλεια του αιτούντος. γ) [...]».

4. Επειδή, κατά την έννοια των προπαρατεθεισών διατάξεων, ανεπανόρθωτη υλική βλάβη, η αποσόβηση της οποίας καθιστά συνταγματικά επιβεβλημένη την παροχή προσωρινής δικαστικής προστασίας, δεν συνιστά, κατά κανόνα, η απλή οικονομική ζημία του αιτούντος, ως κατ’ αρχήν επανορθώσιμη (πρβλ. ΣτΕ ΕΑ 263-262/2019, 331-330/2013, 487/2012), αλλά εκείνη η χρηματική ζημία, η αποκατάσταση της οποίας, ενόψει του μεγέθους της, σε συνδυασμό με την εν γένει οικονομική κατάσταση του αιτούντος και τις ειδικότερες συνθήκες υπό τις οποίες αυτός τελεί, είναι για εκείνον δυσχερής σε τέτοιο βαθμό, ώστε να αδυνατεί πράγματι να την επιτύχει (βλ. ΣτΕ ΕΑ Ολομ. 496/2011, 334/2007). Ειδικότερα δε, σε περίπτωση επαγγελματία, όταν η ζημία αυτή συνεπάγεται ανεπανόρθωτο ή δυσχερώς επανορθώσιμο κλονισμό της επιχείρησής του, σε βαθμό που να τίθεται σε κίνδυνο η υπόστασή της (πρβλ. ΣτΕ ΕΑ 263-262/2019, 202-200/2019, 38/2019, 13/2019, 413/2018, 241/2017). Περαιτέρω, όπως έχει κριθεί (βλ. ΣτΕ ΕΑ Ολομ. 496/2011, πρβλ. ΣτΕ ΕΑ Ολομ. 232-230/2019, 1117/2010, πρβλ. ΣτΕ ΕΑ 172/2019, 417/2018, 35/2017, 183/2013, 110/2013 κ.ά.), περίπτωση πρόδηλης βασιμότητας του κύριου ένδικου βοηθήματος συντρέχει ιδίως όταν αυτό βασίζεται σε πάγια νομολογία ή σε νομολογία της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικράτειας και, πάντως, όχι όταν πιθανολογείται απλώς η ευδοκίμησή του.

5. Επειδή, εξάλλου, στην παράγραφο 4 του άρθρου 47 του Ν. 4280/2014 («Περιβαλλοντική αναβάθμιση και ιδιωτική πολεοδόμηση - Βιώσιμη ανάπτυξη οικισμών Ρυθμίσεις δασικής νομοθεσίας και άλλες διατάξεις», Α΄ 159) ορίζεται ότι: «Η παρ. 8 του άρθρου 271 του ν.δ. 86/1969 (Δασικός Κώδικας), όπως τροποποιήθηκε και ισχύει με το άρθρο 2 περίπτωση στ` του ν. 4138/2013 (Α` 72) και το άρθρο 15 παρ. 2 του ν. 4180/2013 (Α` 182), αντικαθίσταται ως εξής: “8.α. Επίσης, επιβάλλεται σε έκαστον των παραβατών και εις ολόκληρον με πράξη καταλογισμού του οικείου δασάρχη πρόστιμο ανά μονάδα μέτρησης της παρανόμως υλοτομηθείσας ή μεταφερόμενης ξυλείας ή των καυσόξυλων, ίσο με το πενταπλάσιο της αγοραίας τιμής, της προβλεπομένης από τον πίνακα διατίμησης δασικών προϊόντων για την αντίστοιχη κατηγορία. Σε περίπτωση υποτροπής επιβάλλεται το διπλάσιο του ανωτέρω προστίμου. β. Η διαδικασία επιβολής της διοικητικής κύρωσης της προηγούμενης παραγράφου αρχίζει με τη βεβαίωση της παράβασης από το όργανο που τη διαπιστώνει, το οποίο συντάσσει σχετική έκθεση. Η έκθεση κοινοποιείται μαζί με έγγραφη κλήτευση του δασάρχη προς τον παραβάτη να υποβάλει τις απόψεις του ενώπιον του για την αποδιδόμενη σε αυτόν παράνομη ενέργεια μέσα σε πέντε ημέρες από την κοινοποίηση της κλήτευσης. […]. γ. Κατά της απόφασης επιβολής προστίμου ο παραβάτης μπορεί να ασκήσει προσφυγή στο κατά τόπο αρμόδιο διοικητικό πρωτοδικείο, εντός της προβλεπομένης από το άρθρο 66 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας εξηκονθήμερης προθεσμίας, που αρχίζει από την επόμενη της κοινοποίησης σε αυτόν της απόφασης. Η προσφυγή εκδικάζεται κατά τις διατάξεις του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας. Η προθεσμία της ανωτέρω προσφυγής και η άσκηση της δεν αναστέλλουν την εκτέλεση της απόφασης επιβολής προστίμου. Είναι όμως δυνατόν να χορηγηθεί, κατά περίπτωση, αναστολή εκτέλεσης της ανωτέρω απόφασης, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις διατάξεις των άρθρων 88 και 200 έως 209 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας. δ. Σε περίπτωση έκδοσης αμετάκλητης αθωωτικής απόφασης από το ποινικό δικαστήριο […] το επιβληθέν πρόστιμο διαγράφεται και το καταβληθέν ποσό αυτού επιστρέφεται από τον φορέα στον οποίο αποδόθηκε. […]”».



