κατάληψη ακινήτου και χρήση του.αγωγή για απόδοση της ωφέλειας-καρπών.αδικοπραξία.αδικαιολόγητος πλουτισμός.ωφέλεια απο την μη πληρωμή μισθώματος.Αντέφεση.ΕφΛαρ.62/2015

 

 

Αριθμός 62/2015

 

 ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΛΑΡΙΣΑΣ

Αποτελούμενο από τους Δικαστές Ναπολέοντα Ζούκα, Πρόεδρο Εφετών, Ελένη Πολύχρονου, Αρχοντούλα Σταυρίδου-Εισηγήτρια, Εφέτες, και τη Γραμματέα Αλεξάνδρα Μπουραδάμου.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 21 Μαρτίου 2014, για να δικάσει την υπόθεση, στην οποία διάδικοι είναι:

ΕΦΕΣΗ

ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΕΣ:          1) Ομόρρυθμη Εταιρία++ + 2) ++++και 3) ++++, οι οποίοι παραστάθηκαν δια του πληρεξουσίου δικηγόρου τους ++++.

ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΙ: 1),2),3)++, οι οποίοι παραστάθηκαν δια του πληρεξουσίου δικηγόρου τους +++++

ΑΝΤΕΦΕΣΗ

ΑΝΤΕΚΚΑΛΟΥΝΤΕΣ: 1) +++, 2) +++ωτίου, 3) +++, οι οποίοι παραστάθηκαν δια του πληρεξουσίου δικηγόρου τους Ανδρέα Βρόντου.

ΚΑΘΩΝ Η ΑΝΤΕΦΕΣΗ: 1) Ομόρρυθμη +++, 2) +++ και 3) ++, οι οποίοι παραστάθηκαν δια του πληρεξουσίου δικηγόρου τους +++.

Οι εφεσίβλητοι-αντεκκαλούντες, με την υπ' αριθμό καταθέσεως +++ αγωγή του, ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου ++, ζήτησε να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται σ’ αυτή. Το Δικαστήριο, δέχθηκε κατά ένα μέρος την αγωγή, με την +++ οριστική απόφασή του. Την απόφαση αυτή προσέβαλαν οι εκκαλούντες-καθών η αντέφεση, με την υπ' αριθμό καταθέσεως ++ έφεσή τους και οι αντεκκαλούντες-εφεσίβλητοι, με την υπ' αριθμό καταθέσεως +++ αντέφεσή τους, ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου.

Οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων, αναφέρθηκαν στις προτάσεις που κατέθεσαν.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η υπό κρίση έφεση κατά της υπ’ αριθμό ++ οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου ++, που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων κατά την τακτική διαδικασία, επί αγωγής των εφεσιβλήτων κατά των εκκαλούντων, έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 495 παρ. 1, 2, 499, 511, 513 παρ. 1β, 518 παρ. 1 και 520 παρ. 1 του ΚΠολΔ. Πρέπει, επομένως, η έφεση να γίνει τυπικά δεκτή και να εξεταστεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της (άρθρο 533 παρ. 1 του ΚΠολΔ) κατά την ίδια όπως και πρωτόδικα διαδικασία. Με την εν λόγω έφεση πρέπει να συνεκδικαστεί λόγω του παρεπόμενου χαρακτήρα της και η ασκηθείσα με ιδιαίτερο δικόγραφο, που κατατέθηκε στη γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου και επιδόθηκε εμπρόθεσμα στους εκκαλούντες, αντέφεση των τριών πρώτων εφεσιβλήτων κατά της ίδιας απόφασης. Η αντέφεση στρεφόμενη κατά των κεφαλαίων της απόφασης που προσβάλλονται με την έφεση έχει ασκηθεί παραδεκτά και πρέπει να εξεταστεί περαιτέρω κατ’ ουσίαν σύμφωνα με το άρθρο 523 του ΚΠολΔ.

