Ανθρωποκτονία απο αμελεια,τροχαίο,ισχυρισμοί και άμυνα κατηγορουμένου,απολογητικό υπόμνημα

ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΑΡΜΟΔΙΟ ΑΝΑΚΡΙΤΙΚΟ ΥΠΑΛΛΗΛΟ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΤΡΟΧΑΙΑΣ ++
ΑΠΟΛΟΓΗΤΙΚΟ ΥΠΟΜΝΗΜΑ
++, κατοίκου ++

Καρδίτσα ++

Αρνούμαι την αποδιδόμενη κατηγορία. Κανένα λάθος, πλημμέλεια, σφάλμα και άτεχνο, δεν επέδειξα στην οδήγηση του οχήματός μου.
Αποκλειστικά υπαίτιος του ατυχήματος και του θανάτου, είναι ο οδηγός του ++, ο οποίος, λόγω της τρομακτικής ταχύτητας που είχε αναπτύξει στην επαρχιακή οδό ++, σε συνδυασμό με την απειρία του περί την οδήγηση, έχασε τον έλεγχο του οχήματός του και προκάλεσε το θανατηφόρο αποτέλεσμα και συγκεκριμένα:
Έβαινα απολύτως σύννομα με το φορτηγό στο δεξιό ρεύμα πορείας μου και με ταχύτητα εντός των επιτρεπομένων ορίων ήτοι περί τα ++χλμ/ώρα και με κατεύθυνση προς ++.
Αποφάσισα να προσπεράσω ομορρόπως κινούμενο και προπορευόμενο γεωργικό ελκυστήρα. Κοίταξα τον αριστερό καθρέπτη για να ελέγξω την κίνηση πίσω μου. Η οδός είναι ευθεία πίσω μου σε μεγάλη απόσταση. Είδα πίσω μου, αμυδρά, σαν μία κουκίδα, δηλ. σε απόσταση περίπου 150 μέτρων ένα όχημα. Εμπιστεύθηκα, όπως και κάθε συνετός οδηγός στη θέση μου ότι κινείται εντός των επιτρεπόμενων ορίων ταχύτητας για την επαρχιακή οδό αυτή ήτοι περί τα 80-90 χλμ/ώρα. Συνεπώς ευχερώς μπορούσα να προσπεράσω χωρίς κανένα κίνδυνο καθόσον με αυτή την ταχύτητα που πήγαινα, την οποία ανέπτυσσα και κατ` ολίγον όπως είναι επιτρεπόμενο για να συντομεύσω την προσπέραση, θα προλάβαινα με μεγάλη άνεση να προσπεράσω να ξαναμπώ στην θέση μου δεξιά και μόνο τότε το όχημα πίσω μου να με έχει πλησιάσει, αν φυσικά έβαινε και αυτό με μία ταχύτητα περί των 80-90χλμ/ώρα, ήτοι 20-30 χλμ/ώρα επιπλέον της δικής μου ταχύτητας. Δεν είχα κάποιο λόγο να υποθέσω ότι ΔΕΝ κινείται σύννομα δηλ. ότι κινείται εκτός κάθε ορίου ταχύτητας διότι ούτε φώτα αναμμένα είχε, ούτε αλάρμ, ούτε σειρήνα, κλπ που είναι κατά την οδηγική πρακτική σήματα-σημάδια ότι υπάρχει κάτι έκτακτο και φυσικά παραπέμπει σε γνωστοποίηση μεγάλης ταχύτητας και κατάστασης κινδύνου.


