Ν.4174/13.Φορολογικές παραβάσεις.Μη προσκομιδή βιβλίων και στοιχείων στη Δ.Ο.Υ.Επιβολή φόρου και προστίμου.Εξωλογιστικός προσδιορισμός.Ενδικοφανής προσφυγή και αίτηση αναστολής.Μη νόμιμες οι αποφάσεις επιβολής φόρου

Ενώπιον της Διεύθυνσης επίλυσης διαφορών της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών.(πρώην Υπηρεσία Εσωτερικής Επανεξέτασης)

(Δια της Προϊσταμένης της ΔΟΥ+++).                        

1.ΕΝΔΙΚΟΦΑΝΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΗ κατ’ άρθρο 63 του Ν. 4174/2013.

Του ΝΠΔΔ με την επωνυμία +++

ΚΑΤΑ

Των: 1) από +++ Έκθεσης Μερικού Ελέγχου Φορολογίας Εισοδήματος, 2) ++ Οριστικής Πράξης Διορθωτικού Προσδιορισμού Φόρου Εισοδήματος ++Σημείωμα του άρθρου 49. ν. 4509/2017 ,3) ++ Οριστικής Πράξης Διορθωτικού Προσδιορισμού Φόρου Εισοδήματος ++ και ++ Σημείωμα του άρθρου 49. ν. 4509/2017,4) με +++ Οριστικής Πράξης Διορθωτικού Προσδιορισμού Φόρου Εισοδήματος ++ Σημείωμα του άρθρου 49. ν. 4509/2017,5) με ++Οριστικής Πράξης Διορθωτικού Προσδιορισμού Φόρου Εισοδήματος ++ Σημείωμα του άρθρου 49. ν. 4509/2017,6) από ++ Έκθεσης Προσωρινού Ελέγχου Φόρου Προστιθέμενης Αξίας ,7) με ++ Οριστικής Πράξης Διορθωτικού Προσδιορισμού ΦΠΑ (++Σημείωμα του άρθρου 49. ν. 4509/2017,8) με ++ Οριστικής Πράξης Διορθωτικού Προσδιορισμού ΦΠΑ ++ Σημείωμα του άρθρου 49. ν. 4509/2017,9) από ++Έκθεσης Ελέγχου Προστίμου  ,10) με α++Πράξης Επιβολής Προστίμου,11) από ++ Έκθεσης Ελέγχου Άρθρου 54 του Ν. 4174/2013 ,12) με αρ. ++Πράξης Επιβολής Προστίμου άρθρου 54. Ν. 4174/2013  και 13) με αρ. ++ Πράξης Επιβολής Προστίμου άρθρου 54. Ν. 4174/2013  , άπασες της Δ.Ο.Υ ++ (Υπηρεσία Ελέγχου), που μου επιδόθηκαν την ++.

2. ΑΙΤΗΣΗ ΑΝΑΣΤΟΛΗΣ

Για το καταβλητέο ποσοστό πενήντα τοις εκατό (50%), των ποσών των προσβαλλόμενων, αμφισβητούμενων και μη αποδεκτών ως άνω πράξεων της ΔΟΥ Καρδίτσας, κατά των οποίων στρέφομαι και ζητώ να ανασταλεί η εκτέλεσή τους σε βάρος μου.

Καρδίτσα 29-4-2018

Προσφεύγω κατα των ανωτέρω Πράξεων, με τις οποίες μου επιβλήθηκαν φόροι και πρόστιμα συνολικού ποσού ++€, κατά τα εν αυταίς ειδικότερον διαλαμβανόμενα τις οποίες αμφισβητώ, αρνούμαι και αποκρούωκαι Ζητώ την ΑΚΥΡΩΣΗ ΤΩΝ, διότι ερείδονται επι αναληθούς και αβασίμου προϋποθέσεως, δηλ. της μη ανταπόκρισης μου τάχα στις γενόμενες προσκλήσεις της ΔΟΥ Καρδίτσας για παροχή πληροφοριών και για προσκομιδή βιβλίων και στοιχείων μου προκειμένου να διενεργηθεί έλεγχος και συνεπώς εκδόθηκαν κατ’ εσφαλμένη εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών και κατά παράβαση του νόμου.

          Ειδικότερα Ζητώ την ακύρωση των για όσους λόγους επιφυλάσσομαι να προσθέσω νόμιμα και εμπρόθεσμα, αλλά και για τους κάτωθι νόμιμους και βάσιμους, ήτοι:

                                                 Ι

         Μετά τη γνωστή απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας ΟλΣτΕ 1738/2017 (ακολούθησαν οι ΣτΕ 2934/2017 και ΣτΕ 2935/2017, αλλά και η με αριθ. 268/2017 Γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους σε Α' Τακτική Ολομέλεια, η οποία έγινε αποδεκτή από τον διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, αλλά και πρόσφατα οι ΣτΕ 172 και 173/2018, ΤρΝομΠληρ. ΝΟΜΟΣ), κρίθηκαν αντισυνταγματικές οι παρατάσεις των διατάξεων του άρθρου 11 του ν. 3513/2006, του  άρθρου 29 του ν. 3697/2008 του  άρθρου 10 του ν. 3790/2009 και του  άρθρου 82 του ν. 3842/2010, και έτσι οι φορολογικές αξιώσεις για την χρήση του 2011, έχουν ήδη παραγραφεί την 31-12-2017, μη υφισταμένης έτσι δυνατότητας εκδόσεως πράξεων προσδιορισμού φόρου και προστίμων σε εκκρεμείς υποθέσεις ελέγχου που αφορούν στις χρήσεις προγενέστερες του έτους 2012. Σημειώνεται δε ότι η ερμηνεία των ανωτέρω αποφάσεων, καλύπτει τόσο ελεγχόμενα έτη με βάση τον ν.2238/1994 (έως και 31/12/2013), όσο και ελεγχόμενα έτη με βάση τον ν.4174/2013 (από 1/1/2014 και μετά).

Κρίθηκε ειδικότερα ότι διάταξη νόμου περί παρατάσεως χρόνου παραγραφής φορολογικών αξιώσεων, οι οποίες ανάγονται σε ημερολογιακό έτος προγενέστερο του προηγουμένου της δημοσιεύσεως του νόμου αυτού ημερολογιακού έτους, είναι ανίσχυρη ως αντικείμενη στην απορρέουσα από την αρχή του κράτους δικαίου αρχή της ασφάλειας δικαίου και στις εξειδικεύουσες αυτήν ειδικώς στο φορολογικό δίκαιο διατάξεις των άρθρων 2 παρ.1 και 25 παρ.1 εδ.α` του Συντάγματος, για τον λόγο ότι θα τροποποιούσε κατά τον τρόπο αυτό αναδρομικά σε βάρος των φορολογουμένων το νομοθετικό καθεστώς που ίσχυε κατά τον χρόνο στον οποίο ανάγονται οι φορολογικές τους υποχρεώσεις όσον αφορά ουσιαστικό στοιχείο των εν λόγω υποχρεώσεων. Εξάλλου, ενόψει της συνταγματικής αρχής της αναλογικότητας (άρθρο 25 παρ. 1 εδ. δ` του Συντάγματος) και προς αποφυγή ενθαρρύνσεως ενδεχόμενης απραξίας της φορολογικής διοικήσεως η παραγραφή πρέπει να έχει εύλογη διάρκεια. Επομένως, οι ανωτέρω διατάξεις των νόμων που παρατίθενται, με τις οποίες παρατείνεται διαδοχικώς ο χρόνος παραγραφής φορολογικών αξιώσεων του Δημοσίου λίγο πριν από την λήξη είτε της αρχικής παραγραφής είτε της προηγούμενης παρατάσεως αυτής αντίκεινται στις εξειδικεύουσες την (απορρέουσα από την αρχή του κράτους δικαίου) αρχή της ασφάλειας δικαίου διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 78 του Συντάγματος, διότι παρατείνουν την προθεσμία παραγραφής φορολογικών αξιώσεων του Δημοσίου αναγομένων σε ημερολογιακά έτη προγενέστερα του προηγουμένου της δημοσιεύσεως των σχετικών νόμων.

