αφαίρεση στοιχείων κυκλοφορίας ΙΧΕ λόγω μέθης για πέντε έτη.προσφυγή και αίτηση αναστολής.διαδικασία σύννομης μέτρησης.χρονικά διαστήματα μέτρησης.παραβίαση αρχής αναλογικότητας και αξίας.έννομο συμφέρον και βλάβη στην αιτηση αναστολής

ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΤΡΙΜΕΛΟΥΣ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ ++

ΑΙΤΗΣΗ ΑΝΑΣΤΟΛΗΣ ΕΚΤΕΛΕΣΗΣ

Του ++ του Δημητρίου, κατοίκου ++, οδός Φυγαλείας αριθ. 70, με Α.Φ.Μ. ++, Δ.Ο.Υ. ++.

ΚΑΤΑ

1. Του Ελληνικού Δημοσίου, που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα από τον Υπουργό των Οικονομικών.

2. Του Αστυνομικού Διευθυντή του +’ Τμήματος Τροχαίας ++, που κατοικοεδρεύει στα ++, ++.

3. Της υπ’ αριθ. ++ υπ’ αριθ. πρωτ. ++ απόφασης αφαίρεσης άδειας οδήγησης για χρονικό διάστημα πέντε (5) ετών, μετά τη λήξη της ποινής αφαίρεσης 180 ημερών που είχε επιβληθεί με την υπ’ αριθ. ++ πράξη βεβαίωσης παράβασης του ++ Τμήματος Τροχαίας ++ της Διεύθυνσης Τροχαίας ++ της Γενικής Αστυνομικής Διεύθυνσης Αττικής.

4. Της υπ’ αριθ. ++ πράξης βεβαίωσης παράβασης – έκθεσης κατάσχεσης του Υπαστυνόμου Α’ ++ και του Υπαρχιφύλακα ++, με την οποία μου αφαιρέθηκε η υπ’ αριθ. ++ άδεια ικανότητας οδήγησης.

5. Κάθε άλλης συναφούς διοικητικής πράξης

----------------------------------------------------------------

Ενώπιον του Δικαστηρίου Σας άσκησα νόμιμα και εμπρόθεσμα την από 14.11.2016 με αυξ. αριθ. καταθ. ++ προσφυγή μου κατά της ανωτέρω προσβαλλόμενης αποφάσεως, το περιεχόμενο της οποίας έχει επί λέξει ως εξής:

«ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ

ΠΡΟΣΦΥΓΗ

Του ++, κατοίκου ++, με Α.Φ.Μ. ++, Δ.Ο.Υ. ++.

ΚΑΤΑ

1. Του Ελληνικού Δημοσίου, που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα από τον Υπουργό των Οικονομικών.

2. Του Αστυνομικού Διευθυντή του ++ Τμήματος Τροχαίας ++, που κατοικοεδρεύει στα ++

3. Της υπ’ αριθ. ++ υπ’ αριθ. πρωτ. ++’ απόφασης αφαίρεσης άδειας οδήγησης για χρονικό διάστημα πέντε (5) ετών, μετά τη λήξη της ποινής αφαίρεσης 180 ημερών που είχε επιβληθεί με την υπ’ αριθ. ++ πράξη βεβαίωσης παράβασης του ++’ Τμήματος Τροχαίας ++ της Διεύθυνσης Τροχαίας ++ της Γενικής Αστυνομικής Διεύθυνσης ++.

4. Της υπ’ αριθ. ++ πράξης βεβαίωσης παράβασης – έκθεσης κατάσχεσης του Υπαστυνόμου Α’ ++ και του Υπαρχιφύλακα ++, με την οποία μου αφαιρέθηκε η υπ’ αριθ. ++ άδεια ικανότητας οδήγησης.

5. Κάθε άλλης συναφούς διοικητικής πράξης

**************

Την 1.4.2019 μου κοινοποιήθηκε η προσβαλλομένη απόφαση υπ’ αριθ. ++, με την οποία ενημερώθηκα ότι αποφασίσθηκε η διοικητική ποινή αφαίρεσης της άδειας οδήγησής μου επί πενταετία. Η δε διοικητική αυτή ποινή, με βάση την προσβαλλόμενη, θα αρχίσει να εκτελείται μετά την πάροδο χρονικού διαστήματος 180 ημερών αφαίρεσης της άδειας οδήγησης, η οποία μου είχε επιβληθεί επί τόπου από τα αρμόδια όργανα, δυνάμει της έτερης προσβαλλόμενης πράξης και μου είχε αφαιρεθεί επί τόπου η άδεια ικανότητας οδήγησης. Δηλ. αρχικά μου αφαιρέθηκε με την ανωτέρω πράξη η άδεια οδήγησης για 180 ημέρες και στην συνέχεια η Διοίκηση επανήλθε και εξέδωσε και μου επέδωσε και την προσβαλλόμενη πράξη με την οποία αφαίρεσε την ίδια άδεια για πέντε έτη, εκτιομένης, μετά τη λήξη της διάρκειας αφαίρεσης των 180 ημερών.

Η ως άνω απόφαση εκδόθηκε, λόγω του ότι δήθεν υπέπεσα στην ίδια παράβαση κατά τη διάρκεια ενός έτους και συγκεκριμένα οδήγηση υπό την επίδραση οινοπνεύματος.

Τις παραβάσεις αυτές αρνούμαι για τους κάτωθι νόμιμους, βάσιμους και αληθείς λόγους :

1ο ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΟ

Την ++, ημέρα Σάββατο και περί ώρα 04.16 το πρωί, ενώ οδηγούσα προσεκτικά και νόμιμα το με αριθμό κυκλοφορίας ++ ΙΧ επιβατικό αυτοκίνητο, ιδιοκτησίας του πατέρα μου ++, κατοίκου ++, οδός ++ και εκινούμην επί της οδού ++ στο ++ με κατεύθυνση προς το ++, επιστρέφοντας στο σπίτι μου στη μετά από επίσκεψη σε φιλικό μου σπίτι, όπου κατανάλωσα μόλις ένα ποτό και συγκεκριμένα ένα ποτήρι κρασί, ακινητοποίησα το όχημά μου υπακούοντας σε σήμα των αστυνομικών οργάνων συνεργείου ελέγχου της Τροχαίας ++.

Μου ζητήθηκε από το όργανο της Τροχαίας να υποβληθώ σε έλεγχο για τη διαπίστωση ύπαρξης στον οργανισμό μου αιθυλικής αλκοόλης (οινοπνεύματος) με τη χρήση ηλεκτρονικής συσκευής αλκοολομέτρου, ήτοι με συσκευή εκπνεόμενου αέρα.

Αμέσως ζήτησα από τον διενεργούντα τον έλεγχο αστυνομικό και μάλιστα δύο φορές, να υποβληθώ στον ανωτέρω επιβαλλόμενο έλεγχο αλκοτέστ, με την μέθοδο της αιμοληψίας, αντί της χρήσης ηλεκτρονικής συσκευής αλκοολομέτρου ήτοι της συσκευής εκπνεόμενου αέρα.

Ο λόγος που ζήτησα τον ανωτέρω έλεγχο δι’ αιμοληψίας, και μάλιστα γνωστοποίησα τούτον αμέσως και ρητά στο αρμόδιο όργανο, είναι ότι, εκτός του ότι γνωρίζω πως η μέθοδος ελέγχου με αιμοληψία είναι φυσικά το ίδιο σύννομη και επιπλέον πιο ακριβής από την μέθοδο μέτρησης με συσκευή εκπνεόμενου αέρα, αφού η ακρίβεια της τελευταίας εξαρτάται από πολλές προϋποθέσεις (συγκεκριμένου τύπου συσκευές, βαθμονόμηση, παράλειψη καπνίσματος πριν από τη μέτρηση κλπ), πάσχω από σοβαρή μορφή γαστροοισοφαγικής παλινδρόμησης, με αποτέλεσμα η μέτρηση με τη μέθοδο του εκπνεόμενου αέρα να μην μετρά τις αναθυμιάσεις του αλκοόλ, αλλά καθαρό αλκοόλ από το στόμα, με αποτέλεσμα η μέτρηση με συσκευή αλκοολόμετρου να μην είναι η κατάλληλη και η ενδεδειγμένη για την περίπτωσή μου, αφού συνεπεία της ανωτέρω ανυπαιτίου παθήσεώς μου ήταν απολύτως βέβαιο ότι δεν θα επρόκειτο για σύννομη μέτρηση και σύστοιχα δεν θα προέκυπταν ορθά και σύννομα αποτελέσματα. Σημειώνω ότι «η γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση είναι η αποτυχία του αντιπαλινδρομικού μηχανισμού, επιτρέποντας παλινδρόμηση γαστρικού περιεχομένου στον οισοφάγο» (++, Χειρουργού, Διευθυντή στην ++). Με άλλα λόγια είναι χρόνια νόσος του πεπτικού συστήματος και η συμπτωματολογία της είναι η επιστροφή - ροή από το στομάχι προς τα πίσω - των γαστρικών υγρών ή του περιεχομένου του στομάχου προς τη στοματική κοιλότητα διά του οισοφάγου. Γι’ αυτούς τους λόγους, που εξέθεσα στα αστυνομικά όργανα, ζήτησα τον ανωτέρω έλεγχο δι’ αιμοληψίας.

Όμως από την πλευρά του οργάνου της Τροχαίας υπήρξε αδικαιολόγητη άρνηση στο ανωτέρω εύλογο αίτημά μου, παρά το ότι εξήγησα επανειλημμένως τους ανωτέρω λόγους δηλώνοντας ταυτόχρονα στο αρμόδιο όργανο ότι δεν είχα πιεί και ότι δεν ήμουν μεθυσμένος, άλλωστε αυτό μπορούσε και διά γυμνού οφθαλμού να το διαπιστώσει το αστυνομικό όργανο.

Ο συγκεκριμένος αστυνομικός με απείλησε ότι εάν δεν αποδεχθώ τον έλεγχο με συσκευή εκπνεόμενου αέρα θα με συλλάβει για άρνηση να υποβληθώ σε έλεγχο αλκοτέστ, οπότε υποχώρησα και υπεβλήθην στον έλεγχο με τη συσκευή εκπνεόμενου αέρα.

Κατά την πρώτη μέτρηση το αποτέλεσμα ήταν 0,37 mg/l, ενώ κατά τη δεύτερη μέτρηση 0,29 mg/l, ήτοι μόλις 0,04 mg/l πάνω από το επιτρεπτό όριο που ορίζει ο νόμος. Σημειώνω ότι η απόκλιση από τα επιτρεπτά όρια είναι τόσο μικρή, που είναι βέβαιον ότι, ακόμα και χωρίς την ανωτέρω πάθησή μου που αποκλείει αντικειμενικά κάθε σκέψη για βεβαιότητα της ορθότητας της μέτρησης, εμπίπτει καταφανώς στα όρια του τυχαίου εκ παραγόντων σχετιζομένων από πολλούς αστάθμητους παράγοντες (ορθή βαθμονόμηση συσκευής, συνδυασμός τροφών που είχαν καταναλωθεί, επιβάρυνση από κάπνισμα κ.λπ.).

2ο ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΟ

Την ++, ημέρα Πέμπτη, που είναι η ημέρα των γενεθλίων μου, είχα συναντηθεί με τους φίλους μου, στην κατοικία ενός εξ αυτών (του ++, κατοίκου ++, επί της οδού ++), προκειμένου να γιορτάσουμε. Καθ’ όλη της διάρκεια της γιορτής δεν κατανάλωσα καθόλου αλκοόλ, δεδομένου μάλιστα ότι μπορεί να μου προκαλέσει δυσφορία. Για κακή μου τύχη, λίγο πριν την αποχώρησή μας από το σπίτι του φίλου μας, ο τελευταίος μου πρόσφερε ένα ποτήρι λικέρ «για το καλό», όπως μου είπε. Το αποδέχθηκα και εν συνεχεία αποχώρησα. Μάλιστα επισήμανα στους φίλους μου ότι δεν έπρεπε να το πιω, διότι αμέσως μου προκάλεσε παλινδρόμηση, δηλαδή ένιωσα τα γαστρικά υγρά στον οισοφάγο μου. Περί ώρα 4.28 το πρωί της ++ (είχε αλλάξει η ημέρα) και ενώ οδηγούσα προσεκτικά και με σύνεση το υπ’ αριθ. ++ ΙΧΕ αυτοκίνητο, κυριότητας του πατέρα μου, προκειμένου να επιστρέψω στο σπίτι μου στο ++. Μετά από πορεία μικρότερη του χιλιομέτρου, στη συμβολή των οδών ++ στο ++, σταμάτησα στο σήμα των αστυνομικών οργάνων του ++ Τμήματος Τροχαίας ++, που μου ζήτησαν να υποβληθώ σε έλεγχο αλκοτέστ, επίσης με τη μέθοδο εκπνεόμενου αέρα.