6. Επειδή, στην προκείμενη περίπτωση, από τα στοιχεία της δικογραφίας, μεταξύ των οποίων η από ++ έκθεση βεβαίωσης παράβασης του δασοφύλακα στο Δασαρχείο ++ και η από ++ μήνυση που υπέβαλε ο ίδιος, προκύπτουν τα εξής: Στις ++, ημέρα Τετάρτη και περί ώρα 16:30΄, οι δασοφύλακες στο Δασαρχείο ++ και ++, περιοδεύοντας εντός της συστάδας 17β΄, όπου διενεργείτο αποψιλωτική υλοτομία δάσους δρυός για την κάλυψη των ατομικών αναγκών των κατοίκων της Τοπικής Κοινότητας ++ του διακατεχόμενου δάσους ++ του ++, διαπίστωσαν ότι το συνεργείο του αιτούντος, αναδόχου υλοτόμου, είχε ξεκινήσει την υλοτομία από τη νότια πλευρά της επιφάνειας εγκατάστασης της ανωτέρω συστάδας, κατά παράβαση των όρων του ++ πρωτοκόλλου εγκατάστασης. Ειδικότερα, διαπιστώθηκε ότι, παρά την υπόδειξη των ορίων της επιφάνειας εγκατάστασης και την εντολή που δόθηκε από τους εγκαταστήσαντες εκπροσώπους του Δασαρχείου (δασολόγο, δασοπόνο, δασοφύλακα) να ξεκινήσει η υλοτομία από τη βόρεια πλευρά της συστάδας 17β΄, όπως όριζε το σχετικό πρωτόκολλο εγκατάστασης, ο αιτών προέβη, κατ’ εντολή του Προέδρου του Αγροτικού Δασικού Συνεταιρισμού (Α.Δ.Σ.) +++, σε εσκεμμένη μετακίνηση προς την αντίθετη κατεύθυνση, η οποία είχε ως αποτέλεσμα την παραβίαση των ορίων της επιφάνειας εγκατάστασης της συστάδας 17β΄ και την υλοτόμηση 7,7 στρεμμάτων στο υπόλοιπο μέρος της συστάδας χωρίς την απαιτούμενη άδεια. Για τη βεβαίωση της παράβασης αυτής και την κατάσχεση των επίμαχων δασικών προϊόντων (200 φορτία αδιαμόρφωτων καυσόξυλων δρυός χ 180kg/φορτίο = 36 τόνοι ή 72 χ.κ.μ. καυσόξυλα δρυός) συντάχθηκαν, αντίστοιχα, η από 21.8.2019 έκθεση βεβαίωση παράβασης και η από ++ έκθεση κατάσχεσης, οι οποίες γνωστοποιήθηκαν στον αιτούντα. Ο τελευταίος, ανταποκρινόμενος στην ++ έγγραφη κλήση της Δασάρχη ++ και προς υποστήριξη της θέσης του, κατέθεσε το ++ υπόμνημα, με το οποίο ισχυρίστηκε ότι δεν στοιχειοθετείται η αποδιδόμενη σε βάρος του παράβαση και ότι τα όργανα του Δασαρχείου ενήργησαν, στην προκειμένη περίπτωση, κατ’ εσφαλμένη ερμηνεία και πλημμελή εφαρμογή του νόμου και, πάντως, κατά παράβαση της χρηστής διοίκησης. Ειδικότερα, επικαλούμενος τον εγκεκριμένο χάρτη συστάδας 17β΄ του δασολόγου ++, ισχυρίστηκε, μεταξύ άλλων, τα εξής: «[…] ο μόνος τρόπος προσέγγισης στη συστάδα ήταν από δυτικά και από τον δρόμο