Αφού λοιπόν διαπιστώνω τούτα, δηλ. ότι δεν «κλείνω» σε κανέναν πίσω μου τον δρόμο διότι δήθεν θέλει να προσπεράσει, ξανασυγκεντρώνομαι στιγμιαία στην εμπρόσθια πορεία μου για να ελέγξω την απόσταση από τον ελκυστήρα, έτσι ώστε να ρυθμίσω και την ταχύτητά μου για προσπέραση, αλλά και για να προσδιορίσω τους κατάλληλους χειρισμούς που θα κάνω, όπως θα έκανε κάθε μέσος συνετός οδηγός φορτηγού στην κατάσταση αυτή, βγάζω αριστερό φλάς και αρχίζω να πραγματοποιώ ελιγμό από το δεξί ρεύμα που ήμουν, προς αριστερά για να κάνω την προσπέραση, αφού και από απέναντι το αντίθετο ρεύμα κυκλοφορίας ήταν ελεύθερο. Υπήρχε μόνο ένα όχημα από απέναντι (++) και αυτό περίπου τα 300 μακριά και συνεπώς και σε σχέση με αυτό το όχημα και για τους ίδιους ανωτέρω λόγους, δηλ. διότι επαρκούσε και ο τόπος και ο χρόνος, δεν υπήρχε κίνδυνος σύγκρουσης.
Πρίν καν προλάβω να εξέλθω από το ρεύμα πορείας μου, δηλ. πρίν ακόμα προλάβω να διαβώ την διαχωριστική γραμμή, στην αρχή ακόμα του ελιγμού μου προς αριστερά ξανακοιτάω τον καθρέπτη. Βλέπω το ΙΧ πίσω αριστερά του φοργητου σε απόσταση 50 περίπου μέτρων και να πλησιάζει «φωτοβολίδα» κατά την συνήθη έκφραση των οδηγών για οχήματα που αναπτύσσουν τεράστιες ταχύτητες. «Ξαναμαζεύω» το φορτηγό δεξιά αμέσως. (είναι η κίνηση που είδε από απέναντι ο ++ και το καταθέτει).
Όμως ο οδηγός του ΙΧ είχε ήδη χάσει τον έλεγχο λόγω της υπερβολικής ταχύτητας και της σφοδρότατης πέδησης. Τον βλέπω αμέσως μετά αριστερά μου να ίπταται, δηλ. για λίγο χρόνο πηγαίναμε παράλληλα, εγώ στο ρεύμα μου και αυτός ιπτάμενος στην απέναντι πλευρά του δρόμου μέχρι να καταλήξει στον αύλακα. Τόση ήταν η ταχύτητά του, όπως άλλωστε αποδεικνύεται και από το σχεδιάγραμμα της τροχαίας αφού από τα πρώτα ίχνη φρεναρίσματός του στο οδόστρωμα μέχρι την τελική θέση διένυσε πάνω από 100 μέτρα φρεναριστός στην αρχή, ολισθαίνοντας μετά, ιπτάμενος εν συνεχεία και ανατρεπόμενος στο τέλος.!!
Συνεπώς με βάση τα ανωτέρω, είναι ο αποκλειστικά υπαίτιος διότι:
α) από τη στιγμή που κοιτάω την πρώτη φορά τον καθρέπτη και τον βλέπω στα 150 μέτρα περίπου, μέχρι τη στιγμή που ξανακοιτάω τούτον (στην αρχή του ελιγμού μου προς αριστερά και πριν καν προλάβω να πατήσω διαχωριστική γραμμή) και τον βλέπω περίπου στα 50-60 μέτρα πίσω, δηλ. μέσα σε διάστημα περίπου 1,5-2 δευτερόλεπτων, τούτος έχει διανύσει απόσταση 100 μέτρων περίπου, δηλ. είχε ταχύτητα 180 χιλιομέτρων την ώρα τουλάχιστον (180.000μέτρα Χ2 δευτ.:3600δευτ ή 100μέτραΧ3600:2).
Είναι όμως φανερό ότι αν πήγαινε έστω και με 80-90 χλμ την ώρα που είναι το ανώτατο επιτρεπόμενο (και όχι κατ` ανάγκη η επιτρεπόμενη με βάση τις συνθήκες, ταχύτητα), την ίδια απόσταση θα την διένυε σε 4,5-5 δευτερόλεπτα περίπου, ενώ εγώ ΤΑΥΤΟΧΡΟΝΑ λόγω προσπέρασης και κίνησης με 60-65 χλμ/ώρα, θα είχα απομακρυνθεί για άλλα 80-90 μέτρα (60.000ή 65.000Χ5 ή 4,5 : 3.600), που θα ήθελε (με ταχύτητα 80-90), άλλα 4 δευτερόλεπτα περίπου για να διανύσει.