          Επειδή συνεπώς οι φορολογικές αξιώσεις που με βάση τις προσβαλλόμενες, ανάγονται στις χρήσεις των ετών 2009, 2010 και 2011, συνολικού ποσού………… έχουν παραγραφεί.

                                           ΙΙ


         Αρχικώς, με τις με αρ. ++ κλήση προς ακρόαση και με αρ. ++ Πρόσκληση για προσκόμιση βιβλίων-στοιχείων, που μου επιδόθηκαν στην ++ την ++από τα όργανα του ΣΔΟΕ- ΕΠΙΧ/ΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΙΔΙΚΩΝ ΥΠΟΘΕΣΕΩΝ ΑΘΗΝΩΝ, δηλ. πριν από κάθε αίτημα παροχής πληροφοριών και προσκομιδής των (ίδιων) βιβλίων-στοιχείων από την ΔΟΥ ++, εκλήθην να προσκομίσω εντός της ταχθείσης προθεσμίας και μάλιστα στην έδρα του ΣΔΟΕ στην Αθήνα τα τηρούμενα βιβλία του +++μου, τις δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος τους από την έναρξή τους, τις δηλώσεις παρακρατούμενων φόρων των 4 τελευταίων ετών, τις περιοδικές δηλώσεις ΦΠΑ έτους 2013, των εκκαθαριστικών δηλώσεων ΦΠΑ ετών 2009-2012, αναλυτική κατάσταση εσόδων-εξόδων των ανω επιχειρήσεων για όλα τα έτη λειτουργίας των, κατάσταση τυχόν εσόδων ενοικίων καθώς και υπόμνημα λογιστικής παρακολούθησης εσόδων- εξόδων μου.

          Εμφατικά τονίζω ότι όχι μόνο δεν αρνήθηκα ή κατ` άλλο τρόπο εκώφευσα στην ανωτέρω πρόσκληση, αλλ` αντιθέτως και παρά το ότι σύμφωνα με το άρθρο 36.παρ. 1 ΚΒΣ, ο έλεγχος και η γνώση των βιβλίων πραγματοποιείται στην επαγγελματική εγκατάσταση και κατάστημα του υποχρέου (ΣτΕ 1102/2017, ΝΟΜΟΣ), συνέδραμα προς διευκόλυνση των ελεγκτικών οργάνων, αφού απέστειλα και διαμετακόμισα με ίδια μέσα και δη με τον λογιστή μου κ. ++ τα αιτούμενα έγγραφα (αρκετά μάλιστα σε όγκο) προς έλεγχο στα γραφεία του ΣΔΟΕ στην Αθήνα, έτσι ώστε να αρχίσει η επεξεργασία των. Μάλιστα ο ανωτέρω λογιστής μου επισκέφθηκε στο αμέσως επόμενο διάστημα 6 μηνών, τουλάχιστον δύο φορές τα ελεγκτικά όργανα στην Αθήνα και παρέσχε τη συνδρομή του, καταθέτοντας μάλιστα και την εμπειρία του για τη σύννομη σύνταξη και περιεχόμενο όσον αφορά το ανωτέρω τελευταίο υπ` αυτών αιτηθέν υπόμνημα λογιστικής παρακολούθησης εσόδων και εξόδων μου.

          Οι ανωτέρω ενέργειές μου προσκομιδής όλων των αιτηθέντων εγγράφων, αλλά και η ανωτέρω ποικίλη συνδρομή μου προς τα όργανα του ΣΔΟΕ επι τη προόψει του διενεργηθησομένου ελέγχου μου, προ κάθε κλήσης μου από την Δ.Ο.Υ ++, δεν αμφισβητούνται, αφού για την αιτηθείσα προσκομιδή υφίσταται έγγραφη θεώρηση την 8/10/2014, με την ιδιόχειρη υπογραφή των οργάνων του ΣΔΟΕ/ΕΔΕΥΑ, ++

          Προκύπτει δηλ. ότι αφενός μεν η συμμόρφωσή μου στην πρόσκλησή του ΣΔΟΕ ήταν πραγματική και όχι προσχηματική, αφετέρου δε και ότι ουσιαστικά, κανείς λόγος δεν υπήρχε να μην υπακούσω στην ανωτέρω πρόσκληση, καθόσον αποδεδειγμένα, άπαντα τα αιτηθέντα βιβλία και στοιχεία μου, υφίσταντο νομίμως τηρηθέντα.

          Προϊούσης της διαδικασίας επεξεργασίας των παραδοθέντων εγγράφων, τα ελεγκτικά όργανα του ΣΔΟΕ, μετά από συνεννόηση με τον ανωτέρω πληρεξουσιοδοτημένο λογιστή μου και προς διευκόλυνση του ελέγχου, καθόσον παρίστατο ανάγκη συχνών μετακινήσεων στην Αθήνα προς παροχή διευκρινήσεων και για προσκομιδή συμπληρωματικών εγγράφων, κάτι που δεν ήταν εφικτό κάθε φορά, αποφάσισαν να περιαχθεί ο έλεγχος στα ελεγκτικά όργανα της ΔΟΥ ++, καθόσον άλλωστε με τον τρόπο αυτό θα πληρούνταν και ο όρος του νόμου περί ελέγχου των βιβλίων μου στην επαγγελματική μου εγκατάσταση (βλ. ανωτέρω άρθρο 36 ΚΒΣ).

Πράγματι μετά ταύτα εκλήθην απο την ΔΟΥ ++ εντός του 2015 (αρ. πρωτ. ++ αίτημα), επι σκοπώ διενέργειας του ίδιου ελέγχου για την παροχή πληροφοριών και προσκομιδή των ίδιων ανωτέρω εγγράφων που είχα προσκομίσει στο ΣΔΟΕ, η δε υπόθεση ανετέθη στον κ. ++, υπάλληλο της .

Και πάλι όχι μόνο δεν αρνήθηκα την εκπλήρωση των ανωτέρω αιτημάτων, αλλ` αντίθετα ενήργησα άμεσα προς διευκόλυνση και περάτωση του ελέγχου, καθόσον άλλωστε στα ίδια ακριβώς αιτήματα και για τον ίδιο σκοπό ελέγχου από το ΣΔΟΕ, είχα ανταποκριθεί άμεσα και ουσιαστικά, δηλ. όχι προσχηματικά, στο αμέσως προηγηθέν χρονικό διάστημα προσκομίζοντας όπως ειπώθηκε, και εκεί τα αιτηθέντα έγγραφα και παρέχοντας τις δέουσες πληροφορίες και συνεπώς δεν υπήρχε κανείς λόγος από την πλευρά μου να αρνηθώ τάχα την προσκομιδή ή την παροχή πληροφοριών ειδικά στη ΔΟΥ ++, όταν αμέσως πριν, είχα ικανοποιήσει και μάλιστα άμεσα και σε διαφορετικό τόπο από την επαγγελματική μου εγκατάσταση, τα ίδια ακριβώς αιτήματα προς την προϊσταμένη Υπηρεσία Ελέγχου ΣΔΟΕ στην Αθήνα και για τον ίδιο ακριβώς έλεγχο.