ΓΑ, προκειμένου να φτάσουμε στο σημείο Α. Ο δρόμος δυτικά της συστάδας ΑΒ, που ήταν και το όριο από δυτικά, δεν ήταν ανοιχτός για τη διέλευση και μεταφορά της ξυλείας με ζώα. Ήταν ένας παλιός δασικός δρόμος που όμως είχε κλείσει-δασωθεί και ήταν αδύνατη η χρήση του. Δεν υπήρχε δηλ. πρόσβαση από το σημείο Α στο σημείο Β για να αρχίσει η υλοτομία από το τελευταίο προς νότο. Η υλοτομία και μεταφορά από βορρά (σημείο Β) προς νότο ήταν αδύνατη εάν δεν άνοιγε ο δρόμος. Αντιθέτως από το σημείο Α που κατέληγε ο δρόμος ΓΑ ήταν δυνατή η είσοδος στο δασοτεμάχιο καθώς ήταν το μόνο προσβάσιμο πρακτικά σημείο για την προσέγγιση στη συστάδα και την έναρξη της υλοτομίας, τουλάχιστον μέχρι να ανοίξει ο παλιός δρόμος ΑΒ. Ειδοποίησα τον πρόεδρο του ΔΑΣ για την αδυναμία αυτή και αυτός με τη σειρά του τον δασοφύλακα Οικονόμου. Ήρθε είδε το μέρος και του εξηγηθήκαν όλα τα ανωτέρω. Όχι μόνο δεν έφερε αντίρρηση, αλλά ήταν παρών καθημερινά επί 15 ημέρες που διενεργούνταν η υλοτομία χωρίς να εμποδίσει κανένα. Έτσι υλοτομήθηκε έκταση εμβαδού 8.104,55 τ.μ. που απεικονίζεται στον χάρτη σκιαγραφημένη. Δεν αποτελεί παράνομη υλοτομία αφού υπάρχει έγκριση και άδεια για τη συστάδα 17β΄ και η έκταση αυτή εμπίπτει εντός της συστάδας αυτής και δεν κείται εκτός των ορίων της. […] είπαν […] για πρώτη φορά μέχρι τότε, ότι […] έπρεπε η συστάδα 17β΄ να υλοτομηθεί σε δύο στάδια: το βόρειο τμήμα με στοιχεία ΚΒΛΚ, έκτασης 168,915 στρ., ήταν για την υλοτομία του 2019, ενώ το νότιο τμήμα με στοιχεία ΚΛΔΕΑΚ, έκτασης 164,04 στρ, έπρεπε να υλοτομηθεί το 2020. Δηλ. εκ των υστέρων το Δασαρχείο χωρίς να ορίζεται τίποτα σχετικό στο πρωτόκολλο εγκατάστασης υλοτομίας, αυτοβούλως χώρισε τη συστάδα σε δύο τμήματα και όρισε αντίστοιχα την υλοτομία του καθενός κατ’ έτος [...]». Απορριπτομένων των ως άνω ισχυρισμών, ο Δασάρχης ++ προέβη, κατ’ επίκληση των οικείων διατάξεων του άρθρου 47 παρ. 4 του Ν. 4280/2014 και της 182166/1282/31.5.2019 απόφασης του Αναπληρωτή Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας («Πίνακας Διατίμησης Δασικών Προϊόντων, διαχειριστικού έτους 2019», Β΄ 2100/5.6.2019), στην έκδοση της ++ πράξης (προσβαλλόμενη), με την οποία επέβαλε σε βάρος του αιτούντος πρόστιμο ύψους 10.494 ευρώ, για την αποδιδόμενη σε αυτόν παράβαση της παράνομης υλοτομίας 72 χ.κ.μ. καυσόξυλων δρυός.