Άρα, αν πήγαινε έστω και με την ανωτέρω επιτρεπόμενη ανώτατη ταχύτητα, τη στιγμή που εγώ έβγαινα για προσπέραση, θα είχε χρόνο 10 δευτερολέπτων και απόσταση τουλάχιστον 220 μέτρων για να με πλησιάσει και φυσικά να με προσπεράσει εφόσον το επιθυμούσε, αφού όπως ειπώθηκε, θα είχα προλάβει να μπώ στη θέση μου πάλι. Γι` αυτό και όπως ειπώθηκε, ΕΜΠΙΣΤΕΥΘΗΚΑ ΟΡΘΑ ότι ευχερώς από άποψη τόπου και χρόνου μπορούσα να προσπεράσω χωρίς κανένα κίνδυνο καθόσον, με την αναμενόμενη ταχύτητα των 80-90χλμ/ώρα, θα προλάβαινα με μεγάλη άνεση να προσπεράσω να ξαναμπώ στην θέση μου δεξιά και μόνο τότε το όχημα πίσω μου να με έχει πλησιάσει. Φυσικά, αν για οποιονδήποτε λόγο, παρά τον ανωτέρω χρόνο και την απόσταση που μας χώριζε, θεωρούσε ότι αποτελώ δήθεν κίνδυνο γι` αυτόν, δεν τίθεται καν ζήτημα για ακινητοποίησή του: είχε κάθε ευχέρεια τόπου και χρόνου να ακινητοποιηθεί πλήρως.
Όμως όπως ειπώθηκε, ΔΕΝ είμαι υποχρεωμένος να υποθέτω, πολλώ δε μάλλον να γνωρίζω, ότι οι έτεροι χρήστες των οδών ενεργούν παράνομα και κατά παράβαση του ΚΟΚ. Αντίθετα εμπιστεύομαι ότι τηρούν τον ΚΟΚ και τα όρια ταχύτητας διότι διαφορετικά, όπως είναι αυτονόητο, θα ήταν αδύνατη η οδήγηση. Κανένας δεν θα έβγαινε για προσπέραση υπο τη υπόθεση-φόβο ότι κάποιος άλλος από πίσω τρέχει με 200.
β)Ακόμα και τη στιγμή που κάνω τον ελιγμό προς τα δεξιά, δηλ. ξαναμαζεύω το όχημά μου προς το άκρο δεξιό, τούτος είναι στα 50-60 μέτρα πίσω μου. Τίποτα δεν τον εμποδίζει να συνεχίσει ακώλυτα την πορεία του, «έτσι όπως έρχεται», αφού μπροστά του ο δρόμος είναι ελεύθερος (ο ++ είναι μακριά στο απέναντι ρεύμα). Γιατί δεν το κάνει; Γιατί δεν διέρχεται, αλλά αντίθετα χάνει πλήρως τον έλεγχο; Η απάντηση φυσικά είναι προφανής, ήτοι διότι έτρεχε και δεν μπορούσε εκ του λόγου αυτού να ελέγξει το όχημά του. Με απλά λόγια, τέτοιου είδους ατυχήματα δεν γίνονται αν δεν υπάρχει ταχύτητα. Αυτή είναι που, κατά το κριτήριο της σωφροσύνης και της κοινής πείρας και λογικής που κάθε σώφρων και λογικός άνθρωπος διαθέτει, «σκοτώνει».
Τα` ανωτέρω αποδεικνύονται και με βάση το σχεδιάγραμμα της Τροχαίας και τα κοινώς αποδεκτά νομογραφήματα, ήτοι:
Είναι γνωστό ότι προ της εμφάνισης των ιχνών τροχοπέδησης στο οδόστρωμα (ότε και τα φρένα αναπτύσσουν την πλήρη ανασχετική δύναμή τους) προηγείται ο χρόνος αντίδρασης του οδηγού, που αρχίζει από την αντίληψη του κινδύνου και τελειώνει με την έναρξη της πέδησης, κατά τον οποίο το όχημα διανύει κάποια απόσταση και ο οποίος κατά τα κοινώς αποδεκτά νομογραφήματα ανέρχεται περίπου σε 1 δευτερόλεπτο.