Οι ενάγοντες και ήδη εφεσίβλητοι με την από +++ και με αριθμό κατάθεσης δικογράφου ++ αγωγή που άσκησαν ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου ++ ιστορούσαν ότι είναι συγκύριοι κατά τα αναφερόμενα σε αυτή ποσοστά ενός ακινήτου (αγροτεμαχίου), που προήλθε από τη συνένωση περισσότερων μικρότερων, συνολικής έκτασης 13.903,93 τ.μ., εντός της οποίας υφίσταται μία διώροφη οικοδομή αποτελούμενη από έξι ισόγεια καταστήματα και έξι διαμερίσματα του πρώτου ορόφου, εμβαδού 122,20 τ.μ. το καθένα, καθώς και από μία κλειστή αποθήκη εμβαδού 695,52 τ.μ., ένα ανοιχτό στέγαστρο εμβαδού 200 τ.μ., ένα κλειστό χώρο-αποθήκη εμβαδού 1.000 τ.μ., μία κλειστή αποθήκη εμβαδού 120 τ.μ., και ένα ισόγειο κτίσμα-γραφείο εμβαδού 65,87 τ.μ. Ότι η πρώτη εναγομένη ομόρρυθμη εταιρία, της οποίας ο δεύτερος και η τρίτη εναγομένη είναι ομόρρυθμα μέλη, στις αρχές Ιουλίου 2007 εισήλθε χωρίς δικαίωμα εντός του ανωτέρω ακινήτου, το οποίο χρησιμοποίησε έως τις αρχές Φεβρουάριου 2008 για την εναπόθεση, αποθήκευση, εμπορία και  διακίνηση ξυλείας και δασικών προϊόντων στα πλαίσια άσκησης της εμπορικής της δραστηριότητας, παρεμποδίζοντας τους ίδιους στη χρήση του ακινήτου και καρπούμενη αυτή τα ωφελήματα από τη χρήση του επί ζημία τους, εξοικονομώντας έτσι το ποσό των 10.000 ευρώ μηνιαίως, στο οποίο ανέρχεται η μισθωτική αξία του ακινήτου και το οποίο θα δαπανούσε για την εκμίσθωση του χώρου ή άλλου όμοιου με αυτόν. Με βάση τα παραπάνω ζητούσαν, επικαλούμενοι τις διατάξεις των άρθρων 1096 έως 1100 του ΑΚ και τις περί αδικοπραξίας διατάξεις των άρθρων 914 επ. του ΑΚ, άλλως τις περί αδικαιολογήτου πλουτισμού διατάξεις, να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι εις ολόκληρον έκαστος να καταβάλουν σε καθέναν από αυτούς (ενάγοντες) ανάλογα με το ποσοστό συγκυριότητάς του στο ακίνητο το όφελος που η πρώτη εναγομένη εταιρία απεκόμισε από τη χρήση του κοινού ακινήτου κατά το επίδικο διάστημα συνολικού ποσού 53.333,12 ευρώ (6.666,64 X 8 μήνες), καθώς και το ποσά των 2.000 ευρώ σε καθέναν ως χρηματική ικανοποίηση για την ηθική βλάβη που υπέστησαν από την παραπάνω παράνομη και υπαίτια συμπεριφορά των εναγομένων, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής. Επί της αγωγής αυτής εκδόθηκε η υπ’ αριθμό +++ απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου ++, η οποία αφού απέρριψε ως αόριστη την περί αδικοπραξίας βάση της αγωγής και ως μη νόμιμη τη βάση της αγωγής που οι ενάγοντες έτειναν να θεμελιώσουν στις διατάξεις των άρθρων 1096 έως 1100 του ΑΚ, ακολούθως έκανε δεκτή ως νόμω βάσιμη και εν μέρει ως κατ’ ουσίαν βάσιμη τη βάση του αδικαιολόγητου πλουτισμού και υποχρέωσε τους εναγομένους εις ολόκληρον τον καθένα να καταβάλουν στους ενάγοντες κατά το ποσοστό της συγκυριότητάς τους, για το διάστημα από τον Ιούλιο 2007 έως και το Δεκέμβριο 2008 το συνολικό ποσό των 36.000 ευρώ, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής.