7. Επειδή, ήδη, κατά της προαναφερόμενης πράξης καταλογισμού προστίμου ο αιτών άσκησε την αναφερόμενη στη σκέψη 2 της παρούσας προσφυγή, η εκδίκαση της οποίας εκκρεμεί ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, καθώς και την υπό κρίση αίτηση παροχής προσωρινής δικαστικής προστασίας, με την οποία, μετά τη χορήγηση προσωρινής διαταγής στις ++, επιδιώκει την αναστολή εκτέλεσης της πράξης αυτής, μέχρι τη δημοσίευση οριστικής απόφασης επί της σχετικής προσφυγής του. Προς τούτο, επικαλείται, κατ’ αρχάς, την πρόδηλη βασιμότητα της τελευταίας, προβάλλοντας ότι η προσβαλλόμενη πράξη εκδόθηκε χωρίς ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, κατά παράβαση του ουσιώδους τύπου της προηγούμενης ακρόασης, κατ’ εσφαλμένη ερμηνεία και πλημμελή εφαρμογή του νόμου και, πάντως, κατ’ εσφαλμένη εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών. Όσο δε ειδικότερα αφορά το ύψος του προστίμου, υποστηρίζει ότι εχώρησε εσφαλμένος υπολογισμός του. Σε κάθε περίπτωση, διατείνεται ότι η άμεση αποπληρωμή του καταλογισθέντος σε βάρος του προστίμου, ύψους 10.494 ευρώ, είναι απολύτως αδύνατη ενόψει των οικονομικών δεδομένων του, συνεπάγεται δε τον ισχυρό κλονισμό της ατομικής επιχείρησής του και, τελικά, την οικονομική εξαθλίωση του ίδιου και της οικογένειάς του. Συγκεκριμένα, ισχυρίζεται ότι διατηρεί από το έτος 1999 στη ++ ατομική οικογενειακή επιχείρηση «λιανικού εμπορίου κάρβουνων-καυσόξυλων και παροχής υλοτομικών εργασιών», η οποία στεγάζεται σε κτίριο (ισόγειο εμβαδού 120 τ.μ.) επί οικοπέδου συνολικής έκτασης 9,375 στρ., και περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, τη μάντρα των μηχανημάτων και οχημάτων που χρησιμοποιεί, καθώς και χώρους αποθήκευσης των υλικών υλοτομίας που εμπορεύεται. Επιπλέον, υποστηρίζει ότι στον πρώτο όροφο (εμβαδού 120 τ.μ.) του εν λόγω κτιρίου βρίσκεται η κύρια κατοικία του, όπου διαμένει με την οικογένειά του, ήτοι τη σύζυγό του, ηλικίας 34 ετών, η οποία δεν εργάζεται, και τα ανήλικα τέκνα του, ηλικίας 11 ετών, 8 ετών και 8 μηνών. Τέλος, επισημαίνει ότι τα εισοδήματα που αποκομίζει από την επιχείρησή του τα τελευταία έτη είναι ιδιαιτέρως χαμηλά, σε αντίθεση με τα έξοδα διαβίωσης και ανατροφής της οικογένειάς του τα οποία παρίστανται αυξημένα. Ο ίδιος, άλλωστε, δεν διαθέτει άλλη κινητή ή ακίνητη περιουσία, πέρα από το ως άνω ακίνητο και τα προαναφερόμενα οχήματα, τα οποία χρήζουν άμεσης προστασίας από τη λήψη μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης, δεδομένου ότι, ως εκ του είδους και της φύσης των εργασιών της επιχείρησής του, είναι, το δίχως άλλο, απολύτως αναγκαία για τη συνέχιση της λειτουργίας αυτής. Ενόψει δε ότι η τρέχουσα χρονική περίοδος, από τους εαρινούς έως τους φθινοπωρινούς μήνες, είναι η πλέον κρίσιμη για την εμπορία καυσόξυλων, υποστηρίζει ότι πρέπει να υλοτομηθούν και να μεταφερθούν άμεσα τα δασικά προϊόντα της επιχείρησής του προς εκπλήρωση συμβατικών του υποχρεώσεων, ειδάλλως θα υποστεί βαρύτατη προσβολή της φήμης και της επαγγελματικής αξιοπιστίας του, θα απολέσει την πελατεία του και θα αδυνατεί να ανταποκριθεί στις πάγιες επαγγελματικές του υποχρεώσεις και τις βιοτικές ανάγκες της οικογένειάς του.