Εν προκειμένω, ο ανωτέρω οδηγός λογικά πρέπει να με αντιλήφθηκε ως κίνδυνο πρώτη φορά, όταν με βλέπει να αρχίζω να ενεργώ ελιγμό προς αριστερά. Δεν θα μπορούσε να υπάρξει κάτι άλλο για να τον ανησυχήσει. Άρα από τότε που αντιλαμβάνεται τούτη την κίνησή μου ως κίνδυνο, αρχίζει και αυτός να ενεργεί την διαδικασία πέδησης και εν γένει αποφυγής.
Που όμως βρισκόταν τότε σε σχέση με το όχημά μου; Διότι αν απαντηθεί τούτο, θα απαντηθεί και με ποια ταχύτητα πήγαινε.
Αν πήγαινε με 80-90 χλμ/ώρα, δηλ. μέσα στα όρια ταχύτητας, τότε η ανωτέρω κίνησή μου θα αποτελούσε κίνδυνο γι` αυτόν όχι φυσικά αν βρισκόταν 50-60 μέτρα πίσω μου, αφού τότε θα μπορούσε (θα είχε ευχέρεια τόπου και χρόνου) ακόμα και να ακινητοποιηθεί, αλλά μόνο αν βρισκόταν σχεδόν παράλληλα με μένα διότι λ.χ θα με προσπερνούσε ήδη, διότι διαφορετικά δεν μπορώ να κατηγορηθώ ότι του έκλεισα την πορεία (17παρ.3 α ΚΟΚ). Όμως στην περίπτωση αυτή το ατύχημα δεν θα γινόταν έτσι όπως έγινε διότι: Η συνολική απόσταση πέδησης αν πήγαινε με 80χλμ/ώρα είναι περίπου 50 μέτρα (Ονουφριάδης: ΚΟΚ, 2000, σελ. 1235 όπου και πίνακες). Συνεπώς, αν άρχιζε να φρενάρει έτσι όπως αποτυπώνεται στο διάγραμμα της τροχαίας με τα πρώτα ίχνη τροχοπέδησης, θα ακινητοποιούνταν πρίν καν ανατραπεί στον στραγγιστικό αύλακα, αφού η απόσταση από τα πρώτα ίχνη τροχοπέδης μέχρι «απέναντι» στον αύλακα, στην είσοδο του αγροτικού δρόμου, αν υποθέσουμε ότι συνεχίζονταν τούτα καθ` όλο το μήκος της αποτυπούμενης ολίσθησης, είναι περίπου 80 μέτρα. Δηλ. θα είχε κάθε ευχέρεια τόπου να φρενάρει στο απέναντι ρεύμα και να ακινητοποιηθεί μέχρι την είσοδο του κάθετου αγροτικού δρόμου αριστερά. Δεν θα ανατρέπονταν στον αύλακα ούτε και θα συνέχιζε ιπτάμενος εντός αυτού. Άρα λοιπόν δεν ήταν παράλληλα με μένα προσπερνώντας με δήθεν, με ταχύτητα 80-90 όταν κάνω τον αρχικό ελιγμό προς αριστερά.
Αλλά ούτε και είναι στην θέση αυτή κινούμενος με 180χλμ/ώρα διότι τότε, δηλ. αν ήταν ήδη παράλληλα με μένα και με προσπερνούσε με αυτή την ταχύτητα, τότε, μέσα στο χρόνο αντίδρασης (δηλ. πριν καν προλάβουν τα φρένα να αφήσουν ίχνη πέδησης στο οδόστρωμα), σίγουρα με αυτή την ταχύτητα, θα διένυε απόσταση τέτοια που θα με υπερκάλυπτε και θα με προσπερνούσε ούτως ή άλλως
Συνεπώς ο μοναδικός τρόπος για να γίνει το ατύχημα όπως έγινε είναι να πήγαινε με 180 χλμ/ώρα ευρισκόμενος πράγματι 50-60 μέτρα πίσω μου. Τότε και μόνο τότε, η αρχική μου κίνηση προς αριστερά θα εκλαμβάνονταν ως κίνδυνος απ` αυτόν από αυτή την απόσταση και θα άρχιζε την διαδικασία πέδησης, όπως και πράγματι έκανε, διότι μέσα στο χρόνο αντίδρασης του 1`, με αυτή την ταχύτητα θα διένυε αυτή την απόσταση και θα συγκρουόμασταν πράγματι.