Κατά της απόφασης αυτής παραπονούνται ήδη οι διάδικοι για κακή εκτίμηση των αποδείξεων και εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου, ζητώντας για τους ειδικότερους στα δικόγραφά τους αναφερόμενους λόγους, οι μεν εναγόμενοι-εκκαλούντες την εξαφάνιση της εκκαλουμένης κατά το μέρος που έκανε δεκτή την αγωγή, ώστε να απορριφθεί αυτή στο σύνολό της, οι δε τρεις πρώτοι των εναγόντων- αντεκκαλούντες, την εξαφάνιση της εκκαλουμένης κατά τα προσβαλλόμενα με την αντέφεσή του κεφάλαια, ώστε να γίνει εξολοκλήρου δεκτή η αγωγή τους.

Οι εναγόμενοι και ήδη εκκαλούντες πρωτοδίκως προέβαλαν την ένσταση της καταχρηστικής άσκησης του αξιούμενου δικαιώματος, ισχυριζόμενοι ότι ο δεύτερος από αυτούς είναι συνιδιοκτήτης μαζί με τους ενάγοντες και η τρίτη από αυτούς και ο σύζυγός της +++ είναι συνεπικαρπωτές, ο δε γιος τους +++ ψιλός κύριος σε ποσοστό ++ εξ αδιαιρέτου του περιγραφομένου στην αγωγή αγροτεμαχίου. Ότι όλοι οι συνιδιοκτήτες έχουν διανήμει κατά χρήση τα διαμερίσματα του πρώτου ορόφου της οικοδομής, στην οποία διαμένουν και τα έξι ισόγεια καταστήματα, ενώ όλους τους υπόλοιπους ακάλυπτους και στεγασμένους χώρους τους είχαν παραχωρήσει δωρεάν στην ήδη υπό εκκαθάριση τελούσα εταιρία με την επωνυμία «+++.» με ομόρρυθμα μέλη τους δεύτερο και τρίτο των εναγόντων, τη ++, μητέρα της τέταρτης και πέμπτου των εναγόντων, το δεύτερο εναγόμενο και το σύζυγο της τρίτης εναγομένης ++. Ότι η εταιρία αυτή μετέφερε εντός του ακινήτου με τα φορτηγά της μεγάλες ποσότητες ξυλείας που αποθήκευε και επεξεργαζόταν σε αυτό καταλαμβάνοντας με τα φορτηγά της, το προσωπικό και την ξυλεία της όλο το πίσω μέρος του ακινήτου, ενώ ο αύλειος χώρος έμπροσθεν της διώροφης οικοδομής χρησιμοποιούνταν από τρίτους μισθωτές των καταστημάτων είτε για τη στάθμευση των αυτοκινήτων τους είτε για την αποθήκευση των προϊόντων τους χωρίς ποτέ να διαμαρτυρηθεί κανείς. Ότι μετά τη λύση της «+++ Ο.Ε.», ο δεύτερος και τρίτος των εναγόντων μετά των γιων του τρίτου ενάγοντα συνέστησαν την εταιρία «+++ Ο.Ε.», η οποία χρησιμοποιεί το επίδικο για τη στάθμευση των αυτοκινήτων και των μηχανημάτων της στα πλαίσια άτυπης συμφωνίας τόσο των δικαιοπαρόχων της, όσο και των ιδίων για σύγχρηση του ακινήτου από τρίτους μισθωτές ή δωρεάν παραχωρησιούχους και ότι η πρώτη από αυτούς εγκαταστάθηκε στο επίδικο αναπτύσσοντας την εμπορική της δραστηριότητα μετά από δωρεάν παραχώρηση από τους δεύτερο και τρίτο των εναγομένων των ισογείων καταστημάτων τους στη διώροφη οικοδομή πιστεύοντας ότι οι ενάγοντες θα αποδεχθούν και την από αυτή σύγχρηση του ακινήτου για την άσκηση της εμπορίας της, ενόψει και του γεγονότος ότι οι ενάγοντες ουδέποτε εξέφρασαν την πρόθεσή τους να το εκμισθώσουν. Τα παραπάνω όμως πραγματικά περιστατικά και αληθή υποτιθέμενα δεν μπορούν να θεμελιώσουν την εκ του άρθρου 281 του ΑΚ ένσταση της καταχρηστικής άσκησης του επίδικου δικαιώματος και δεν καθιστούν την άσκηση της αγωγής αντίθετη στα όρια που θέτουν η καλή πίστη, τα χρηστά ήθη και ο κοινωνικοοικονομικός σκοπός του δικαιώματος. Το Πρωτοβάθμιο, επομένως, Δικαστήριο, που έκρινε τα ίδια και απέρριψε την ένσταση ως νόμω αβάσιμη, ορθά