8. Επειδή, προς επαλήθευση των ισχυρισμών του, ο αιτών προσκομίζει και επικαλείται, μεταξύ άλλων, σε φωτοαντίγραφα: α) την από ++ βεβαίωση οικογενειακής κατάστασης του ++, β) το από 6.2.20202 αντίγραφο προσωποποιημένης πληροφόρησης από την ηλεκτρονική εφαρμογή TaxisNET της Α.Α.Δ.Ε. με τα στοιχεία της επαγγελματικής δραστηριότητάς του και των ρυθμιζόμενων οφειλών του προς το Δημόσιο, συνολικού ποσού 14.720,68 ευρώ και υπολοίπου 13.528,49 ευρώ, καταβλητέου σε 120 δόσεις, γ) ενιαία εκκαθαριστικά σημειώματα και πράξεις διοικητικού προσδιορισμού φόρου εισοδήματος φορολογικών ετών 2012-2018, από τα οποία προκύπτουν τα εξής: (αα) το φορολογικό έτος 2012, το φορολογητέο εισόδημά του από εμπορική και αγροτική δραστηριότητα ανήλθε στο ύψος των 5.746,23 ευρώ και 82,68 ευρώ, αντίστοιχα, ενώ δήλωσε εισόδημα από ακίνητα ύψους 582 ευρώ, τα δε ακαθάριστα έσοδα της επιχειρηματικής και αγροτικής δραστηριότητάς του ανήλθαν στο ύψος των 116.456,80 ευρώ και 82,68 ευρώ, αντίστοιχα, (ββ) το φορολογικό έτος 2013, το φορολογητέο εισόδημά του από εμπορική και αγροτική δραστηριότητα ανήλθε στο ύψος των 6.293,70 ευρώ και 75,42 ευρώ, αντίστοιχα, ενώ δήλωσε εισόδημα από ακίνητα ύψους 582 ευρώ, τα δε ακαθάριστα έσοδα της επιχειρηματικής και αγροτικής δραστηριότητάς του ανήλθαν στο ύψος των 88.092,31 ευρώ και 75,42 ευρώ, αντίστοιχα, (γγ) το φορολογικό έτος 2014, το φορολογητέο εισόδημά του από επιχειρηματική δραστηριότητα ανήλθε στο ύψος των 7.797,35 ενώ δήλωσε εισόδημα από ακίνητα ύψους 570 ευρώ, τα δε ακαθάριστα έσοδα της επιχειρηματικής δραστηριότητάς του ανήλθαν στο ύψος των 54.132,67 ευρώ, (δδ) το φορολογικό έτος 2015, δήλωσε εισόδημα από ακίνητη περιουσία ύψους 684 ευρώ, από μερίσματα-τόκους-δικαιώματα ύψους 0,05 ευρώ και ζημία από επιχείρηση ιδίου έτους ύψους 37.543,13 ευρώ, τα δε ακαθάριστα έσοδα της επιχειρηματικής δραστηριότητάς του ανήλθαν στο ύψος των 38.125,62 ευρώ, (εε) το φορολογικό έτος 2016, το φορολογητέο εισόδημά του από αγροτική δραστηριότητα ανήλθε στο ύψος των 200 ευρώ, ενώ δήλωσε εισόδημα από ακίνητη περιουσία ύψους 684 ευρώ, από μερίσματα-τόκους-δικαιώματα ύψους 0,01 ευρώ και ζημία από επιχείρηση ιδίου έτους ύψους 16.522,63 ευρώ, τα δε ακαθάριστα έσοδα της επιχειρηματικής και αγροτικής δραστηριότητάς του ανήλθαν στο ύψος των 45.429,92 ευρώ και 1.228,17 ευρώ, αντίστοιχα, (στστ) το φορολογικό έτος 2017, το φορολογητέο εισόδημά του από επιχειρηματική και αγροτική δραστηριότητα ανήλθε στο ύψος των 6.241,97 ευρώ και 632,88 ευρώ, αντίστοιχα, ενώ δήλωσε εισόδημα από ακίνητα ύψους 684 ευρώ, από