Πράγματι τούτο προκύπτει και από το σχεδιάγραμμα: αποτυπώνονται καταρχήν ίχνη τροχοπέδης στο αντίθετο ρεύμα πορείας με κατεύθυνση προς αριστερά. Αμέσως μετά, αποτυπώνονται ίχνη ολίσθησης προς δεξιά. Είναι προφανώς η στιγμή που καταλαβαίνει ότι αν εξακολουθεί να πάει φρεναριστός, δεν τον «παίρνει» ο δρόμος για να σταματήσει λόγω ταχύτητας. Θα κατέληγε εκτός δρόμου στον αύλακα, αφού με 180χλμ/ώρα, χρειάζεται πάνω από 150 μέτρα για να ακινητοποιηθεί. Αποφασίζει έτσι να επανέλθει δεξιά αφού τίποτα δεν τον εμποδίζει προς τούτο(αφού εγώ τραβήχτηκα αμέσως προς τα δεξιά χωρίς καν να εισέλθα στο αντίθετο ρεύμα), γι`αυτό και αμέσως υπάρχουν ίχνη ολίσθησης προς δεξιά. Εκεί όμως χάνει τον έλεγχο και φεύγει ακυβέρνητος προς αριστερά ΔΙΟΤΙ με αυτή την ταχύτητα είναι αδύνατος ο έλεγχος του οχήματος όταν ελίσσεται .(βλ. και την κατάθεσή του: «πάτησα φρένο και μου έφυγε το αμάξι»).
ΕΠΙΓΡΑΜΜΑΤΙΚΑ:
Είναι φανερό ότι αν πήγαινε με 80-90 χλμ/ώρα και ήταν πίσω από μένα όταν αρχίζω τον ελιγμό μου προς αριστερά, δεν υπήρχε λόγος για φρενάρισμα πανικού εκ μέρους του, αφού εύκολα θα μπορούσε να ακινητοποιήσει το όχημά μου πριν καν με πλησιάσει.
Αν πάλι ήταν παράλληλα με μένα με την ταχύτητα αυτή προσπερνώντας με δήθεν και του έκλεισα το δρόμο τάχα, τότε θα προέβαινε σε πέδηση και θα επέμενε σ` αυτήν και έτσι θα ακινητοποιούνταν στο αντίθετο ρεύμα πρίν καν ανατραπεί στον στραγγιστικό αύλακα και φυσικά δεν θα προσπαθούσε να επαναφέρει το όχημά του δεξιά.
Αν πήγαινε με 180χλμ/ώρα και ήταν παράλληλα με μένα με την ταχύτητα αυτή προσπερνώντας με δήθεν και του έκλεισα το δρόμο, τότε σίγουρα θα προλάβαινε να περάσει αφού μόνο και μόνο στο χρόνο αντίδρασης θα διένυε τουλάχιστον 50 μέτρα και άρα θα με υπερκάλυπτε.
Συνεπώς μόνο αν πήγαινε με 180χλμ/ώρα και ήταν πίσω μου 50-60 μέτρα όταν εγώ αρχίζω να ελίσσομαι προς αριστερά μπορούσε να γίνει το ατύχημα όπως έγινε αφού μόνο με αυτή την ταχύτητα η κίνησή μου αποτελούσε κίνδυνο γι` αυτόν απ` αυτήν την απόσταση για να τον αναγκάσει να αρχίσει διαδικασία πέδησης, όπως και πράγματι έπραξε και εν τέλει να του «φύγει το αμάξι» όταν πάτησε φρένο και προσπάθησε να το επαναφέρει δεξιά, αφού μόνο με αυτή την ταχύτητα είναι αδύνατος ο έλεγχος του οχήματος όταν ελίσσεται.