Όπως και στην προηγούμενη περίπτωση και για τους ίδιους ανωτέρω λόγους, ζήτησα από τον διενεργούντα τον έλεγχο αστυνομικό, να υποβληθώ στον ανωτέρω επιβαλλόμενο έλεγχο αλκοτέστ, με την μέθοδο της αιμοληψίας, αντί της χρήσης ηλεκτρονικής συσκευής αλκοολόμετρου. Μάλιστα αυτήν τη φορά τους επισήμανα ότι η παλινδρόμηση που αισθανόμουν ήδη, θα αλλοίωνε μετά βεβαιότητας τις μετρήσεις, αφού η εξέταση αλκοτέστ με τη μέθοδο του εκπνεόμενου αέρα δεν θα ανίχνευε αναθυμιάσεις αλκοόλ στο στομάχι, αλλά το ίδιο το αλκοόλ που επανερχόταν στη στοματική μου κοιλότητα, δηλ. η μέτρηση όχι μόνο δεν θα ήταν σύννομη, αλλά εντελώς ακατάλληλη και μη ενδεδειγμένη για την περίπτωσή μου.(για το πώς λειτουργεί η συσκευή αλκοολόμετρου σε σχέση με την ανίχνευση της ποσότητας αλκοόλ στον οργανισμό, δηλ. με την μέτρηση των αναθυμιάσεων εκ του στομάχου εκ της ποσότητας αλκοόλ που δεν έχει όμως μεταβολιστεί, βλ. Αθ. Κρητικού, ΚΟΚ, εκδ. 2009, υπό άρθρο 42, σελ. 473, αλλά και άρθρ. 3 παρ.3 ΥΑ 2500/15/135 ι (ΦΕΚ Β 2077/ 19-9-2011, όπου ρητή η πρόβλεψη το αλκοόλ να έχει απομακρυνθεί από τη στοματική κοιλότητα).

Η αντίδραση των αστυνομικών οργάνων ήταν και πάλι απόλυτη, αρνούμενοι σε εμένα την εξέταση αλκοτέστ με τη μέθοδο της αιμοληψίας, δίνοντάς μου την εντύπωση ότι ούτε που με είχαν ακούσει, παρά το γεγονός ότι το αίτημά μου ήταν απολύτως αιτιολογημένο. Επιπλέον αν και δεν είχε παρέλθει διάστημα άνω των 10 λεπτών της ώρας από την ανωτέρω κατανάλωση, γεγονός που επισημάνθηκε στα όργανα και πάλι αυτά, αρνήθηκαν να περιμένουν, παρά το ότι έτσι κατέστησαν και για τον λόγο αυτό άκυρη την μέτρηση συνεπαγομένης της μη ορθότητας και των αποτελεσμάτων της, καθόσον όπως και κατωτέρω αναφέρεται, δεν μπορεί αυτή να γίνει εάν δεν παρέλθει διάστημα τουλάχιστον 15 λεπτών από την τελευταία κατανάλωση αλκοόλ, αφού τότε δέχεται ο νόμος ότι μετράται η ποσότητα που παραμένει στην στοματική κοιλότητα και όχι αυτή του στομάχου που είναι το σύννομο.

Αναγκάσθηκα και πάλι να υποβληθώ στον έλεγχο με τη μέθοδο του εκπνεόμενου αέρα, οπότε η πρώτη μέτρηση έδειξε ποσοστό 0,86 mg/l, ενώ η δεύτερη 0,75 mg/l. Επί τόπου μου αφαιρέθηκε η άδεια ικανότητας οδήγησης επί 180 ημέρες, όπως με ενημέρωσαν τα αστυνομικά όργανα, λόγω της υποτιθέμενης ποσόστωσης του αλκοόλ στον οργανισμό μου και παρά το γεγονός ότι και οι ίδιοι οι αστυνομικοί παραδέχθηκαν ότι δεν οδηγούσα υπό την επήρεια αλκοόλ, όπως ήταν πασιφανές.

Επειδή το μέτρο της αφαίρεσης της άδειας ικανότητας οδήγησης επί εξάμηνο, ήταν ιδιαίτερα επαχθές μέτρο και σε συνδυασμό με τους ανωτέρω λόγους που καθιστούσαν απολύτως βέβαιο ότι δεν επρόκειτο για σύννομη μέτρηση και ορθά κατά νόμω αποτελέσματα, αποφάσισα να προσφύγω εναντίον της.

Εν τούτοις και ενώ ευρισκόμουν στην διαδικασία επαφής με τον πληρεξούσιο δικηγόρο μου για τον ανωτέρω σκοπό, την 1.4.2019 μου κοινοποιήθηκε η προσβαλλομένη υπ’ αριθ. ++ απόφαση της αναπληρώτριας διοικητή ++ Τμήματος Τροχαίας ++, με την οποία μου επιβλήθηκε ποινή αφαίρεσης της άδειας ικανότητας οδήγησης επί πενταετία (!!!), η οποία μάλιστα θα εφαρμοσθεί, κατά την προσβαλλομένη, σωρευτικά με την ποινή αφαίρεσης επί 180 ημέρες, μέτρο που είναι ιδιαίτερα επαχθές και δυσανάλογο της ένδικης υπόθεσης, λαμβανομένης υπόψιν της πάθησής μου, που κατέστησε αναξιόπιστη τη μέτρηση, αλλά και όσων κατωτέρω επικαλούμαι, ως προς τη νομιμότητα της διαδικασίας ελέγχου αλκοτέστ.

Κατά της ανωτέρω αποφάσεως, προσφεύγω νομίμως και εμπροθέσμως ενώπιον του Δικαστηρίου Σας και αιτούμαι την ΑΚΥΡΩΣΗ και ΕΞΑΦΑΝΙΣΗ της για τους κάτωθι ορθούς, νόμιμους και βάσιμους λόγους και για όσους άλλους επιφυλάσσομαι να προσθέσω εμπρόθεσμα ήτοι:

ΝΟΜΙΚΟ ΜΕΡΟΣ

Με βάση τις ρυθμίσεις του Ν.2696/1999 ισχύουν τα κάτωθι:

Άρθρο 42

Παράγραφος 8 : «Εάν ο οδηγός οχήματος καταληφθεί να οδηγεί και πάλι υπό την επήρεια οινοπνεύματος εντός δύο (2) ετών από προηγούμενη παράβαση της απαγόρευσης οδήγησης υπό την επίδραση οινοπνεύματος και η συγκέντρωση οινοπνεύματος στο αίμα του, κατά τη νέα παράβαση, είναι άνω του 1,10 g/l, μετρούμενη με τη μέθοδο της αιμοληψίας ή άνω των 0,60 χιλιοστών του γραμμαρίου ανά λίτρο εμπνεόμενου αέρα, όταν η μέτρηση γίνεται στον εμπνεόμενο αέρα με αντίστοιχη συσκευή αλκοολομέτρου, επιβάλλεται για κάθε περαιτέρω παράβαση ποινή φυλάκισης τουλάχιστον έξι (6) μηνών και διοικητικό πρόστιμο δύο χιλιάδων (2.000,00) ευρώ, καθώς και επιτόπου αφαίρεση της άδειας ικανότητας οδηγού για πέντε (5) χρόνια, σύμφωνα με τις προϋποθέσεις και τη διαδικασία του άρθρου 103 του παρόντος Κώδικα. Η αφαίρεση της άδειας ικανότητας οδηγού, στην περίπτωση αυτή, αρχίζει κάθε φορά από τη λήξη του χρόνου της προηγούμενης αφαίρεσης. Στις περιπτώσεις αυτές, η άδεια ικανότητας οδηγού επιστρέφεται μετά την παρέλευση του συνολικού χρόνου αφαίρεσής της, μόνο με την προσκόμιση αποδεικτικού καταβολής των διοικητικών προστίμων. Η περίπτωση δ’ της προηγούμενης παραγράφου εφαρμόζεται αναλόγως.».

          Κατ` εξουσιοδότηση δε της ανωτέρω διάταξης ήδη εκδόθηκε και ισχύει η ΥΑ 2500/15/135 ι (ΦΕΚ Β 2077/ 19-9-2011) με την οποία ορίζονται τα κάτωθι:

          Στο άρθρο 1 παρ. 2 ορίζεται ότι «Η διαπίστωση της ύπαρξης οινοπνεύματος στον οργανισμό του οδηγού γίνεται με τη μέθοδο της αιμοληψίας ή με συσκευή αλκοολομέτρου από τον εκπνεόμενο αέρα, σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στις διατάξεις του άρθρου 42 του ν.2696/1999 (Α`- 57) όπως ισχύει.».

          Στο άρθρο 2 «Εξέταση οδηγών και πεζών», ορίζονται τα εξής:

         «1. Στην περίπτωση που οι αρμόδιοι ανακριτικοί υπάλληλοι ή αυτοί που ορίζονται με διαταγή της Υπηρεσίας τους είναι εφοδιασμένοι με τα προβλεπόμενα από την παρούσα απόφαση ηλεκτρονικά μέσα για εξέταση των υπόπτων χρήσης οινοπνεύματος, προβαίνουν άμεσα στην εξέταση αυτή. Σε αντίθετη περίπτωση, εφόσον σε οποιαδήποτε από τα αρμόδια όργανα εφαρμογής των διατάξεων του ΚΟ.Κ. δημιουργούνται υπόνοιες, ιδίως από τον τρόπο ομιλίας ή βαδίσματος ή την οσμή οινοπνεύματος, ότι οδηγοί ή πεζοί χρησιμοποίησαν οινοπνευματώδη ποτά πριν ή κατά τον χρόνο της οδήγησης ή του ατυχήματος, προβαίνουν στις απαραίτητες ενέργειες για την εξέταση τους.

         2. Η εξακρίβωση χρήσης οινοπνεύματος από οδηγούς κατά την οδήγηση οχημάτων και σε περιπτώσεις τροχαίων ατυχημάτων από οδηγούς και πεζούς, γίνεται είτε με ηλεκτρονική αλκοολομετρική συσκευή είτε με αιμοληψία.».

          Στο άρθρο 3 «Εξέταση με ηλεκτρονική αλκοολομετρική συσκευή», ορίζονται τα εξής:

         «1.Ο προσδιορισμός του οινοπνεύματος στον εκπνεόμενο αέρα, γίνεται με τη χρήση ηλεκτρονικών συσκευών, οι οποίες έχουν πιστοποιηθεί από αρμόδιο φορέα χώρας της Ε.Ε. Οι συσκευές αυτές εκτυπώνουν το αποτέλεσμα του ελέγχου, καταγράφοντας σε διπλή τουλάχιστον χαρτοταινία το ποσοστό οινοπνεύματος στον εκπνεόμενο αέρα, που εκφράζεται σε χιλιοστά του γραμμαρίου ανά λίτρο εκπνεόμενου αέρα, την ημερομηνία, την ώρα, τον αριθμό του οργάνου, τον αύξοντα αριθμό του ελέγχου και την ημερομηνία και ώρα της τελευταίας βαθμονόμησης. Στην ταινία αυτή ο ανακριτικός υπάλληλος συμπληρώνει τα στοιχεία ελεγχόντων και ελεγχόμενου και τον τόπο ελέγχου. Η ταινία υπογράφεται από τους ανωτέρω και το ένα αντίτυπο αυτής παραδίδεται στον ελεγχόμενο. Οι ταινίες αποτελούν αποδεικτικό υλικό που συνοδεύει την έκθεση -πράξη βεβαίωσης παράβασης, που συντάσσεται από τον υπάλληλο. Σε περίπτωση αδυναμίας ή άρνησης υπογραφής των αποτελεσμάτων της μέτρησης από τον ελεγχόμενο, αρκούν μόνο οι υπογραφές των ελεγχόντων υπαλλήλων οι οποίοι θα βεβαιώνουν την αδυναμία ή άρνηση υπογραφής, καταχωρούντες σχετική εγγραφή στην οικεία θέση.

         2. Ο χειριστής θέτει σε λειτουργία τη συσκευή και αφού διαπιστώσει την καλή λειτουργία της από τις ενδείξεις της οθόνης, τοποθετεί στην υποδοχή της συσκευής το επιστόμιο, αφού αφαιρέσει το προστατευτικό κάλυμμα. Το υπό εξέταση άτομο αφού πάρει βαθιά αναπνοή τοποθετεί το άκρο του επιστομίου στο στόμα του και φυσά δυνατά, έως ότου υπάρξει οπτική ένδειξη και ηχητική σήμανση της συσκευής ότι ο εκπνεόμενος αέρας είναι επαρκής για τη σωστή δειγματοληψία.

         3. Η δειγματοληψία διενεργείται με επιστόμιο που χρησιμοποιείται μια μόνο φορά και με βαθμονομημένη συσκευή. Η βαθμονόμηση επαναλαμβάνεται σε τακτά χρονικά διαστήματα. Η πρώτη δειγματοληψία γίνεται μετά την παρέλευση δέκα πέντε (15) λεπτών από την τελευταία λήψη οινοπνευματωδών ποτών, ώστε να μεσολαβήσει ο απαιτούμενος χρόνος για την απομάκρυνση του οινοπνεύματος από τη στοματική κοιλότητα. Σε περίπτωση που διαπιστωθεί ότι ο ελεγχόμενος βρίσκεται υπό την επίδραση οινοπνεύματος, τότε επαναλαμβάνεται ο έλεγχος μετά την παρέλευση δέκα πέντε (15) λεπτών από τον πρώτο. Δύο (2) έως τρία (3) λεπτά πριν από την εξέταση, το υπό έλεγχο άτομο δεν πρέπει να καπνίζει.» (υπογράμμιση γράφοντος).

