όχημα,παρακράτηση κυριότητας,εκχώρηση,ενέχυρο,νομή,υπαναχώρηση,ασφαλιστικά μέτρα,υπερχρεωμένα νοικοκυριά

ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

+++

ΚΑΤΑ

Της τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «B+++», που εδρεύει στο Σάλτσμπουργκ της Αυστρίας με υποκατάστημα στην Αθήνα, οδός Ζέππου 33 Γλυφάδα, νομίμως εκπροσωπούμενης

 

Καρδίτσα 14/3/2014

 

Συζητείται ενώπιόν σας την +++ η από 15/3/13 με αρ. κατ. +++ίτηση ασφαλιστικών μέτρων νομής της αντιδίκου εναντίον μου την οποία αρνούμαι και αποκρούω ως νόμω και ουσία αβάσιμη, απαράδεκτη, αόριστη και αναληθή και αιτούμενος την απόρριψή της, όπως και την απόρριψη των προτάσεων, ενστάσεων και ισχυρισμών της, επάγομαι τα εξής:         

 

                                                                                 Ι

 ΜΗ ΝΟΜΙΜΟ ΤΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ-ΕΛΛΕΙΨΗ ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΗΣ ΝΟΜΙΜΟΠΟΙΗΣΗΣ

 Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 383, 389 παρ. 2, 455, 458, 460, 461, 462, 470, 532 παρ. 1, 976, 977, 1034, 1035, 1094 και 1095 ΑΚ συνάγονται τα εξής: Αν στην πώληση κινητού έχει τεθεί ο όρος ότι ο πωλητής διατηρεί την κυριότητα ωσότου το τίμημα, που εν όλω ή εν μέρει πιστώνεται, αποπληρωθεί, λογίζεται, σε περίπτωση αμφιβολίας, ότι η μεταβίβαση της κυριότητας στον αγοραστή επέρχεται μόλις πληρωθεί η αίρεση της αποπληρωμής του τιμήματος και ότι, σε περίπτωση υπερημερίας του αγοραστή ως οφειλέτη, εν όλω ή εν μέρει, του τιμήματος, ο πωλητής, που κατ?αρχήν παραμένει όχι μόνο κύριος αλλά και νομέας του κινητού, έχει δικαίωμα α) είτε να απαιτήσει το τίμημα, η είσπραξη του οποίου, σημειωτέον, θα επιφέρει τη μεταβίβαση της κυριότητας στον αγοραστή, β) είτε, αφού πρώτα υπαναχωρήσει από τη σύμβαση της πωλήσεως, να ασκήσει τα δικαιώματά του από την κυριότητα και ιδίως να ασκήσει διεκδικητική ως προς το κινητό αγωγή κατά του αγοραστή, που είναι ο κάτοχος του κινητού και που δεν μπορεί πια να αρνηθεί την απόδοση αυτού με την από το άρθρο 1095 ΑΚ ένσταση, γ) είτε να ασκήσει τα από τις γενικές διατάξεις περί υπερημερίας οφειλέτη από αμφοτεροβαρή σύμβαση οικεία ενοχικά δικαιώματα και ιδίως, αφού πρώτα υπαναχωρήσει από τη σύμβαση πωλήσεως, να ασκήσει κατά του αγοραστή αγωγή για απόδοση του κινητού κατά τις διατάξεις για τον αδικαιολόγητο πλουτισμό (βλ. Ολ. ΑΠ 22/1987). Η κατά τα ανωτέρω υπαναχώρηση γίνεται με την οικεία δήλωση που αποτελεί μονομερή δικαιοπραξία διαπλαστικού χαρακτήρα και που δεν υποβάλλεται σε τύπο και γι` αυτό μπορεί να γίνει ρητά ή σιωπηρά με πράξεις που αναμφισβήτητα δηλώνουν τον προς τούτο σκοπό, όπως είναι η από τον πωλητή επιχειρούμενη και στρεφόμενη κατά του αγοραστή δικαστική επιδίωξη της ανακτήσεως της κατοχής του κινητού. Περαιτέρω, σε περίπτωση πωλήσεως κινητού με τον προαναφερόμενο όρο της διατηρήσεως της κυριότητας, ο πωλητής δικαιούται να εκχωρήσει σε τρίτον, με την οικεία μεταξύ τους σύμβαση, την επί το τίμημα απαίτησή του όπως και κάθε άλλη ενοχική απαίτησή του από τη σύμβαση της πωλήσεως, αφότου δε ο τρίτος (εκδοχέας) ή ο πωλητής (εκχωρητής) αναγγείλει την εκχώρηση στον αγοραστή (οφειλέτη), αποκόπτεται κάθε σχετικός με την εκχωρούμενη απαίτηση δεσμός του πωλητή και την απαίτηση αυτήν αποκτά ο εκδοχέας, που έκτοτε αυτός και όχι ο πωλητής δικαιούται σε δικαστική επιδίωξη και είσπραξη αυτής (ΕφΛαρ 502/2004 ΝΟΜΟΣ, ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ 2005,448).

 Ωστόσο η ως ανωτέρω εκχώρηση καθ` αυτή, ήτοι χωρίς συνδρομή των προϋποθέσεων των οικείων διατάξεων του εμπραγμάτου δικαίου, δεν επιφέρει μεταβίβαση των, υπό αίρεση νομής και κυριότητας επί του κινητού δικαιωμάτων και των αγωγών με τις οποίες ασκούνται τα εν λόγω δικαιώματα, από τον πωλητή στον εκδοχέα, αφού αυτά τα δικαιώματα και αυτές οι αγωγές δεν έχουν το χαρακτήρα παρεπόμενου δικαιώματος, ώστε να ακολουθούν την τύχη της εκχωρούμενης απαιτήσεως, επίσης δε η ίδια εκχώρηση καθ`αυτή δεν επιφέρει μεταβίβαση του δικαιώματος της προμνημονευόμενης υπαναχωρήσεως από τον πωλητή στον εκδοχέα, αφού αυτό το δικαίωμα έχει χαρακτήρα όχι απαιτήσεως αλλά διαπλαστικού δικαιώματος, η δε μεταβίβαση αυτού προϋποθέτει μεταβίβαση της όλης έννομης σχέσεως, που δεν μπορεί να γίνει με μόνη τη σχετική συμφωνία εκχωρήσεως μεταξύ πωλητή (εκχωρητή) και εκδοχέα, αλλά απαιτείται και η συναίνεση του οφειλέτη και δεν αρκεί το σχήμα εκχώρησης (455ΑΚ) και αναδοχής (471ΑΚ). (ΑΠ 1136/2000 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 246/1990 ΕλλΔνη 1991,771, ΕφΛαρ 502/2004, ό.α, αλλά και κατωτέρω ΑΠ 1591/84, ΕφΑθ 11546/95)