Φυσικά τούτο αποδεικνύει ότι και πρίν έτρεχε με 180χλμ/ώρα, δηλ. όταν για πρώτη φορά τον βλέπω στον καθρέπτη σε απόσταση 150 μέτρων και εμπιστευόμενος ότι κινείται σύννομα, αρχίζω την διαδικασία προσπέρασης του ελκυστήρα.
Γι` αυτό λοιπόν αποκλειστικά υπαίτιος του ατυχήματος είναι ο ανωτέρω οδηγός. Καμία οδηγική μου κίνηση και συμπεριφορά δεν ήταν εσφαλμένη, άτεχνη ή πλημμελής, ως δήθεν μη σύννομη (αντίθετη στον ΚΟΚ) ή ως δήθεν αντίθετη στους κανόνες συνετής και προσεκτικής οδήγησης του κάθε μέσου συνετού οδηγού φορτηγού. Όμως για να στοιχειοθετηθεί αμέλεια, καταρχήν πρέπει να υπάρχει εξωτερικό σφάλμα-πλημμέλεια στη οδηγική συμπεριφορά μου (εξωτερική αμέλεια), δηλ. να παραβίασα κάποιο καθήκον επιμέλειας που απορρέει είτε από νομική διάταξη είτε από συναλλακτικούς και εμπειρικούς κανόνες (και η οποία πρέπει να καθορίζεται στην απόφαση: ΑΠ 1922/10 ΠοινΔικ. 7/2011, 892, ΑΠ 1416/1997 Υπερ 1998, 1049). Το στοιχείο της εξωτερικής αμέλειας πρέπει κατά την συστηματική προσέγγιση του εξ αμελείας εγκλήματος, να ερευνάται ως λογικώς πρότερον σε σχέση με το στοιχείο της εσωτερικής αμέλειας. Η εξέταση του δεύτερου παρέλκει, εφόσον το πρώτο δεν μπορεί να στοιχειοθετηθεί. Χωρίς παράβαση της εξωτερικής αμέλειας δεν νοείται ποινική ευθύνη. (. (Βαθιώτης, Στοιχεία Ποιν.Δικ. Γ.Μέρος 207, σελ.263, 265,266, Ανδρουλάκης:Ποιν.Δικ. Γεν.Μέρος, 2000, σελ. 2011)
Συνεπώς όχι απλά δεν είμαι ο υπαίτιος του ατυχήματος, αλλά ούτε καν ο αίτιος αυτού.
Ζητώ δε να κληθούν και εξεταστούν ως μάρτυρες α)++, η οποία συνεπέβαινε στο όχημα του ++ και είδε από απέναντι τι ακριβώς έγινε, δηλ. είναι αυτόπτης, διότι μόλις σταματήσαμε, μίλησε μαζί μου, παρουσία και του β) ++ λέγοντάς μου ευθέως ότι «εσύ δεν φταίς σε τίποτα, δεν του έκλεισες τον δρόμο, τα είδα όλα, αυτός φταίει γιατί έτρεχε.» καθώς και ότι «αν με χρειαστείς, κάλεσέ με για μάρτυρα.» Όλως παραδόξως όμως τούτη δεν αναφέρεται στην έκθεση αυτοψίας ως συνεπιβαίνουσα παρά το ότι ήταν παρούσα και όταν ήρθαν οι αστυνομικοί και προέβαιναν σε αυτοψία. Συνεπώς τα δύο αυτά άτομα προφανώς θα συνεισφέρουν στην αλήθεια των γεγονότων και δέον και αιτούμαι να κληθούν.