μερίσματα-τόκους-δικαιώματα ύψους 0,01 ευρώ, τα δε ακαθάριστα έσοδα της επιχειρηματικής και αγροτικής δραστηριότητάς του ανήλθαν στο ύψος των 31.895,54 ευρώ και 1.232,88 ευρώ, αντίστοιχα, και (ζζ) το φορολογικό έτος 2018, το φορολογητέο εισόδημά του από αγροτική δραστηριότητα ανήλθε στο ύψος των 248,30 ευρώ, ενώ δήλωσε εισόδημα από ακίνητα ύψους 684 ευρώ, από μερίσματα-τόκους-δικαιώματα ύψους 0,02 ευρώ και ζημία από επιχείρηση ιδίου έτους ύψους 6.705,32 ευρώ, τα δε ακαθάριστα έσοδα της επιχειρηματικής και αγροτικής δραστηριότητάς του ανήλθαν στο ύψος των 28.946 ευρώ και 305,30 ευρώ, αντίστοιχα, δ) δηλώσεις Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (Φ.Π.Α.), χρονικών περιόδων από 1.1.2017 έως 31.1.2019, ε) βεβαίωση δηλωθείσας περιουσιακής κατάστασης (όπως έχει δηλωθεί την 1.1.2020), από την οποία προκύπτει ότι έχει στην πλήρη κυριότητα και κατοχή του τα προαναφερόμενα ακίνητα, στ) άδειες κυκλοφορίας των με αριθμό κυκλοφορίας (αα) ++ Ι.Χ. αγροτικού οχήματος, εργοστασιακής κατασκευής ++, έτους κυκλοφορίας 1996, (ββ) ++ ανοιχτού ανατρεπόμενου οχήματος τύπου 914, εργοστασιακής κατασκευής ++, έτους κυκλοφορίας 1991, (γγ) ++ ανοιχτού ανατρεπόμενου οχήματος τύπου ++, εργοστασιακής κατασκευής ++, έτους κυκλοφορίας 2006, (δδ) ++ ανοιχτού ανατρεπόμενου οχήματος τύπου 914, εργοστασιακής κατασκευής ++, έτους κυκλοφορίας 2007, (εε) ++ αγροτικού οχήματος τύπου 4χ4, εργοστασιακής κατασκευής ++, έτους κυκλοφορίας 1992, και (στστ) ++ αγροτικού οχήματος, εργοστασιακής κατασκευής ++, έτους κυκλοφορίας 2000, ζ) δήλωση φορολογίας εισοδήματος φορολογικού έτους 2018 (έντυπο Ε1), από την οποία προκύπτει ότι βρίσκεται στην πλήρη κυριότητα και κατοχή του ένα οικογενειακό επιβατηγό όχημα, με αριθμό κυκλοφορίας ++ Ι.Χ., εργοστασιακής κατασκευής ++, έτους κυκλοφορίας 1999, και η) τα από 30.11.2019 και 23.12.2019 ιδιωτικά συμφωνητικά που έχει συνάψει με τους ++, πρατηριούχο υγρών καυσίμων, και ++, έμπορο ελαστικών και βουλκανιζατέρ, σχετικά με την ύπαρξη οφειλής του, ύψους 5.700 ευρώ και 4.744 ευρώ, αντίστοιχα, καταβλητέας σε δόσεις, έως 15.5.2020 και 15.4.2020.

9. Επειδή, από την άλλη πλευρά, το καθ’ ου η αίτηση Ελληνικό Δημόσιο, με την ++ έκθεση απόψεων της Αναπληρώτριας Προϊσταμένης του Δασαρχείου ++, υπεραμύνεται της νομιμότητας της προσβαλλόμενης πράξης και επιδιώκει την απόρριψη της κρινόμενης αίτησης ως νόμω και ουσία αβάσιμης, προβάλλοντας ότι κατά τον γενόμενο επιτόπιο έλεγχο διαπιστώθηκε αρμοδίως η παράνομη υλοτόμηση και, επομένως, αιτιολογημένα υποχρεώθηκε ο αιτών να καταβάλει το προβλεπόμενο στον νόμο πρόστιμο.