Περαιτέρω, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 35, 36, 37, 39, 44 και 47 Ν.Δ. 17.7/13.8/1923, μεταξύ τους και προς τις προπαρατιθέμενες διατάξεις, συνάγονται και τα εξής: Οσάκις ανώνυμη εταιρία λόγω δανείου προς άλλον (ή λόγω χορηγήσεως πιστώσεως προς άλλον με ανοικτό λογαριασμό), λαμβάνει από τον άλλον, για την εξασφάλιση του δανείου (ή της πιστώσεως), ως ενέχυρο είτε κινητό πράγμα είτε απαίτηση, ισχύουν τα ακόλουθα: Στη μεν περίπτωση ενεχυριαζόμενου κινητού απαιτείται, για τη σύσταση του ενεχύρου, έγγραφη σύμβαση ενεχυριάσεως και παράδοση του ενεχυριαζόμενου κινητού στη νομή της πιστώτριας ή τρίτου, εκλεγόμενου από τους συμβαλλομένους. Στη δε περίπτωση ενεχυριαζόμενης απαιτήσεως απαιτείται, για τη σύσταση του ενεχύρου, έγγραφη σύμβαση ενεχυριάσεως. Σ` αυτή δε τη δεύτερη περίπτωση, αν η ενεχυριαζόμενη απαίτηση είναι ονομαστική του από το δάνειο (ή την πίστωση) οφειλέτη κατά τρίτου, η ενεχυρίαση συνεπάγεται εκχώρηση της απαιτήσεως από τον εκ δανείου ή πιστώσεως οφειλέτη προς την πιστώτρια και προς αναγγελία της εκχωρήσεως αντίγραφο της συμβάσεως ενεχυριάσεως επιδίδεται στον τρίτον, από τον οποίον έκτοτε η πιστώτρια δικαιούται να εισπράξει αυτήν την απαίτηση ως εκδοχέας ( Ολ. ΑΠ 38/1988). Τα όσα δε σχετικά με τη συμβατική εκχώρηση στο πλαίσιο της πωλήσεως κινητού με τον προαναφερόμενο όρο της διατηρήσεως της κυριότητας προεκτέθηκαν ισχύουν και στην εκχώρηση κατόπιν ενεχυριάσεως απαιτήσεως. (ΑΠ 1136/2000 ό.α)

Εν προκειμένω η αντίδικος-αιτούσα-εκδοχεύς, πέραν του ότι δεν επικαλείται στην αίτησή της, σύμβαση περί μεταβιβάσεως όλης της έννομης σχέσης της πώλησης εκ μέρους της πωλήτριας προς αυτή, αλλά ούτε και σύμβαση περί εκχώρησης του δικαιώματος της υπαναχώρησης, με αποτέλεσμα να μην είναι ορισμένη κατά τα στοιχεία της νομιμοποιήσεως της (ΑΠ 1002/1991 ΕλλΔνη 33,830, ΑΠ 1591/1984 ΝοΒ 33,105, ΕφΑθ 11546/1995 ΝΟΜΟΣ, ΕιρΑΘ 5193/13, αδημοσίευτη, προσκομιζόμενη, Βαθρακοκοίλης ΚπολΔ αρθρ.455), σε κάθε περίπτωση, δεν εκχωρείται, αφού δεν αποτελεί ενοχική απαίτηση, το διαπλαστικό δικαίωμα της υπαναχώρησης και συνεπώς η αιτούσα τράπεζα δεν μπορεί να καταλύσει τη σύμβαση πώλησης (βλ. adhocανωτέρω ΕιρΑθ 5193/13).

[Ακόμα δε και αν γινόταν δεκτό κατ` εκτίμηση της ιστορικής βάσης της αίτησης, ότι η πωλήτρια εταιρία εκχώρησε στην αιτούσα τράπεζα τη σχετική με το πωληθέν πράγμα διεκδικητική αγωγή κατ` εμού, η εκχώρηση αυτή ήταν άκυρη διότι η διεκδικητική αγωγή δεν εκχωρείται παρά μόνο κατ` εξαίρεση, εφόσον χρησιμεύει ως μέσο για τη συμβατική μεταβίβαση κινητού που βρίσκεται στη νομή κάποιου μη συμβαλλόμενου τρίτου και η εκχωρούμενη αγωγή στρέφεται κατά του εν λόγω τρίτου, που εν προκειμένω όχι μόνο δεν επικαλείται η αιτούσα, αλλά και δεν προκύπτει από πουθενά (ΑΠ 1136/2000) ]

Σε κάθε περίπτωση, ακριβώς διότι, όπως ειπώθηκε, στην σύμβαση πώλησης με παρακράτηση κυριότητας η είσπραξη του τιμήματος επιφέρει την μεταβίβαση της κυριότητας στον αγοραστή (ΑΠ 1136/2000 ό.α), ακόμα και αν θεωρηθεί ότι μπορούσε να εκχωρηθεί-μεταβιβαστεί στην αιτούσα το διαπλαστικό δικαίωμα της υπαναχώρησης από την πώληση, πάντως, σύμφωνα με όσα η ίδια ομολογεί στην αίτησή της (σελ. 2) και προκύπτει και εκ της από 27/2/2009 σύμβασης πώλησης οχήματος με παρακράτηση κυριότητας και τους όρους 2 και 3 της με αρ. 5376 ταυτόχρονης σύμβασης δανείου, που προσάγω και επικαλούμαι, το τίμημα του αυτοκινήτου εξοφλήθηκε ολοσχερώς και συγκεκριμένα εν μέρει με καταβολή της προκαταβολής από μένα (βλ. ρητά όρο 2.3.γ της σύμβασης δανείου) και εν μέρει από το δάνειο που έλαβα και το οποίο, με βάση ρητή εντολή μου προς την τράπεζα, εκταμιεύτηκε και καταβλήθηκε στην πωλήτρια και «με το οποίο εξοφλήθηκε το υπόλοιπο…τίμημα για την πώληση του αυτοκινήτου…η δε καταβολή αυτή θα αποτελεί την εκταμίευση του δανείου..» προς εμένα.(βλ. και από 19/9/12 προσαγόμενη με επίκληση τραπεζική ενημερότητα της αντιδίκου προς εμένα περί εκταμίευσης του δανείου 24.000€ την 4/3/2009)

Συνεπώς με την ταυτόχρονη της σύμβασης πωλήσεως, εκπλήρωση της συμβατικής υποχρέωσης του εμού ως αγοραστή, της πληρωμής δηλαδή του τιμήματος προς την πωλήτρια μέσω του ανωτέρω δανείου, επήλθε αυτοδίκαια η οριστική μεταβίβαση της κυριότητας και συνακόλουθα της νομής του πωληθέντος πράγματος σε μένα (βλ. Γεωργιάδη-Σταθόπουλου ΑΚ άρθρο 532 αριθ. 47) και, πλέον, ουδεμία απαίτηση εναντίον μου υφίστατο στο πρόσωπο της πωλήτριας, ώστε να αποτελέσει αντικείμενο εκχωρήσεως προς την αιτούσα, όπως το διαπλαστικό δικαίωμα της υπαναχωρήσεως από τη σύμβαση της πώλησης, η άσκηση του οποίου αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την ανατροπή των αποτελεσμάτων της σύμβασης πώλησης και την εντεύθεν αναζήτηση της νομής του πράγματος υπό τις περαιτέρω προϋποθέσεις του ουσιαστικού δικαίου (984, 987 ΑΚ) από την αιτούσα τράπεζα.