το νόμο ερμήνευσε και εφάρμοσε και όσα περί του αντιθέτου ισχυρίζονται οι εκκαλούντες με τον πρώτο λόγο της έφεσής τους κρίνονται απορριπτέα στην ουσία τους. Από τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων που εξετάστηκαν πρωτοδίκως, οι οποίες περιέχονται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του Πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και το σύνολο των εγγράφων που οι διάδικοι επικαλούνται και νόμιμα προσκομίζουν για να ληφθούν υπόψη είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Οι ενάγοντες είναι συγκύριοι εξ αδιαιρέτου σε ποσοστό 5.510/72.000 η πρώτη, 8.645/72.000 ο δεύτερος, 9.845/72.000 ο τρίτος, 1.200/72.000 η τέταρτη και 22.800/72.000 ο πέμπτος από αυτούς ενός αγροτεμαχίου συνολικής έκτασης 13.903,93 τ.μ., που βρίσκεται στη θέση «+++» της κτηματικής περιφέρειας του Δήμου ++ και συνορεύει ανατολικά ++++ Τα παραπάνω ποσοστά συγκυριότητας εκάστου, τα όρια και η θέση του ακινήτου δεν αμφισβητούνται από τους διαδίκους. Συγκύριοι του ίδιου ακινήτου σε ποσοστό 12.000/72.000 (1/6) εξ αδιαιρέτου ο καθένας είναι επίσης ο δεύτερος εναγόμενος ++ και ο +++, γιος της τρίτης εναγομένης, η οποία μαζί με το σύζυγό της +++ είναι συνεπικαρπωτές στο επίδικο κατά το ανωτέρω ιδανικό μερίδιο του γιου τους ++. Το παραπάνω αγροτεμάχιο προέκυψε από τη φυσική συνένωση πέντε όμορων ακινήτων συγκυριότητας των διαδίκων και των απωτέρων δικαιοπαρόχων τους, που συνδέονται όλοι με στενή συγγένεια. Στο ως άνω ενιαίο ακίνητο όλοι οι συγκύριοι και συννομείς ανήγειραν διώροφη οικοδομή, αποτελούμενη από έξι ισόγεια καταστήματα, εμβαδού 122,20 τ.μ. έκαστο, τα οποία έχουν διανείμει κατά χρήση και τα εκμισθώνουν σε τρίτους και έξι διαμερίσματα του πρώτου  ορόφου, εμβαδού 122,20 τ.μ.  το καθένα, τα οποία χρησιμοποιούνται από τους ίδιους ως κύριες κατοικίες τους. Ακόμη ανήγειραν εντός αυτού δύο αποθήκες από τσιμεντόλιθο, εμβαδού 695,52 και 120 τ.μ. περίπου, αντίστοιχα, ένα ισόγειο κτίσμα εμβαδού 65,87 τ.μ., καθώς και δύο στέγαστρα, επιφάνειας 1.000 τ.μ., και 92 τ.μ. αντίστοιχα. Τα κτίσματα αυτά, τους στεγασμένους χώρους και τον ακάλυπτο χώρο του ακινήτου χρησιμοποιούσε από το έτος 1970 έως τα τέλη του 2006, οπότε λύθηκε και τέθηκε υπό καθεστώς εκκαθάριση, η ομόρρυθμη εταιρία με την επωνυμία «+++ Ο.Ε.», που είχε ως αντικείμενο την εμπορία και επεξεργασία (πριστήριο) ξυλείας, μέλη της οποίας υπήρξαν, ο δεύτερος και τρίτος των εναγόντων, η ++, μητέρα της τέταρτης και του πέμπτου από αυτούς, ο δεύτερος εναγόμενος και ο +++, σύζυγος της τ-τρΐτης εναγομένης και αδελφός του δευτέρου από αυτούς. Στην ανατολική δε πλευρά του αγροτεμαχίου, κατά μήκος της οποίας αυτό εφάπτεται με την εθνική οδό +++, κατασκεύασαν οι ίδιοι οδικό κόμβο εισόδου και εξόδου για την εξυπηρέτηση των οχημάτων της παραπάνω επιχείρησής τους. Μετά τη λύση της παραπάνω ομόρρυθμης εταιρίας συστήθηκαν: 1) το Φεβρουάριο 2007 η εταιρία με την επωνυμία «+++ Ο.Ε.» με αντικείμενο την εμπορία ξυλείας και τη λειτουργία πριστηρίου για την επεξεργασία ξυλείας και με έδρα το +++, μέλη της οποίας είναι ο δεύτερος και ο τρίτος των εναγόντων, που είναι αδέλφια, καθώς και οι γιοι του τρίτου από αυτούς +++ +++ και 2) το Μάϊο του 2007 η πρώτη εναγομένη ομόρρυθμη εταιρία με την επωνυμία ++ Ο.