Πλέον ειδικότερον, μετά από άμεση επαφή και συνεννόηση του ανωτέρω εξουσιοδοτημένου λογιστή μου και του αρμοδίου ως άνω υπαλλήλου της ΔΟΥ Καρδίτσας, χορήγησα-διαβίβασα στον τελευταίο μετά από αίτημά του και με σκοπό την άμεση, ταχύτερη, απλούστερη και δια τούτο, αποτελεσματικότερη διενέργεια του ελέγχου, ηλεκτρονικά αρχεία-καταστάσεις excel, αφορώσες τα έσοδα και έξοδά μου κάθε έτους για κηροπλαστείο και βιβλιοπωλείο, εκκαθαρίσεις ΦΠΑ και καταστάσεις ΦΜΥ και φυσικά ικανοποιούσα, μέσω του ανωτέρω και των υπηρεσιών μου κάθε σχετικό παρεμπίπτον αίτημά του στα πλαίσια του ελέγχου για παροχή κάθε αιτηθείσης διευκρίνισης και πληροφορίας.

Με βάση λοιπόν τις ανωτέρω καταστάσεις που ήταν αφενός μεν λεπτομερείς, ευσύνοπτες και συγκεντρωτικές, αφετέρου, οπωσδήποτε απεικόνιζαν τα αληθή φορολογικά δεδομένα και στοιχεία των βιβλίων μου, αφού προέρχονταν από τα τηρούμενα σχετικά αρχεία μου επι έτη, ο ανωτέρω υπάλληλος, διεξήγαγε πραγματικά και κατά τρόπο ουσιαστικό τον δοθέντα έλεγχό μου, χωρίς κανένα πρόβλημα (άλλωστε αν δεν το έκανε, δεν είχε λόγο να μου ζητάει τις ανωτέρω καταστάσεις και στοιχεία μου).

Δηλ. στην πράξη ο αρμόδιος υπάλληλος της ΔΟΥ ++ ξεκίνησε να ελέγχει για τα φορολογικά μου δεδομένα, όχι ζητώντας να του παρασχεθούν σε φυσική μορφή τα υπάρχοντα πράγματι βιβλία και στοιχεία μου, κάτι άλλωστε που αυτονόητα λόγω του όγκου των, οπωσδήποτε δεν θα διευκόλυνε την εργασία του, αλλά με βάση τις ευπερίληπτες συγκεντρωτικές καταστάσεις των κάθε είδους φορολογικών μου δεδομένων ανά έτος, που ζήτησε τόσο σε ηλεκτρονική όσο και σε εκτυπωμένη μορφή, αφού με τον τρόπο αυτό άμεσα και με ακρίβεια, αφενός μεν μπορούσε να έχει την γενικότερη καταρχάς εικόνα, αφετέρου, βάσει αυτών να εντοπίσει και εξειδικεύει περαιτέρω συγκεκριμένα άλλα ζητήματα που θα τον ενδιέφεραν. Αυτή δε η πρακτική, όπως είναι γνωστό σε όσους ασχολούνται με τέτοιου είδους ελέγχους, όχι μόνο συνηθίζεται, αλλά επιβάλλεται ιδίως όταν πρόκειται για μεγάλο όγκο φορολογικών δεδομένων και για πολλές χρήσεις, ως εν προκειμένω, αφού επιταχύνει τον έλεγχο και χρονικά και τοπικά, χωρίς ταυτόχρονα να θίγεται η ακρίβεια και η αξιοπιστία των ελεγχόμενων δεδομένων, καθόσον άλλωστε εν συνεχεία ακολουθεί από το ελεγκτικό όργανο (προς ταυτοποίηση) και αυτός τούτος ο «φυσικός» έλεγχος των βιβλίων.

Γι` αυτό λοιπόν και ο ανωτέρω, ενόσω διενεργούσε πράγματι τον έλεγχο με τα δεδομένα και πληροφορίες που του παρείχα με την ανωτέρω μορφή, δεν μου ζήτησε ποτέ, ούτε και μέσω του λογιστή μου, να του παραδώσω σε αυτούσια και φυσική μορφή τα «βιβλία», παρά το ότι ανελλιπώς προσφέρθηκα να του τα παράσχω και οπωσδήποτε τα έθεσα στην διάθεσή του από την πρώτη στιγμή, η δε απάντηση που ελάμβανα ήταν πάντα της μορφής ότι «θα σας πώ εγώ πότε θα μου τα δώσετε», αφού πράγματι, όπως και ο κάθε ευσυνειδήτως εργαζόμενος, εμπιστευόμουν ότι θα ήλεγχε και αυτά. Δεν είχα έτσι λόγο να ανησυχώ αφού συνέχιζε να διενεργεί τον έλεγχο και ελάμβανε κάθε φορά ό,τι στοιχεία και πληροφορίες ζητούσε χωρίς κανένα απολύτως πρόβλημα, γνώριζα δε ότι σε κάποια στιγμή που ο ίδιος θα έκρινε ώριμη κατά το στάδιο ελέγχου, θα μου ζητούσε και αυτά τούτα τα βιβλία που όπως ειπώθηκε υπήρχαν. Μάλιστα εντελώς στο αρχικό στάδιο ελέγχου και μέχρι να με ενημερώσει ο λογιστής μου σχετικά, τόσο ο νόμιμος εκπρόσωπός μου ++όσο και τα υπηρεσιακά μου πρόσωπα, πίστευαν ότι το ΣΔΟΕ παραπέμποντας υπηρεσιακά το φάκελο της υπόθεσής μου στη ΔΟΥ ++ για έλεγχο, κράτησε και διαβίβασε ταυτόχρονα στην τελευταία και αντίγραφα των βιβλίων και στοιχείων μου που πράγματι και αδιαμφισβήτητα είχα προσκομίσει σ` αυτό, αφού επρόκειτο για τον ίδιο έλεγχο επι τη βάσει των ίδιων ακριβώς στοιχείων, πράγμα που όμως δεν είχε γίνει.

Ειδικά για τις καταστάσεις ΦΜΥ, τονίζεται ότι ο λογιστής μου, μετά φυσικά από σχετικό αίτημα του ανωτέρω υπαλλήλου της Δ.Ο.Υ, απέστειλε ηλεκτρονικά στην σχετική δ/νσή του, την οποία μας γνωστοποίησε ακριβώς για το λόγο αυτό, ήτοι για να λαμβάνει από εμένα (μέσω του λογιστού μου), τα αρχεία εγγράφων που κάθε φορά ζητούσε, έντεκα (11) αρχεία αναλυτικών καταστάσεων εντός του 2016, ακριβώς διότι πράγματι διενεργούνταν πραγματικός έλεγχος και ποτέ δεν τον αρνήθηκα.