Ούτε επίσης προκύπτει, κατ` εκτίμηση της αίτησης, ότι η αιτούσα, ζητεί με την προκείμενη αίτηση να προστατευθεί η νομή δικαιώματος ενεχύρου (οιονεί νομή) λόγω σύστασης ενεχύρου (ειδικό εμπορικό) επί του πράγματος υπέρ της απο την πωλήτρια, αφού τέτοια ιστορική βάση και αίτημα δεν έχει η αίτησή της, δεδομένου ότι ρητά στην σελ.4 ισχυρίζεται ότι «λόγω εκχώρησης και μεταβίβασης από την πωλήτρια όλων των δικαιωμάτων και αξιώσεών της που απορρέουν από τη σύμβαση πώλησης και παρακράτησης κυριότητας του αυτοκινήτου δυνάμει του όρου 12 της σύμβασης δανείου, η εταιρία μας, έχει το δικαίωμα να υπαναχωρήσει από τη σύμβαση πώλησης και να καταγγείλει αφ` ενός την μεταξύ ημών και του καθ` ου τη σύμβαση δανείου, αφ` ετέρου την ως άνω σύμβαση χρησιδανείου του αυτοκινήτου που συνήφθη μεταξύ του καθ` ου και της πωλήτριας και να ζητήσει την άμεση εξόφληση του δανείου και την επιστροφή του αυτοκινήτου στην εταιρία μας», και έτσι ρητά ζητά να αναγνωριστεί ως νομέας και κάτοχος δυνάμει της ανωτέρω εκχώρησης και μεταβίβασης των δικαιωμάτων από τη σύμβαση πώλησης και όχι ως οιονεί νομέας διανοία (περιορισμένου εμπράγματου) δικαιώματος ενεχύρου κατ` 975ΑΚ, αφού άλλωστε, όπως προκύπτει από την ανωτέρω προσκομιζόμενη με επίκληση σύμβαση δανείου, ο όρος με αρ. 12 δεν αναφέρεται στο ενέχυρο, αλλά στην πώληση, την σύμβαση δανείου και την παρακράτηση.

Επιπλέον, η αιτούσα δεν επικαλείται στην αίτησή της, αλλά ούτε και προκύπτει από τις ανωτέρω συμβάσεις, σύναψη σύμβασης ενεχύρου επι ονομαστικής απαιτήσεως μου κατά τρίτου, έτσι ώστε αυτή η ενεχυρίαση να συνεπάγεται, κατά τα ανωτέρω αναφερόμενα(ΑΠ 1136/00), εκχώρηση της απαίτησης αυτής από μένα (εκ δανείου οφειλέτη) προς την τράπεζα (πιστώτρια), αλλά αντίθετα ισχυρίζεται ενεχυρίαση κινητού πράγματος που από μόνη της δεν συνεπάγεται εκχώρηση δικαιωμάτων και υποχρεώσεων, αλλά προσαπαιτείται, άλλη, ξεχωριστή σύμβαση εκχώρησης που να περιλαμβάνει τα εκ της νομής και κυριότητας δικαιώματα και αγωγές και το δικαίωμα υπαναχώρησης στα πλαίσια μεταβίβασης όλης της έννομης σχέσης.

 Σε κάθε όμως περίπτωση, σύμφωνα με τα προαναφερθέντα, α)επειδή η σύσταση ενεχύρου ως εκποιητική δικαιοπραξία προϋποθέτει την ύπαρξη κυριότητας του ενεχυραστή (Α. Γεωργιάδης Εμπρ.Δίκαιο, 2η εκδ.2010, σελ. 1117, ΕφΑΘ 6177/1998, ΑρχΝ 2000.94), δεν υπήρχε η δυνατότητα (άρθρ. 1211ΑΚ) να συστήσει η πωλήτρια ως τρίτη κυρία του πράγματος ενέχυρο επί του πωληθέντος πράγματος υπέρ της αιτούσας τράπεζας, αφού λόγω εξόφλησης του τιμήματος επήλθε αυτοδίκαια η οριστική μεταβίβαση της κυριότητας σε μένα (ΕιρΑΘ 5193/13) και β) όπως ειπώθηκε, δεν επικαλείται, ούτε και προκύπτει ότι μεταβιβάστηκαν με την εκχώρηση και με την συνδρομή των προϋποθέσεων των οικείων διατάξεων του εμπράγματου δικαίου τα υπό αίρεση δικαιώματα νομής και κυριότητας επι του κινητού και οι αγωγές με τις οποίες ασκούνται αυτά αλλά και ότι επιπλέον χορηγήθηκε στην αιτούσα τράπεζα το διαπλαστικό δικαίωμα υπαναχώρησης έτσι ώστε με την άσκησή της να επέλθουν οι εκκαθαριστικές συνέπειες αυτής που είναι μεταξύ των άλλων, και η άσκηση των δικαιωμάτων όπως είναι στην προκειμένη περίπτωση η αίτηση απόδοσης νομής με ασφαλιστικά μέτρα (ΕιρΑθ 7463/12), που όμως ήταν απαραίτητο να διαλαμβάνει στην ιστορική της βάση, αφού όπως ειπώθηκε (ΑΠ 1136/00) και στην εκχώρηση κατόπιν ενεχυριάσεως απαιτήσεως, ισχύουν όσα προαναφέρθηκαν σχετικά με τη συμβατική εκχώρηση στο πλαίσιο της πωλήσεως κινητού με τον προαναφερόμενο όρο της διατηρήσεως της κυριότητας.  

                                                                                 ΙΙ

Κατά της αιτούσης αλλά και κατά των ΕΜΠΟΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ, και Τράπεζα EurobankErgasias, τόσο εγώ όσο και η σύζυγός μου, ασκήσαμε ενώπιον του Ειρηνοδικείου Καρδίτσας την από +++ με αρ. κατ.1++ προσαγόμενη και επικαλούμενη αίτησή μας για ρύθμιση χρεών (άρθρο 4 παρ. 1 Ν.3869/2010), που επιδόθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα στην αντίδικο τράπεζα με την με αρ. 4117Δ/ 27-11-12 έκθεση επίδοσης του δικ. Επιμ. Αθηνών ++ (προσαγόμενη με επίκληση) και η οποία  προσδιορίστηκε να συζητηθεί αρχικά για την ++ και μετά από αναβολές, για την ++με την οποία ρητά αιτούμαστε με βάση το νόμο και τα ειδικότερα εκτεθέντα στην αίτησή μας για το σχέδιο διευθέτησης οφειλών, τη δικαστική ρύθμιση και του επιδίκου χρέους προς την αιτούσα.