ΛΟΓΟΙ ΠΡΟΣΦΥΓΗΣ

1ος ΛΟΓΟΣ ΠΡΟΣΦΥΓΗΣ

Μη νομιμότητα των προσβαλλομένων. Μη νομιμότητα διαπίστωσης της παράβασης και εντεύθεν μη νομιμότητα επιβολής των κυρώσεων.

Λίγο χρειάζεται να τονιστεί ότι η δράση της δημόσιας διοίκησης, ιδίως όταν πρόκειται για ατομικές δυσμενείς διοικητικές πράξεις διέπεται, καταρχάς, από την αρχή της νομιμότητας, που διασφαλίζεται από πλείστες όσες διατάξεις του Συντάγματος. Δηλ. η έκδοση των διοικητικών πράξεων πρέπει να είναι σύμφωνη με το νόμο. Διαφορετικά δεν πρόκειται για Κράτος Δικαίου, αλλά για Αστυνομικό Κράτος, στο οποίο η κρατική σκοπιμότητα κατευθύνει τις ενέργειες των οργάνων του. Διοικητική λοιπόν πράξη που παραβιάζει το νόμο, είναι άκυρη και ακυρώνεται από τα δικαστήρια (94, 95 Σ).

Δυνάμει του άρθρου 93 παράγραφος 3 του Συντάγματος κατοχυρώνεται θεσμικά η αιτιολόγηση όχι μόνο των δικαστικών αποφάσεων, για τις οποίες το Σύνταγμα απαιτεί ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αλλά και κάθε απόφασης και πράξης της Διοίκησης, στο πλαίσιο του Κράτους Δικαίου, με την οποία επέρχονται στο πρόσωπο του διοικουμένου έννομες συνέπειες και μάλιστα δυσμενείς. Η αιτιολογία για τις διοικητικές πράξεις προβλέπεται από το νόμο (άρθρο 17 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας) και συνεπώς συνιστά εσωτερικό ουσιώδη τύπο της πράξης και σε κάθε περίπτωση εφόσον η διοίκηση επιβάλλει επαχθές μέτρο, η αιτιολογία απαιτείται ακριβώς για τον λόγο αυτό (ΣτΕ 276/1986). Ως εσωτερικός δε ουσιώδης τύπος, πρέπει να περιέχεται στο σώμα της πράξης (Α.Τάχος: Ελλ. Διοικ. Δίκαιο, 1988, σελ. 336, 337, 339). Η τήρηση ουσιώδους τύπου, παρέχει την εγγύηση της τήρησης κατ` ουσίαν του οικείου κανόνα δικαίου, δηλ. της νομιμότητας. Η παράβαση συνεπώς του εσωτερικού ουσιώδους τύπου της αιτιολογίας, ήγουν η μη αναφορά (έλλειψη) «σαφούς, ειδικής και επαρκούς» αιτιολογίας στο σώμα της πράξης, αποτελεί ελάττωμα ουσιώδους τύπου και θεμελιώνει λόγο ακυρότητας της διοικητικής πράξης. Περαιτέρω, η πλήρης, δηλ. εμπεριστατωμένη αιτιολογία, πρέπει να περιλαμβάνει το νόμιμο έρεισμα της πράξης, δηλαδή η αναφορά των απρόσωπων κανόνων δικαίου που προβλέπουν την έκδοσή της, η τυχόν ερμηνεία των κανόνων δικαίου που εφαρμόστηκαν, οι νόμιμες προϋποθέσεις που έχουν διαπιστωθεί, η ουσιαστική εκτίμηση των πραγματικών καταστάσεων, ο τυχόν απαιτούμενος νομικός χαρακτηρισμός τους καθώς και τα κριτήρια και οι σκέψεις του διοικητικού οργάνου σχετικά με την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας (Ε. Σπηλιωτόπουλος , Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου τομ. II, 2000 , αριθ. 516). Στις πράξεις κατά τις οποίες η αιτιολογία δεν είναι ειδική, πλήρης ή επαρκής και σαφής, η πράξη ακυρώνεται λόγω «μη νόμιμης αιτιολογίας» (Βλ. ΣτΕ 3634 , ΣτΕ 1696 / 1981).

Πλέον ειδικότερα:

Είναι αυτονόητο για ένα Κράτος Δικαίου, ότι η νομιμότητα επιβολής διοικητικών κυρώσεων, εξαρτάται από την νομιμότητα διαπίστωσης της παράβασης. Δεν αρκεί δηλ. ένας οποιοσδήποτε έλεγχος από τον οποιονδήποτε για την νόμιμη διαπίστωση της παραβάσεως εις βάρος του διοικούμενου, αλλά πρέπει αυτός να είναι νόμιμος, δηλ. να διενεργήθηκε με τις προϋποθέσεις και διαδικασία που τάσσει ο νόμος στην συγκεκριμένη περίπτωση και φυσικά από τα προς τούτο αρμόδια κατά νόμω όργανα ελέγχου. Συνεπώς αν ενεργηθεί έλεγχος χωρίς να τηρηθούν οι προϋποθέσεις και η διαδικασία του νόμου και από πρόσωπα που δεν είναι αρμόδια κατά νόμω, πρόκειται περί αυθαιρεσίας της Διοίκησης που δεν μπορεί κατά νόμω να παράγει έννομα αποτελέσματα εις βάρος του διοικούμενου καθόσον θα πρόκειται για πράξη μη σύννομη που δεν μπορεί να στηρίξει περαιτέρω και το σύννομο του επαχθούς διοικητικού μέτρου που επιβάλλεται με βάση αυτόν (τον μη σύννομο έλεγχο) και συνεπώς θα πρόκειται περί άκυρων πράξεων της διοίκησης που καταλύουν κάθε έννοια και αρχή του Κράτους Δικαίου, σύμφωνα με τις οποίες απαγορεύεται κάθε μη νόμιμη και αυθαίρετη επέμβαση και ενέργεια του Κράτους και της Διοίκησης εις βάρος των προστατευόμενων από το νόμο και το Σύνταγμα έννομων αγαθών και δικαιωμάτων του διοικουμένου, παρά μόνο στις περιπτώσεις και με τις προϋποθέσεις και διαδικασία που ορίζει ο νόμος, ενώ σαφώς με τον τρόπο αυτό καταπατούνται και οι συνταγματικά προστατευόμενες ελευθερίες και δικαιώματα του ατόμου που εκτίθενται έτσι σε προσβολές αυθαίρετες και μη νόμιμες. Σ` αυτές τις περιπτώσεις είναι σαφές ότι θα πρόκειται περί ευθείας παράβασης του νόμου που δεν εφαρμόζεται ενώ έπρεπε να εφαρμοστεί, ώστε να τηρούνται τα εχέγγυα του νομίμου ελέγχου και της νομιμότητας της διαδικασίας επιβολής διοικητικών κυρώσεων και περί προσβολής κάθε έννοιας της αρχής της χρηστής διοίκησης συνεπεία ακριβώς αυθαίρετων και μη νόμιμων ενεργειών της διοίκησης κατά την διαδικασία ελέγχου και επιβολής δυσβάσταχτων διοικητικών μέτρων. Οπωσδήποτε δε, θα πρόκειται και για παράβαση ουσιώδους τύπου της διαδικασίας που τάσσει ο νόμος, η έλλειψη του οποίου πλήττει την νομιμότητα της πράξης βεβαιώσεως της παραβάσεως και της επιβολής των σχετικών διοικητικών κυρώσεων και τις καθιστά άκυρες.

Εν προκειμένω, νόμος ρυθμίζει και τα όργανα και τον τρόπο με τον οποίο διενεργείται ο έλεγχος της μέθης, δηλ. τον τρόπο της νόμιμης διαπίστωσης της παραβάσεως της οδήγησης υπό την επήρεια μέθης. Συνεπώς μόνο αν τηρηθεί η διαδικασία ελέγχου και οι προϋποθέσεις νομιμότητας που τάσσει ο νόμος, μπορούμε να μιλάμε για νόμιμη διαπίστωση της παράβασης και άρα για σύννομη και έγκυρη ενέργεια της Διοίκησης και περαιτέρω για έγκυρη και νόμιμη επιβολή κυρώσεων απ` αυτή εις βάρος του διοικούμενου.

          Εν προκειμένω μετά την ισχύ του άρθρου 43 Ν.2963/01 και κατά νομοθετική αυτού εξουσιοδότηση, εξεδόθη η υπ` αριθ. 43500/5961 ΥΑ που καθορίζει πλέον από 12.8.2002 τον νόμιμο τρόπο διαπίστωσης της χρήσης οινοπνεύματος και καταργεί την προηγούμενη ΥΑ 13382/1977.

Έτσι και η μέτρηση με αλκοολόμετρο παράγει τα αποτελέσματά της αφού αποτελεί νόμιμο τρόπο διαπίστωσης της χρήσης οινοπνεύματος.

Οι όροι διαπίστωσης της χρήσης οινοπνεύματος που επιτάσσει η ανωτέρω ΥΑ, πρέπει να συντρέχουν για να υπάρξει νόμιμη διαπίστωση της παράβασης με τα μέσα αυτά και τούτο, δηλ. ότι τηρήθηκαν οι συγκεκριμένοι όροι από τον ελέγχοντα (όργανο της διοίκησης), πρέπει να προκύπτει αυτό από το ίδιο το σώμα της πράξης. Πρόκειται για ουσιώδη τύπο της διαδικασίας που καθιστά άκυρη την διοικητική πράξη, εφόσον δεν τηρείται.

Σε επίπεδο δε ποινικού δικαίου, αν δεν τηρηθούν οι όροι αυτοί υφίσταται άκυρη προανακριτική πράξη, δεν παράγει έννομα αποτελέσματα και έτσι η αποδεικτική της αξιοποίηση και λήψη υπ` όψη, αποτελεί παράβαση διατάξεως που καθορίζει την υπεράσπιση και προκαλεί την απόλυτη ακυρότητα που προβλέπεται στη διάταξη του άρθρ. 171 στοιχ. δ' ΚΠΔ (ήδη ρητά για τις ακυρότητες από την μη τήρηση των προγενεστέρων ΥΑ 13382Φ.705.11/4δ/25.11.1977 όπως αυτή τροποποιήθηκε με την υπ' αριθ. 1330Φ.705.11 /4ξθ/10.2.1985 κοινή απόφαση των Υπουργών Δημ. Τάξης: ΑΠ 115/1995, ΠοινΧρ ΜΕ' 430 και Επιθ. Συγκοιν. Δικ. 1996, 282,ΑερΛαρ 94/1999 Βουλ. Συμβ. Πλημ. Κατερ. 50/1995, ΕΣυγκΔ 1996 σελ. 282 και Βουλ. Συμβ. Στρ. Θεσ. 30/1998, αδημοσίευτο στο νομικό τύπο και για την χρήση και αποδεικτική της αξιοποίηση τους που επιφέρει αποκλεισμό των υπερασπιστικών δικαιωμάτων μου και απόλυτη ακυρότητα της διαδικασίας βλ. ολ. ΑΠ 2/1999, Εφ. Θεσ. 215/2000, Εφ. Λαρ. 970/2000, ΔΑ. Λαρ. 94/99)

Εν προκειμένω από την ίδια (το σώμα) την προσβαλλόμενη με αρ. ++ κλήση - έκθεση βεβαίωσης παράβασης του τροχονομικού οργάνου, με την οποία φέρομαι να ελέγχθηκα τη 1.3.2019 με ανίχνευση αλκοόλ 1ης μέτρησης 0,86 mg/l και 2ης μέτρησης 0,75 mg/l (δυστυχώς η πρώτη κλήση δεν βρίσκεται πλέον εις χείρας μου), ΔΕΝ προκύπτει νόμιμη διαπίστωση της παραβάσεως για την οποία ελέγχθηκα με την χρήση αλκοολομέτρου καθόσον δεν προκύπτει ότι τηρήθηκαν οι όροι και η διαδικασία της ανωτέρω ΥΑ για τη νόμιμη διαπίστωση της κάθε παράβασης και συγκεκριμένα:

Δεν προκύπτει εξ αυτών και άρα δεν μπορεί να ελεγχθεί κατά τα ανωτέρω, ότι η συσκευή που αναγράφεται ότι χρησιμοποιήθηκε για την διαπίστωση της παράβασης (LIONSD-400), δηλαδή για τη μέτρηση, είναι πιστοποιημένη από αρμόδιο φορέα χώρας της ΕΕ, αφού κατά το άρθρο 3 της ανωτέρω ΥΑ μόνο τέτοιες συσκευές επιτρέπεται να χρησιμοποιηθούν. Άλλωστε τούτο δεν προκύπτει ούτε από την υπ’ αριθ++ απόφαση αφαίρεσης της αδείας που εκδόθηκε από την αναπληρωτή Διοικητή του Β’ Τμήματος Τροχαίας ++, καθόσον κανένας τέτοιος φορέας δεν αναφέρεται ούτε κατ` όνομα και πολύ περισσότερο και συναφώς δεν προκύπτει ούτε και η αρμοδιότητα αυτού κατά τις διατάξεις της Ευρωπαϊκής νομοθεσίας που υπερισχύει του εσωτερικού δικαίου.