Είναι δε χαρακτηριστικό της δεδηλωμένης πρόθεσης και επιθυμίας συνεργασίας μου, αλλά και αποδεικτικό των αντικειμενικών ενεργειών συνδρομής μου προς τον ανωτέρω άοκνο υπάλληλο για την ουσιαστική άσκηση του ελέγχου, το προοίμιο των απεσταλέντων από τον λογιστή μου, συνημμένων αρχείων των φορολογικών μου στοιχείων προς τον ανωτέρω υπάλληλο με το εξής περιεχόμενο, ήτοι: «ΓΙΑ ++. Καλησπέρα. Σου επισυνάπτω το αρχείο με τα αποτελέσματα κάθε έτους. Για το 2014 θα επισυνάψω το ε3 που υποβλήθηκε. Για τις δηλώσεις ΦΠΑ επισύναψα τις εκκαθαριστικές κάθε έτους 2011-2013. Για το 2010 πρέπει να είναι χειρόγραφη θα κοιτάξω στο αρχείο και θα την φέρω. Οι παρακρατούμενοι είναι αρκετές σελίδες (ΦΕΕ & ΦΜΥ ) αν είναι απαραίτητες να τις κατεβάσω από την ΓΓΠΣ και να τις στείλω. Καλό κουράγιο. Αν χρειασθείς κάτι τα τηλέφωνα μου είναι +++»

Προκύπτει δηλ. από την ανωτέρω σε ανύποπτο χρόνο αλληλογραφία, ότι όχι μόνο παρείχα στον ελεγκτικό όργανο της ΔΟΥ τα φορολογικά μου στοιχεία, αρχεία, πληροφορίες και δεδομένα προκειμένου να διενεργήσει τον έλεγχο συμμορφούμενη με τις εντολές και οδηγίες του -αυτά για τα οποία με τις προσβαλλόμενες Πράξεις μου καταμαρτυρείται σήμερα ότι αρνήθηκα να προσκομίσω- αλλά και ότι, επιπλέον, προσφέρομαι «αν χρειαστεί» να παράσχω και ό,τι άλλο μου ζητήσει!!

Μπορεί κανείς μετά ταύτα να θεωρήσει βάσιμα, παραδεκτά και κατ` αντικειμενική κρίση, ότι δεν ανταποκρίθηκα ως ελεγχόμενη στις προσκλήσεις για προσκομιδή των στοιχείων και βιβλίων μου και προς παροχή των αναγκαίων πληροφοριών στη ΔΟΥ, όπως εντελώς μη αναμενόμενα και κατά παράβαση της αρχής της χρηστής διοίκησης μου προσάπτεται σήμερα; Πολλού δε και δεί.

Εδώ τονίζω και τα εξής σημαντικά προκειμένου να προλάβω και οποιαδήποτε σκέψη περί αβασιμότητας των παρόντων ισχυρισμών μου: ενόσω διενεργούνταν ο έλεγχος κατά τον ανωτέρω τρόπο, εκλήθην με το με αρ. πρωτ. +++ 2ο αίτημα προς παροχή πληροφοριών από την Δ.Ο.Υ ++ να προσκομίσω τα εν αυτή αναφερόμενα παραστατικά, με την αιτιολογία ότι δεν είχα ανταποκριθεί τάχα στο ανωτέρω 1ο αίτημά της (++). Εν συνεχεία με την με αρ. πρωτ. ++ «διαβίβαση σημειώματος διαπιστώσεων», μου γνωστοποιήθηκε-επιδόθηκε το με αρ. ++ σημείωμα διαπιστώσεων της Δ.Ο.Υ, όπως και οι καταστάσεις προσωρινού διορθωτικού προσδιορισμού φόρου εισοδήματος (οικ.ετών 2010-2014) και προσωρινού διορθωτικού προσδιορισμού ΦΠΑ (χρήσεις 2009-2013), άπασες υπογεγραμμένες από το ίδιο το ανωτέρω ελεγκτικό όργανο κ. ++, όπως προκύπτει από την επισκόπησή των, με τα οποία μου επιβάλλονταν τα εκεί αναγραφόμενα ποσά φόρων και προστίμων και πάλι με αιτιολογία «λόγω μη προσκόμισης βιβλίων και στοιχείων»!!

Δηλ. φαινόταν ότι μέχρι τότε (από το 2015 τάχα), δεν είχα συμμορφωθεί στον έλεγχο και δεν είχα προσκομίσει δήθεν τα αιτούμενα στοιχεία και βιβλία, παρά το ότι όπως ειπώθηκε, ο έλεγχος διενεργούνταν πραγματικά και με βάση τα στοιχεία και δεδομένα που παρείχα στο ίδιο το ελεγκτικό όργανο που υπέγραφε για την επιβολή σε μένα των ανωτέρω προσωρινώς προσδιορισθέντων ποσών!

Τούτο όμως συνέβη όχι φυσικά διότι αληθώς δεν είχα συμμορφωθεί, αλλά διότι είχε συμβεί το εξής απλό: ο ανωτέρω υπάλληλος λόγω του φόρτου εργασίας του και των ελεγκτέων δεδομένων (βλ. ανωτέρω την, στο μήνυμα του λογιστή μου, ευχή «καλό κουράγιο»), δεν είχε περατώσει τον ανατεθέντα εις αυτόν προκείμενο έλεγχο εντός του χρονικού διαστήματος που είχε ζητηθεί τόσο από την σχετική εισαγγελική παραγγελία του κ. Εισαγγελέως Οικ. εγκλήματος ήδη από το 2013 (ΑΒΜ ΕΟΕ ++), όσο και σύστοιχα από την υπηρεσία του, σύμφωνα τουλάχιστον με τα ανακοινωθέντα υπ` αυτού. Γι` αυτό και, όπως τουλάχιστον μου γνωστοποιήθηκε, στα πλαίσια διάρθρωσης και οργάνωσης των υπηρεσιών της ελεγκτικής αρχής, αναζητήθηκε ως λύση για εν είδος πρακτικής παράτασης του ελέγχου προς διευκόλυνση της υπηρεσίας και μόνο (και όχι δικής μου αφού άλλωστε εγώ από την αρχή είχα στην διάθεσή του τα βιβλία μου), η τυπική και μόνο ανωτέρω δικαιολογία, αφού κατά τον ανωτέρω τρόπο θα εδίδετο εν τοις πράγμασι νέο χρονικό υπηρεσιακό περιθώριο για την προσκόμιση τάχα των στοιχείων που δεν είχαν προσκομισθεί, οπότε και ο έλεγχος μετά ταύτα, θα συνεχίζονταν από την Δ.Ο.Υ, χωρίς υπηρεσιακώς να απαιτείται εν γένει για τους υπαλλήλους της Δ.Ο.Υ να δοθούν άλλες εξηγήσεις ιεραρχικά περί μη εγκαίρου περατώσεώς του.

Περί όλων τούτων διαβεβαίωσε τον ανωτέρω νόμιμο εκπρόσωπό μου ++, ο υπάλληλος της Δ.Ο.Υ κατά το χρόνο επίδοσης των ανωτέρω (πρόσκλησης και προσωρινού προσδιορισμού). Εμπιστευθείς ο εκπρόσωπός μου τον ανωτέρω υπάλληλο, καθησύχασε, αφού άλλωστε αφενός μεν γνώριζε ότι ο έλεγχος διενεργούνταν κανονικά και ήταν εν εξελίξει, αφετέρου ο υπάλληλος τον ενημέρωσε και ότι, τουλάχιστον μέχρι εκείνο το σημείο, δεν διαπιστώθηκε κάποια παράβαση που να επισύρει πράγματι την επιβολή των προσδιορισθέντων έστω και προσωρινά, υπέρογκων ποσών.