Συγκεκριμένα ισχυριζόμασταν για την υπαγωγή μας στις διατάξεις του νόμου για υπερχρεωμένα νοικοκυριά ότι «Είμαστε σύζυγοι και φυσικά πρόσωπα που στερούνται εμπορικής ιδιότητας και πτωχευτικής ικανότητας και έχουμε περιέλθει, χωρίς υπαιτιότητά μας και χωρίς δόλο, σε κατάσταση μόνιμης και γενικής αδυναμίας των ληξιπροθέσμων οφειλών μας λόγω της οικονομικής κρίσης, των μνημονίων, της έλλειψης ρευστότητας, της επιμένουσας ακρίβειας, αλλά και των δυσμενών όρων χρηματοδότησης  δανείων και πίστωσης που λάβαμε, από τους ανωτέρω δανειστές μας, των υψηλών επιτοκίων, των συνεχών ανατοκισμών κλπ. Συνεπεία τούτων τα εισοδήματά μας συρρικνώθηκαν σε βαθμό που απειλείται και αυτή ακόμα η επιβίωσή μας καθώς και των δύο ανηλίκων τέκνων μας ++, ετών 13 και +++ ετών 9, μαθητριών, καθόσον οι συνήθεις όροι μίας αξιοπρεπούς διαβίωσης της οικογένειάς μας, ήδη έχουν απωλεσθεί προ πολλού καιρού. Αναγκαστήκαμε λοιπόν να καταφύγουμε περισσότερο απ` ότι επέτρεπε η οικονομική μας κατάσταση σε τραπεζικό δανεισμό για να ανταπεξέλθουμε στις ανελαστικές οικογενειακές μας και ατομικές ανάγκες, αλλά και στις πιεστικές ανάγκες πληρωμής των κατωτέρω δανείων με δυσβάσταχτους όμως και δυσμενείς τραπεζικούς και συναλλακτικούς όρους και βάρη δηλ. με υψηλά επιτόκια, με ανατοκισμό και εν γένει με όρους δανειακών συμβάσεων που χαρακτηρίζονται και ως καταχρηστικοί και αντισυναλλακτικοί από τη νομολογία των Δικαστηρίων της Χώρας. Ειδικότερα, όπως επιτάσσουν τα χρηστά συναλλακτικά ήθη, προ της έναρξης της παρούσης διαδικασίας και υποβολής της ενδίκου αιτήσεως, προέβημεν σε συζητήσεις με τις δανείστριες τράπεζες προκειμένου να διερευνηθεί με δίκαιους και χρηστούς συναλλακτικούς όρους η διευθέτηση των οφειλών μας, λαμβανομένων υπ` όψη των νέων, απρόβλεπτων και δυσμενών οικονομικών συνθηκών για τους δανειολήπτες και φυσικά εν` όψει της δυνατότητας που παρέχει ο νόμος για την ρύθμιση των οφειλών. Όμως αντιμετωπίσαμε στην σταθερά αδιάλλακτη συμπεριφορά τους, αφού τούτες δεν ενδιαφέρονταν για ισότιμη συζήτηση, πολλώ δε μάλλον για την ρύθμιση με δίκαιους και χρηστούς συναλλακτικούς όρους των οφειλών μας, αλλά για την διασφάλιση και μόνο της υπέρογκης κερδοφορίας των, αφού άλλωστε προέβαιναν και προβαίνουν και κατά το χρόνο της πρότασης εξωδικαστικού συμβιβασμού κατά τον παρόντα νόμο αλλά και κατάθεσης της παρούσης, μέσω εισπρακτικών εταιριών, αμφισβητούμενης νομιμότητας, στον εκφοβισμό μας για την επίτευξη των στόχων ήτοι της πλήρους εξόφλησης, με αποτέλεσμα η προσπάθεια για συζήτηση μεταξύ μας για διευθέτηση να έχει εκφυλιστεί σε έκκληση από εμάς να μην προβούν σε εκτελέσεις και χάσουμε τα σπίτια μας… Εν` όψει λοιπόν των ανωτέρω, αποφασίσαμε να κάνουμε χρήση των ευεργετικών διατάξεων του ν. 3869/10 όπως ισχύει και να ρυθμίσουμε τα χρέη μας, ακολουθώντας όλα τα στάδια που αυτός ορίζει ως προδικασία προκειμένου να αχθούμε ενώπιόν σας για δικαστική ρύθμιση…»

Εν συνεχεία αναφέραμε αναλυτικά τα στοιχεία της προσωπικής και οικογενειακής μας κατάστασης και παραθέσαμε πλήρως κατάσταση των εισοδημάτων και της περιουσίας μας ήτοι ότι « Ο πρώτος από εμάς, ετών 41 διδάσκω ως καθηγητής φροντιστηρίου από το 1998 σ+++ όπου και διατηρώ φροντιστήριο και τα έσοδά μου ανέρχονται περίπου σε 1.500€ το μήνα. Βαίνουν συνεχώς συρρικνούμενα λόγω των ανωτέρω αιτιών, ενώ, κατά τη συνήθη, προβλεπόμενη και αναμενόμενη πορεία των πραγμάτων και της δυσμενέστατης οικονομικής κατάστασης της Χώρας, δεν υπάρχει βάσιμα, προοπτική ανάκαμψής των πριν την παρέλευση διετίας τουλάχιστον.Η δε δεύτερη από εμάς, ετών 37 είμαι άνεργη από 12ετίας και πλέον έχω δε λάβει και την σχετική κάρτα ανεργίας του ΟΑΕΔ Καρδίτσας ( βλ. με αρ. +++ κάρτα ανεργίας ΟΑΕΔ Καρδίτσας για τα έτη από 2011 μέχρι 1/6/14  προσαγόμενη με επίκληση), χωρίς όμως να δικαιούμαι επίδομα ΟΑΕΔ λόγω παρόδου του χρόνου, είμαι απόφοιτος Γενικού Λυκείου και φοιτώ στο Ανοιχτό Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας στον τομέα Πληροφορικής οι σπουδές του οποίου θα περατωθούν το 2021 και παρά τις προσπάθειές μου, αδυνατώ να εύρω εργασία σε οποιονδήποτε κλάδο, ελλείψει προσόντων, εξειδίκευσης και γνώσης συγκεκριμένης τέχνης, σε συνδυασμό με την καλπάζουσα μέχρι σήμερα ανεργία συνεπεία των δυσμενέστατων οικονομικών συνθηκών και όρων που αναφέρθηκαν. Επιπλέον, δεν έχουμε εισοδήματα από άλλη πηγή όπως ακίνητα, μετοχές, άυλους τίτλους, μερίδια εταιρικά κλπ», αναλύσαμε δε εν συνεχεία, τις απολύτως αναγκαίες ατομικές και οικογενειακές μας ανάγκες που υπερκαλύπτουν το ανωτέρω ποσό εισοδήματός μου ανα μήνα, κυρίως λόγω των δαπανών εκπαίδευσης των τέκνων μας και λειτουργίας του φροντιστηρίου μου, με αποτέλεσμα να στερούμαστε επαρκών εισοδημάτων προκειμένου να καταφέρουμε να ανταποκριθούμε στις  ληξιπρόθεσμες οφειλές μας έναντι των ανωτέρω τριών τραπεζών μεταξύ των οποίων και η αντίδικος, με αποτέλεσμα να συσσωρεύονται τούτες και μάλιστα συνεχώς να διογκώνονται, με την προσθήκη υπέρογκων τόκων υπερημερίας. 

Προηγήθηκε φυσικά κατά νόμω (ν.3869/10), το στάδιο του εξωδικαστικού συμβιβασμού και συγκεκριμένα με την από 24/10/2012 εξώδικη πρόταση εξωδικαστικού συμβιβασμού και προς την αντίδικο (προσαγόμενη και επικαλούμενη) που επιδόθηκε σ` αυτήν με την με αρ. 3808Δ/30-10-2012 έκθεση επίδοσης του ανωτέρω δικ. Επιμ. Αθηνών, επίσης προσαγόμενη με επίκληση, πρότεινα σ` αυτή συγκεκριμένο σχέδιο αποπληρωμής με το εξής επι λέξει περιεχόμενο, ήτοι: «Γ) για τις απαιτήσεις της «B+++» (με βάση την από 19/9/12 βεβαίωση)

1)Για την συνολική οφειλή μου ύψους 14.110,97€ από τη με αρ. συμβ. Δανείου 5376, για το οποίο ο πρώτος ευθύνομαι ως άμεσος πιστούχος-οφειλέτης, να καταβάλλω, μετά την παρέλευση διετίας ως περιόδου χάριτος, συνολικά 15 € μηνιαίως και για 48 μήνες, ήτοι συνολικά θα καταβάλλω το ποσό των 720 €. Με την καταβολή του ποσού αυτού να απαλλαγώ από το υπόλοιπο των οφειλών μου.», ενώ ρητά δήλωνα σ` αυτή ότι «σε περίπτωση άρνησής σας και μη επίτευξης εξωδικαστικού συμβιβασμού, σας γνωρίζουμε ότι θα υποβάλλουμε την αίτηση του άρθρου 4.παρ.1 ν.3869/2010 για δικαστική ρύθμιση και απαλλαγή των υπολοίπων χρεών μας»