Προκύπτει σαφώς από την χαρτοταινία που εκδόθηκε από την ανωτέρω συσκευή ελέγχου αλκοτέστ (η οποία, σημειωτέον δεν μου παραδόθηκε πάραυτα κατά τον έλεγχο των οργάνων της τροχαίας, αλλά μετά από 35 ημέρες και μετά από αίτησή μου), ότι μετά την τελευταία βαθμονόμηση της συσκευής κατά τις διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 3 της ανωτέρω ΥΑ, παρήλθε μεγαλύτερο του οριζομένου χρονικό διάστημα, καθιστώντας επομένως τα αποτελέσματα της μέτρησης, αν μην τι άλλο, αναξιόπιστα. Για την ακρίβεια και σύμφωνα με το ίδιο το σώμα της χαρτοταινίας ΑΠΟΔΕΙΚΝΥΕΤΑΙ ΠΕΡΑΝ ΠΑΣΗΣ ΑΜΦΙΣΒΗΤΗΣΕΩΣ, ότι ο τελευταίος έλεγχος βαθμονόμησης της συσκευής είχε γίνει την 20.1.2019 και ώρα 00.53, ήτοι όχι εντός μηνός τουλάχιστον από τον έλεγχο που διενεργήθηκε εις βάρος μου, όπως ορίζει ο Νόμος, αλλά και οι οδηγίες του κατασκευαστή, αλλά πολύ περισσότερο χρόνο και δη 40 ημέρες από τον έλεγχο που υποβλήθηκα. Σημειωτέον ότι σύμφωνα με τις οδηγίες του κατασκευαστή, η βαθμονόμηση της συσκευής, ώστε οι ενδείξεις που αποτυπώνει αυτή να είναι αξιόπιστες, θα πρέπει να γίνεται κάθε μήνα, ήτοι κάθε 30 ημερολογιακές ημέρες, ώστε να είναι αυτή σωστά ρυθμισμένη και άρα το αποτέλεσμά της να είναι αδιαμφισβήτητο. Εφόσον το χρονικό διάστημα της τελευταίας βαθμονόμησης είναι μεγαλύτερο των 30 ημερολογιακών ημερών, καθίσταται αυταπόδεικτο ότι η μέτρηση του αλκοόλ στον οργανισμό μου κατά την εξέτασή μου, δεν είναι σύννομη και δια τούτο ακριβής άλλως είναι παντελώς αναξιόπιστη, αφού έγινε από μη βαθμονομημένη συσκευή.

Δεν προκύπτει εξ αυτών και άρα δεν μπορεί να ελεγχθεί κατά τα ανωτέρω ότι τηρήθηκε η επιβαλλόμενη διαδικασία της παρ. 2 του άρθρου 3 της ανωτέρω ΥΑ, δηλ. ότι:

α) τοποθετήθηκε άθικτο-σφραγισμένο επιστόμιο αφού κανένα προστατευτικό κάλυμμα δεν προκύπτει εξ` αυτών ότι αφαιρέθηκε απ` αυτό πριν τη μέτρηση έτσι ώστε να προκύπτει ότι τούτο δεν είχε χρησιμοποιηθεί άλλη φορά

β) ότι πριν τη μέτρηση και εντός του νομίμου χρόνου δεν είχα καπνίσει και ως εκ τούτου δεν αλλοιώθηκε το αποτέλεσμα της μέτρησης.

          Επιπλέον αυτών δεν προκύπτει από την υπ’ αριθ. ++κλήση – βεβαίωση παράβασης της 1.3.2019, που αφορά στο δεύτερο περιστατικό εάν μεταξύ της πρώτης και της δεύτερης μέτρησης, μεσολάβησε χρονικό διάστημα 15 λεπτών, άρα δεν μπορεί να διακριβωθεί εάν παραβιάσθηκε ευθέως από τα αστυνομικά όργανα η διάταξη του άρθρου 3 παρ. 3 της ΥΑ 2500/15/135 ι (ΦΕΚ Β 2077/ 19-9-2011).

Συγκεκριμένα δεν αναφέρονται ούτε η ακριβής ώρα της πρώτης μέτρησης, ούτε προσδιορίζεται ακριβώς χρονικά η ώρα της δεύτερης μέτρησης. Συγκεκριμένα στην εν λόγω κλήση αναφέρεται κατά λέξη : «Ο Υ/Α ++ κατέλαβα τον ανωτέρω οδηγό την 01-03-19 ημέρα Παρασκευή και ώρα 04.28 ++ να οδηγεί υπό την επίδραση οινοπνεύματος σε ποσοστό 1η μέτρηση 0,86 mg/l 2η μέτρηση 0,75 mg/l εκπνεόμενου αέρα». Σε κανένα σημείο της κλήσης αναφέρεται ο χρόνος της δεύτερης μέτρησης (εάν υποθέσουμε καλή τη πίστη ότι η πρώτη μέτρηση έλαβε χώρα ακριβώς την 4.28 π.μ., οπότε σταμάτησα στο σήμα των αστυνομικών οργάνων.

          Στην ΥΑ 2500/15/135 ι (ΦΕΚ Β 2077/ 19-9-2011) και στο άρθρο 3 παρ. 3 αυτής αναφέρεται επί λέξει : «Σε περίπτωση που διαπιστωθεί ότι ο ελεγχόμενος βρίσκεται υπό την επίδραση οινοπνεύματος, τότε επαναλαμβάνεται ο έλεγχος μετά την παρέλευση δέκα πέντε (15) λεπτών από τον πρώτο» (υπογράμμιση γράφοντος). Στην προκειμένη περίπτωση η εν λόγω διάταξη δεν μπορεί να ελεγχθεί εάν παραβιάσθηκε, αφού από τα ανωτέρω αδιαμφισβήτητα στοιχεία που προκύπτουν από την ίδια την κλήση – βεβαίωση παράβασης, δεν αποδεικνύεται εάν μεταξύ των δύο μετρήσεων μεσολάβησε διάστημα 15 λεπτών.

Επιπλέον, όπως ήδη ειπώθηκε, δεν τηρήθηκε ούτε και η διαδικασία της παρ. 3 του άρθρου 3 της άνω ΥΑ που ορίζει ότι «Η πρώτη δειγματοληψία γίνεται μετά την παρέλευση δέκα πέντε (15) λεπτών από την τελευταία λήψη οινοπνευματωδών ποτών, ώστε να μεσολαβήσει ο απαιτούμενος χρόνος για την απομάκρυνση του οινοπνεύματος από τη στοματική κοιλότητα.». Και τούτο διότι από την κατανάλωση της ανωτέρω μικροποσότητας αλκοόλ, μέχρι και την ανωτέρω φερόμενη ως 1η μέτρηση, δεν είχε παρέλθει σε καμία περίπτωση διάστημα 15 τουλάχιστον λεπτών, με αποτέλεσμα το μη σύννομο της διαπίστωσης της αποδιδόμενης παράβασης, το οποίο ως εικός καθιστά άκυρη την προσβαλλόμενη ως ευθέως αντίθετη στο νόμο και δεν μπορεί να παραγάγει δυσμενή εις βάρος μου αποτελέσματα. Και πάλι τονίζεται ότι το ανωτέρω γεγονός αναφέρθηκε μετ` επιτάσεως στα ελεγκτικά όργανα, πλην όμως αδιαφόρησαν.

Πρωτίστως όμως δεν τηρήθηκε καθολικά η σύννομη διαδικασία διαπίστωσης της αποδιδόμενης παράβασης, διότι παθολογικοί λόγοι υγείας μου, εμπόδιζαν κατά νόμω μία τέτοια μέτρηση όπως έγινε. Συγκεκριμένα, όπως ήδη ειπώθηκε, πάσχω από σοβαρή μορφή γαστροοισοφαγικής παλινδρόμησης, με αποτέλεσμα ποσότητες των υγρών του στομάχου να παλινδρομούν προς την στοματική κοιλότητα και όχι να απορροφώνται και να μεταβολίζονται. Όμως η απορρόφηση μέσω στομάχου και ο μεταβολισμός από το ήπαρ εν συνεχεία, είναι η μόνη φυσική μέθοδος αποβολής του αλκοόλ από τον οργανισμό και γίνεται απολύτως δεκτό επιστημονικά ότι εντός 6 ωρών η μεγαλύτερη ποσότητα αλκοόλ με την ανωτέρω διαδικασία αποβάλλεται. (ό.α. Α. Κρητικός, σελ. 473). Αντίθετα, με την παλινδρόμηση είναι απολύτως βέβαιο ότι η ποσότητα αλκοόλ επανέρχεται στην στοματική κοιλότητα, αφού δεν απορροφάται και έτσι η μέτρηση με τη μέθοδο του εκπνεόμενου αέρα να μετρά τις αναθυμιάσεις του αλκοόλ στο στόμα και όχι στο στομάχι, με προφανές αποτέλεσμα η μέτρηση με συσκευή αλκοολόμετρου να μην είναι η σύννομη, κατάλληλη και η ενδεδειγμένη σ` αυτές τις περιπτώσεις και δη και για την περίπτωσή μου, αφού συνεπεία τούτου ήταν απολύτως βέβαιο ότι δεν θα   προέκυπταν ορθά, βάσιμα και σύννομα αποτελέσματα. Απ` την άλλη, από τον ίδιο το σκοπό του άρθρου 42 ΚΟΚ και της άνω ΥΑ με την οποία καθορίζεται αυστηρά η διαδικασία μέτρησης ακριβώς για να υπάρχουν οι εγγυήσεις για ορθή μέτρηση και ορθά εξαγόμενα συμπεράσματα, είναι φανερό, ότι αυτή είναι εφικτή, εφόσον «δεν υπάρχουν ειδικοί παθολογικοί λόγοι που να το εμποδίζουν» (βλ. παρ. 1 άρθρ. 4 άνω ΥΑ). Διότι είναι αυτονόητο ότι όπου υπάρχουν παθολογικοί λόγοι που μπορούν να επηρεάσουν την ορθότητα και αποτελεσματικότητα της μέτρησης του αλκοόλ (σ’ αυτές περιλαμβάνονται φυσικά και οι περιπτώσεις λήψης φαρμάκων για λόγους υγείας), είναι προφανές ότι δεν μπορούμε να μιλάμε για κατά νόμω, δηλ. σύννομη μέτρηση με βάση τις άνω διατάξεις της ΥΑ και έτσι δεν μπορεί η οποιαδήποτε διοικητική πράξη, πολλώ δε μάλλον δυσμενής, όπως και η προσβαλλόμενη, να ερείδεται επί τέτοιων μη σύννομων μετρήσεων και συναφώς είναι άκυρη. Δεν μπορεί δηλ. να γίνει δεκτό ότι ο νόμος αγνοεί τις περιπτώσεις όπου συγκεκριμένη παθολογική πάθηση του ελεγχόμενου επηρεάζει την μέτρηση και αντίθετα θεωρεί ότι και σ` αυτές τις περιπτώσεις πρόκειται για σύννομη μέτρηση. Εξ` άλλου για το λόγο αυτό ακριβώς προβλέπεται και η εναλλακτική της αιμοληψίας και της εξέτασης της ποσότητας του αλκοόλ (και όχι κάθε άλλης ουσίας), μέσω εξετάσεων αίματος, αφού είναι κατανοητό ότι σ` αυτές τις περιπτώσεις υπάρχουν οι εγγυήσεις ορθής μέτρησης, σε αντίθεση με τη μέθοδο του εκπνεόμενου αέρα που ακριβώς δια τούτα είναι ακατάλληλη και μη ενδεδειγμένη.

Δηλ. οι ανωτέρω όροι συνολικά, που όμως δεν τηρήθηκαν αν και επιβάλλονται από το νόμο, είναι στοιχεία αντικειμενικά, που για λόγους σκοπιμότητας του νόμου, εξαρτούν την νόμιμη διαπίστωση της παράβασης και άρα την εγκυρότητα της πράξης από την συνδρομή τους και πρέπει να βεβαιώνεται ότι τηρήθηκαν (μόνο έτσι μπορεί να υπάρξει έλεγχος περί της νομιμότητας της δράσης της διοίκησης και άρα για το σύννομο της μέτρησης και άρα για την εγκυρότητα της εκδιδόμενης πράξης που ερείδεται σ` αυτή την μέτρηση) που εν προκειμένω δεν συμβαίνει.

Συνακόλουθα και η προσβαλλόμενη απόφαση της διοίκησης (υπ’ αριθ. ++ απόφαση της Αναπληρωτή Διοικητή του Β’ Τμήματος Τροχαίας ++) με την οποία μου επιβάλλεται ποινή αφαίρεσης της άδειας επί πενταετία, συνεπεία δήθεν των ανωτέρω παραβάσεών μου, ερείδεται επί ΑΚΥΡΗΣ και μη σύννομης πράξεως ελέγχου και βεβαίωσης των αποδιδόμενων παραβάσεων, αφού όπως ειπώθηκε δεν προκύπτει και δεν μπορεί να ελεγχθεί από κανένα η τήρηση των ανωτέρω διατάξεων και άρα η νομιμότητα της διαπίστωσης αυτών.