Αυτός είναι και ο λόγος που ενώ επιδόθηκαν σε μένα οι ανωτέρω προσωρινοί προσδιορισμοί-επιβολή φόρων και προστίμων, ωστόσο, δεν ετράπησαν αυτοί από την ελεγκτική αρχή σε οριστικούς εντός μηνός όπως προβλέπει ο νόμος, αλλά ο έλεγχος υπ` αυτής συνεχίστηκε, που φυσικά ενίσχυσε την εμπιστοσύνη μου περί της αξιοπιστίας των διαβεβαιώσεων του ελεγκτικού οργάνου και υπαλλήλου της Δ.Ο.Υ

Εν τούτοις ο ανωτέρω υπάλληλος, μετατέθηκε στα +++περί το Μάρτιο του 2018, χωρίς μέχρι τότε να έχει περατωθεί ο έλεγχος (και πάντως δεν μου γνωστοποιήθηκε προφορικά ή γραπτά κάτι σχετικό), αλλά και χωρίς να μου ζητήσει μέχρι τότε την επίδειξη/προσκομιδή αυτουσίως των βιβλίων μου, που όπως ειπώθηκε, πάντα είχα στην διάθεσή του.

Εν συνεχεία και ενώ όπως ήταν φυσικό ανέμενα δικαιολογημένα με βάση όλα όσα είχαν προηγηθεί, την συνέχιση και περάτωση εν τέλει του ελέγχου καθώς όπως είναι φυσικό, πίστευα, όπως και κάθε συνεπής και καλόπιστος φορολογούμενος και ελεγχόμενος στη θέση μου, ότι η ελεγκτική αρχή έχει υπηρεσιακή συνέχεια στην λειτουργία της που δεν διακόπτεται από την μετάθεση των υπαλλήλων της, εν τούτοις, εντελώς απρόσμενα μου κοινοποιήθηκαν οι προσβαλλόμενες με τα οριστικά πλέον ποσά, ωσάν να μην είχαν επισυμβεί ήδη από το 10ο/2015 τίποτα από τα ανωτέρω γεγονότα!!

Το εκπληκτικό δε, με βάση πάντα όσα ανωτέρω είχαν προηγηθεί μεταξύ εμού και της ελεγκτικής αρχής, είναι ότι προ κάθε κοινοποίησης των προσβαλλόμενων πράξεων, ούτε ο αντικαταστάτης υπάλληλος του κ. ++, ούτε κανένα άλλο ελεγκτικό όργανο ή υπάλληλος της Δ.Ο.Υ, με εκάλεσε για να παράσχω τις δέουσες ανωτέρω εξηγήσεις ή καθ` οιονδήποτε τρόπο εζήτησε την άποψή μου, αν και είναι γνωστό τοις πάσι ότι, όπως άλλωστε παγίως κρίνει και το ΣτΕ (ενδ. ΣτΕ 2370/2007), ερμηνεύοντας το δικαίωμα της προηγούμενης ακροάσεως του διοικούμενου που θεσπίζει το άρ. 20 παρ. 2 του Συντάγματος, πώς «η (φορολογική) αρχή έχει από το άρθρο 20 παρ. 2 του Συντάγματος την υποχρέωση να διασφαλίζει στον φερόμενο ως παραβάτη την ευχέρεια να εκθέτει σχετικά τις απόψεις του, ειδικότερα δε να του επιδίδει το σχετικό σημείωμα με κλήση για παροχή εξηγήσεων…Η συμμόρφωση της φορολογικής αρχής προς την υποχρέωση της αυτή αποτελεί προϋπόθεση νομιμότητος της σχετικής διαδικασίας [...] κατά το γράμμα και το σκοπό της πιο πάνω συνταγματικής διατάξεως, το θεσπιζόμενο με αυτήν δικαίωμα του διοικούμενου συνίσταται ακριβώς στην «προηγούμενη», δηλαδή πριν από την έκδοση της εις βάρος του εκτελεστής πράξεως, ακρόαση του από την αρμόδια αρχή.».

          Είναι δε απολύτως βέβαιο ότι εάν η ελεγκτική αρχή εγνώριζε άπαντα τα ανωτέρω και ιδίως ότι όχι μόνο παρέσχον στον υπάλληλό της κάθε στοιχείο και δεδομένο κάθε φορά που μου ζητούσε για να καταστή δυνατός ο υπ` αυτού έλεγχος, αλλά και ότι, ούτως ή άλλως, τα ίδια βιβλία και στοιχεία μου και για τον ίδιο ακριβώς έλεγχο είχα προσκομίσει ήδη στο ΣΔΟΕ, το οποίο, έχοντάς τα ήδη στα χέρια του, διαβίβασε την υπόθεση σ` αυτή για τα περαιτέρω, τότε κατά κρίση συνετού ανδρός, αφού αν μη τι άλλο, δεν με βαρύνει καμία υπαιτιότητα, δεν θα εξέδιδε εις βάρος μου τις προσβαλλόμενες, επιβάλλοντάς μου τα ανωτέρω εξοντωτικά ποσά, που δεν έχουν καμία σχέση με την πραγματική φορολογική και φοροδοτική μου υποχρέωση και οπωσδήποτε δεν ερείδονται επί των πραγματικών αντικειμενικών οικονομικών μου δεδομένων και δια τούτο ευθέως παραβιάζουν και τη συνταγματική αρχή της αναλογικότητας (25Σ).

Επειδή με βάση τα ανωτέρω είναι φανερό ότι οι προσβαλλόμενες ΔΕΝ είναι ΝΟΜΙΜΕΣ ΔΙΟΤΙ:

1) δεν με βαρύνει καμία υπαιτιότητα ως προς τα ανωτέρω καταμαρτυρούμενα περί δήθεν άρνησής μου για προσκομιδή βιβλίων και για παροχή πληροφοριών και είναι γνωστό ότι, με βάση το άρθρο 7 του Συντάγματος, είναι βασική αρχή του ΔΗΜΟΣΙΟΥ Δικαίου μας η πρόβλεψη και τιμώρηση της ΥΠΑΙΤΙΑΣ συμπεριφοράς του κοινωνού, της συμπεριφοράς δηλ. που είτε διαπράττεται με δόλο, είτε από αμέλεια και δεν νοείται στο καθόλου Ελληνικό Δίκαιο τιμώρηση ή κύρωση εις βάρος του κοινωνού με βάση την αρχή της αντικειμενικής ευθύνης.