Η αντίδικος, ποτέ δεν απάντησε στην ανωτέρω εξώδικη πρότασή μου, παρά το ότι ρητά καλούσα αυτή να το πράξει τονίζοντας ότι « νόμιμη συντρέχει περίπτωση να μας απαντήσετε εντός ευλόγου χρόνου στην παρούσα αίτησή μας για να μην παρατείνεται η εκκρεμότητα και η ασάφεια, διαφορετικά θα θεωρήσουμε ότι αποδέχεστε την παρούσα πρότασή μας για εξωδικαστικό συμβιβασμό με τους άνω όρους», όπως εξ` άλλου προκύπτει και από την από 15/11/2012 βεβαίωση του πληρεξουσίου δικηγόρου μας που συνέδραμε στην προσπάθεια για εξώδικη ρύθμιση των χρεών μας, την οποία προσκομίζω με επίκληση και η οποία κατατέθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα στο ανοιχθέντα φάκελο στο Ειρηνοδικείο Καρδίτσας κατά τα κατωτέρω.

 Μετά δε την άσκηση της ανωτέρω αίτησής μου στο Ειρηνοδικείο Καρδίτσας, σχηματίστηκε και ο κατά νόμω φάκελος στο Ειρηνοδικείο αυτό, η δε αιτούσα κατέθεσε τις από 9/1/2013 παρατηρήσεις της (που προσάγω και επικαλούμαι) δηλώνοντας τότε για πρώτη φορά ότι δεν αποδέχεται το προτεινόμενο σχέδιο διευθέτησης οφειλών της αίτησης μας και ζητά την απόρριψή της χωρίς όμως τότε να προβεί σε κάποια καταγγελία ή υπαναχώρηση

Συγκεκριμένα, με την ανωτέρω αίτησή μου για ρύθμιση χρεών του άρθρου 4. ν.3869/2010 και με βάση την ανωτέρω εξώδικη πρότασή μου και το περιεχόμενό της ότι σε περίπτωση μη απάντησής της στην πρότασή μας εξωδικαστικού συμβιβασμού «θα θεωρήσουμε ότι αποδέχεστε την παρούσα πρότασή μας για εξωδικαστικό συμβιβασμό με τους άνω όρους» ,ζητώ πλέον από το Ειρηνοδικείο πρωτίστως να επικυρώσει δικαστικά τον καταρτισθέντα με βάση την ανωτέρω εξώδικη δήλωσή μου, εξωδικαστικό συμβιβασμό για τους κάτωθι λόγους ήτοι:

 «ΑΙΤΗΜΑ ΔΙΚΑΣΤΙΚΗΣ ΕΠΙΚΥΡΩΣΗΣ ΤΟΥ ΚΑΤΑΡΤΙΣΘΕΝΤΟΣ ΕΞΩΔΙΚΑΣΤΙΚΟΥ ΣΥΜΒΙΒΑΣΜΟΥ

   Επειδή, με βάση τα αμέσως ανωτέρω, πρέπει να γίνει δεκτό ότι συνήψαμε με τους παραπάνω πιστωτές μας συμφωνία διευθέτησης των οφειλών μας με το ανωτέρω περιεχόμενο και άρα καταρτίστηκε σύμβαση συμβιβασμού μεταξύ μας κατ` 871ΑΚ, καθόσον ελλείψει κάθε απάντησής τους, μετά από την ανωτέρω ρητή και ξεκάθαρη δήλωσή μας που περιήλθε εις γνώση τους άνευ όρων και προϋποθέσεων, προκύπτει ότι τούτες αποδέχονται τις ανωτέρω συγκεκριμένες προτάσεις διευθέτησης, λαμβανομένου άλλωστε του ικανότατου χρόνου που διέδραμε έκτοτε και μέχρι σήμερα χωρίς να εκφράσουν την όποια αντίρρησή τους, πολλώ δε μάλλον να αρνηθούν την πρόταση που υποβάλλαμε. Εν προκειμένω δεν πρόκειται περί σιωπηρής άρνησης και απόρριψης της πρότασής μας, αλλά για αποδοχή της και εντεύθεν κατάρτιση της εν λόγω σύμβασης συμβιβασμού αφού ρητά δηλώναμε ότι προσνέμουμε τέτοια βούληση αποδοχής στην έλλειψη απάντησής τους.

Συνεπώς ζητούμε να επικυρωθεί από το δικαστήριό σας η ανωτέρω σύμβαση συμβιβασμού κατά τα άρθρα 209 και 214Α ΚπολΔ και να λάβει την ιδιότητα του δικαστικού συμβιβασμού κατ` 293ΚπολΔ, να κηρυχθεί το συνταχθησόμενο πρακτικό συμβιβασμού εκτελεστός τίτλος και να αντικαταστήσει όλους τους τυχόν υφιστάμενους ή τυχόν εκδοθησόμενους μέχρι τότε εκτελεστούς τίτλους εις βάρος μας, να καταργηθεί η μεταξύ μας ανοιγείσα δίκη καθώς και κάθε άλλη τέτοια που ήθελε τυχόν προκύψει με αιτία τις ανωτέρω απαιτήσεις και να κηρυχθεί η περάτωση κάθε μεταξύ μας διαφοράς και δίκης με βάση τις ανωτέρω απαιτήσεις τους αφού άλλωστε και το δικαστήριό σας είναι αρμόδιο προς τούτο με βάση τις ανωτέρω διατάξεις και την ΚπολΔ 740.

Άλλως και επικουρικά, και αν ήθελε κριθεί ότι δεν ισχύουν οι νόμιμες προϋποθέσεις για την επικύρωση του ανωτέρω εξωδίκου συμβιβασμού κατά τις διατάξεις του ν. 3869/2010, επειδή η ανωτέρω συμφωνία εξακολουθεί να δεσμεύει συμβατικά τα συμβαλλόμενα μέρα στα πλαίσια της ελευθερίας των συμβάσεων και της ιδιωτικής αυτονομίας κατ` 361ΑΚ και συνεπώς είναι δυνατή η δικαστική της επικύρωση στα πλαίσια των γενικών διατάξεων των άρθρων 209επ ΚπολΔ ως γνήσια συμβιβαστική συμφωνία του άρθρου 871ΑΚ, η οποία ως συμβιβασμός αποκτά ισχύ δικονομικής σύμβασης (212,293ΚπολΔ), ΖΗΤΟΥΜΕ την επικύρωση αυτής της συμφωνίας με βάση αυτές τις διατάξεις, υποχρεουμένων μετά ταύτα των ανωτέρω δανειστών μας να ενεργούν και συμπεριφέρονται με βάση αυτή, να κηρυχθεί το συνταχθησόμενο πρακτικό συμβιβασμού εκτελεστός τίτλος και να αντικαταστήσει όλους τους τυχόν υφιστάμενους ή τυχόν εκδοθησόμενους μέχρι τότε εκτελεστούς τίτλους εις βάρος μας, να περατωθεί η εκκρεμοδικία κάθε υφιστάμενης μεταξύ μας δίκης με αιτία τις ανωτέρω οφειλές και να κηρυχθεί η περάτωση κάθε μεταξύ μας διαφοράς και δίκης με βάση τις ανωτέρω απαιτήσεις τους, αφού άλλωστε και το δικαστήριό σας είναι αρμόδιο προς τούτο με βάση τις ανωτέρω διατάξεις και την ΚπολΔ 740.»