Συνεπώς οι προσβαλλόμενες ευθέως παραβίασαν κατά τον έλεγχο της διαπίστωσης της παράβασης της μέθης, την ανωτέρω νομοθεσία περί της νομιμότητας του τρόπου διαπίστωσης αυτής, καθόσον, ελλείψει των ανωτέρω παραδοχών στις αιτιολογίες τους, περί της τήρησης των όρων της ανωτέρω ΥΑ, ΔΕΝ προκύπτει ότι εφάρμοσαν αυτή κατά τη διαπίστωση της παράβασης και συνεπώς κατά παράβαση του νόμου οδηγήθηκαν στην διαπίστωση της παράβασης και στην επιβολή των ανωτέρω διοικητικών κυρώσεων και συνεπώς οι προσβαλλόμενες είναι άκυρες αφού δεν ερείδονται επί νομίμου διαπίστωσης της φερόμενης παράβασης.

Άλλως, με βάση τα ανωτέρω είναι άκυρες, διότι η αιτιολογία τους είναι παντελώς ανύπαρκτη και δεν διαλαμβάνουν περί των ανωτέρω πραγματικών περιστατικών σχετικά με την διαπίστωση της ύπαρξης ή όχι των ανωτέρω προϋποθέσεων για την νομιμότητα του τρόπου ελέγχου με βάση την κείμενη ανωτέρω νομοθεσία (η οποία επίσης δεν αναφέρεται), εκ των οποίων όμως εξαρτάται η πλήρωση των προϋποθέσεων του ανωτέρω νόμου και συνακόλουθα η εφαρμογή του.

Συνεπώς σε κάθε περίπτωση και ελλείψει των ανωτέρω παραδοχών από τις αιτιολογίες των προσβαλλομένων, δεν μπορεί να ελεγχθεί από τον διοικούμενο και το Δικαστήριο αν παραβιάστηκε ή όχι η ανωτέρω νομοθεσία και άρα να ελεγχθεί η νομιμότητα της διαπίστωσης της φερόμενης παράβασης και εν τέλει η νομιμότητα της αφαίρεσης της αδείας μου.

Όμως κατά γενική αρχή του διοικητικού δικαίου οι ατομικές διοικητικές πράξεις που δημιουργούν δυσμενείς συνέπειες για τους διοικούμενους πρέπει να αιτιολογούνται αφενός και αφετέρου η μη αναφορά της αιτιολογίας στο σώμα της πράξης αποτελεί ελάττωμα και συνιστά λόγο ακυρώσεώς της, αφού πρόκειται «για παράλειψη ουσιώδους τύπου.

Τούτο διότι το πραγματικό νόημα της «ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας» που απαιτεί ο νόμος για κάθε, ιδίως δυσμενή, διοικητική πράξη, είναι η δυνατότητα ελέγχου αυτής από το διοικούμενο και το Δικαστήριο που όμως δεν μπορεί να επιτευχθεί αν τούτη είναι γενική και αόριστη, δηλ. δεν αναφέρεται σε συγκεκριμένα και ειδικά περιστατικά. Διότι μόνο με τον τρόπο αυτό μπορεί να απαντηθεί από την Διοίκηση το «ΓΙΑΤΙ» του δυσμενούς διοικητικού μέτρου. Η αιτιολογία πρέπει να είναι σαφής, ειδική και εμπεριστατωμένη. Απλή παράθεση γενικών σκέψεων που μπορούν να χρησιμοποιηθούν σε κάθε περίπτωση δεν συνιστούν νόμιμη αιτιολογία και το ίδιο ισχύει για την απλή επανάληψη των διατάξεων του νόμου ή η ελλιπή παράθεση αυτών χωρίς συσχέτισή τους με τα συγκεκριμένα δεδομένα. Γενικά, αιτιολογία που δεν παρέχει στον ενδιαφερόμενο τα απαραίτητα και συγκεκριμένα στοιχεία για την διακρίβωση της νομιμότητας της διοικητικής πράξεως ή είναι τόσο αόριστη και ασαφής, ώστε να καθιστά ανέφικτο οποιοδήποτε έλεγχο, δεν είναι νόμιμη και οδηγεί στην ακύρωση της πράξεως.

Εν προκειμένω με βάση τα ανωτέρω, οι προσβαλλόμενες είναι άκυρες, αφού ουδεμία αναφορά πραγματικών περιστατικών περί των συγκεκριμένων προϋποθέσεων νομιμότητας του ελέγχου και της διαπίστωσης της παράβασης δεν υπάρχει σ` αυτές έτσι ώστε να καθίσταται αδύνατος κάθε έλεγχος περί συννόμου διαπίστωσης της μέθης.

Σε κάθε περίπτωση και επειδή με βάση τα ανωτέρω, η νομιμότητα της διαπίστωσης της παράβασης είναι ουσιώδης τύπος που έπρεπε να τηρηθεί για το νομότυπο των πράξεων βεβαιώσεως της παραβάσεως και της απόφασης επιβολής των σχετικών διοικητικών κυρώσεων κατά τα ανωτέρω, οι προσβαλλόμενες είναι άκυρες ακριβώς διότι επήλθε παράβαση ουσιώδους τύπου της διαδικασίας ελέγχου, ήτοι τύπου που αφορά την νόμιμο τρόπο ελέγχου της μέθης, χωρίς την τήρηση του οποίου, δεν μπορεί να υπάρχει και νομιμότητα της διαπίστωσης της παράβασης και της επιβολής κυρώσεων.

Άλλως και επικουρικά είναι αυτές άκυρες με βάση τα ανωτέρω, διότι μη ελέγχοντας την ανωτέρω νομιμότητα, πριν προβεί η εν λόγω διεύθυνση του Υπουργείου στην επιβολή των ανωτέρω κυρώσεων (αφαίρεση), παραβίασαν κάθε έννοια χρηστής Διοίκησης με βάση την οποία αναμένεται δικαιολογημένα και εμπιστεύεται ο πολίτης ότι η διοίκηση θα ενεργεί σύννομα κατά την διαδικασία ελέγχου και επιβολής κυρώσεων και ότι δεν θα αυθαιρετεί εις βάρος του διοικούμενου, εφαρμόζοντας πλήρως το νόμο και εν προκειμένω, ελέγχοντας την τήρηση του νόμου και τις ανωτέρω προϋποθέσεις της ΥΑ σχετικά με τον νόμιμο τρόπο ελέγχου για την διαπίστωση της μέθης πριν την επιβολή κυρώσεων.

Συνεπώς η ανωτέρω αφαίρεση αδείας που είναι ιδιαιτέρως επαχθές και δυσβάσταχτο για τον διοικούμενο μέτρο, είναι σαφώς αντίθετη προς την αρχή αυτή, οπωσδήποτε δεν εξυπηρετεί το δημόσιο συμφέρον, καθόσον δεν νοείται εξυπηρέτηση αυτού χωρίς την τήρηση των προϋποθέσεων του νόμου και διαταράσσει τη συνταγματικά κατοχυρωμένη αρχή της εμπιστοσύνης του πολίτη προς την χρηστότητα της διοίκησης και είναι για τους λόγους αυτούς άκυρη.

Συνεπώς οι προσβαλλόμενες τυγχάνουν μη νόμιμες και δέον και αιτούμαι να ακυρωθούν.

2ος ΛΟΓΟΣ ΠΡΟΣΦΥΓΗΣ

Ακυρότητα των προσβαλλομένων λόγω μη τηρήσεως της νομιμότητας, συνεπεία παράβασης του άρθρου 20 παρ. 2 Συντάγματος. (δικαίωμα προηγούμενης ακρόασης)

          Με την με αρ. 2370/2007 απόφαση του ΣτΕ ερμηνεύτηκε το δικαίωμα της προηγούμενης ακροάσεως του διοικούμενου που θεσπίζει το άρ. 20 παρ. 2 του Συντάγματος. Παρότι η απόφαση αφορά πρόστιμο ΚΒΣ, μπορεί να τύχει εφαρμογής εν προκειμένω, καθόσον το αρ. 20 παρ. 2 Συντάγματος είναι εφαρμοστέο σε όλα τα είδη διοικητικών ποινών. Το ανώτατο Δικαστήριο έκρινε ότι: «η (φορολογική) αρχή έχει από το άρθρο 20 παρ. 2 του Συντάγματος την υποχρέωση να διασφαλίζει στον φερόμενο ως παραβάτη την ευχέρεια να εκθέτει σχετικά τις απόψεις του, ειδικότερα δε να του επιδίδει το σχετικό σημείωμα με κλήση για παροχή εξηγήσεων, εκτός αν είναι ιδιαιτέρως δυσχερής η επίδοση του εν λόγω σημειώματος προς τον φερόμενο ως παραβάτη, γεγονός το οποίο απαιτείται να βεβαιώνεται με ειδική αιτιολογία. Η συμμόρφωση της φορολογικής αρχής προς την υποχρέωση της αυτή αποτελεί προϋπόθεση νομιμότητος της σχετικής διαδικασίας [...] κατά το γράμμα και το σκοπό της πιο πάνω συνταγματικής διατάξεως, το θεσπιζόμενο με αυτήν δικαίωμα του διοικούμενου συνίσταται ακριβώς στην «προηγούμενη», δηλαδή πριν από την έκδοση της εις βάρος του εκτελεστής πράξεως, ακρόαση του από την αρμόδια αρχή.»

Όμως στην προκείμενη περίπτωση, πριν από την έκδοση των προσβαλλομένων και παρά το ότι μου αποδίδεται υπαίτια συμπεριφορά,   αν και το όργανο που μου αφαίρεσε την άδεια (ήτοι η Αναπληρωτής Διοικητής του Β’ Τμήματος Τροχαίας ++) με την με αριθ++ απόφαση, είχε από το άρθρο 20 παρ. 2 του Συντάγματος την υποχρέωση να διασφαλίζει την προηγούμενη ακρόαση στον φερόμενο ως παραβάτη παρέχοντας την ευχέρεια να εκθέτει σχετικά τις απόψεις του, δεν έπραξε τίποτα απ` αυτά για την ικανοποίηση του ανωτέρω δικαιώματος και εκπλήρωση της υποχρέωσή του. Αντιθέτως, όλως παράνομα, αντισυνταγματικά και αυθαίρετα προέβη στην πράξη επιβολής αφαίρεσης της αδείας επί πενταετία, μετά τη λήξη της προηγούμενης απόφασης των αστυνομικών οργάνων που διενήργησαν τον έλεγχο αλκοτέστ, αφαίρεσης της άδειας επί 180 ημέρες χωρίς καμία προηγούμενη ακρόασή και παροχή εξηγήσεων από μέρους μου, αφού άλλωστε δεν προκύπτει τούτο ούτε από τις αιτιολογίες των πράξεων αυτών, ούτε από οποιαδήποτε άλλη αναφορά σ` αυτές.

Όμως η συμμόρφωση της ανωτέρω αρχής προς την υποχρέωσή της αυτή αποτελεί προϋπόθεση νομιμότητος της σχετικής διαδικασίας και δεν μπορεί να αναπληρωθεί από την τυχόν δυνατότητα που παρέχεται στον διοικούμενο, στον οποίο επιβλήθηκε το μέτρο της αφαίρεσης των στοιχείων κυκλοφορίας, να υποβάλλει αντιρρήσεις μετά την αφαίρεση, επιδιώκοντας την εξαφάνιση του μέτρου (στον Διοικητή του οικείου Τμήματος). Τούτο δε διότι κατά το γράμμα και το σκοπό της πιο πάνω συνταγματικής διατάξεως, το θεσπιζόμενο με αυτήν δικαίωμα του διοικούμενου συνίσταται ακριβώς στην «προηγούμενη», δηλαδή πριν από την έκδοσή της εις βάρος του εκτελεστικής πράξεως, ακρόαση του από την αρμόδια αρχή.

Επιπλέον δεν δύναται να θεωρηθεί ότι στην προκειμένη περίπτωση δεν απαιτείται προηγούμενη ακρόαση διότι δήθεν το εις βάρος μου διοικητικό μέτρο της αφαίρεσης της άδειας, λαμβάνονται βάσει αντικειμενικών κριτηρίων και δεν ανήκουν δήθεν στην διακριτική ευχέρεια του αρμοδίου οργάνου, αλλά αποτελούν δήθεν δέσμια ενάργειά του, καθόσον προβλέπεται το δικαίωμα αντιρρήσεων με σκοπό την άρση και εξαφάνιση των απειλούμενων μέτρων ήδη από τον χρόνο ελέγχου και έκθεσης βεβαίωσης της παράβασης, που φυσικά καταδεικνύει ότι αν η αρμοδιότητα ήταν δέσμια και τούτα τα μέτρα επιβάλλονταν με βάση αντικειμενικά κριτήρια, δεν θα είχε κανένα νόημα η θεσμοθέτηση των αντιρρήσεων αλλά αυτές θα ήταν αβάσιμες εξ` ορισμού και δεν θα υπήρχε περιθώριο εξέτασης της βασιμότητάς των.

Σημειώνεται ότι η κοινοποίηση της προσβαλλομένης απόφασης, δεν εξομοιώνεται με κλήση για προηγούμενη ακρόαση και για παροχή εξηγήσεων με προβολή απόψεων, αφού αυτή (η απόφαση) έχει ήδη ληφθεί και απλώς ενημερώθηκα, η δε προβολή αντιρρήσεων ή άσκηση προσφυγής δεν μπορεί να εξομοιωθεί με το δικαίωμα προηγούμενης ακρόασης, το οποίο αποστερήθηκα.