2) με βάση όσα αναλυτικά ανωτέρω εκτέθηκαν και δεν αμφισβητούνται και αφορούν τις ενέργειες της διοίκησης προ της έκδοσης των προσβαλλομένων, η παρά ταύτα, εν συνεχεία μη αναμενόμενη και αδικαιολόγητη έκδοσή τους,παραβίασε τις αρχές του κράτους δικαίου και ειδικότερα της νομιμότητας της δράσεως της Διοικήσεως, της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης του διοικουμένου, αλλά και την αρχή της χρηστής Διοίκησης, που αποτελούν θεμελιώδεις αρχές του Διοικητικού Δικαίου και της δράσης της Διοίκησης, οι οποίες δεν ανέχονται τη διατήρηση σε ισχύ νομικών ή πραγματικών καταστάσεων που δημιουργήθηκαν κατά κατάφωρη παραβίαση του δικαίου και από αντιφατικές ενέργειες και συμπεριφορές της Διοίκησης, ως εν προκειμένω, αλλ` αντίθετα, με βάση αυτές, αναμένεται δικαιολογημένα και εμπιστεύεται ο διοικούμενος ότι η διοίκηση, ιδίως σε περίπτωση δυσμενών πράξεων, θα ενεργεί σύννομα κατά την διαδικασία επιβολής κυρώσεων και ότι δεν θα αυθαιρετεί εις βάρος του διοικούμενου, ιδίως ανατρέποντας με αντιφατικές μεταγενέστερες συμπεριφορές, την επιδειχθείσα δικαιολογημένη εμπιστοσύνη του φορολογούμενου.

3) Σε κάθε όμως περίπτωση είναι ΜΗ ΝΟΜΙΜΕΣ και ΑΚΥΡΩΤΕΣ διότι, όπως γίνεται παγίως δεκτό από τη νομολογία του ΣτΕ (βλ. την εντελώς πρόσφατη για το θέμα δημοσιευθείσα ΣτΕ 2305/2017, ΝΟΜΟΣ), από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 30 και 66 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (ν.2238/1994) και 36 ΚΒΣ, δηλ. των νομοθετημάτων και διατάξεων που επικαλείται και η Δ.Ο.Υ Καρδίτσας στις προσβαλλόμενες ως «ισχύουσες διατάξεις» συνάγεται ότι, προκειμένου να χωρήσει εξωλογιστικός προσδιορισμός των εσόδων επιχειρήσεως, πρέπει, καταρχήν, να διενεργηθεί έλεγχος των βιβλίων και στοιχείων της από τη φορολογική αρχή και να βεβαιωθεί ή ότι η επιχείρηση δεν τήρησε βιβλία και στοιχεία ή ότι τα τηρηθέντα από αυτήν είναι ανεπαρκή ή ανακριβή, με συνέπεια να καθίσταται αδύνατος ο λογιστικός προσδιορισμός. Εξάλλου, προς μη τήρηση βιβλίων και στοιχείων, άγουσα, κατά τ’ ανωτέρω, σε εξωλογιστικό προσδιορισμό, εξομοιούται και η άρνηση του επιτηδευματία να προσκομίσει τα βιβλία και στοιχεία του προς έλεγχο στη φορολογική αρχή ή η παράλειψή του να ανταποκριθεί σε σχετική πρόσκλησή της. Στην τελευταία, όμως αυτή περίπτωση, προκειμένου να χωρήσει νομίμως προσφυγή στον εξωλογιστικό προσδιορισμό, απαιτείται η φορολογική αρχή, φέρουσα κατά τούτο, το βάρος αποδείξεως, να βεβαιώνει ότι κατέβαλε προηγουμένως κάθε δυνατή προσπάθεια για τη διενέργεια του ελέγχου των βιβλίων και στοιχείων στην επαγγελματική εγκατάσταση του επιτηδευματία ή στο κατάστημα κάθε άλλου υποχρέου και ότι αυτός ήταν αδύνατος ή εξαιρετικώς δυσχερής (βλ. και ΣτΕ 3488/2007, 1038/2011, 4921/2012, 2832/2016, πρβλ. ΣτΕ 699/2001, 6137/1995, 3804/1988 κ.ά., άπασες ΝΟΜΟΣ).

Στην προκείμενη περίπτωση η Δ.Ο.Υ ++, όπως προκύπτει από τις προσβαλλόμενες, προέβη στον προσδιορισμό, τόσο των ακαθαρίστων εσόδων της, όσο και των καθαρών κερδών της, εξωλογιστικά, με την αιτιολογία ότι, παρά «τα αιτήματα παροχής πληροφοριών από την υπηρεσία μας», «ουδέποτε ανταποκρίθηκε προκειμένου να θέσει υπόψη του ελέγχου τα βιβλία και στοιχεία για τις ελεγχόμενες χρήσεις» .

Με βάση λοιπόν τα ανωτέρω, η ανωτέρω αιτιολογία της Δ.Ο.Υ περί προσφυγής στον εξωλογιστικό προσδιορισμό δεν είναι νόμιμη, διότι η φέρουσα το βάρος αποδείξεως φορολογική αρχή όχι μόνο δεν απέδειξε, αλλά ούτε καν επικαλέστηκε ότι μετέβη στην επαγγελματική εγκατάσταση και έδρα μου προς έλεγχο, πριν προβεί στην αποστολή των αιτημάτων-προσκλήσεως. Πλέον ειδικότερα, αν και με βάση τα ανωτέρω, ο έλεγχος των βιβλίων και στοιχείων του επιτηδευματία, διενεργείται, καταρχήν, στην επαγγελματική του εγκατάσταση, εν προκειμένω η Δ.Ο.Υ δεν επικαλείται στις εκθέσεις ελέγχου ότι, μέχρι την κοινοποίηση της παραπάνω αιτημάτων-προσκλήσεων, τα αρμόδια φορολογικά όργανα μετέβησαν στην έδρα μου και κατέβαλαν κάθε δυνατή προσπάθεια, προκειμένου να διενεργηθεί εκεί έλεγχος των βιβλίων και στοιχείων μου και ότι ο έλεγχος αυτός κατέστη αδύνατος για οποιοδήποτε λόγο και ποιόν.

Συνεπώς μη νομίμως η φορολογική αρχή προέβη στον εξωλογιστικό προσδιορισμό των εσόδων μου εκ μόνου του λόγου ότι δεν προσκόμισα τα βιβλία και στοιχεία «υπόψη» της προϊσταμένης της Δ.Ο.Υ ή του ανωτέρω υπαλλήλου που ορίστηκε απ` αυτή (36ΚΒΣ) στο κατάστημα της Δ.Ο.Υ.

Αλλά ακόμα και υπο την απίθανη εκδοχή ότι τάχα τα αιτήματα-προσκλήσεις της Δ.Ο.Υ, αφορούσαν την υπόδειξη τόπου και χρόνου διεξαγωγής του φορολογικού ελέγχου, μόνη η παράλειψη ανταπόκρισης σ` αυτά, δεν μπορεί να εξομοιωθεί κατά νόμω σύμφωνα με τα προεκτεθένα, με άρνησή μου να υποστώ τον έλεγχο και, συνακόλουθα, δεν θα καθιστούσε ούτε και τότε νόμιμη την προσφυγή στον εξωλογιστικό προσδιορισμό, ενόσω η φορολογική αρχή δεν αποδείκνυε ότι κατέβαλε κάθε δυνατή προσπάθεια να ανεύρει στην επαγγελματική εγκατάσταση του επιτηδευματία τα τηρηθέντα από αυτόν βιβλία και στοιχεία (βλ. ΣτΕ 2305/2017 αλλά και ΣτΕ 3488/2007 σκ. 8, πρβλ. ΣτΕ 232-3/2015, 768-9/2015).