Και μόνο στην περίπτωση που το δικαστήριο δεν θα κάνει δεκτά τα ανωτέρω, ζητώ πλέον, με βάση τα ειδικότερα διαληφθέντα στην αίτησή μου αυτή, την δικαστική ρύθμιση των οφειλών μου και προς την αντίδικο με περιεχόμενο όπως ακριβώς ανωτέρω το είχα διατυπώσει στην εξώδικη πρόταση του εξωδικαστικού συμβιβασμού και στο οποίο παραπέμπω προς αποφυγή περιττής επανάληψης.

Εν συνεχεία, άσκησα ενώπιον του Ειρ. Καρδίτσας και την από ++αίτηση αναστολής με αρ. κατ. δικ. ++  κατά το άρθρο 6 παρ. 1 και 2 Ν. 3869/2010, κατά τη συζήτησή της δε την +++, παρισταμένης και της αντιδίκου, εξεδόθη το με αρ.+++ Σημείωμα προσωρινής διαταγής της Ειρηνοδίκου Καρδίτσας κ. Χρυσούλας Δάντζερα (άπαντα προσαγόμενα με επίκληση), με την οποία διατάχθηκε η αναστολή εκτέλεσης εναντίον μου κάθε καταδιωκτικού μέτρου και επιπλέον υποχρεώθηκα (με βάση το ν. 4161/2013) στην καταβολή ποσού 150€ μηνιαίως προς τις αντίδικες τράπεζες συμμέτρως, ήτοι 50€ στην κάθε μία, μεταξύ των οποίων και η αντίδικος. Την ανωτέρω προσωρινή δ/γή επέδωσα στην αντίδικο τράπεζα με την με αρ.8792Δ/2-1-2014 έκθεση επίδοσης του δικ. Επιμ. Αθηνών Αδριανού Δαμιανού που προσάγω με επίκληση και έκτοτε, συμμορφούμενος με αυτή καταβάλω ανελλιπώς στην αντίδικο το ποσό των 50€/μήνα, όπως προκύπτει από τα προσαγόμενα με επίκληση από 10/1/14, 3/2/14 και 4/3/14 διπλότυπα-απόδειξη κατάθεσης σε λογαριασμό της αντιδίκου, της τράπεζας ALPHABANK και συνολικά 150€

 Επιπλέον, έχω καταβάλει στην αιτούσα αντίδικο με βάση την ανωτέρω σύμβασή μας, μέχρι 30/7/12 συνολικά το ποσό των 17.213,66€.  

Συγκεκριμένα, με τις από 15/3/2009 έως και 15/12/13 κατωτέρω αναλυτικά αναφερόμενες 21 έγγραφες ενημερώσεις δανείου της αντιδίκου, που προσάγω και επικαλούμαι με τα πλήρη στοιχεία τους, προκύπτει ότι πλήρωσα τις εξής δόσεις και ποσά αναλυτικά στην αντίδικο, ήτοι: 

+++++

Συνολικά δηλ. κατέβαλα:

για κεφάλαιο : (595,76+611,08+626,8642,92+659,45+676,42+693,81+711,65+729,95+748,73+755,09+774,51+794,42+814,85+273,92)=10.109,36€

 για τόκους : (545,67+556,85+542,05+526,88+511,33+495,35+478,99+462,19+444,97+427,29+421,31+403,03+384,29+365,06+119,52)=6.684,78€

 για εισφορά Ν.128/1975: (34,1+34,8+33,88+32,93+31,95+30,96+29,93+28,89+27,81+26,71+26,33+25,19+24,02+22,82+7,47)=417,79€

 για τόκο υπερημερίας: 1,73€

 Και ΣΥΝΟΛΙΚΑ: 17.213,66€ πλέον φυσικά των 150€ (με βάση την 5/13 δ/γή) και άρα συνολικά 17.363,66€

 Οι ανωτέρω τρίμηνες έγγραφες ενημερώσεις δανείου της αιτούσας προς εμέ, πράγματι αποδεικνύουν την καταβολή κάθε αφορά από μένα των ανωτέρω ποσών διότι στην κάθε μία αναφέρεται το υπόλοιπο των προηγούμενων δόσεων, οπότε αν τούτες είναι απλήρωτες μεταφέρονται και αναγράφονται στην επόμενη καθώς και το σύνολο του εξοφληθέντος ποσού στην κάθε μία, έτσι ώστε να προκύπτει σαφώς αν και τι ποσό πληρώθηκε. Έτσι μέχρι την 40η δόση προκύπτει εξόφληση όλων των προηγούμενων αφού αναφέρεται μηδενικό προηγούμενο υπόλοιπο, ενώ μετά την 40η δόση (30/7/12) από τις 84, προκύπτει καθυστέρηση και έτσι στις επόμενες από 15/6/12, 15/9/12, 15/12/12, 15/3/13, 15/6/13, 15/9/13, 15/12/13 έγγραφες ενημερώσεις, που προσάγω και επικαλούμαι, προκύπτει καθυστέρηση καταβολής με αναφορά των ποσών που κάθε δορά-δόση δεν καταβλήθηκαν.

 Εν` όψει των ανωτέρω, ακόμα και αν ήθελε θεωρηθεί ότι η αντίδικος κέκτηται του δικαιώματος υπαναχώρησης, παρά το ότι όπως ειπώθηκε όχι μόνο κανένα τέτοιο δεν της εκχωρήθηκε αλλά και διότι δεν συντρέχουν οι ουσιαστικές προϋποθέσεις άσκησής του ήτοι η υπερημερία μου καθόσον το τίμημα έχει εξοφληθεί πλήρως κατά τα ανωτέρω με το δάνειο που εκταμιεύθηκε και καταβλήθηκε στην πωλήτρια εταιρία, σε κάθε περίπτωση δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις λήψης ασφαλιστικών μέτρων και δη η από μέρους μου αντιποίηση της νομής του αυτ/του διότι: η ανωτέρω υπαναχώρηση της αντιδίκου πραγματοποιήθηκε το πρώτον με την κρινομένη σήμερα αίτησή της που μου επιδόθηκε την 11/6/2013, δηλ. σχεδόν ένα έτος (παρά ένα μήνα) μετά την πρώτη υπ` εμού καθυστέρηση καταβολής της συμφωνημένης δόσης ήτοι της 30ης/7/2012 (όπως ομολογεί και η ίδια στην αίτησή της ότι εξ` αυτού του χρονικού σημείου και δόσης άρχεται η υπερημερία μου) και παρά το ότι την αίτησή της την είχε καταθέσει ήδη από 19/3/2013. Προκύπτει δηλ. ότι δεν προβαίνει στην υπαναχώρηση ούτε κατά το διάστημα μετά τον Οκτώβριο του 2012 που ήδη της κοινοποιώ την ανωτέρω εξώδικη πρότασή μου για εξωδικαστικό συμβιβασμό, αλλά ούτε και μετά τον Νοέμβριο του 2012 που της κοινοποιώ την ανωτέρω αίτησή μου για ρύθμιση χρεών με την οποία όμως ζητώ ρητά να εξαιρεθεί το ένδικο όχημα από την ρευστοποίηση ισχυριζόμενος ρητά ότι μου είναι απολύτως απαραίτητο «για να πηγαινοέρχομαι στην εργασία μου στο φροντιστήριο στους ++και συνεπώς τούτο είναι απολύτως αναγκαίο για την συνέχιση και παροχή της εργασίας μου, αφού επιπλέον η δημόσια συγκοινωνία από και προς την πόλη των +++, δεν συμβαδίζει με τα ωράρια εργασίας μου…»