Συνεπώς εν προκειμένω, οι προσβαλλόμενες πράξεις και αποφάσεις τυγχάνουν μη νόμιμες και άκυρες στο σύνολό τους, ως παραβιάζουσες το απορρέον από το άρθρο 20 παρ. 2 του Συντάγματος δικαίωμα προηγούμενης ακροάσεως.

3ος ΛΟΓΟΣ ΠΡΟΣΦΥΓΗΣ

Ανυπαρξία της διαπίστωσης της παράβασης και Άρνηση αυτής.

Ευθεία αντίθεση της διάταξης 42 παρ. 7α ΚΟΚ στην συνταγματική αρχή της αναλογικότητας (25Σ)

Στην παρ. 8 του άρθρου 42 ΚΟΚ ορίζεται ότι: «Εάν ο οδηγός οχήματος καταληφθεί να οδηγεί και πάλι υπό την επήρεια οινοπνεύματος εντός δύο (2) ετών από προηγούμενη παράβαση της απαγόρευσης οδήγησης υπό την επίδραση οινοπνεύματος και η συγκέντρωση οινοπνεύματος στο αίμα του, κατά τη νέα παράβαση, είναι άνω του 1,10 g/l, μετρούμενη με τη μέθοδο της αιμοληψίας ή άνω των 0,60 χιλιοστών του γραμμαρίου ανά λίτρο εμπνεόμενου αέρα, όταν η μέτρηση γίνεται στον εμπνεόμενο αέρα με αντίστοιχη συσκευή αλκοολομέτρου, επιβάλλεται για κάθε περαιτέρω παράβαση ποινή φυλάκισης τουλάχιστον έξι (6) μηνών και διοικητικό πρόστιμο δύο χιλιάδων (2.000,00) ευρώ, καθώς και επιτόπου αφαίρεση της άδειας ικανότητας οδηγού για πέντε (5) χρόνια, σύμφωνα με τις προϋποθέσεις και τη διαδικασία του άρθρου 103 του παρόντος Κώδικα. Η αφαίρεση της άδειας ικανότητας οδηγού, στην περίπτωση αυτή, αρχίζει κάθε φορά από τη λήξη του χρόνου της προηγούμενης αφαίρεσης. Στις περιπτώσεις αυτές, η άδεια ικανότητας οδηγού επιστρέφεται μετά την παρέλευση του συνολικού χρόνου αφαίρεσής της, μόνο με την προσκόμιση αποδεικτικού καταβολής των διοικητικών προστίμων. Η περίπτωση δ’ της προηγούμενης παραγράφου εφαρμόζεται αναλόγως.».

Επιπλέον και με βάση το άρθρο 3 της ΥΑ 2500/15/135 ι (ΦΕΚ Β 2077/ 19-9-2011) ορίζεται ότι «1. Ο προσδιορισμός του οινοπνεύματος στον εκπνεόμενο αέρα, γίνεται με τη χρήση ηλεκτρονικών συσκευών, οι οποίες έχουν πιστοποιηθεί από αρμόδιο φορέα χώρα της Ε.Ε. …. 2. Τρόπος χειρισμού συσκευής : Ο χειριστής θέτει σε λειτουργία τη συσκευή και αφού διαπιστώσει την καλή λειτουργία της από τις ενδείξεις της οθόνης, τοποθετεί στην υποδοχή της συσκευής το επιστόμιο … 3. Δειγματοληψία : Η δειγματοληψία διενεργείται με επιστόμιο που χρησιμοποιείται μια μόνο φορά και με βαθμονομημένη συσκευή. Η βαθμονόμηση επαναλαμβάνεται σε τακτά χρονικά διαστήματα.». (βλ. ανωτέρω αναλυτικά)

Στην προκειμένη περίπτωση, όπως και ανωτέρω λεπτομερώς αναλύω και στα οποία παραπέμπω, δεν τηρήθηκε ο ουσιώδης και σύννομος τύπος της εξέτασης, καθόσον δεν προκύπτει εάν η συσκευή που χρησιμοποιήθηκε ήταν εγκεκριμένη από αρμόδιο φορέα χώρας της Ε.Ε., όπως ο Νόμος ορίζει, εάν τηρήθηκε το ελάχιστο χρονικό όριο μέτρησης πριν την κατανάλωση αλλά και ενδιαμέσως στις μετρήσεις, εάν χρησιμοποιήθηκε σφραγιστό επιστόμιο και φυσικά ότι δεν συνέτρεχαν άλλοι παθολογικοί λόγοι υγείας που εξετέθησαν στα όργανα ελέγχου και επιπλέον τίποτα απ` αυτά που όμως αποτελούν δεσμευτική διαδικασία για τα όργανα, δεν αναφέρεται ότι τηρήθηκαν ούτε και στην υπ’ αριθ. ++ κλήση που μου παρέδωσαν τα αστυνομικά όργανα, προκειμένου να μπορούν να ελεγχθεί και η νομιμότητα της προσβαλλομένης από το Δικαστήριο σας και φυσικά και εγώ να μπορέσω να αμυνθώ. Επισημαίνω βέβαια και προκύπτει μετά βεβαιότητος από την χαρτοταινία που τυπώθηκε μετά τον έλεγχο αλκοτέστ που υπεβλήθην, η οποία μου παραδόθηκε μετά από 35 ημέρες και μετά από αίτησή μου, ότι η συσκευή που χρησιμοποιήθηκε κατά τον έλεγχο δεν ήταν βαθμονομημένη, κατά παράβαση του Νόμου.

Ως εκ τούτων προκύπτει ότι ο έλεγχος δεν ήταν σύννομος και δια τούτο ακριβής και δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα η αποτυπωθείσα μέτρηση, η οποία είναι άκυρη όπως και η επ` αυτού εκδοθείσες προσβαλλόμενες πράξεις.

Ακόμη όμως και αν υποτεθεί ότι οι μετρήσεις προσέγγιζαν έστω την πραγματικότητα, πράγμα που αρνούμαι και δεν συνομολογώ, θα ήταν ευθέως αντίθετο στην αρχή της αναλογικότητας για 0,004 mg/lπάνω από το όριο για τη πρώτη περίπτωση, να μου επιβληθεί το επαχθέστατο μέτρο της αφαίρεσης της άδειας ικανότητας οδήγησης και μάλιστα για μια ολόκληρη πενταετία, κατ’ ουσίαν δηλαδή απεκδύοντάς με από την ικανότητα. Σημειωτέον ότι η άδεια ικανότητας οδήγησης είναι υπεραπαραίτητη για την άσκηση της επαγγελματικής μου δραστηριότητας, χωρίς την οποία θα οδηγηθώ μετά βεβαιότητας στην οικονομική καταστροφή.

          Συνεπώς οι ανωτέρω διατάξεις που επιβάλλουν την αφαίρεση της αδείας ικανότητας για τον ανωτέρω λόγο και μάλιστα χωρίς προηγούμενη ακρόαση και όχι ως κύρωση για την επίτευξη του σκοπού του νόμου, είναι ευθέως αντίθετες και στην συνταγματική αρχή της αναλογικότητας του άρθρου 25 Σ με βάση τα ανωτέρω πραγματικά περιστατικά και συνθήκες και περιστάσεις τόσο του ελέγχου, όσο και της υγείας μου και ως εκ τούτου θα πρέπει να ακυρωθούν.

Ε π ε ι δ ή, για όλα τα ανωτέρω το Β’ Τμήμα Τροχαίας ++, όπως νόμιμα εκπροσωπείται από το Διοικητή του, κατά παράβαση νόμου και μη ερμηνεύοντας ορθά και εφαρμόζοντας λανθασμένα αυτόν και χωρίς επιπλέον καμία αιτιολογία, προέβη σε μη νόμιμες πράξεις διαπίστωσης της παράβασης και επιβολής διοικητικών μέτρων της αφαίρεσης της άδειας ικανότητας οδήγησης και επιβολή προστίμου

Ε π ε ι δ ή, συνεπώς στην συγκεκριμένη περίπτωση οι προσβαλλόμενες στερούνται νομιμότητας και αιτιολογίας και οπωσδήποτε είναι αντίθετες με τις βασικές και γενικές αρχές του Διοικητικού και Συνταγματικού Δίκαιου ήτοι της χρηστής διοίκησης και αναλογικότητας, ερείδονται δε πρωτίστως επί αντισυνταγματικών διατάξεων.

Ε π ε ι δ ή, η παρούσα προσφυγή μου είναι νόμιμη, βάσιμη και αληθής, παραδεκτώς δε εισάγεται ενώπιον του Δικαστηρίου Σας προς συζήτηση, ως αρμοδίου τούτου καθ’ ύλην και κατά τόπο.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

          Και με την επιφύλαξη παντός νομίμου δικαιώματός μου

ΑΙΤΟΥΜΑΙ

Να γίνει δεκτή η παρούσα προσφυγή μου.

Να ακυρωθεί και εξαφανιστεί εξ ολοκλήρου η ανωτέρω προσβαλλόμενη με αριθμό ++ απόφαση αφαίρεσης άδειας ικανότητας οδήγησης της Αναπληρωτή Διοικητή του Β’ Τμήματος Τροχαίας ++ για χρονικό διάστημα πέντε (5) ετών, μετά τη λήξη της ποινής αφαίρεσης 180 ημερών που είχε επιβληθεί με την υπ’ αριθ. ++ πράξη βεβαίωσης παράβασης.

Να ακυρωθεί και εξαφανιστεί εξ ολοκλήρου η επίσης προσβαλλόμενη με αριθμό ++ πράξη βεβαίωσης παράβασης – έκθεσης κατάσχεσης του Υπαστυνόμου Α’ ++ και του Υπαρχιφύλακα ++, με την οποία μου αφαιρέθηκε η υπ’ αριθ. ++ άδεια ικανότητας οδήγησης, καθώς και κάθε άλλη συναφής πράξη που στηρίζεται σ` αυτές.

Να διαταχθούν περαιτέρω τα νόμιμα και

Να καταδικαστεί το καθ’ ού Ελληνικό Δημόσιο στην εν γένει δικαστική μου δαπάνη.

Αντίκλητο μου και πληρεξούσιο Δικηγόρο, που υπογράφει την παρούσα, διορίζω τον δικηγόρο Ανδρέα Απ. Βρόντο, κάτοικο Καρδίτσας, (ΑΜ Δ.Σ.Κ 249), οδός Πλαστήρα 12.

++, 20 Μαΐου 2019

Ο Πληρεξούσιος Δικηγόρος»

Ε π ε ι δ ή, είναι απολύτως βέβαιη και πρόδηλη η ευδοκίμηση της πιο πάνω Προσφυγής μου διότι η βασιμότητα των λόγων της, αποδεικνύεται εγγράφως απ` αυτή τούτη την αιτιολογία των προσβαλλομένων και το νόμο και βασίζονται σε πάγια νομολογία του ΣτΕ, καθόσον κατά πάγια νομολογία, η έλλειψη αιτιολογίας, η έλλειψη ουσιώδους τύπου, η έλλειψη προηγούμενης ακρόασης και η παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας επιφέρουν αυτόχρημα την ακυρότητα της προσβαλλομένης.

Άλλωστε, με βάση όσα ανωτέρω αναφέρθηκαν και δεν αμφισβητούνται σχετικά με την ειδική χρόνια κατάσταση της παθήσεώς μου, δηλ. σοβαρή μορφή γαστροοισοφαγικής παλινδρόμησης, είναι απολύτως βέβαιο ότι η ελεγχόμενη μέτρηση αλκοόλ οπωσδήποτε δεν μπορεί κατά νόμω αλλά και κατ` αντικειμενική κρίση να ληφθεί υπόψη ως βάσιμη και ορθή μέτρηση για το ποσοστό αλκοόλ στον οργανισμό μου, έτσι ώστε να τεθεί αυτή ως η κατά νόμω βάση για την επιβολή των τόσο δυσβάσταχτων συνεπειών εις βάρος μου από την προσβαλλομένη. Τούτο, σε συνδυασμό και με το ότι δεν τηρήθηκαν ούτε και οι χρονικές αποστάσεις που θέτει ο νόμος για το σύννομο και δια τούτο ακριβές και ορθό της μέτρησης από την τελευταία κατανάλωση, καθιστούν απολύτως βέβαιο ότι η ανωτέρω προσφυγή μου θα ευδοκιμήσει ουσιαστικά και μετά βεβαιότητας θα κριθεί βάσιμη και θα ακυρωθούν οι προσβαλλόμενες.

Ε π ε ι δ ή, η άμεση εκτέλεση της προσβαλλόμενης διοικητικής πράξης θα επιφέρει ανεπανόρθωτη οικονομική, επαγγελματική και ηθική βλάβη μου, αν όχι την φυσική και επαγγελματική μου εξόντωση και συνεπώς νόμιμη συντρέχει περίπτωση να ανασταλεί η εκτέλεσή της, μέχρι εκδόσεως αποφάσεως επί της παρούσης προσφυγής μου.

Ε π ε ι δ ή, έχω προφανές έννομο συμφέρον προς υποβολή της παρούσας αίτησής μου αναστολής, ενόψει του ότι στερούμαι βασικού μέσου για τον βιοπορισμό μου, καθόσον χωρίς την άδεια ικανότητας οδηγού δεν θα μπορέσω να ασκήσω τη δραστηριότητά μου, όπως κατωτέρω αναλύω.