Επιπλέον, με τον ανωτέρω οδηγό ++, διαβιούμε και οι δύο στο ++. Γνωρίζω λοιπόν θετικά από πολλές πηγές ότι έχει εμπλακεί σε τρακάρισμα με όχημα τουλάχιστον δύο φορές μέχρι σήμερα και συγκεκριμένα μία με μοτοσικλέτα περίπου ++ χρόνια πρίν, στο χωρίο ++ με ένα αγροτικό αυτ/το όπου είχε τραυματιστεί σοβαρότατα και είχε πολύμηνα χειρουργεία και μία άλλη φορά, πρίν απ` αυτό, με αυτ/το έξω από το ++, οπότε και λόγω ταχύτητας έφυγε από το δρόμο και έπεσε σε αρδευτικό καναλέτο. Επίσης ο ++, ο ανακριτικός υπάλληλος που χειρίζεται την δικογραφία, με πληροφόρησε όταν ήμασταν στο Νοσοκομείο μετά το ατύχημα, ότι είδε τον ανωτέρω οδηγό στα χειρουργεία να έχει «χτυπημένο και πρησμένο» το γόνατο και με ρώτησε αν τον είχα δεί στο ατύχημα να φοράει νάρθηκα ή κάτι άλλο σχετικό, διότι υπήρχε υποψία ότι τη στιγμή του ατυχήματος είχε ήδη πρόσφατο κάταγμα στο πόδι ή είχε υποβληθεί εξ` αιτίας τέτοιων καταγμάτων από προηγούμενο ατύχημα, σε χειρουργική επέμβαση και ότι συνεπώς δεν μπορούσε να οδηγήσει ή πάντως δυσκολευόταν να το κάνει σημαντικά την ημέρα του ατυχήματος, κάτι που επιβεβαιώθηκε και με το με αρ. Πρωτ. ++ έγγραφο του νοσοκομείου ++ για «επανακάταγμα».
Συνεπώς αιτούμαι να ερευνηθεί και ελεγχθεί αν προ της ημέρας του ατυχήματος και πότε, ο ανωτέρω οδηγός υπέστη κάταγμα στα πόδια του ή είχε υποβληθεί και πότε σε σχετική εγχείρηση εξ` αιτίας κάποιων τέτοιων και αν τούτες οι βλάβες εμπόδιζαν και σε ποιο βαθμό την οδήγηση οχήματος του την ημέρα του ατυχήματος.
Δια ταύτα και με την επιφύλαξη των δικαιωμάτων μου
ΑΙΤΟΥΜΑΙ την απαλλαγή μου από κάθε κατηγορία και διορίζω ως πληρεξούσιο δικηγόρο μου και υπερασπιστή τον δικηγόρο του παρ` Αρείω Πάγω του Πρωτοδικείου Καρδίτσας κ. Βρόντο Ανδρέα, κάτοικο Καρδίτσας, Πλαστήρα 12, στον οποίο παρέχω την ειδική εντολή και πληρεξουσιότητα να με εκπροσωπήσει από τούδε σε όλα τα στάδια της διαδικασίας ήτοι προδικασία και κατά τη συζήτηση στο δικαστήριο μέχρι αμετακλήτου της τυχόν εκδοθησομένης απόφασης και εν γένει πράξει ό,τι είναι αναγκαίο για την υπεράσπισή μου σε κάθε στάδιο της δίκης, της προδικασίας, διαδικασίας αλλά και της αποφάσεως για να επιτευχθεί η απαλλαγή μου από κάθε κατηγορία και υποψία και προκειμένου να ασκηθούν όλα τα δικαιώματα μου εκ του ουσιαστικού και δικονομικού δικαίου ως κατηγορουμένου και υπόπτου, να υποβάλλει αιτήσεις, δηλώσεις, υπομνήματα, λαμβάνει αντίγραφα, υπογράφει αντ` εμού παραιτήσεις από κλήσεις και προθεσμίες κλήτευσης κοκ.
Ο ΣΥΝΗΓΟΡΟΣ ΥΠΕΡΑΣΠΙΣΗΣ
Ανδρέας Aπ.Βρόντος
Δικηγόρος παρ` Αρείω Πάγω
24410-41255/6972422002
FAX 24410-41257
Email: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

 

Copyright Βρόντος Ανδρέας © 2013