Ε.», μέλη της οποίας είναι οι δεύτερος και τρίτη των εναγομένων, με έδρα της το επίδικο ακίνητο και με αντικείμενο δραστηριότητας την εισαγωγή και εμπορία πριστής ξυλείας και οικοδομικών υλικών. Από τις αρχές Ιουλίου 2007 η πρώτη εναγομένη άρχισε να χρησιμοποιεί τον ακάλυπτο χώρο του ως άνω κοινού αγροτεμαχίου έκτασης 10 περίπου στρεμμάτων, που είναι ασφαλτοστρωμένος, για τη μεταφορά, τη φόρτωση, την εκφάρτωση και τη στάθμευση φορτηγών αυτοκινήτων, καθώς και για την αποθήκευση μεγάλων ποσοτήτων πριστής ξυλείας στα εντός αυτού ευρισκόμενα στέγαστρα. Με τον τρόπο αυτό η πρώτη εναγομένη διατάραξε τη συννομή και συγκυριότητα των εναγόντων κατά τα ιδανικά τους μέρη, αφού η χρήση στην οποία προέβη έγινε κατά τρόπο αυθαίρετο και χωρίς τη συναίνεση των τελευταίων. Η κατάσταση αυτή διήρκεσε από τον Ιούλιο του 207 έως και το Δεκέμβριο του 2007, οπότε η πρώτη εναγομένη στις 4-1-2008 απεχώρησε από τη χρήση του επιδίκου (βλ. την από 28-1-2008 εξώδικη δήλωσή της προς τους ενάγοντες), συμμορφούμενη με το διατακτικό της υπ’ αριθμό +++ απόφασης του Ειρηνοδικείου +++ περί παύσης της διατάραξης, η οποία έκανε δεκτή αίτηση ασφαλιστικών μέτρων προστασίας της συννομής των εναγόντων κατά των εναγομένων. Η πρώτη εναγομένη με την ως άνω χρήση τμήματος του επιδίκου ωφελήθηκε το χρηματικό ποσό που θα δαπανούσε, προκειμένου να μισθώσει άλλο χώρο με τις ίδιες προδιαγραφές για τη λειτουργία της επιχείρησής της κατά την παραπάνω χρονική περίοδο των έξι μηνών και επομένως κατέστη πλουσιότερη χωρίς νόμιμη αιτία σε βάρος της περιουσίας των εναγόντων, ενώ δεν απαιτείται να υπάρχει αντίστοιχη περιουσιακή μετακίνηση, καθόσον ο πλουτισμός προήλθε εν προκειμένω από την προσβολή της συννομής των εναγόντων, η οποία είναι επιδεκτική χρηματικής αποτίμησης. Η ωφέλεια της εναγομένης έγκειται στην αποφυγή ελάττωσης της περιουσίας της, στην οποία θα προέβαινε, αν είχε υποβληθεί στη σχετική δαπάνη μίσθωσης άλλου χώρου. Τέλος αποδεικνύεται ότι η μισθωτική αξία του χρησιμοποιηθέντος από την πρώτη εναγομένη ακάλυπτου χώρου με τα επ’ αυτού στέγαστρα ανέρχεται, λαμβανομένων υπόψη της θέσης του πλησίον της εθνικής οδού, του υπάρχοντος οδικού κόμβου εισόδου και εξόδου από αυτόν, της υλικής του υποδομής και  της μεγάλης του έκτασης, στο ποσό των 6.000 ευρώ μηνιαίως. Το Πρωτοβάθμιο, επομένως, Δικαστήριο, που δέχθηκε ότι η πρώτη εναγομένη εξοικονόμησε κατά το διάστημα των μηνών Ιουλίου έως Δεκεμβρίου 2007 το ποσό των 36.000 ευρώ και ακολούθως επεδίκασε σε καθέναν από τους ενάγοντες ποσό ανάλογο με το ποσοστό συγκυριότητάς τους στο ακίνητο, ορθά τις αποδείξεις εκτίμησε και το νόμο εφάρμοσε και όσα περί του αντιθέτου ισχυρίζονται οι διάδικοι με τις υπό κρίση έφεση και αντέφεση κρίνονται απορριπτέα στην ουσία τους. Πρέπει, επομένως, η έφεση και η αντέφεση να απορριφθούν ως κατ' ουσίαν αβάσιμες και να καταδικαστούν 'εκκαλούντες και οι αντεκκαλούντες στα δικαστικά έξοδα των αντιδίκων Τους αντίστοιχα του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας (άρθρα 183, 176