Εν` όψει τούτων των γεγονότων σε συνδυασμό με το ότι έχω καταβάλει ήδη τα ανωτέρω ποσά (17.363,66€), που αντιστοιχεί σε ποσοστό 72,5% (περί τα ¾) επι του δανείου που εκταμιεύτηκε (24.000€), ενώ εξακολουθώ ανελλιπώς να καταβάλω και τα ποσά ανά μήνα που υποχρεώθηκα με την ανωτέρω με αρ. 5/13 απόφαση προσωρινής δ/γής, προκύπτει αναμφισβήτητα ότι καμία βούλησή μου προς την κατεύθυνση της αντιποίησης της νομής της αντιδίκου δεν μπορεί να θεμελιωθεί στα ανωτέρω πραγματικά περιστατικά, αλλά αντίθετα καταδεικνύεται η πρόθεσή μου να ρυθμίσω το χρέος μου μέσω της δικαστικής οδού, υποχρεουμένης της αντιδίκου, εφόσον κατά τα ανωτέρω δεν κέκτηται του δικαιώματος υπαναχώρησης και η ασκηθείσα δεν επέφερε τις έννομες συνέπειες, να δεχτεί την εκπλήρωση της παροχής μου όπως θα διαμορφωθεί από την ανωτέρω δικαστική παρέμβαση ως προς το ύψος και τον τρόπο καταβολής, μη δικαιουμένης στην ανωτέρω διαδικασία ρύθμισης χρεών να ζητήσει, ως κυρία του πράγματος (όπως διατείνεται ότι είναι με το από 6/12/13 σημείωμά της κατά την συζήτηση της ανωτέρω αίτησης αναστολής μου στο Ειρην.Καρδίτσας, που προσάγω και επικαλούμαι), την εξαίρεση του πράγματος και την απόδοση σ` αυτήν. Αντιθέτως, ακόμα και αν θεωρηθεί ότι εγώ δεν κατέστην κύριος αυτοδικαίως με την πλήρωση της αίρεσης της αποπληρωμής του τιμήματος λόγω της ανωτέρω εκταμίευσης και πληρωμής του ποσού του δανείου στην πωλήτρια και άρα λόγω εξόφλησης ολοσχερώς του τιμήματος της πώλησης προς τον πωλητή μου (που δεν είναι η τράπεζα) και συνεπώς δεν ζητώ ορθά και νόμιμα δήθεν την εξαίρεση του πράγματος από την ρευστοποίηση με βάση την ανωτέρω διαδικασία στην οποία κατέφυγα νόμιμα (που αρνούμαι και αποκρούω), πάντως σε κάθε περίπτωση έχω προσδοκία δικαιώματος για την κτήση της κυριότητας με την εκπλήρωση της παροχής μου κατά τους όρους και τον τρόπο που το ανωτέρω δικαστήριο θα καθορίσει και πάντως ήδη καθορίστηκε προσωρινά με την ανωτέρω 5/13 προσωρινή δ/γή και καταβάλω έκτοτε (δικαίωμα που είναι περιουσιακό, και προστατεύεται ως τέτοιο κατ` 204,206ΑΚ. Βλ. Δεληγιάννης-Κορνηλάκης Ειδικ.Ενοχ.Δικ. Ι, 1992, παρ. 73, σελ. 282 όπου και παραπομπές) και συνεπώς και η αντίδικος θα είναι υποχρεωμένη να δεχθεί την τοιαύτη εκπλήρωση με σκοπό την τελική απαλλαγή μου σύμφωνα με τις ρυθμίσεις του ν. 3869/10. Συνεπώς σε κάθε περίπτωση δεν υφίσταται στην ένδικη υπόθεση, βούλησή μου για αντιποίηση της νομής (βλ. παρόμοια υπόθεση και κρίση σε ΠΠρΘεσσαλ 32527/2011 ΝΟΜΟΣ).

Άλλωστε ακριβώς επειδή σε κάθε περίπτωση έχω δικαίωμα προσδοκίας που προστατεύεται ως περιουσιακό δικαίωμα, τούτο όχι μόνο καταλύει κάθε έννοια αντιποίησης, αλλά καθιστά και την, ισχυριζόμενη από την αιτούσα «προσβολή» της νομής της και της κυριότητας της, νόμιμη και όχι παράνομη και συνεπώς δεν συντρέχει περίπτωση προσβολής της νομής της από την οποία μπορεί να προστατευτεί με βάση τις ΑΚ 985επ, αφού η τοιαύτη προστασία προϋποθέτει παράνομη προσβολή της νομής (Γεωργ-Σταθ. υπο 984. 13)

Επιπλέον, προκειμένου να διαταχθούν ασφαλιστικά μέτρα πρέπει μεταξύ άλλων να συντρέχει η ουσιαστική προϋπόθεση της επείγουσας περίπτωσης ή του επικειμένου κινδύνου προς αποτροπή των οποίων να κατατείνει το αιτούμενο ασφαλιστικό μέτρο. Εν προκειμένω είναι προφανές ότι δεν μπορεί να θεμελιωθεί καμία από τις ανωτέρω προϋποθέσεις καθόσον όπως ειπώθηκε αφενός μεν η αιτούσα δεν επικαλέστηκε προσβολή της νομής της επι ένα σχεδόν έτος (από 30/7/12 που κατέστην υπερήμερος μέχρι την 11/6/13 που μου κοινοποίησε την ένδικη αίτηση, αφού ισχυρίζεται ότι με όχλησε ήδη από 30/7/12 και αρνούμαι από τότε να της αποδώσω το αυτοκίνητο. Βλ. ρητά σελ.4 της αίτησης), με αποτέλεσμα η πραγματική κατάσταση που δημιουργείται από την προσβολή της νομής της (αν φυσικά θεωρηθεί ότι ήταν νομέας και ότι της εκχωρήθηκαν κατά τους όρους του εμπραγμάτου δικαίου τα σχετικά δικαιώματα εκ της νομής καθώς και οι σχετικές αγωγές για να τα ασκεί, που αρνούμαι και ανωτέρω αναλυτικά αναφέρομαι), να διαρκεί πλέον του έτους, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να γίνει λόγος πλέον για διασάλευση της κοινωνικής ειρήνης και άρα δεν υπάρχει πλέον ο βασικός λόγος προστασίας της νομής (βλ. Απ. Γεωργιάδη - Μ. Σταθόπουλου, ΕρμΑΚ άρθρ. 992 σ. 289 αριθ. 1, Β. Βαθρακοκοίλη, ΕΡΝΟΜΑΚ έκδ. 2007 άρθρ. 992 σ. 251 αριθ. 2, ΕιρΜαραθ 191/12 ΝΟΜΟΣ). Εξάλλου, το ασφαλιστικό μέτρο δεν αποτελεί αστυνομικό μέτρο ώστε να δικαιολογείται, η λήψη του, από τον απειλούμενο «κίνδυνο διαπληκτισμών και ερίδων» των διαδίκων (βλ. ΑΠ 127/1973 ΝοΒ 21. 890, ΑΠ 60/1972 ΕΕΝ 39. 379, ΠΠρΒ 278/1990 ΑρχΝ 1992. 268, ΜΠρΛ 67/1999 ΑρχΝ 2000. 546, ΕιρΘ 8111/2006 Αρμ 2007. 1222, ΕιρΝικ 52/95 ΑρχΝ 1995. 586, Τζίφρα, Ασφαλιστικά μέτρα έκδ. 1976 σ. 22).