Επειδή σε κάθε περίπτωση με την παρούσα επισυνάπτω και προσκομίζω μετ` επικλήσεως, ως εν ενιαίο και αδιαίρετο όλον μετ` αυτής και άπαντα τα φορολογικά μου βιβλία και στοιχεία σύμφωνα με τα ανωτέρω αιτήματα και για μία ακόμη φορά ΔΗΛΩΝΩ ότι δεν αρνούμαι, αλλ` αντιθέτως προσφέρομαι να παράσχω και κάθε σχετική πληροφορία προς κάθε ελεγκτικό όργανο και φυσικά και προς τη Δ.Ο.Υ Καρδίτσας, αλλά και κάθε άλλο απαραίτητο έγγραφο για την διενέργεια οποιουδήποτε ελέγχου, αλλά και να συνδράμω σ` αυτόν όπως μου ζητηθεί.

Επειδή για την απόδειξη των ανωτέρω προσκομίζω 1) την με αρ…………ένορκη βεβαίωση του ανωτέρω μάρτυρά μου λογιστή, της συμβ/φου Καρδίτσας…………... 2) εκτυπώσεις των ηλεκτρονικών αρχείων του ανωτέρω προς τον κ. ++ κατά τη διαδικασία ελέγχου και για τα αιτηθέντα υπο του τελευταίου στοιχεία και δεδομένα.

Επίσης στα πλαίσια της εξέτασης της βασιμότητας του λόγου της προσφυγής μου Ζητώ να εξεταστεί ενόρκως και ο ανωτέρω υπάλληλος της Δ.Ο.Υ+++

   Επειδή συνεπώς με βάση τα ανωτέρω, είναι φανερό ότι οι προσβαλλόμενες πάσχουν και ως προς τη ΝΟΜΙΜΟΤΗΤΑ και ως προς την ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΗ ΒΑΣΙΜΟΤΗΤΑ τους και έτσι ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΝΟΜΙΜΕΣ και γι αυτό θα πρέπει να ακυρωθούν,

   Επειδή με βάση τα προαναφερόμενα και τα σχετικά έγγραφα που προσκομίζω σε επικυρωμένο αντίγραφο, αποδεικνύεται η βασιμότητα της προσφυγής μου, αλλά και της αίτησης αναστολής, την οποία νόμιμα σωρεύω με την προσφυγή μου:

   ΑΙΤΗΣΗ ΑΝΑΣΤΟΛΗΣ

   Επειδή ακόμη για τους ανωτέρω λόγους, συντρέχει νόμιμη περίπτωση ν' ανασταλεί η περαιτέρω εκτέλεση των προσβαλλόμενων πράξεων επιβολής φόρων και προστίμων σε βάρος μου, υφισταμένων των προς τούτο νομίμων προϋποθέσεων, χωρίς να συντρέχει λόγος αποκλεισμού της αιτούμενης ακύρωσης.

   Επειδή ασκώ νόμιμα και εμπρόθεσμα ενδικοφανή προσφυγή κατά των ως άνω πράξεων της Διοικήσεως, οι οποίες για τους εκτιθέμενους σ' αυτή λόγους που είναι προδήλως βάσιμοι, πρέπει να γίνει δεκτή και ν' ακυρωθούν οι προσβληθείσες μ' αυτή πράξεις, ως εκ τούτου λοιπόν, συντρέχει νόμιμη περίπτωση χορήγησης σε μένα και της αιτούμενης αναστολής. Άλλωστε, ήδη με την ισχύουσα νομολογία, είναι δυνατή η χορήγηση της αναστολής, αρκεί να πιθανολογείται η ευδοκίμηση κάποιου από τους λόγους της προσφυγής ή να είναι δυνατό η εκτέλεση της πράξης να προκαλέσει ανεπανόρθωτη ζημία.

   Επειδή μέχρι σήμερα δεν μου έχει χορηγηθεί αναστολή της εκτέλεσης των εν λόγω πράξεων από την αρμόδια διοικητική αρχή.

   Επειδή άρχισε η εκτέλεση των προσβαλλόμενων πράξεων και με την πάροδο των προθεσμιών που τάσσει ο νόμος, θα βεβαιωθούν τα ποσά των προστίμων που μου επιβλήθηκαν στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. ++, οπότε δεν θα είμαι φορολογικά ενήμερος και θα κινδυνεύω με κατασχέσεις.

   Επειδή η περαιτέρω εκτέλεση των προσβαλλόμενων πράξεων θα μου προκαλέσει σοβαρή και ανεπανόρθωτη οικονομική ζημία, τόσο υλική όσο και ηθική, της οποίας η επανόρθωση θα είναι όχι μόνο ιδιαίτερα δυσχερής, αλλά ΑΔΥΝΑΤΗ, στην βεβαία περίπτωση ευδοκίμησης της προσφυγής μου και ακύρωσής τους.

Επειδή εξ άλλου γίνεται δεκτό ότι, κατά την έννοια των διατάξεων του άρθρου 202 του ΚΔΔ, συνιστά ανεπανόρθωτη ή δυσχερώς δυνάμενη να επανορθωθεί βλάβη, η εκτέλεση πράξης που έχει ως συνέπεια τον οικονομικό κλονισμό (Σ.τ.Ε. 548 και 550/1990, 111 και 410/1984, 91 και 100/1976 καθώς και Τριμελές Διοικητικό Πρωτοδικείο Λάρισας σε συμβούλιο 3, 4 και 5/2000, αδημοσίευτες). Κι ακόμη, ότι η αναστολή εκτελέσεως χορηγείται επιπλέον και: Πρώτον, όταν επιφέρει ουσιώδη περιορισμό της επαγγελματικής δραστηριότητας, ουσιώδη μείωση μέσων βιοπορισμού, ισχυρό οικονομικό κλονισμό επιχειρήσεως, οικονομική εξουθένωση του αιτούντα και την περιέλευση του ιδίου και της οικογενείας του σε δεινή κατάσταση, όταν δημιουργεί προβλήματα βιοπορισμού και αδυναμία εκπληρώσεως υποχρεώσεων στην αγορά (βλ. ΔΕφΑθ 20/2015, 72/2015, ΝΟΜΟΣ, σχετικό άρθρο στην ΕλλΔνη 1993, σελ. 923 επ., 927 με τις αυτόθι παραπομπές). Και δεύτερον, όταν από την άμεση εκτέλεση της πράξεως δύναται να επέλθει στον αιτούντα υλική ή ηθική βλάβη, ανεπανόρθωτη ή δυσχερώς επανορθώσιμη σε περίπτωση ακυρώσεως της πράξεως (ΕπιτρΑναστ. Σ.τ.Ε. 317, 305 και 292/1972, ΔιοικΕφΘεσ. 1/1991, Σολδάτος «Κώδικας Διοικητικής Διαδικασίας», έκδοση 2000, σελ. 386 επ.).

Επειδή η άμεση καταβολή του ποσοστού του 50% του ως άνω υπέρογκου καταλογισθέντος ποσού, θα μου προκαλέσει, ενόψει των τρεχουσών οικονομικών δυνατοτήτων μου, ανεπανόρθωτη οικονομική βλάβη και ισχυρότατο οικονομικό κλονισμό που θα οδηγήσει αναπόφευκτα όχι μόνο στη παύση των ανωτέρω δραστηριοτήτων μου βιβλιοπωλείου και κηροπλαστείου, αλλά και εν γένει του έργου που επιτελώ με ίδια μέσα.