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Συνεκδικάζει τις με αριθμούς κατάθεσης ++ και ++ έφεση και αντέφεση αντίστοιχα.

Δέχεται τυπικά την έφεση και την αντέφεση.

Απορρίπτει στην ουσία της την έφεση.

Καταδικάζει τους εκκαλούντες στα δικαστικά έξοδα των εφεσιβλήτων του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, τα οποία καθορίζει σε χίλια διακόσια (1.200) ευρώ.

Απορρίπτει στην ουσία της την αντέφεση.

Καταδικάζει τους αντεκκαλούντες στα δικαστικά έξοδα των εφεσιβλήτων του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, τα οποία καθορίζει σε εννιακόσια εξήντα (960) ευρώ.


ΒΡΟΝΤΟΣ ΑΝΔΡΕΑΣ

aristotelis

Χρη λέγειν τα καίρια

Εν δε δικαιοσύνη συλλήβδην πάς` αρετή εστίν.
(Η δικαιοσύνη περικλείει όλες τις αρετές).

Θέογνις (6ος αι. π.Χ.)

 

 

aristotelis

Ένα αστείο είναι κάτι πολύ σοβαρό

Ποια είναι η διαφορά ανάμεσα στο Θεό και ένα δικηγόρο;

Ο Θεός δεν λέει ότι είναι δικηγόρος.

 


 

aristotelis

Μονάχη έγνοια η γλώσσα μου στις αμμουδιές του Ομήρου

Η παγκόσμια επιρροή της Ελληνικής γλώσσας


Επικοινωνία


Γραφείο Αθηνών: Ακαδημίας 33, Β' Όροφος
Τηλέφωνο: 6972422002

Γραφείο Καρδίτσας: Πλαστήρα 12
Τηλέφωνο: 24410 41255

Κινητό: 6972422002
Email: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

 

Copyright Βρόντος Ανδρέας © 2013