Άλλωστε όπως ειπώθηκε ήδη έχει καταβληθεί το ποσό των 17.363,66€ και οπωσδήποτε καταβάλλω ανά μήνα το ποσό των 50€ που υποχρεώθηκα ανωτέρω και έχω κάθε έννομο συμφέρον να πράττω ανελλιπώς και στο μέλλον διότι διαφορετικά θα απορριφθεί η αίτησή μου για ρύθμιση των χρεών ως απαράδεκτη με βάση το ν. 3869/10 και συνεπώς σε καμία περίπτωση δεν συντρέχει το επείγον του πράγματος και κίνδυνος κατά νόμω, αφού έχει αποπληρωθεί και θα αποπληρωθεί αναγκαίως στο μέλλον για τους ανωτέρω επιτακτικούς λόγους, το μεγαλύτερο μέρος του χρέους προς την αιτούσα, έτσι ώστε σε συνδυασμό με την προσφυγή μου στην δικαιοσύνη κατά τα ανωτέρω για την ρύθμιση της εκπλήρωσης της παροχής μου που θα υποχρεώνει και την αντίδικο και θα οδηγήσει και στην εξόφλησή της και στην απαλλαγή μου, να μην συντρέχουν οι ανωτέρω ουσιαστικές προϋποθέσεις λήψης ασφαλιστικών μέτρων εναντίον μου.(πρβλ ΠΠρΘεσσαλ 32537/11 ό.α)

Σε κάθε περίπτωση ο ισχυριζόμενος με την αίτηση κίνδυνος βλάβης και κακής συντήρησης του οχήματος δεν υφίσταται καθόσον όπως προκύπτει από το προσκομιζόμενο με επίκληση βιβλιάριο σέρβις του οχήματος σφραγισμένο από την BMWservinΚαρδίτσας και τις με αρ. 23858/7-4-11, 24539/28-12-11, 145/22/7/11, 1147/29-1-14 και, 26274/21-11-13 αποδείξεις υπηρεσιών του ανωτέρω εξουσιοδοτημένου επισκευαστή, διενεργώ ανελλιπώς τα αναγκαία προγραμματισμένα σέρβις του οχήματος και μάλιστα στην επίσημη αντιπροσωπεία και συνεπώς προκύπτει η πρόθεσή μου για συντήρηση αυτού καθώς τούτο, συνεπεία των ανωτέρω ενεργειών μου, ευρίσκεται σε άριστη μηχανολογική κατάσταση 

                                       ΙΙΙ

  Επειδή συνέπεια της υπαναχώρησης του πωλητή είναι η απόσβεση των υποχρεώσεων των μερών για την εκτέλεση της βασικής ενοχής, από τη βασική σχέση (πώληση) και η αναδρομική ανατροπή της βασικής ενοχής, που μεταβάλλεται σε σχέση «εκκαθάρισης», καθώς τα μέρη αναζητούν τις καταβληθείσες παροχές, κατά τις διατάξεις του αδικαιολόγητου πλουτισμού (ΟλΑΠ 22/1987 ΕλλΔνη 29.91, 1136/2000, ο.π.). Ο πωλητής, δηλαδή, αναζητεί το πράγμα και ο αγοραστής το μέρος του τιμήματος που έχει ήδη καταβάλλει, εκτός αν υπάρχει ρήτρα υπέρ του πωλητή, προς παρακράτηση αυτού, η οποία και εκτιμάται από το νόμο κατά τον ίδιο τρόπο, όπως και η ποινική ρήτρα. (ΠΠρΘεσσαλ 32537/2011, ΕιρΑθ 933/2010)

 Εν προκειμένω, επικουρικά, και στην απίθανη περίπτωση που το δικαστήριό σας απορρίψει όλα τα ανωτέρω και δεχθεί την αίτηση της αντιδίκου και με υποχρεώσει στην απόδοση του οχήματος, ΑΝΤΑΙΤΟΥΜΑΙ με τις παρούσες προτάσεις μου κατά τη συζήτηση, να υποχρεωθεί η αντίδικος να μου καταβάλει το ανωτέρω ποσό των 17.363,6€ που ήδη κατά τα ανωτέρω αναλυτικά αναφερόμενα έχω καταβάλει για την εκπλήρωση της παροχής μου, με βάση τις ανωτέρω διατάξεις του αδικαιολογήτου πλουτισμού (904επΑΚ) και εκ του ποσού αυτού, το ποσό των 17.213,66€ με το νόμιμο τόκο από 12/6/2013 ήτοι από την επόμενη της επίδοσης σε μένα της παρούσης με την οποία υπαναχωρεί και επέρχονται όθεν τα αποτελέσματα, καθώς από τότε κατ` 912ΑΚ όφειλε για το ποσό αυτό να προβλέψει την αναζήτηση συνεπεία της υπαναχώρησης, μέχρι σήμερα, ήτοι για τόκο του ποσού αυτού, το ποσό των 1.010€ και συνολικά μέχρι σήμερα (17.363,66+1.010=) 18.373,66€, πλέον τόκων υπερημερίας όλου του ανωτέρω ποσού από σήμερα μέχρι την πλήρη εξόφληση, μη δικαιουμένης στην παρακράτηση αυτού, αφού με κανένα όρο της ανωτέρω δανειακής ή άλλης σύμβασης δεν συμφωνήθηκε ότι τα καταβληθεντα υπ` εμού ανωτέρω ποσά δικαιούται τούτη ως αποζημίωση χρήσης ή ποινική ρήτρα.  

Άλλως και επικουρικά, προβάλλω την ένσταση της επίσχεσης κατ` 325ΑΚ καθόσον συνεπεία της υπαναχώρησης της, έχω ήδη ληξιπρόθεσμη χρηματική αξίωση εναντίον της ύψους 18.373,66€, πλέον τόκων από σήμερα μέχρι και την πλήρη εξόφληση, που οφείλει στα πλαίσια της σχέσης εκκαθάρισης που επήλθε και ΑΙΤΟΥΜΑΙ (στην περίπτωση φυσικά που γίνει δεκτή η αίτησή της) να καταδικαστώ στην απόδοση του οχήματος υπό τον όρο της ταυτόχρονης εκπλήρωσης εκ μέρους της του ανωτέρω χρέους ήτοι της ταυτόχρονης ικανοποιήσεως της ανωτέρω ανταπαιτήσεώς μου.    

Επειδή αρνούμαι και αποκρούω κάθε ενάντιο ισχυρισμό, πρόταση και ένσταση της αντιδίκου εφόσον με βλάπτουν

Δια ταύτα και τα κατά τη συζήτηση προστεθησόμενα και με την επιφύλαξη των δικαιωμάτων μου

ΑΙΤΟΥΜΑΙ να γίνουν δεκτές οι παρούσες προτάσεις, ενστάσεις και ισχυρισμοί μου, και όσα ανωτέρω αιτούμαι. Να γίνει δεκτή η ανωτέρω ασκηθείσα ανταίτησή μου, άλλως η ανωτέρω ένσταση επισχέσεώς μου και να απορριφθεί η κρινομένη αίτηση, προτάσεις και ενστάσεις της αντιδίκου και να καταδικαστεί στην δικαστική μου δαπάνη και αμοιβή του πληρεξουσίου δικηγόρου μου.

                   Ο ΠΛΗΡΕΞΟΥΣΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΟΣ

Βρόντος Ανδρέας,δικηγόρος Καρδίτσας

 

Copyright Βρόντος Ανδρέας © 2013