Ειδικότερα η λήψη σε βάρος μου οποιουδήποτε αναγκαστικού μέτρου είσπραξης ή διοικητικού μέτρου για τον εξαναγκασμό είσπραξης του άμεσα καταβλητέου ποσού, όπως α) η κατάσχεση και ο πλειστηριασμός των ακινήτων, που χρησιμοποιώ για την άσκηση των ανωτέρω δραστηριοτήτων, αλλά και άλλων που διατηρώ, β) η κατάσχεση των χρημάτων στους λογαριασμούς μου που διατηρώ σε Τράπεζες, από τους οποίους πληρώνονται οφειλές μου προς τρίτους και εκτελείται η μισθοδοσία των υπαλλήλων μου και γ) η στέρηση χορήγησης φορολογικής ενημερότητας, λόγω της συνεπαγόμενης διακοπής της ανωτέρω δραστηριότητας, θα μου προκαλέσει ανεπανόρθωτη βλάβη και τούτο διότι:

Όπως είναι γνωστό για όλες τις ++, στο αντικείμενο «εργασιών», προέχει όχι φυσικά το επιχειρηματικό και κερδοσκοπικό οικονομικά στοιχείο, αλλά της παροχής Εκκλησιαστικού-Θρησκευτικού Έργου, όπως και Κοινωνικού. Γι` αυτό και οι ανωτέρω δραστηριότητές μου, σκοπό έχουν όχι φυσικά την επιδίωξη κέρδους επ` ωφελεία μου, αλλά αποτελούν μέσα δι` των οποίων μπορώ να επιτελώ αποτελεσματικά τον ανωτέρω σκοπό ίδρυσης και λειτουργίας μου κατά νόμω. Για την ομαλή λοιπόν συνέχιση αυτού η ακίνητη περιουσία μου, η οποία εμφαίνεται στην δήλωση ΕΝΦΙΑ και Ε9 που προσάγω και επικαλούμαι, ως συναρτώμενη με τη λειτουργία μου και τους ανωτέρω σκοπούς μου, πρέπει, για την ομαλή συνέχιση αυτής, αφενός μεν να υφίσταται, αφετέρου να είναι απαλλαγμένη από βάρη και συνεπώς η κατάσχεση και ο πλειστηριασμός των, θα επιφέρει, ισχυρότατο και μη αναστρέψιμο οικονομικό μου κλονισμό.

Για τον ίδιο λόγω, ήτοι της ανωτέρω φύσης των «εργασιών» μου, η χορήγηση πιστοποιητικού φορολογικής ενημερότητας, είναι αναγκαία για τη συνέχιση της λειτουργίας μου επι σκοπώ συνέχισης της δραστηριότητας και του προσφερόμενου έργου μου.

Επιπλέον, οι λογαριασμοί που διατηρώ στις τράπεζες σχετίζονται πράγματι, ενόψει με τις συναλλαγές μου και με τη μισθοδοσία των υπαλλήλων της και δεν είναι αποταμιευτικοί. Επομένως, ως αναγκαίοι για τη συναλλακτική μου δραστηριότητα και την κάλυψη των μισθών των υπαλλήλων της (βλ. κατάσταση μισθοδοσίας……), πρέπει να είναι απαλλαγμένοι από βάρη έτσι ώστε να μπορώ να ανταποκριθώ στις οφειλές και υποχρεώσεις μου.

Συνεπώς λόγω της οικονομικής μου κατάστασης, όπως αποτυπώνεται απ` όλα τα ανωτέρω προσκομιζόμενα έγγραφα, σε συνδυασμό με την επιτακτική ανάγκη εκπλήρωσης των υποχρεώσεών μου και συνέχισης προσφοράς του έργου μου, αδυνατώ να καταβάλω το ποσό των ….. ευρώ, προκειμένου να αποτρέψω τη λήψη σε βάρος μου, εκ μέρους του Δημοσίου, αναγκαστικών ή διοικητικών μέτρων για την είσπραξη του. Ενόψει αυτών, η λήψη σε βάρος μου αιτούσας μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης της προαναφερόμενης ακίνητης περιουσίας της, των εκάστοτε καταθέσεών μου στους ως άνω λογαριασμούς, καθώς και η λήψη σε βάρος μου του διοικητικού μέτρου της στέρησης χορήγησης πιστοποιητικού φορολογικής ενημερότητας, θα καταστήσει αδύνατη την υγιή συνέχιση της άσκησης της αμφιλαφούς-εκτεταμμένης δραστηριότητας μου και, επομένως, θα υποστώ ανεπανόρθωτη βλάβη, μη δυνάμενη να αποκατασταθεί σε περίπτωση ευδοκίμησης της παρούσης προσφυγής. Άλλωστε, χορηγουμένης της αναστολής, διασφαλίζεται και το δημόσιο συμφέρον, αφού διαθέτω ακίνητη περιουσία (βλ. τη σχετική δήλωση ΕΝΦΙΑ) από την οποία μπορεί να ικανοποιηθεί το Δημόσιο.

Επειδή λοιπόν για τους ανωτέρω λόγους, συντρέχει νόμιμη περίπτωση ν' ανασταλεί η περαιτέρω εκτέλεση των προσβαλλόμενων πράξεων εναντίον μου, υφισταμένων των προς τούτο νομίμων προϋποθέσεων, χωρίς να συντρέχει λόγος αποκλεισμού χορήγησης της αιτούμενης αναστολής, δεδομένου ότι διαφορετικά, τυχόν εκτέλεση των προσβαλλόμενων πράξεων θα μου προκαλέσει ανεπανόρθωτη βλάβη, οικονομική κυρίως και ηθική, πέραν του ότι μου είναι αδύνατο να καταβάλλω το ποσό αυτό, ελλείψει πόρων, περιουσίας και εσόδων.

Επειδή η παρούσα προσφυγή μου είναι νόμιμη, βάσιμη και αληθής και ασκείται εμπρόθεσμα κατά των ανωτέρω Πράξεων και Εκθέσεων,

Για τους ανωτέρω λόγους και με την επιφύλαξη των δικαιωμάτων μου

ΑΙΤΟΥΜΑΙ: 1) Να γίνει δεκτή η παρούσα προσφυγή μου. Να ακυρωθούν και εξαφανιστούν, άλλως τροποποιηθούν, οι ανωτέρω προσβαλλόμενες με την παρούσα Πράξεις και Εκθέσεις της ΔΟΥ ++ και αναπεμπομένης, να κριθεί εκ νέου η υπόθεσή μου για τα φορολογικά μου στοιχεία που αφορά ο έλεγχος και να διαταχθούν τα νόμιμα.2) Να γίνει δεκτή η αίτησή μου και να ανασταλεί, για τους προαναφερόμενους λόγους, η εκτέλεση εναντίον μου εκ των προσβαλλόμενων ως άνω διοικητικών πράξεων, ήτοι να ανασταλεί η καταβολή του ποσοστού πενήντα τοις εκατό (50%) των προσβαλλόμενων και αμφισβητούμενων ως άνω ποσών τους.

   Αντίκλητό μου και πληρεξούσιο διορίζω τον Δικηγόρο παρ` Αρείω Πάγω του Πρωτοδικείου Καρδίτσας Ανδρέα Απ. Βρόντο, ΑΜ 249 ΔΣΚαρδίτσας, Πλαστήρα 12, Καρδίτσα, τηλ. 2441041255.

         Το προσφεύγον και αιτούν την αναστολή

                   (δια του νομίμου εκπροσώπου)

 

Copyright Βρόντος Ανδρέας © 2013