Ειδικότερα, η εκτέλεση της ως άνω προσβαλλόμενης πράξεως, σε συνδυασμό με την οικογενειακή, επαγγελματική και οικονομική μου κατάσταση, θα επιφέρει μετά βεβαιότητας την ανεπανόρθωτη ανωτέρω βλάβη μου, σε περίπτωση ευδοκιμήσεως της προσφυγής μου, που είναι βέβαιη, διότι:  

Είμαι πτυχιούχος πληροφορικής και εφαρμογών από το ……. Για μεγάλο χρονικό διάστημα μετά την αποφοίτησή μου ήμουν άνεργος ή είχα ευκαιριακή απασχόληση, καθόσον δεν ήμουν σε θέση να βρω μόνιμη εργασία. Αποδεικνύεται αυτό από τα εκκαθαριστικά μου σημειώματα της τελευταίας τριετίας, στα οποία αποτυπώνεται το ετήσιο εισόδημά μου, το οποίο ήταν κάτω από το όριο της φτώχειας (σχετ. Νο …, …, …). Αυτός άλλωστε είναι και ο λόγος που μέχρι σήμερα ζω με τους γονείς μου στο πατρικό μου σπίτι.

Περί τα τέλη του 2018 και συγκεκριμένα την 1.11.2018 προσλήφθηκα με σχέση εξηρτημένης εργασίας στην ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «++Α.Ε.», όπως προκύπτει από την από ++ σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου, που υπεγράφη μεταξύ εμού και της ως άνω εταιρείας (σχετ. Νο …).

Η εργοδότριά μου εταιρεία εδρεύει στο ++ και ειδικότερα επί της οδού ++. Η κατοικία μου βρίσκεται στο ++, δηλαδή σε περιοχή των ++ που δεν συνδέεται άμεσα με το χώρο εργασίας μου με μέσο μαζικής μεταφοράς. Ως εκ τούτου η μόνη δυνατότητα που έχω, για να μεταβαίνω στην εργασία μου είναι με τη χρήση Ι.Χ.Ε. αυτοκινήτου (το οποίο μου παραχωρεί ο πατέρας μου, ο οποίος είναι συνταξιούχος και δεν το χρειάζεται σε καθημερινή βάση).

Εάν στερηθώ της δυνατότητας να οδηγώ, είναι πλέον ή βέβαιον ότι θα χάσω τη δουλειά μου, αφού δεν θα έχω τη δυνατότητα έγκαιρης μετάβασης στο χώρο της εταιρείας που εργάζομαι, ειδικά με τις κυκλοφοριακές συνθήκες που επικρατούν στο χώρο του λεκανοπεδίου. Επιπλέον η χρήση αυτοκινήτου για την επαγγελματική μου δραστηριότητα είναι επιτακτική, δεδομένου ότι, όπως προκύπτει από την από ++ σύμβαση εργασίας, έχω την υποχρέωση να παρέχω τις υπηρεσίες μου και εκτός του Νομού ++, ακόμη και στο εξωτερικό και οπουδήποτε η εταιρεία μου δραστηριοποιείται. Ειδικότερα και σύμφωνα με τον όρο 2.2 της ως άνω σύμβασης εργασίας «Για μετακινήσεις εκτός του Νομού ++ η εταιρεία αναλαμβάνει να ενημερώνει τον Εργαζόμενο έγκαιρα (αν και σε ορισμένες περιπτώσεις οι ανάγκες είναι δυνατόν να δημιουργούν συνθήκες ταχείας επεμβάσεως με αντίστοιχη αδυναμία εγκαίρου προειδοποίησης) …». Από το ανωτέρω εδάφιο της ως άνω σύμβασης προκύπτει ότι είμαι υποχρεωμένος να παράσχω υπηρεσίες οπουδήποτε η εταιρεία μου δραστηριοποιείται και μάλιστα ακόμη και σε συνθήκες ταχύτατης μετάβασης στον υποδειχθησόμενο τόπο παροχής των υπηρεσιών μου. Στην περίπτωση που μου αφαιρεθεί η άδεια ικανότητας οδήγησης, θα είναι αδύνατον για εμένα να αντεπεξέλθω στις υποχρεώσεις που έχω ήδη αναλάβει έναντι της εργοδότριάς μου, με φυσικό επακόλουθο την απόλυσή μου.

Όπως επίσης προκύπτει από την από ++ σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου ο ακαθάριστος μηνιαίος μισθός μου ανέρχεται στο ποσόν των 850,00 €υρώ, πράγμα που σημαίνει ότι ο καθαρός μου μισθός ανέρχεται περίπου στα πεντακόσια ογδόντα (580,00) €υρώ μηνιαίως. Λόγω της περιορισμένης οικονομικής μου δυνατότητας αδυνατώ να εκμισθώνω σε καθημερινή βάση ταξί για τη μετάβασή μου στο γραφείο μου.

Θα πρέπει επιπροσθέτως να επισημανθεί ότι σύμφωνα με τον όρο 7 της από ++ σύμβασης εργασίας μου προβλέπονται έκτακτες αποδοχές (bonus), με βάση την αποδοτικότητα του κάθε εργαζομένου. Ειδικότερα «Η εταιρεία εφαρμόζει ένα μονομερές, ελευθέρως και ανά πάντα χρόνο ανακλητό και τροποποιούμενο, σύστημα καταβολής εκτάκτων αποδοχών, ως κίνητρο και ιδιαίτερη αναγνώριση των ποιοτικών χαρακτηριστικών της συνεισφοράς ενός εκάστου των εργαζομένων στην ανάπτυξή της, σε συνδυασμό με διάφορα ποιοτικά και ποσοτικά κριτήρια.». Στην περίπτωση που μου αφαιρεθεί το δίπλωμα οδήγησης είναι πλέον ή βέβαιον ότι, μεταξύ άλλων, δεν θα μπορώ να προσέρχομαι στις εγκαταστάσεις της εταιρείας εγκαίρως για την ανάληψη των καθηκόντων μου, με αποτέλεσμα να απωλέσω τυχόν έκτακτη παροχή, αφού η έγκαιρη προσέλευση και τήρηση του ωραρίου εργασίας μου αποτελεί εκ των ων ουκ άνευ απαρέγκλιτη υποχρέωση του κάθε εργαζομένου προς τον εργοδότη του.

Τέλος και δεδομένου ότι με τον όρο 2.5. της ως άνω σύμβασης εργασίας «Ο εργαζόμενος θα παρέχει την εργασία του και τις υπηρεσίες του υπό καθεστώς συνεχούς λειτουργίας και καθ’ ημέρα Κυριακή, συμμετέχοντας σε σύστημα εναλλασσόμενων ομάδων εργασίας …» (υπογράμμιση γράφοντος), σε συνδυασμό με τη μείωση των δρομολογίων των μέσων μαζικής μεταφοράς τις Κυριακές, είναι απολύτως βέβαιο ότι τις Κυριακές που θα εργάζομαι στην εταιρεία, θα είναι απίθανο (έως αδύνατο) να τηρώ το ωράριο που θα πρέπει να εργασθώ.

Τέλος για όλους τους εργαζομένους η επαγγελματική φήμη και υπόληψη καθορίζεται, τόσο από την ικανότητά τους στον τομέα απασχόλησής τους, όσο και από την τήρηση των βασικών επαγγελματικών τους υποχρεώσεων, στις οποίες, μεταξύ άλλων, συμπεριλαμβάνεται και η συνέπεια στην προσέλευση στις εγκαταστάσεις της εργασίας, δηλαδή η τήρηση του ωραρίου. Χωρίς το δίπλωμα οδηγήσεως και με τα δεδομένα που έχω αναλύσει ανωτέρω (απόσταση της εργασίας μου από την οικία μου, έλλειψη άμεσης σύνδεσης των περιοχών με μέσο μαζικής μεταφοράς, κυκλοφοριακές συνθήκες κ.λπ.) θα είναι ιδιαιτέρως δύσκολο, αν όχι ακατόρθωτο, να παραμείνω συνεπής στις συμβατικές μου υποχρεώσεις έναντι της εργοδότριάς μου εταιρείας, με ό,τι αυτό συνεπάγεται, όχι μόνο για την επαγγελματική μου ανέλιξη, αλλά και για τη διατήρηση αυτής καθ’ αυτής της εργασίας μου, την οποία με πολύ κόπο και μετά από αρκετά χρόνια ανεργίας βρήκα.

Όπως είναι λογικό από τα ανωτέρω διαλαμβανόμενα, απαραίτητο στοιχείο για την τήρηση των υποχρεώσεών μου προς την εργοδότριά μου εταιρεία είναι η άδεια ικανότητας οδήγησης που κατέχω. Χωρίς αυτή δεν μπορώ να εργαστώ και για το λόγο αυτό η αφαίρεση από την κατοχή μου της άδειας οδήγησης θα επιφέρει μετά βεβαιότητας την ανεπανόρθωτη οικονομική και επαγγελματική μου καταστροφή, δεδομένου ότι η επαγγελματική μου φήμη στο χώρο της πληροφορικής που δραστηριοποιούμαι θα υποστεί σοβαρό πλήγμα.

Τα καθαρά έσοδά μου, όπως και ανωτέρω αναφέρω, ανέρχονται στο ποσόν των .. €υρώ μηνιαίως, που δεν επαρκούν παρά μόνον για την κάλυψη των ατομικών μου εξόδων. Αν δεν με φιλοξενούσαν οι γονείς μου, δεν θα μπορούσα να μισθώσω κατοικία, ούτε βέβαια να καλύψω τα πάσης φύσεως έξοδα σπιτιού και διαβίωσης.

Εύκολα γίνεται αντιληπτό ότι είμαι αναγκασμένος να ζω στο πατρικό μου σπίτι, λόγω της απολύτου αδυναμίας μου να ανταποκριθώ στις ανάγκες μίσθωσης κατοικίας, που συνεπάγονται επιπλέον έξοδα. Ήδη το εισόδημά μου είναι πολύ χαμηλό, εις τρόπον ώστε να είναι αδύνατο να προγραμματίσω την προοπτική ανεξαρτητοποίησής μου από την πατρική μου οικογένεια και τη δημιουργία δικού μου σπιτικού και προοπτικής δικής μου οικογένειας. Πόσο μάλλον στην περίπτωση που απωλέσω την εργασία μου, οπότε θα είναι αδύνατον για εμένα ακόμη και να σκεφθώ οποιαδήποτε προοπτική για την προσωπική μου ζωή και επαγγελματική μου σταδιοδρομία.

Σημειώνω ότι μόνον από την εργασία μου στην ως άνω εταιρεία, αποκομίζω τα προς το ζην, καθόσον δεν διαθέτω εισοδήματα από καμία άλλη πηγή (προσκομιζόμενα με επίκληση εκκαθαριστικά των φορολογικών ετών 2015, 2016 και 2017 (σχετ. …, …, … αντίστοιχα).

Καθίσταται επομένως αυταπόδεικτο ότι τυχόν απώλεια της εργασίας μου θα μου προκαλέσει ανεπανόρθωτη οικονομική ζημία. Επιπλέον δε θα είναι πολύ δύσκολο να εξεύρω άλλη εργασία για το διάστημα που θα στερηθώ του διπλώματος οδήγησης, αφού αναγκαστικά θα πρέπει να αναζητώ εργασία σε περιοχές κοντινές της οικίας μου, πράγμα πολύ απίθανο έως ακατόρθωτο στο περιβάλλον υψηλής ανεργίας που ζούμε στην Αθήνα σήμερα.

Εκτός των επαγγελματικής φύσεως προβλημάτων που η στέρηση της άδειας ικανότητας οδήγησης προκαλεί, αντιμετωπίζω και προσωπικής φύσεως ζητήματα. Συγκεκριμένα συνδέομαι συναισθηματικά με την …………………, η οποία κατοικεί στην περιοχή της .... περιοχή η οποία επίσης βρίσκεται μακριά από το Γαλάτσι και δεν συνδέεται απευθείας με μέσα μαζικής μεταφοράς. Η συναισθηματική μου σχέση με την σύντροφό μου είναι σοβαρή με προοπτική το γάμο, υπό την προϋπόθεση φυσικά της βελτίωσης της οικονομικής μου κατάστασης, που ευελπιστούσα ότι θα συντελεσθεί με την επαγγελματική μου ανέλιξη στην εταιρεία που απασχολούμαι.

Εφόσον στερηθώ επί τόσο μακρό χρονικό διάστημα την άδεια ικανότητας οδήγησης είναι δεδομένο ότι και η προσωπική μου ζωή θα ανατραπεί, αφού δεν θα υπάρξει η δυνατότητα εξέλιξης και ωρίμανσης της σχέσης μου με την ……………

Επιπλέον των ζητημάτων επαγγελματικής και προσωπικής φύσεως, επισημαίνω ότι η μητέρα μου ……….. ++, ….. ετών, πάσχει από κατάθλιψη με συχνές κρίσεις πανικού (σχετ. Νο …), που επιβάλλουν την άμεση αντιμετώπισή τους με επίσκεψη στον θεράποντα ιατρό της ή σε κάποιο θεραπευτικό ίδρυμα που διαθέτει κλινική ψυχικής υγείας. Πολύ συχνά και εντελώς απρόσμενα η κατάσταση της υγείας της μητέρας μου επιδεινώνεται και είναι αναγκαία η άμεση και γρήγορη μετάβασή της και μεταφορά της από εμένα στους θεράποντες ιατρούς της ή σε νοσοκομείο, ώστε να λάβει την ενδεδειγμένη ιατρική υποστήριξη και φροντίδα. Στερούμενος συνεπώς της άδειας ικανότητας οδήγησης δεν θα δύναμαι να τη μεταφέρω στα ιατρεία ή σε νοσοκομείο, όταν η υγεία της παρουσιάζει επιδείνωση.