10. Επειδή, με τα ανωτέρω νομικά και πραγματικά δεδομένα, το Δικαστήριο εκτιμά ότι οι προβαλλόμενοι με το δικόγραφο της προαναφερόμενης εκκρεμούς προσφυγής του αιτούντος λόγοι δεν παρίστανται προδήλως βάσιμοι, κατά την έννοια της διάταξης της παραγράφου 1 του άρθρου 202 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, όπως ερμηνεύτηκε στη σκέψη 4, δεδομένου ότι, ενόψει των εκατέρωθεν ισχυρισμών, απαιτείται ενδελεχής έρευνα του νομικού και ιδίως του πραγματικού μέρους της υπόθεσης, η οποία, κατ’ αρχήν, εκφεύγει της εξουσίας ελέγχου του κατά την παρούσα διαδικασία. Κατά τα λοιπά, το Δικαστήριο λαμβάνει υπόψη το ποσό του προστίμου που καταλογίστηκε με την προσβαλλόμενη πράξη (10.494 ευρώ), σε συνδυασμό με την οικογενειακή κατάσταση του αιτούντος και την εν γένει οικονομική του κατάσταση, όπως αυτή προκύπτει από τα προσκομιζόμενα αποδεικτικά στοιχεία και διαμορφώνεται, κατά κύριο λόγο, από τις λοιπές οφειλές του, καθώς και από το ύψος των φορολογητέων εισοδημάτων του κατά τα τελευταία επτά (7) έτη, τα οποία δεν παρίστανται ιδιαιτέρως ψηλά, βαίνουν δε συνεχώς μειούμενα. Περαιτέρω, το Δικαστήριο λαμβάνει υπόψη τη φύση των περιουσιακών, κινητών και ακίνητων, στοιχείων του αιτούντος, στα οποία περιλαμβάνεται η κατοικία του, ένα οικογενειακό όχημα και επαγγελματικά οχήματα, μάντρες στάθμευσης αυτών, καθώς και χώροι αποθήκευσης των προς πώληση εμπορευμάτων του, τα οποία, ως εκ του είδους των εργασιών της επίμαχης επιχείρησής του, είναι συνυφασμένα με αυτήν και αναγκαία για την απρόσκοπτη λειτουργία της. Έχοντας, επιπλέον, υπόψη ότι τα επίμαχα δασικά προϊόντα που υλοτομήθηκαν από τη συστάδα 17β’ έχουν ήδη κατασχεθεί, το Δικαστήριο εκτιμά ότι η άμεση αποπληρωμή του ένδικου προστίμου, άλλως δε η άμεση εκτέλεση της προσβαλλόμενης πράξης καταλογισμού προστίμου και η συνεπεία αυτής λήψη μέτρων αναγκαστικής είσπραξης ή άλλων διοικητικών μέτρων σε βάρος των πιο πάνω περιουσιακών του στοιχείων, θα επιφέρει στον αιτούντα σοβαρή βλάβη, υπό την έννοια ότι θα κλονίσει δυσεπανόρθωτα την ευρωστία της επιχείρησής του και θα αποστερήσει τον ίδιο και την πολυμελή οικογένειά του από τα μέσα βιοπορισμού τους. Η βλάβη δε αυτή, σταθμιζόμενη με τους λόγους δημοσίου συμφέροντος που συντρέχουν, εν προκειμένω, και αφορούν την προστασία του δασικού περιβάλλοντος και τη διατήρηση του φυσικού πλούτου της χώρας, δικαιολογεί στην υπό κρίση περίπτωση την κατ’ εξαίρεση χορήγηση της ζητούμενης αναστολής.

11. Επειδή, κατ’ ακολουθίαν, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να γίνει δεκτή και να ανασταλεί η εκτέλεση της ++ πράξης καταλογισμού προστίμου του Δασάρχη ++. Τέλος, το καταβληθέν παράβολο πρέπει να αποδοθεί στον αιτούντα (άρθρο 277 παρ. 9 εδάφ. α’ του Κ.Δ.Δικ.), ενώ, κατ’ εκτίμηση των περιστάσεων, δεν πρέπει να καταλογιστούν δικαστικά έξοδα σε βάρος του καθ’ ου η αίτηση Ελληνικού Δημοσίου (άρθρο 275 παρ. 1 εδάφ. ε’ του ίδιου ως άνω Κώδικα).

ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ
Δέχεται την αίτηση. Αναστέλλει την εκτέλεση της ++ πράξης καταλογισμού προστίμου του Δασάρχη ++ Διατάσσει την απόδοση του καταβληθέντος παραβόλου στον αιτούντα. Απαλλάσσει το καθ’ ου η αίτηση Ελληνικό Δημόσιο από τα δικαστικά έξοδα του αιτούντος.....

 ΒΡΟΝΤΟΣ ΑΝΔΡΕΑΣ

 

Copyright Βρόντος Ανδρέας © 2013