          Ε π ε ι δ ή, συνεπώς η εκτέλεση της προσβαλλομένης απόφασης, καθ` ο μέρος δεν έχει εκτελεστεί, θα επιφέρει σε μένα ανεπανόρθωτη οικονομική και επαγγελματική βλάβη, αλλά επιπλέον, θα υποβάλλει τους γονείς μου όχι μόνο σε αφάνταστη ταλαιπωρία και έξοδα που δεν μπορούν να αντέξουν, αλλά επιπλέον θα θέσει και όρους κινδύνου για την υγεία και τη ζωή τους ακόμα αφού κατά τα ανωτέρω με οδηγό εμένα είναι δυνατή και εφικτή η μετάβασή τους στους γιατρούς για τα προβλήματα υγείας τους.

          Πρόκειται συνεπώς για ανεπανόρθωτη οικονομική, επαγγελματική και οικογενειακή βλάβη, η οποία σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί αυτονόητα να αποκατασταθεί όταν θα έχει ευδοκιμήσει η ασκηθείσα προσφυγή και θα έχουν ακυρωθεί οι προσβαλλόμενες πράξεις.

Ε π ε ι δ ή, περαιτέρω δεν υπάρχουν λόγοι δημοσίου συμφέροντος που να επιβάλλουν την εκτέλεση της προσβαλλόμενης απόφασης, αφού τονίζεται για μία ακόμη φορά, ότι δεν πρόκειται για οδήγηση υπό την επίδραση αλκοόλ, η δε ασκηθείσα προσφυγή δεν είναι προδήλως απαράδεκτη ή προδήλως αβάσιμη.

Σε κάθε όμως περίπτωση μπορεί μεν η ανωτέρω παραβιασθείσα   διάταξη του άρθρου 42 ΚΟΚ να έχει τεθεί για την προστασία του δημοσίου συμφέροντος (πρβλ. ΣτΕ Ε.Α. 108/2005), καθόσον με την αποτροπή οδηγήσεως υπό την επήρεια οινοπνεύματος επιδιώκεται η προστασία της ζωής και της σωματικής ακεραιότητας των πεζών και οδηγών, χρηστών του οδικού δικτύου, η ασφάλεια των συγκοινωνιών και η ομαλή διεξαγωγή των μετακινήσεων, πλήν όμως δεν υπάρχουν λόγοι δημοσίου συμφέροντος, που να επιβάλλουν την άμεση εκτέλεση των προσβαλλόμενων αποφάσεων, διότι απλά δεν συνεχίζεται η προσβολή, δηλ. η οδήγηση οχήματος υπο την επήρεια αλκοόλ, έτσι ώστε να υπάρχει επιτακτικός λόγος δημοσίου συμφέροντος που να απαιτεί την άμεση συνέχιση της εκτέλεσης των προσβαλλομένων πράξεων, αφού με αυτή (την εκτέλεση), δεν προστατεύεται πλέον κανένα δημόσιο συμφέρον που είτε εξακολουθεί να προσβάλλεται ακόμη και σήμερα, είτε κινδυνεύει άμεσα να προσβληθεί αν δεν χορηγηθεί η αναστολή. Και ούτε υπάρχει κάποιος βάσιμος λόγος για να υποτεθεί βάσιμα ότι εκ νέου το δημόσιο συμφέρον θα προσβληθεί επειδή εγώ τάχα θα ξαναοδηγήσω υπο την επήρεια αλκοόλ και άρα ότι προληπτικά πρέπει να μην ανασταλεί η εκτέλεση και να μην μου αποδοθεί το δίπλωμα, διότι τότε θα πρόκειται περί αβάσιμης και αδήλου εικασίας που θα αντιμετωπίζει τον διοικούμενο-πολίτη-οδηγό ως απλό μέσο για την επίτευξη μίας αντεγκληματικής πολιτικής ή την εξυπηρέτηση άλλων συμφερόντων, αφού προληπτικά και με άδηλες εικασίες που αναφέρονται σε ένα μελλοντικό απλά φόβο για την διατήρηση της ευταξίας στην οδική κυκλοφορία, μετατρέπεται αυτός σε αντικείμενο για την επίτευξη της. Παραβιάζεται έτσι η ανθρώπινη αξία (2Σ) και δεν γίνεται σεβαστή η ιδιότητα του διοικούμενο ως υποκειμένου δικαίου. Σε τίποτα δεν διαφέρει αυτή η αντιμετώπιση, από την αντιμετώπιση που θα στηρίζονταν στη σκέψη ότι επειδή εν δυνάμει όλοι οι οδηγοί στην οδική κυκλοφορία μπορεί να οδηγήσουν κάποια στιγμή υπο την επήρεια αλκοόλ, τότε για την μελλοντική προστασία του δημοσίου συμφέροντος, πρέπει να αποτραπεί αυτός ο κίνδυνος είτε με την αφαίρεση απ` όλους του διπλώματος οδήγησης (τότε φυσικά δεν θα υπήρχε κάτι για να προστατεύσει το δημόσιο συμφέρον), είτε με την ειδική άδεια να οδηγεί κάποιος και υπο συγκεκριμένες περιστάσεις χρόνου και τόπου, αφού πρώτα έχει υποβληθεί στον σχετικό έλεγχο αλκοόλ, πράγμα άτοπο φυσικά που επιπλέον μετατρέπει το υποκείμενο του δικαίου, δηλ. το πρόσωπο, σε αντικείμενο και σε μέσο για την επίτευξη της ευταξίας στην οδική κυκλοφορία και άρα αποτελεί προσβολή της ανθρώπινης αξιοπρέπειας (2,5Σ). Λόγοι λοιπόν υπέρτερου δημόσιου συμφέροντος, του οποίου η εξυπηρέτηση τάχα προέχει, δεν μπορούν να υποστηριχθεί ότι επιτάσσουν την συνέχιση της εκτέλεσης της προσβαλλόμενης διότι δεν συνεχίζεται η προσβολή και επιπλέον η «επιχειρηματολογία» για μελλοντική τάχα και αβέβαιη προσβολή του είναι αφ` εαυτήν νομικά αβάσιμη και αντισυνταγματική.

Συνεπώς, ενόψει της παραδοχής αυτής και σε συνδυασμό με το επαχθέστατο εις βάρος μου διοικητικό μέτρο της αφαίρεσης της άδειας ικανότητας οδήγησης για διάστημα 5 ετών, που είναι αντίθετο με κάθε έννοια αναλογικότητας και με την άμεση ανεπανόρθωτη οικονομική, περιουσιακή, επαγγελματική και ηθική βλάβη που θα προκαλέσει μετά βεβαιότητας κατά τα ανωτέρω η αφαίρεση της άδειας ικανότητας οδήγησης συντρέχει νόμιμος λόγος (200 ΚΔΔ) να ανασταλεί εν όλω και καθ` ολοκληρίαν καθ` εαυτήν η εκτέλεση της προσβαλλομένης πράξεως αφαίρεσης της άδειας ικανότητας οδήγησης, καθ` ό μέρος φυσικά δεν εκτελέστηκε, καθόσον όπως ειπώθηκε η προσφυγή μου είναι προδήλως βάσιμη και οι λόγοι της αποδεικνύονται εγγράφως στηριζόμενοι σε πάγια νομολογία του ΣτΕ και συνεπώς δικαιολογείται για την οικονομία των δαπανηρών διοικητικών ενεργειών η χορήγηση αναστολής αφού προδήλως η Διοίκηση και το Δημόσιο, θα ηττηθούν στην κύρια δίκη.

         

Ε π ε ι δ ή, συνεπώς είναι νόμιμο και δίκαιο να ανασταλεί η εκτέλεση της πιο πάνω προσβαλλόμενης απόφασης μέχρι την έκδοση απόφασης επί της ανωτέρω Προσφυγής μου και επιπλέον να χορηγηθεί προσωρινή διαταγή με την οποία να διατάσσεται η αναστολή εκτελέσεως της προσβαλλομένης διοικητικής πράξης - απόφασης μέχρι εκδόσεως αποφάσεως επί της ασκηθείσης αιτήσεώς μου και να υποχρεωθεί ο καθ ου η παρούσα κ. Αστυνομικός Διευθυντής του Αστυνομικού Τμήματος ++, που κατοικοεδρεύει στη ++ να μου αποδώσει την άδεια ικανότητάς μου οδηγού. Συγκεκριμένα διότι επίκειται η άμεση απόλυσή μου με βάση την σύμβαση αφού ο εργοδότης δεν μπορεί να αναμείνει την εκδίκαση της αίτησης αναστολής. Λαμβανομένου λοιπόν υπόψη του χρόνου εκδίκασης και της πιεστικότητας εκπλήρωσης των συμβατικών μου υποχρεώσεων ως εργαζόμενος η εκτέλεση των οποίων εξαρτάται άμεσα από την απόδοση σε μένα του διπλώματος, νόμιμη συντρέχει περίπτωση εκδόσεως προσωρινής δ/γής αφού η καθυστέρηση θα καταστήσει ουσιαστικά άνευ αντικειμένου ακόμα και την εκδίκαση της αίτησης αναστολής μου. )

          Ε π ε ι δ ή, η παρούσα είναι νόμιμη, βάσιμη και αληθινή, παραδεκτώς δε εισάγεται ενώπιον του Δικαστηρίου Σας προς συζήτηση ως αρμόδιου τούτου καθ’ ύλην και κατά τόπο.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

          Και με την επιφύλαξη παντός νομίμου δικαιώματός μου

ΑΙΤΟΥΜΑΙ

Να γίνει δεκτή η παρούσα αίτηση μου.

Να ανασταλεί η εκτέλεση της προσβαλλόμενης με αριθμό ++ υπ’ αριθ. πρωτ. ++-α’ απόφασης αφαίρεσης άδειας οδήγησης για χρονικό διάστημα πέντε (5) ετών, μετά τη λήξη της ποινής αφαίρεσης 180 ημερών που είχε επιβληθεί με την υπ’ αριθ. ++ πράξη βεβαίωσης παράβασης του Β’ Τμήματος Τροχαίας ++ της Διεύθυνσης Τροχαίας Αττικής της Γενικής Αστυνομικής Διεύθυνσης ++.

Να ανασταλεί η εκτέλεση (καθ’ ο μέρος δεν εκτελέσθηκε) της προσβαλλόμενης με αριθμό ++ πράξης βεβαίωσης παράβασης – έκθεσης κατάσχεσης του Υπαστυνόμου Α’ ++ και του Υπαρχιφύλακα ++, με την οποία μου αφαιρέθηκε η υπ’ αριθ. ++ άδεια ικανότητας οδήγησης που κατείχα και η οποία άρχισε να εκτελείται αυθημερόν με την από ως άνω έκθεση κατάσχεσης, μέχρι την έκδοση οριστικής απόφασης και σε δεύτερο βαθμό επί της ασκηθείσας ανωτέρω προσφυγής καθώς και κάθε άλλης συναφούς διοικητικής πράξης και σύστοιχα και συναφώς να υποχρεωθεί να υποχρεωθεί ο καθ’ ού η παρούσα κ. Αστυνομικός Διευθυντής του Β’ Τμήματος Τροχαίας ++, που κατοικοεδρεύει στα ++ να μου αποδώσει την αφαιρεθείσα άδεια ικανότητάς μου οδηγού.

Προσέτι δε

ΖΗΤΩ

όπως ακουσθώ κατά την συνεδρίαση του Δικαστηρίου Σας, επί της παρούσας αιτήσεως μου.

Να μου χορηγηθεί προσωρινή διαταγή με την οποία θα διατάσσεται η αναστολή εκτελέσεως των προσβαλλομένων διοικητικών πράξεων – αποφάσεων, καθ` ο μέρος δεν έχουν εκτελεσθεί, μέχρι εκδόσεως αποφάσεως επί της ασκηθείσης αιτήσεως μου και σύστοιχα και συναφώς να υποχρεωθεί ο καθ’ ου η παρούσα κ. Αστυνομικός Διευθυντής του Β’ Τμήματος Τροχαίας ++, που κατοικοεδρεύει στα ++ να μου αποδώσει την αφαιρεθείσα άδεια ικανότητάς μου οδηγού.

ΖΗΤΩ

όπως ακουσθώ κατά την συζήτησή της.

Να καταδικασθεί το αντίδικο νομικό πρόσωπο στην εν γένει δικαστική μου δαπάνη.

Αντίκλητο μου και πληρεξούσιο Δικηγόρο, που υπογράφει την παρούσα, διορίζω τον δικηγόρο Ανδρέα Απ. Βρόντο, κάτοικο Καρδίτσας, (ΑΜ Δ.Σ.Κ 249), οδός Πλαστήρα 12.

Αθήνα, … Ιουνίου 2019

Ο Πληρεξούσιος Δικηγόρος

 

Copyright Βρόντος Ανδρέας © 2013